Καθώς η συζήτηση για την στεγαστική κρίση έχει αρχίσει να απασχολεί την ελληνική δημόσια συζήτηση, στο TPP μιλήσαμε με το Μιχάλη Βαζαίο, που ζει στην Βαρκελώνη τον τελευταίο 1,5 χρόνο, η οποία μαστίζεται μαζί με άλλες μητροπόλεις, αλλά και άλλες τουριστικές περιοχές της Ισπανίας από την κατακόρυφη αύξηση των ενοικίων, τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, την αστεγία, την ασύμφορη διαβίωση και τον έμμεσο διωγμό των μόνιμων κατοίκων. Την ώρα που η κυβέρνηση Σάντσεθ απαντά με ημίμετρα, οι κάτοικοι έχουν αναπτύξει ένα μαχητικό, μαζικό κίνημα που οργανώνεται από δυναμικά συνδικάτα γειτονιάς που υπερασπίζονται το δικαίωμα στη στέγη. Ο Μιχάλης, ως μέλος συνδικάτου που συμμετέχει ενεργά σε αυτόν τον αγώνα, θυμίζει ότι παρόλο που γνωστοποιήθηκαν περισσότερο οι δυναμικές κινητοποιήσεις, αυτό που έχει ουσιωδέστερη σημασία είναι η οργάνωση σε επίπεδο γειτονιάς και η έμπρακτη αλληλεγγύη μεταξύ των κατοίκων στις καθημερινές δοκιμασίες. «Αν θέλεις να βελτιώσεις πραγματικά τη ζωή σου και των γύρω σου, ε τότε πρέπει να το κάνεις εσύ, μαζί με τους γύρω σου», μας είπε.

Ρεπορτάζ – Συνέντευξη: Ηλιάνα Ζερβού & Νεκταρία Ψαράκη

«Τελείωσε! Θα μειώσουμε τα ενοίκια!» (Se acabó. Bajaremos los alquileres) φωνάζαν δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές και διαδηλώτριες στους δρόμους των ισπανικών πόλεων στις μαζικές κινητοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν ενάντια στην στεγαστική κρίση, που πλήττει όλο και περισσότερο τους κατοίκους της χώρας. Οι μεγαλύτερες από τις διαδηλώσεις για το αναφαίρετο δικαίωμα στην στέγη σημειώθηκαν τον Οκτώβριο του 2024 και τον Φεβρουάριο του 2025, με τον κόσμο να γεμίζει τις λεωφόρους, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν θα παραδώσει την ζωή του στον βωμό της τουριστικοποίησης. 

Αυτό που στην αρχή, συνιστούσε κυρίως πρόβλημα των περιοχών με υψηλή συγκέντρωση τουριστών, όπως οι Βαλεαρίδες, οι Κανάριοι Νήσοι, και η Βαρκελώνη, πλέον έχει γίνει ζήτημα σε ολόκληρη τη χώρα, με διαδηλώσεις από τη Σεβίλλη, τη Βαλένθια, το Σαντιάγο ντε Κομποστέλα, το Μπούργος και το Σαν Σεμπαστιάν, μεταξύ άλλων πόλεων.Ως σύμβολο δυσαρέσκειας και αγανάκτησης, οι διαδηλωτές και οι διαδηλώτριες κουνούσαν τα κλειδιά των σπιτιών τους συντονισμένα στον αέρα. 

Σπίτια – επενδύσεις στο βωμό του τουρισμού

Σύμφωνα με τον Guardian η στέγαση έχει γίνει το υπ’ αριθμόν ένα κοινωνικό ζήτημα στην Ισπανία, αφού ο συνδυασμός της κερδοσκοπίας ακινήτων και των τουριστικών διαμερισμάτων έχει οδηγήσει το κόστος της ενοικιαζόμενης κατοικίας πέρα από τις δυνατότητες όλων των μόνιμων κατοίκων, εκτός βέβαια από τους πιο πλούσιους. 

