Σύμφωνα με τον Θ. Φέσσα οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά λυγίζουν κάτω από το βάρος της υπερφορολόγησης, ενώ παρουσίασε στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία η συνολική μέση φορολογική επιβάρυνση (μισθοί και εισφορές) υπερβαίνει κατά πολύ τις αντίστοιχες επιβαρύνσεις στις χώρες του ΟΟΣΑ, αποθαρρύνοντας τις επενδύσεις και τη δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα.

«Το 42% των εσόδων από το φόρο εισοδήματος πληρώνεται από το 3% των φορολογουμένων. Η φοροδοτική ικανότητα όσων συστηματικά στηρίζουν τα δημόσια έσοδα έχει εξαντληθεί. Γι αυτό και η κάλυψη του όποιου δημοσιονομικού κενού δεν μπορεί να έρθει από ένα νέο φορολογικό στραγγαλισμό της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Θα πρέπει να επιτευχθεί μέσα από την πραγματική διεύρυνση της φορολογικής βάσης και την καθολική εφαρμογή των ηλεκτρονικών συναλλαγών και της ηλεκτρονικής τιμολόγησης», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Παράλληλα, υπογράμμισε ότι θα πρέπει να υπάρξει επίσπευση των ιδιωτικοποιήσεων και της αντιμετώπισης του ζητήματος των «κόκκινων δανείων». Αναφερόμενος στη διαπραγμάτευση, ζήτησε από τους εταίρους και από την κυβέρνηση να επισπεύσουν την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, καθώς δεν πρέπει να υπονομευθεί η αξιοσημείωτη αντοχή που έχει επιδείξει η ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια.