Με τίτλο «η Σύνοδος του ΝΑΤΟ: Μια ιστορική, θριαμβευτική άσκηση στην μηντιακή ψευτιά» (The NATO Summit: a Historic, Triumphant Exercise in Media Fakery), ο γνωστός αριστερός δημοσιογράφος Μάικλ Τρέισυ καταγράφει τις εντυπώσεις του από την Σύνοδο της Μαδρίτης, την οποία και κατάφερε να παρακολουθήσει. Παρ’ ότι εξ αρχής κάνει λόγο περί της «επισημοποίησης των περιγραμμάτων ενός πιθανού επόμενου παγκοσμίου πολέμου», προτιμάει, όπως λέει, «να προσφέρει μερικές “μετα” παρατηρήσεις, για την πρακτική πλευρά της συνόδου». Κυρίως για τον τρόπο δράσης των δημοσιογράφων που παρακολουθούν τέτοια γεγονότα (του ίδιου του είχαν αρνηθεί να παρακολουθήσει την έκτακτη σύνοδο των Βρυξελλών και είδε με έκπληξη την αποδοχή της κάλυψης από αυτόν στη Μαδρίτη). 

Τι σημαίνει για έναν Αμερικάνο δημοσιογράφο η κάλυψη ενός τέτοιου γεγονότος; Αεροπορικά εισιτήρια, διαμονή, μετακινήσεις, φαγητό. Οι αναγνώστες μας γνωρίζουν, από τις αποστολές μας. Ο Μάικλ Τρέισυ τα πλήρωσε όλα αυτά από την τσέπη του και σημείωσε πως, το κόστος αυτό καθ’ αυτό επιτρέπει μόνον σε πολύ πλούσια μέσα να αποστείλουν δημοσιογράφους, και συνήθως αυτό γίνεται όταν «πιστεύουν στους ευγενείς σκοπούς του ΝΑΤΟ» ή κάποιοι δημοσιογράφοι τους βρίσκουν μιαν ευκαιρία για εκδρομή… Οι αληθινά ανεξάρτητοι δημοσιογράφοι δύσκολα μπορούν να καλύψουν ένα τέτοιο κόστος. Γι’ αυτό και οι δημοσιογράφοι που «κάλυψαν» τη σύνοδο ήταν σε ένα μεγάλο βαθμό ΝΑΤΟικοί τουρίστες.

«Τουλάχιστον οι μισοί —ίσως και περισσότεροι— από τους δημοσιογράφους που συμμετείχαν σε αυτή τη Σύνοδο Κορυφής δεν χρειαζόταν καν να είναι εκεί. Γιατί, από όσα είδα, τίποτα από αυτά που έκαναν δεν απαιτούσε τη φυσική παρουσία τους στην αίθουσα συνεδριάσεων. Εύκολα θα μπορούσαν να εκτελέσουν τις ουσιαστικές δημοσιογραφικές τους εργασίες στο σπίτι τους, πίσω από έναν υπολογιστή ή μπροστά από μια πράσινη οθόνη (green screen). Σειρές ολόκληρες, η μία πίσω από την άλλη, δημοσιογράφων της τηλεόρασης είχαν στηθεί στο ευρύχωρο Κέντρο Τύπου, ευγενή παροχή του ΝΑΤΟ, και το μόνο που κάνανε αυτοί οι δημοσιογράφοι κατά τη διάρκεια των τριών ημερών ήταν να πραγματοποιούν κατασκευασμένες stand-up λήψεις για τις κάμερες, δίνοντας γενικά στοιχεία για τις εξελίξεις στη Σύνοδο Κορυφής — τα ίδια γενικά στοιχεία που θα μπορούσε να βρει κάποιος με σύνδεση στο διαδίκτυο σε δύο δευτερόλεπτα. Αλλά, επειδή έτυχε να απαγγέλλουν αυτά τα γενικά στοιχεία μέσα από το επίσημο Κέντρο Μέσων Ενημέρωσης του ΝΑΤΟ, προφανώς πίστευαν ότι τους προσέθεταν κάποια εντυπωσιακή δημοσιογραφική εγκυρότητα». Χαρακτηριστικά καταγράφει την «εργασία» της απεσταλμένης του CNN, της οποίας «η καθημερινή εργασιακή πρακτική ήταν να κάθεται στο γραφείο που είχε δοθεί στο CNN, με το λάπτοπ της, να σηκώνεται όποτε έπρεπε να κάνει ζωντανή μετάδοση, δίνοντας γενικόλογα το συνέβαινε εκείνη τη μέρα στη Σύνοδο. Ύστερα, ξανακαθόταν, και έκανε πέρα το λάπτοπ μέχρι να ξαναχρειαστεί για ένα ακόμη stand up». 

Κατόπιν, αφού σημειώσει ότι η συγκεκριμένη ήταν από τους λίγους που έστω παρακολούθησαν κάποιες συνεντεύξεις Τύπου, αναφέρεται στην «κάλυψη» της συνέντευξης Τύπου του Στόλτενμπεργκ. Είχε ο ίδιος επισταμένως ρωτήσει αν θα μπορέσει να κάνει ερωτήσεις, και του είχαν απαντήσει θετικά. Όποιος σήκωνε χέρι, θα ρωτούσε. Κάτι που δεν έγινε. «Το Υψηλόν Ιδεώδες της Ελευθερίας του Τύπου θα έπρεπε να περιμένει για κάποιαν άλλη φορά». Ο συνοδός του γγ του ΝΑΤΟ «είχε ένα βιβλιαράκι με τους προεπιλεγμένους δημοσιογράφους, που είχε εγκριθεί να υποβάλλουν ερωτήσεις». Όπως η απεσταλμένη του CNN, την οποία οδήγησαν να καθίσει στην καλύτερη θέση οι ίδιοι οι διαχειριζόμενοι τον Τύπο. 

«Ειλικρινά, μάλλον ήμουν ο μόνος δημοσιογράφος που πήγε στη Σύνοδο με έστω κάποιαν μικρή κριτική ματιά προς την θεμελιώδη χρησιμότητα του ΝΑΤΟ». 

Οι ερωτήσεις που ακολούθησαν στην συνέντευξη Τύπου του Στόλτενμπεργκ ήταν χαδάκια. Η πρώτη ερώτηση («ας αρχίσουμε με το CNN») ήταν για το αν θα δημιουργηθούν ΝΑΤΟικές βάσεις στην Φιλανδία και την Σουηδία… η δημοσιογράφος ήταν «ο χρήσιμος συμπαίκτης» του Στόλτενμπεργκ που «δεν αμφισβήτησε καμία θέση, τις όποιες αντιφάσεις ή τυχόν αποκλίσεις» αλλά έκανε «την ιδανική ερώτηση» προς αυτόν. Η μόνη αμφισβήτηση που προέκυψε από πλευράς CNN ήταν για «την υποτιθέμενη ανεπαρκή προθυμία του Στόλτενμπέργκ να αναλάβει δεσμεύσεις για την ανάπτυξη των δυνάμεων του ΝΑΤΟ. Συγκεκριμένα, η Νατάσα φαινόταν να διακατέχεται από πραγματικό πάθος για την διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς». Ακόμη και σε προηγούμενες συνεντεύξεις του ίδιου «ο στόχος των ερωτήσεών της ήταν να δεσμευτεί ο Στόλτενμπέργκ στην επέκταση του ΝΑΤΟ». 

Ο ίδιος ο Τρέισυ δεν επετράπη να κάνει καμία ερώτηση, παρά, όπως σημειώνει, τη σημασία του νέου ΝΑΤΟικού δόγματος που συνδέει και ορίζει ως εχθρούς Ρωσία και Κίνα. Όπως γράφει η ΝΑΤΟική απόφαση «συνδέει επίσημα τη Ρωσία και την Κίνα ως ενιαίο εχθρικό στόχο, με την κινεζική πολιτεία να καταγγέλλεται ως “κακόβουλη” (malicious)», ενώ παρευρίσκονταν για πρώτη φορά καλεσμένοι οι ηγέτες της Ιαπωνίας, της Νοτίου Κορέας και των δύο μεγάλων κρατών της Ωκεανίας ως «εταίροι», κοινώς «μια επίδειξη της νεόκοπης απόφασης του ΝΑΤΟ να απλωθεί στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού ως αντίπολο στην Κίνα». Αυτή ήταν η ερώτηση που είχε ετοιμάσει ο Τρέισυ: «Όποτε επικρίνονται οι δραστηριότητες του ΝΑΤΟ, είτε από τη Ρωσία/την Κίνα είτε από άλλους, ταχύτατα κι επίμονα απαντάτε ότι το ΝΑΤΟ είναι μια καθαρά “αμυντική” συμμαχία. Και όντως αυτό επαναλαμβάνεται και πάλι στο νέο στρατηγικό δόγμα. Είναι όμως το ΝΑΤΟ μια “καθαρά αμυντική συμμαχία”, όταν τώρα διαλαλεί την επέκταση των αρμοδιοτήτων του στον Ινδο-Ειρηνικό; Διότι γεωγραφικά απέχει πολύ από την αρχική αποστολή του ΝΑΤΟ – δηλαδή τον Βόρειο Ατλαντικό, εξ ου και το όνομα του οργανισμού. Δεν είναι δίκαιο να λέμε σήμερα ότι, τουλάχιστον, το ΝΑΤΟ είναι τώρα μια επεκτατική συμμαχία; Δεδομένου, μάλιστα, πως διαφημίζει ρητά την επέκτασή του σε μια περιοχή στην άλλη άκρη του κόσμου;».

Η ερώτηση δεν έγινε. 

Παραβιάζοντας τους κανόνες καλής συμπεριφοράς, στη συνέντευξη Τύπου του Βρετανού πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον, ο Τρέισυ κάθησε στις θέσεις που ήταν ορισμένες για την βρετανική δημοσιογραφική «ουρά» του αξιωματούχου, έτσι που να «κοιτάζονται στα μάτια». Παρ όλα αυτά «δεν υπήρχε περίπτωση να με αφήσουν να κάνω ερώτηση, εκτός αν σηκωνόμουν όρθιος κι άρχιζα να ουρλιάζω, που δεν θα ήταν και η καλύτερη κίνηση, σε αυτές τις συνθήκες… Γιατί και ο πρωθυπουργός είχε μια προκαθορισμένη λίστα δημοσιογράφων οι οποίοι θα έκαναν ερωτήσεις». 

Η ερώτηση που είχε ετοιμάσει για τον Τζόνσον: «Μπορείτε να επιβεβαιώσετε τις αναφορές ότι παρακαλέσατε προσωπικά τον Πρόεδρο Ζελένσκι να μην αποδεχθεί καμία διπλωματική διευθέτηση που περιλαμβάνει εδαφικές παραχωρήσεις, και αν ναι, θεωρείτε ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν συμφωνεί μαζί σας σε αυτό το σημείο; Δεύτερον, μπορεί πραγματικά να ειπωθεί πλέον ότι το ΝΑΤΟ είναι μια “καθαρά αμυντική συμμαχία”, δεδομένης της κλιμακούμενης εστίασής του στην Κίνα, η οποία γεωγραφικά απέχει αρκετά από τον λεγόμενο Βόρειο Ατλαντικό; Γιατί, μετά ταύτα, μοιάζει περισσότερο με επεκτατική συμμαχία».

Στις λεπτομέρειες: ο ηγέτης κράτους που δέχθηκε να απαντήσει σε ερωτήσεις «αυθόρμητες», μη ελεγχόμενες χάριν του αφηγήματος, ήταν ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. 

Στο δεύτερο σημείωμά του, και έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, σημειώνει την «ανωτερότητα» των ΗΠΑ, που ήταν παντού ορατή: οι σύμμαχοι φυσικά και δεν είναι ισότιμοι. «Το γεγονός της πανταχού παρούσας πρωτοκαθεδρίας των ΗΠΑ εντός του ΝΑΤΟ δεν θα μπορούσε να είναι πιο εκτυφλωτικά εμφανής σε οποιονδήποτε κοινό νου», κάτι που υποσκάπτει ορατά την άποψη πως «το ΝΑΤΟ είναι ένα είδος ένδοξα ισότιμης Συμμαχίας, στην οποία 30 κράτη μέλη αποφασίζουν δημοκρατικά πώς θα διασφαλίσουν τα συμφέροντά τους σε θέματα συλλογικής ασφάλειας».

«Στην δομή στρατιωτικής διοίκησης του ΝΑΤΟ προΐσταται πάντα ένας στρατηγός των ΗΠΑ. Ο τελευταίος ανέλαβε το ρόλο του μόλις αυτή την εβδομάδα: ο στρατηγός Κρίστοφερ Καβόλι (Christopher G. Cavoli) ανέλαβε νέος “Ανώτατος Διοικητής των Συμμαχικών Δυνάμεων” του ΝΑΤΟ. Δεδομένου ότι ο Καβόλι δίνει λόγο στον Ανώτατο Διοικητή του στρατού των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, η πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ στις βασικές στρατιωτικές λειτουργίες του ΝΑΤΟ είναι από τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της Συμμαχίας … Με την επίσημη πρόσκληση για ένταξη στη Φινλανδία και τη Σουηδία, καθεμία από τις άλλες 29 χώρες πρέπει να υποβάλει επίσημα το υλικό επικύρωσης [της αποδοχής ένταξής τους] στην Ουάσιγκτον, DC — όχι στις Βρυξέλλες, την κατ’ όνομα έδρα του στρατηγείου του ΝΑΤΟ».

Ο εξεπσιοναλισμός ήταν ορατός και «στις ειδικές διαδικασίες» για την παρακολούθηση της συνέντευξης Τύπου του προέδρου των ΗΠΑ «που δεν υπήρχαν για κανέναν άλλο διεθνή ηγέτη ή αξιωματούχο».

«Στην περίπτωση Μπάιντεν, ανακοινώθηκε σε όλη τη σύνοδο κορυφής πως όποιος ήθελε να παρακολουθήσει τη συνέντευξη Τύπου, έπρεπε να παρουσιαστεί και παραταχθεί σε ένα συγκεκριμένο περίπτερο του Κέντρου Τύπου, ώρες νωρίτερα, και να παρουσιαστεί σε έναν πράκτορα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για την δεύτερη διαδικασία διαπίστευσης. Ο πράκτορας, Τζεφ Άντλερ, είχε προφανώς απομακρυνθεί από τα συνηθισμένα του καθήκοντα στην Πρεσβεία των ΗΠΑ στο Μαυροβούνιο. Πρέπει να χάρηκε πολύ ο Άντλερ όταν το Μαυροβούνιο έγινε μέλος του ΝΑΤΟ το 2017, γιατί κάπως έτσι έφτασε να αναλάβει να φέρει εις πέρας ένα τόσο βαρύ έργο για λογαριασμό της ομάδας δημοσίων σχέσεων της κυβέρνησης Μπάιντεν. Μόλις έφτανες σε αυτόν, ο Άντλερ σε επιθεωρούσε, έκανε μερικές επιπλέον ερωτήσεις και, στη συνέχεια, αν ήσουν τυχερός, σου παρέδιδε ένα ειδικό πάσο, πέρα από τα διαπιστευτήριά σου, ως μέλος του δημοσιογραφικού σώματος. Μετά σε διέταζαν να παραμείνεις σε μια άλλη τοποθεσία, ως τη συνέντευξη Τύπου του Μπάιντεν, και από εκεί σε μετέφεραν τελικά στην αίθουσα “κύριας εκδήλωσης”, η οποία φυσικά ήταν η μεγαλύτερη των αιθουσών».

Στη μεγάλη συνέντευξη Τύπου του Μπάιντεν, Αμερικανοί δημοσιογράφοι της “ελίτ» φύλαξαν με ζήλια την προνομιακή τους καρέκλα. Ενώ στη συνέντευξη Τύπου του Μπόρις Τζόνσον, αψήφησα εύκολα τον υποτιθέμενο κανόνα ότι οι πρώτες αρκετές σειρές έπρεπε να προορίζονται για το περιοδεύον σώμα Τύπου του Πρωθυπουργού, η λεγόμενη «Δημοσιογραφία του Λευκού Οίκου» — το αποκλειστικό σώμα δημοσιογράφων που έχει προικιστεί με τη μεγάλη τιμή να μπορεί να ταξιδεύει παντού με τον Μπάιντεν — επέβαλε μιαν σκληρή περίμετρο, ώστε να προστατευτεί από τους λιγότερο ιδιαίτερους δημοσιογράφους. Έτσι, ρεπόρτερ του Bloomberg με επέπληξε επειδή πήρα αυτή που ισχυρίστηκε ότι ήταν ειδικά δεσμευμένη θέση για συνάδελφο του Reuters. Μπορεί αυτοί οι δημοσιογράφοι να μην πολυπιστεύουν στην αρχή της υποβολής διεισδυτικών ερωτήσεων στους ισχυρούς, όμως έχουν πίστη στην ανάγκη διαφύλαξης των προνομιακών τους θέσεων. Τελικά μπόρεσα να εξασφαλίσω μια εύλογα πλεονεκτική θέση, η οποία θα έπρεπε να ήταν απολύτως κατάλληλη για να κάνω μια ερώτηση, αν, όμως, αυτή ήταν μια πραγματική συνέντευξη Τύπου. Όμως δυστυχώς δεν ήταν. 