Χαρακτηριστικό παράδειγμα, αποτελούν οι Βαλεαρίδες νήσοι, όπου το μέσο ενοίκιο για ένα μικρό διαμέρισμα έχει αυξηθεί κατά 40% μέσα σε πέντε χρόνια σε περίπου 1.400 ευρώ (1.190 λίρες) το μήνα, περισσότερο από το μέσο μηνιαίο μισθό όσων εργάζονται στον τομέα της φιλοξενίας, τον κύριο κλάδο της περιοχής.

Μάλιστα, όπως ανακοίνωσε η καταλανική υπηρεσία στέγασης, τα ενοίκια στη Βαρκελώνη έχουν αυξηθεί κατά 70% την τελευταία δεκαετία, ενώ οι μισθοί αυξήθηκαν μόνο κατά 17,5% την ίδια περίοδο, μη μπορώντας φυσικά να ακολουθήσουν την εκτόξευση της στεγαστικής ακρίβειας. 

Ακόμα, περισσότερο από όλες τις κοινωνικές ομάδες πλήττονται οι νέοι. Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε από το ισπανικό συμβούλιο νεολαίας κατέγραψε ότι πέρυσι (2024) το 85% των νέων κάτω των 30 ετών εξακολουθούσαν να ζουν με τους γονείς τους, εξαιτίας την έλλειψης προσιτής στέγης. 

Σύμφωνα με την ηλεκτρονική τράπεζα N26, περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους της Ισπανίας, (το 51%), δηλώνουν πως ξοδεύουν μεταξύ 40% και 60% του μηνιαίου εισοδήματός τους για το ενοίκιο ή τις πληρωμές υποθήκης για το σπίτι τους, όπως αποτύπωσε στη δεύτερη έκδοση του δείκτη οικονομικής ευημερίας (FWI).

Επίσης, όπως περιγράφει το France24 σε σχετικό του μικρό ντοκιμαντέρ, τα διαθέσιμα σπίτια προς μακροχρόνια ενοικίαση έχουν μειωθεί κατά 15% μέσα σε έναν χρόνο. Την ίδια στιγμή, τα σπίτια που διατίθενται για βραχυχρόνια μίσθωση (airbnb) έχουν αυξηθεί στο απίστευτο ποσοστό του 56%.

48.000 άνθρωποι περιμένουν στην λίστα για κοινωνική κατοικία, γεγονός που αναδεικνύει την τεράστια αγωνία των μόνιμων κατοίκων για την εξασφάλιση στέγης. Όλα, τα παραπάνω φυσικά δεν αποτελούν αόριστα ποσοστά, αφού το πρόβλημα αποτυπώνεται πρακτικά σε αύξηση 24% της αστεγίας από το 2012. Άνθρωποι, δηλαδή, που μένουν στο πεζοδρόμιο, λόγω όλων αυτών των πολιτικών.

Οι κάτοικοι βρίσκουν λύση στις καταλήψεις δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων 

Το περασμένο έτος, η Ισπανία κατέγραψε πάνω από 16.400 περιπτώσεις καταλήψεων, την τρίτη υψηλότερη που έχει καταγραφεί ποτέ, με τη Βαρκελώνη να ηγείται με 5.077 κατειλημμένα κτίρια, σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Εσωτερικών.

Όπως κατέγραψε η Στατιστική Πύλη της Εγκληματικότητας (Statistical Portal of Criminality), πέρυσι καταγράφηκαν 16.426 περιστατικά σε ολόκληρη τη χώρα, έναντι 15.289 το 2023, γεγονός που αντιπροσωπεύει ετήσια αύξηση 7,4%. 

Να σημειωθεί ότι οι αριθμοί αυτοί δεν λαμβάνουν υπόψη τις υποθέσεις που επιλύονται εξωδικαστικά, είτε μέσω οικονομικών διακανονισμών είτε μέσω εταιρειών έξωσης. Κατά μέσο όρο, 45 παράνομες καταλήψεις κατοικιών λαμβάνουν χώρα καθημερινά στην Ισπανία, με την Καταλονία να καταγράφει τον υψηλότερο αριθμό περιπτώσεων.

Αυτού του τύπου οι καταλήψεις στην Ισπανία δεν αποτελούν μόνο εργαλείο πάλης και αντίστασης στην στεγαστική κρίση, αλλά και αναγκαιότητα για πλήθος κατοίκων που δεν έχουν εναλλακτική. 

