με τις Γεωργία Κριεμπάρδη & Νεκταρία Ψαράκη
Η διαδικασία της αιμοδοσίας στη χώρα πάσχει και το αποτέλεσμα; Οι ασθενείς προσπαθούν να αναλάβουν το ρόλο της πολιτείας. Να φροντίσουν μόνοι τους για την επιβίωσή τους. Να αναζητήσουν μόνοι τους το αίμα για τις μεταγγίσεις τους.
Οι ετήσιες ανάγκες σε αίμα στην Ελλάδα ανέρχονται σε 600.000 έως 650.000 φιάλες αίματος (περίπου). Τις 580.000 τις παράγουμε μόνοι μας από 150.000 τακτικούς καταγεγραμμένους εθελοντές αιμοδότες και τις υπόλοιπες από τους μη συστηματικούς αιμοδότες (περίπου) Η Μεσογειακή Αναιμία απορροφά πανελλαδικά τις 150.000 φιάλες αίματος (περίπου). Οι 21.000 έρχονται από την Ελβετία για το Αγία Σοφία.
«Πανελλαδικά υπάρχουν 2.200 πάσχοντες. Οι 1.500 εξυπηρετούνται από 78 μονάδες στον νομό Αττικής. Στο Παίδων υπάρχουν 600- 650 πάσχοντες από Μεσογειακή Αναιμία και Δρεπανoκυτταρική νόσο» αναφέρει, ενώ μονάδες υπάρχουν και σε ορισμένες μεγάλες πόλεις της χώρας. Πάσχοντες από την επαρχία και τη νησιωτική χώρα εξαναγκάζονται σε ολόκληρο ταξίδι μέχρι την πλησιέστερη μεγάλη πόλη, όπου υπάρχει ειδική μονάδα. «Αν όλα πάνε καλά, κάθε 15 ημέρες πρέπει να πηγαίνουμε και να λαμβάνουμε περίπου 500-550 ml» μας λέει ο Παύλος.
Ωστόσο, οι ελλείψεις σε αίμα είναι τραγικές. «Έχουμε πολλές αναφορές από πάσχοντες ότι γίνονται αναβολές μεταγγίσεων για μετά από 2 ημέρες. Οι πάσχοντες, τα παιδιά, με τις δύσκολες ομάδες αίματος το βιώνουν πιο έντονα το πρόβλημα. Για παράδειγμα, παιδιά με ομάδα αίματος 0 αρνητικό παίρνουν μια φιάλη ανά βδομάδα, τα τελευταία 4 χρόνια» σημειώνει, επισημαίνοντας τι προβλήματα προκαλεί η κατάσταση στην καθημερινότητά τους. «Εμφανίζεται αδυναμία, έφηβοι κυρίως υποφέρουν από οστικά άλγη, γιατί ο μυελός των οστών προσπαθεί να παράγει μόνος του αίμα. Έφηβοι δεν πάνε σχολείο γιατί ζαλίζονται. Εμένα μου έχει τύχει να πάω δουλειά και να μην μπορώ να πάρω τα πόδια μου… Στην ουσία δε ζούμε».
«Είμαστε ευγνώμονες στο προσωπικό, κάνουν παραπάνω από το ανθρωπίνως δυνατό» υπογραμμίζει, τονίζοντας πως «τα ψυγεία είναι άδεια κι εμείς γινόμαστε μπαλάκι δεξιά αριστερά». «Πρέπει να κάτσουν υπουργοί, διοικητές νοσοκομείων και το Εθνικό Κέντρο Αίματος να βρεθεί λύση, να στηθεί μια στρατηγική» υπογραμμίζει. Η ζωή τους βασίζεται στους εθελοντές μόνο, πλέον, και «ο λαός ευτυχώς έχει αποδείξει ότι αιμοδοτεί».
Οι πάσχοντες φτάνουν στο σημείο να απευθύνονται σε συγγενείς, φίλους, ακόμα και σε άτομα από τον χώρο εργασίας τους (μη συστηματικοί αιμοδότες) για μετάγγιση, όπως υπογραμμίζει ο Παύλος. «Μου έλεγε συμπάσχουσα ότι πριν τη μετάγγιση παίρνει ζάναξ. Δεν αντέχει αυτή την αναμονή, αυτό το μαρτύριο».
Είναι η ζωή τους και θα τη διεκδικήσουν με κάθε τρόπο. Πάσχοντες και υγειονομικοί έχουν φτάσει στα όρια τους με αυτή την κατάσταση και όπως προειδοποίησε ο Παύλος, αν δεν υπάρξει άμεση μέριμνα για το ζήτημα, θα ακολουθήσουν και τη νομική οδό.
Καλεσμένη στην εκπομπή και η Όλγα Σιάντου, μέλος του Σωματείου Εργαζομένων Αγ. Σοφία. «Αυτή τη στιγμή έχουμε δύο προβλήματα στα νοσοκομεία μας: ελλείψεις σε αίμα (που χρειάζεται και για χειρουργεία, πολυτραυματίες, για πολλούς πάσχοντες) και σοβαρές ελλείψεις σε προσωπικό κι εξοπλισμό, με αποτέλεσμα οι λίγες υποδομές που έχουμε να υπολειτουργούν κι αυτό πάνω στο φιλότιμο των εργαζομένων που μας χρωστούν χιλιάδες ρεπό» τόνισε, αρχικά.
«Θεωρούν κόστος την υγεία. Προσπαθούν να κάνουν “μπαλώματα” για να καλύψουν προβλήματα», συμπληρώνει κι εξηγεί: «Στο Αγ. Σοφία είχαμε τέσσερις φυγόκεντρους. Χαλούσε το ένα μηχάνημα μετά το άλλο. Εν τω μεταξύ, δεν υπάρχει κρατική βιομηχανία για ανταλλακτικά αλλά και η διοίκηση δεν ήθελε να πληρώσει γι’ αυτά. Όταν χάλασαν και οι τέσσερις, μείναμε στο νοσοκομείο χωρίς φυγόκεντρο. Έπρεπε να δανειστούμε από άλλα νοσοκομεία».
Όσο για το τι θα έπρεπε να γίνει, σημειώνει πως θα έπρεπε οι αιμοδοσίες να λειτουργούν και απογεύματα και Σαββατοκύριακα, να στελεχωθούν οι μονάδες με προσωπικό (πχ δεν μπορεί να είναι 2 μόνιμοι γιατροί για 400 άτομα πανελλαδικά), να κάνει το κράτος καμπάνιες και ενημερώσεις παντού, ξεκινώντας από τα σχολεία. Τη Δευτέρα 2 Οκτωβρίου, υγειονομικοί, συγγενείς και πάσχοντες πραγματοποίησαν συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από κέντρο διοίκησης του Αγ. Σοφία. «Διοικητές και υπουργοί δε φαίνονται. Δεν πήραμε καμία σαφή απάντηση. Προσπαθούν να κρύψουν τις ελλείψεις και πετάνε αλλού το μπαλάκι των ευθυνών» λέει καταληκτικά η κα. Σιάντου.
«Παιδιά πονάνε επειδή υπομεταγγίζονται» είπε σε κάποιο σημείο της συζήτησης. Κι αυτό είναι ανεπίτρεπτο.