«Όπως και ο ομόλογός του από τη Βρετανία, αλλά και ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, ο Μπάιντεν ήρθε εφοδιασμένος με ένα φύλλο χαρτιού με γραμμένη την προκαθορισμένη λίστα δημοσιογράφων από τους οποίους έπρεπε να επιλέγει, βγάζοντας έξω, ουσιαστικά, το 99% των παρόντων μέσων. Έτσι, αν νομίζετε ότι ο Μπάιντεν θα μπορούσε  να δεχθεί μια-δύο ερωτήσεις για τις συνέπειες της ανακοίνωσής του πως ένας ακόμη γύρος “επιθετικών όπλων” αποστέλλονταν στην Ουκρανία (πυραυλικά συστήματα που μπορούν να χτυπήσουν στόχους σε απόσταση άνω των 100 μιλίων), πλανάστε πλάνην οικτράν, διότι φυσικά κανένας από τη μυστική λίστα δεν θα ονειρευόταν να κάνει ανάλογη ερώτηση».

«Εν τω μεταξύ, η υποτιθέμενη σημασία της συγκεκριμένης Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ δεν θα μπορούσε να είχε διαφημιστεί με πιο μεγαλοπρεπείς όρους. Παρουσιαζόταν λες και το μέλλον του Πολιτισμού, όπως το ξέρουμε, αποτελούσε το διακύβευμα στη Μαδρίτη. Και ποιος ξέρει, ίσως αυτό θα μπορούσε πραγματικά να είναι αλήθεια: το πολυδιαφημισμένο στρατηγικό δόγμα που εκδόθηκε από το ΝΑΤΟ, το οποίο περιγράφει τις στρατιωτικές προτεραιότητες, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, για όλη τη Συμμαχία των 30 χωρών, δηλώνει ότι τα κράτη μέλη θα “παραδίδουν συλλογικά όλο το φάσμα των δυνάμεων, ικανοτήτων, σχεδίων, πόρων, πόρων και υποδομών” που απαιτούνται για “πόλεμο υψηλής έντασης, πολλαπλών τομέων ενάντια σε ομοτίμους ανταγωνιστές με πυρηνικά όπλα”. Αναλύοντας την ορολογία, αυτό σημαίνει ότι το ΝΑΤΟ ετοιμάζεται επί του παρόντος να διεξαγάγει πυρηνικό πόλεμο εναντίον της Ρωσίας και της Κίνας». Αυτό καταγράφεται για να σχολιάσει το γεγονός πως, μεγάλα αμερικάνικα συστημικά μέσα προτίμησαν να ζητήσουν από το Μπάιντεν να σχολιάσει την απόφαση του αμερικάνικου Ανωτάτου δικαστηρίου για τις αμβλώσεις, αγνοώντας πλήρως την Σύνοδο. Όχι, αυτό δεν απασχολούσε ούτε καν τις κατ’ ιδίαν συζητήσεις των δημοσιογράφων της προεδρικής συνοδείας, που συζητούσαν «ποιο χρώμα έπρεπε να φορέσουν για να ξεχωρίζουν και να τους δοθεί το δικαίωμα ερώτησης».

«Και έτσι, όπως είχε προαναγγελθεί, ο Μπάιντεν, ο στρατιωτικός ηγέτης μιας Συμμαχίας που φέρεται να υπερασπίζεται την πρώτη γραμμή της Δημοκρατίας στην Ουκρανία, και επιπλέον εισβάλλει στην περιοχή του “Ινδο-Ειρηνικού” προετοιμάζοντας μια μελλοντική αντιπαράθεση με την Κίνα, δέχθηκε πέντε ερωτήσεις από πέντε διαφορετικά μέσα ενημέρωσης των ΗΠΑ, και όξω από την πόρτα. Σε αυτή που υποτίθεται ότι είναι μια Διεθνής Σύνοδος Κορυφής, εξ ου και η παρουσία δημοσιογράφων από όλο τον κόσμο. Όμως, ούτε πέρασε από το νου της ομάδας δημοσίων σχέσεων του Μπάιντεν η ιδέα να γίνει και μια ερώτηση από μη αμερικανικό μέσο.  Κάποιοι χαρακτήρισαν εξοργιστικό το γεγονός, που ακόμη και ο ιδιαίτερα τυπικός δημοσιογράφος, Ντέηβιντ Χέζερχορν του Πολίτικο, χαρακτήρισε ‘ντροπιαστική’». «Μπορείς να πεθάνεις με εντολή του Αμερικανού προέδρου, αλλά δεν σου επιτρέπεται να κάνεις ερώτηση».