Οι ισπανικές αρχές απαντούν με καταστολή και διώξεις τόσο στους αλληλέγγυους και τις αλληλέγυες που κινητοποιούνται ενάντια σε πλειστηριασμούς και εξώσεις, όσο και στα άτομα που στελεχώνουν τις καταλήψεις. Οι αστυνομική καταστολή είναι, επίσης, ιδιαίτερα έντονη κατά την διάρκεια των μαζικών διαδηλώσεων.

Στο κανάλι του The Press Project φιλοξενήσαμε τον Μιχάλη Βαζαίο, ο οποίος τον τελευταίο ενάμιση χρόνο μένει στην Ισπανία και συμμετέχει ενεργά στο συνδικάτο της γειτονιάς του στη Βαρκελώνη, το οποίο αποτελείται περίπου από 100 άτομα. Ο Μιχάλης έφτασε στη Βαρκελώνη στο αποκορύφωμα της στεγαστικής κρίσης, και όπως περιγράφει, είχε ενδιαφερθεί για 30 με 35 σπίτια, βρίσκοντας ανταπόκριση από ελάχιστα. Σε αρκετές περιπτώσεις, οι ιδιοκτήτες δεν εμφανίστηκαν καν στο ραντεβού. 


Ο Μιχάλης περιγράφει ότι οι τιμές των ενοικίων είναι πολύ αυξημένες σε σχέση με τον μισθό. Χαρακτηριστικά, όπως λέει «μια μέση τιμή για ένα διαμέρισμα είναι γύρω στα 1300 ευρώ, ενώ για να νοικιάσεις ένα δωμάτιο για να συγκατοικήσεις με άλλα άτομα, θα δώσεις γύρω στα 400, 450. Υπάρχουν και κάποια πιο χαμηλά, αλλά είναι πιο δύσκολο να τα βρεις και φεύγουν πιο γρήγορα. Ο μέσος μισθός βέβαια είναι καλύτερα από την Ελλάδα. Ο κατώτατος είναι γύρω στα 1050». Τα παραπάνω έχουν ως αποτέλεσμα είναι η συγκατοίκηση να είναι σχεδόν υποχρεωτική.

Οι μεγάλες πόλεις της Ισπανίας μαστίζονται από τη στεγαστική κρίση χρόνια, ακόμα και πριν τον υπερτουρισμό και την κυριαρχία της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Όπως εξηγεί ο Μιχάλης, κατά τη βιομηχανοποίηση της χώρας ή μετά τον εμφύλιο που οι άνθρωποι εγκατέλειψαν τα χωριά τους, κινήθηκαν προς τις πόλεις όπου έστησαν και παραγκουπόλεις, οι οποίες γκρεμίστηκαν στους Ολυμπιακούς το 1992, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της εύρεσης στέγης. 

«Αργότερα προστέθηκε και ο τουρισμός ο οποίος έφερε πολλά τουριστικά διαμερίσματα, πολλά Airbnb, πολλά ξενοδοχεία. Ακόμη, πολλοί ιδιοκτήτες ή εταιρείες που έχουν ακίνητα τα νοικιάζουν για 10 μήνες σε κάποιο φοιτητή ή δάσκαλο και μετά τους άλλους 2 μετατρέπουν το κατάλυμα τουριστική κατοικία. Πολύς κόσμος λέει ότι τα δημόσια ταμεία γεμίζουν από τον τουρισμό, όμως πρώτον, μοιράζονται αυτά τα έσοδα; Δεύτερον, σε τι συνθήκες εργασίας βγαίνουν; Τρίτον, ποιος είναι ο αντίκτυπος των ανθρώπων πέρα από την εργασία τους; Διότι η στέγαση είναι ένα παράδειγμα, αλλά ανεβαίνουν οι τιμές παντού», περιγράφει. 

Το κίνημα για τη Στέγη δεν είναι καινούριο στην Ισπανία, «απλά τώρα το γράφουν οι ειδήσεις στο εξωτερικό», όπως σχολιάζει ο Μιχάλης, αναφέροντας το ιστορικό παράδειγμα του 1931, τη μεγαλειώδη απεργία ενοίκων με συμμετέχοντα γύρω στα 100.000 νοικοκυριά. 

Οργάνωση σε επίπεδο γειτονιάς

Σήμερα, το κίνημα για τη στέγη οργανώνεται στην Ισπανία ανά γειτονιά. «Πρώτον, διότι οι άνθρωποι έχουν πιο ισχυρούς δεσμούς με τους γείτονές τους, και δεύτερον γιατί είναι πιο εύκολο οι άνθρωποι της γειτονιάς σου να σε βοηθήσουν διότι είναι πιο κοντά γεωγραφικά. Είναι πιο εύκολο να παρέμβουν αν χρειαστεί να παρέμβουν γρήγορα. Και όταν μιλάω για αλληλεγγύη, δεν εννοώ μόνο τις εξώσεις. Πολύ συχνά στέλνουν γείτονές μας στο γκρουπ του συνδικάτου ότι π.χ. χρειάζεται να πάνε στο νοσοκομείο και θέλουν κάποιο συνοδό. Και τέτοια πράγματα», λέει. 

Ο Μιχάλης κρατά ως τη μαζικότερη κινητοποίηση αυτή της 23ης Νοέμβρη, και η αμέσως πιο μαζική ήταν αυτή της 5η Απρίλη που κατέβηκαν στον δρόμο εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες σε όλες τις πόλεις. «Οι διαδηλώσεις είχαν ένταση και παλμό. Ωστόσο δεν παρατηρούσες τόση οργή, αυτό το παρατηρείς περισσότερο στις εξώσεις», σημειώνει. 

Παρέμβαση στις εξώσεις των γειτόνων τους

Τα συνδικάτα, εκτός από τη συμμετοχή στις πορείες και από την αλληλεγγύη σε επίπεδο γειτονιάς, προχωρούν και σε άλλες δράσεις. Γίνονται δράσεις στα γραφεία του κυβερνώντος κόμματος, ή σε γραφεία εταιρειών, ενώ παρεμβαίνουν όταν ένας μεγαλοϊδιοκτήτης διώχνει κάποιον από το σπίτι του. Στην Ισπανία, όταν τα συνδικάτα αναφέρονται στις εξώσεις, κυρίως μιλούν για τις εκκενώσεις όχι μόνο των κατειλημμένων κτιρίων και των κοινωνικών κέντρων, αλλά των κατειλημμένων διαμερισμάτων.

«Κατάληψη εννοούμε να έχουν καταλάβει κάποιοι ένα διαμέρισμα για να μένουν. Αυτό συνέβη διότι είτε κάποιος έμενε ήδη εκεί και του αύξησαν το ενοίκιο, είτε όταν κόσμος μπαίνει σε ένα σπίτι ενός μεγαλοϊδιοκτήτη ή εταιρείας που είναι άδειο αρκετό καιρό για να μείνει. Αυτό το γνωρίζουμε από ένα δημόσιο αρχείο όπου αναρτάται πόσα σπίτια έχει κάποιος συγκεκριμένος ιδιοκτήτης», εξηγεί. 

Όπως περιγράφει ο Μιχάλης, η νομοθεσία έχει κάποιες δικλείδες ασφαλείας για να αποφύγει κανείς την έξωση. «Ακόμη, υπάρχει η επιλογή της διαπραγμάτευσης με τους ιδιοκτήτες ή την ιδιοκτήτρια εταιρεία για να μειωθεί το ενοίκιο. Μπορείς να απευθυνθείς και στις υπηρεσίες του Δήμου για να λάβεις το κοινωνικό ενοίκιο, πράγμα που σημαίνει πρακτικά ότι σου δίνουν ένα διαμέρισμα το οποίο το πληρώνεις πολύ λιγότερα από την τιμή της αγοράς, ας το πούμε έτσι. Αν όλα τα προηγούμενα δεν έχουν δουλέψει, διατάσσουν έξωση με δικαστική εντολή. Εμείς μαθαίνουμε το πού θα συμβεί και πηγαίνουμε. Το πρόβλημα όμως είναι ότι οι εξώσεις που γίνονται είναι πάρα πολλές, και σε πολλές περιπτώσεις δεν έχει προλάβει να πάει κάποιος από κάποιο συνδικάτο. Στη Βαρκελώνη γίνονται 20 εξώσεις την ημέρα».