Η ερώτηση που είχε ετοιμάσει ο Τρέισυ, και φυσικά δεν έγινε: «Όλοι οι πρόεδροι, από τον Γούντροου Γουίλσον, τον Λίντον Τζόνσον ως τον Μπαράκ Ομπάμα, έχουν δεσμευτεί να ΜΗΝ στείλουν αμερικανικά στρατεύματα σε συγκεκριμένες ξένες συγκρούσεις, για να το πράξουν αμέσως μετά. Έχετε κι εσείς επανειλημμένα δεσμευτεί ανάλογα, σε σχέση με την Ουκρανία. Αλλά την ίδια στιγμή, έχετε επίσης ζητήσει αλλαγή καθεστώτος στη Ρωσία, ζητήσατε να δικαστεί ο Πούτιν για εγκλήματα πολέμου και αγνόησατε οποιαδήποτε προοπτική διπλωματικής επίλυσης της σύγκρουσης. Η σημερινή ανακοίνωσή σας για ακόμη περισσότερα “επιθετικά όπλα” στην Ουκρανία, μαζί με το νέο δόγμα του ΝΑΤΟ που στοχοποιεί τη Ρωσία με την Κίνα ως εχθρικούς στόχους, δεν καθιστά πιθανότερο αυτό το σενάριο που έχετε δεσμευτεί να αποφύγετε, δηλαδή την ανάπτυξη στρατού των ΗΠΑ σε ένα θέατρο μάχης; Επίσης, μπορείτε να επιβεβαιώσετε την πρόσφατη αναφορά των New York Times ότι αξιωματικοί της CIA και κομάντος του ΝΑΤΟ βρίσκονται ήδη “στο έδαφος” στην Ουκρανία;»

Το συμπέρασμα του καλού συναδέλφου; «Έχοντας παρακολουθήσει διαδοχικές συνεντεύξεις τύπου με τον Μπόρις Τζόνσον και τον Τζο Μπάιντεν, δικαιούμαι να καταλήξω σε ένα πρώτο συμπέρασμα για την όμοια φύση της ‘ελίτ’ του δημοσιογραφικού σώματος της Βρετανίας και των ΗΠΑ. Οι αντιπροσωπείες και των δύο χωρών είναι περίπου ισοδύναμες ως προς την διαφύλαξη του ειδικού τους στάτους (insularity) και της αλαζονικής θέσης του insider. Αλλά οι Αμερικανοί δημοσιογράφοι, ας το πω, αποδεικνύονται πολύ πιο χαζοί. Αφήνοντας στην άκρη την ιδεολογία, για να ανέβεις σκαλί στον Τύπο της Βρετανίας, και να σου δίνεται η ευκαιρία να υποβάλλεις ερωτήσεις στον ίδιο τον πρωθυπουργό, πρέπει να έχεις κάποια στιγμή δείξει κάποια μέτρια «εξυπνάδα». Αντιθέτως, οι Αμερικανοί δημοσιογράφοι, και ειδικά οι τηλεοπτικοί, φαίνεται να στερούνται στοιχειώδους ικανότητας κατανόησης. Οπότε δεν μπορείς να γνωρίζεις αν θα μπορούσαν να έχουν οποιοδήποτε είδος ουσιαστικής συζήτησης με κάποιον εξέχοντα δημόσιο αξιωματούχο. Κάτι που μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι είναι όντως χαζοί, ή ίσως επειδή ξοδεύουν τόσο μεγάλο μέρος των πνευματικών τους αποθεμάτων στις άσκοπες θεατρικές πτυχές της δουλειάς, συντονίζοντας τις γελοίες stand-up λήψεις τους για τις αστραφτερές τηλεοπτικές κάμερες». Αφήνοντας στην άκρη την ιδεολογία…