Τα συνδικάτα πότε καταφέρνουν να εμποδίσουν τις εξώσεις, και πότε όχι. Συνήθως εξαρτάται από την μαζικότητα των αλληλέγγυων. «Αυτό που γίνεται συνήθως είναι ότι πολύς κόσμος πάει μπροστά στην πόρτα του κτιρίου, και μετά έρχονται τα αντίστοιχα ΜΑΤ και τους απομακρύνουν. Οπότε πρακτικά έχει να κάνει με το πόσο θα αντέξει ο κόσμος που είναι στην πόρτα», περιγράφει. 

Κρατική και παρακρατική καταστολή

Σχετικά με την αστυνομική βία, εξηγεί ότι και στην Ισπανία υπάρχει καταστολή, αλλά χωρίς να σημειώνονται τα ακραία περιστατικά αστυνομικής βαρβαρότητας και η ανεξέλεγκτη χρήση χημικών όπως συμβαίνει στην Ελλάδα. «Υπάρχουν όμως σίγουρα διώξεις και συλλήψεις. Και υπάρχει και κάτι ακόμη: η παρακρατική καταστολή. Εταιρείες που τραμπουκίζουν κόσμο για να φύγει από τα σπίτια τους. Οι περισσότεροι που είναι μέλη σε τέτοια πράγματα είναι συνήθως ακροδεξιοί που λένε ότι έρχονται οι ξένοι τεμπέληδες που δε δουλεύουν να καταλάβουν σπίτια και μετά οι Ισπανοί δεν μπορούν να βρουν, ή προσπαθούν να πουν δήθεν ότι ο ιδιοκτήτης πετάχτηκε ένα σούπερ μάρκετ και του κατέλαβαν το σπίτι όσο έλειπε. Προσπαθούν να δώσουν αυτή την εικόνα», εξηγεί. 

Ακόμη, σύμφωνα με τον Μιχάλη, συμβαίνει κάτι ακόμη το οποίο δεν είναι κατασταλτικό, αλλά βλάπτει το κίνημα. «Έρχεται μία εταιρεία και σου λέει σε πληρώνω για να φύγεις από το σπίτι. Μετά, πάνε στην εταιρεία που εκμεταλλεύεται το συγκεκριμένο σπίτι και λέει “ο κάτοικος θα φύγει αν του δώσεις το τάδε πόσο”, λέγοντας ένα ποσό διπλάσιο από αυτό που υποσχέθηκαν στον κάτοικο, για να κρατήσουν τα υπόλοιπα χρήματα», περιγράφει. 

Πολλές φορές επίσης, παρεισφρέουν μέσα στα κινήματα αστυνομικοί με πολιτικά ρούχα, οι οποίοι παριστάνουν τους αλληλέγγυους. «Αυτό είχε φτάσει σε ακραίο βαθμό», λέει ο Μιχάλης, αναφέροντας ότι οι συγκεκριμένοι αστυνομικοί που υποκρίνονταν τους αλληλέγγυους έφταναν πολλές φορές και στο σημείο να συνάπτουν και ερωτικές σχέσεις με μέλη του κινήματος για να γίνονται πιο πειστικοί. «Το συγκεκριμένο είχε πάρει και διεθνείς διαστάσεις, είχε δημοσιευθεί και στην ελληνική ειδησεογραφία», προσθέτει.

Τα ημίμετρα Σάντσεθ και οι διεκδικήσεις των συνδικάτων

H κυβέρνηση Σάντσεθ, για τον έλεγχο της στεγαστικής κρίσης, έχει λάβει μία σειρά από μέτρα τα οποία κρίνονται από τα συνδικάτα ως ημίμετρα. Μεταξύ αυτών είναι η κατάργηση της Golden Visa, το πάγωμα των αδειών για Airbnb σε πόλεις της Ισπανίας όπως η Βαρκελώνη, ένα πλαφόν στις αυξήσεις που μπορούν να κάνουν οι ενοικιαστές και το κοινωνικό ενοίκιο.

Όπως εξηγεί ο Μιχάλης, η κατάργηση της Golden Visa ως μέτρο δεν φτάνει. «Πρακτικά σημαίνει ότι δε θα παίρνει κάποιος άδεια διαμονής μόνο και μόνο επειδή αγόρασε σπίτι στη χώρα. Οπότε και πάλι, μπορεί κανείς να αγοράσει σπίτι, να το νοικιάζει, και να απολαμβάνει το εισόδημά του σε μία άλλη χώρα. Δε λύνει το πρόβλημα. Δεν απαγορεύτηκαν οι επενδύσεις. Ακόμη, δε μπήκε πλαφόν στα ενοίκια, αλλά όριο στο τι αυξήσεις μπορούν να σου κάνουν», λέει ενδικτικά. 

Το σίγουρο είναι ένα: «Υπάρχουν άδεια σπίτια, και κόσμος χωρίς σπίτια. Το ζητούμενο είναι να μπει ο κόσμος στα σπίτια. Αυτό είναι πολύ δύσκολο να γίνει υπό το υπάρχον πολιτικό σύστημα και γι αυτό και ένα μεγάλο κομμάτι της οργάνωσης δεν είναι μονάχα το να κερδίσουμε πράγματα σε επίπεδο νόμων, αλλά και το καθημερινό, το να κερδίσουμε κάθε υπόθεση, το να καταφέρει ο κόσμος να μείνει περισσότερο καιρό στα σπίτια του και να πάρει το κοινωνικό ενοίκιο, το οποίο δίνεται ήδη σε κάποιες περιπτώσεις. Το θέμα είναι ότι έχει πολύ μεγάλη γραφειοκρατία, οπότε πρακτικά πρέπει να περιμένεις πολλά χρόνια. Συνήθως δίνεται στις περιπτώσεις που κάποιος έχει κάνει κατάληψη.  Είναι συνήθως περιπτώσεις στις οποίες κάποιος έχει κάνει κατάληψη», προσθέτει. 

Ερωτηθείς για το αν πιστεύει ότι οι νομοθετήσεις και οι υποχωρήσεις της κυβέρνησης Σάντσεθ είναι απόρροια του κινήματος από τα κάτω απαντά: «Ναι. Παρόλο που το κίνημα από τα κάτω δεν έχει κεντρικό αίτημα, να πεις δηλαδή ότι έγινε μία διαδήλωση για να περάσει συγκεκριμένος νόμος, αρκείται μία πίεση, και οι κυβερνήσεις αλλάζουν κάποια πράγματα για να κερδίσουν ξανά ψήφους. Το πρόβλημα είναι ότι πρώτον, αν οι νόμοι γίνονται για πολιτικό όφελος, έχουν αντίκτυπο μόνο στους ανθρώπους που ψηφίζουν, π.χ στους ξένους όχι. Δεύτερον, ότι πολύ συχνά μπορεί να βγαίνουν εξαγγελίες λίγο πριν τις εκλογές και μετά να μην υλοποιούνται, ή να γίνεται μία εξαγγελία για την αλλαγή ενός νόμου που θα έχει ισχύ από την επόμενη θητεία. Έτσι αν το εκάστοτε κόμμα χάσει τις εκλογές, αποποιείται την ευθύνη και αυτό τον κόσμο τον έχει κουράσει». 

Ο Μιχάλης κλείνοντας, τονίζει τη σημασία της οργάνωσης. Απαντά στην ερώτηση του αν έχει σημασία, αν έχει αντίκτυπο: «Το να οργανώνεσαι από τα κάτω έχει σίγουρα αντίκτυπο για τα πράγματα τα οποία μετράνε για τους από τα κάτω. Αν αυτό που μετράει για εσένα είναι οι στατιστικές, μην ξεκινήσεις να οργανώνεσαι. Αν όμως αυτό που μετράει είναι το να βελτιώσεις πραγματικά τη ζωή σου και τη ζωή των γύρω σου, ε τότε πρέπει να το κάνεις εσύ, μαζί με τους γύρω σου».