των Γεωργίας Κριεμπάρδη & Κωνσταντίνου Πουλή

Σε φυλάκιση 5 χρόνων, μετατρέψιμη χρηματικά προς 10 ευρώ την ημέρα, τιμωρήθηκαν σήμερα Πέμπτη οι τρεις ακροδεξιοί σερίφηδες για την ρατσιστική επίθεση και αρπαγή των 13 προσφύγων, κατά διάρκεια της περσινής πυρκαγιάς, χωρίς ωστόσο το δικαστήριο να αναγνωρίσει ρατσιστικό κίνητρο! Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Κομοτηνής αποφάσισε μετά και τις σημερινές αγορεύσεις των συνηγόρων υπεράσπισης των ακροδεξιών, τη μετατροπή της κατηγορίας από κακούργημα σε πλημμέλημα, αφού έφυγε η κατηγορία της αρπαγής και των ρατσιστικών χαρακτηριστικών. Επέβαλε στον ιδιοκτήτη του τρέιλερ, Απόστολο Τότα, που δημοσίευσε και το βίντεο, φυλάκιση 63 μηνών (5 χρόνια και τρεις μήνες) και στους άλλους δύο ακροδεξιούς ποινή 60 μήνες, δηλαδή 5 χρόνια.

Από την στιγμή που είναι μετατρέψιμη χρηματικά με 10 ευρώ την ημέρα, αποφυλακίζονται άμεσα, αφού παρέμειναν στη φυλακή από πέρυσι τον Σεπτέμβριο. Παράλληλα άσκησαν έφεση που έχει ανασταλτικό χαρακτήρα, οπότε δεν θα πληρώσουν από τώρα τα ανάλογα ποσά.

Στο άκουσμα της απόφασης αναρωτιέμαι πώς γίνεται να απορρίπτεται το ρατσιστικό κίνητρο. Μιλάμε για ανθρώπους που είχαν στοιβάξει πρόσφυγες σε ένα τρέιλερ αυτοκινήτου αποκαλώντας τους ”κομμάτια”, σε ένα αυτοκίνητο μάλιστα το οποίο έφερε ακροδεξιά σύμβολα, ενώ η όλη ρητορική τους, όπως είδαμε στις συνομιλίες που το ΤΡΡ αποκάλυψε, αναφερόταν σε ”λαθρομετανάστες”.

Θυμίζουμε πως με βούλευμα το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αλεξανδρούπολης αποφάσισε την πλήρη και τελεσίδικη απαλλαγή των 13 προσφύγων που είχαν απαχθεί τον Αύγουστο του 2023.

Άνθρωποι που βρίσκονταν αυτό το διάστημα στις δικαστικές αίθουσες μιλούν στο TPP και κάνουν λόγο για μία δίκη παρωδία. Μας μεταφέρουν (επιθυμούν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους) όσα ειπώθηκαν μέχρι και την Τρίτη, όπου εκδόθηκε η εισαγγελική πρόταση.

Οι δύο αστυνομικοί μάρτυρες, που έφτασαν και στο σημείο, κατέθεσαν πως ειδοποιήθηκαν από το κέντρο, πήγαν και «δεν είδαν τίποτα περίεργο», είπαν ότι οι μετανάστες «είχαν μπουκάλια με νερό στα χέρια». Προφανώς το σκεπτικό πίσω από αυτό ήταν να ακυρωθεί το αδίκημα της έκθεσης σε κίνδυνο ζωής. Οι δύο αστυνομικοί είπαν πως οι μετανάστες μεταφέρθηκαν από ένα σημείο σε ένα άλλο. Αυτή η μεταφορά πώς έγινε; ρωτήθηκαν και απάντησαν μονάχα πως «μεταφέρθηκαν κατόπιν εντολής της αστυνομίας». Να θυμίσουμε στο σημείο αυτό πως όλοι τους οι μετανάστες στις καταθέσεις είχαν πει πως κρατούνταν τέσσερις ώρες. Αυτό που έγινε σαφές στην αίθουσα ήταν πως οι δύο αστυνομικοί ουσιαστικά επαναλάμβαναν τους ισχυρισμούς των τριών κατηγορουμένων.

«Ακόμα και ο κ. Παυλίδης ο Ιατροδικαστής, τα είπε κάπως περίεργα… Αυτός έκανε τις ιατρικές γνωματεύσεις όταν ασκήθηκε η ποινική δίωξη. Πήγε στον χώρο που κρατούνταν οι 13 και τους έβλεπε. Κατέθεσε πως δεν υπήρχε καμία αμυχή σε κανέναν που να προδίδει ξυλοδαρμό, εκτός ίσως από δύο άτομα με αμυχές στα πόδια ”που θεωρώ πιθανότερο ότι προκλήθηκαν από το ότι περπατούσαν πάνω σε αγκάθια, σε κακοτράχαλους δρόμους και τέτοια”. Εκείνη τη στιγμή μία δικαστής αποφασίζει να κάνει αντίλογο και ρωτά ”μα στην κατάθεσή σας λέτε για θλων όργανο”. Και απαντά εκείνος ”θλων όργανο μπορεί να είναι και το αγκάθι, μπορεί να είναι και το πάτωμα. Θλων όργανο είναι ο,τιδήποτε δεν πυροβολεί”. Ο ιατροδικαστής επιβεβαίωνε τους τρεις και τα έλεγε με περίεργο τρόπο. Είπε κάποια στιγμή ότι ”ΜΑΛΙΣΤΑ, τη στιγμή που τους εξέταζα, θα μπορούσαν να είχαν προκύψει και κάποιες οψιφανείς εκχυμώσεις και μώλωπες. Δηλαδή ο άνθρωπος , έτσι, σχεδόν απέκλεισε κάθε ενδεχόμενο να έχουν υποστεί βία”.

Στην αίθουσα είχε δημιουργηθεί εξαρχής κλίμα υπέρ των ακροδεξιών «που είχαν κουβαλήσει για υποστήριξη φίλους, γνωστούς, συγγενείς που λέγανε πόσο ήρωες είναι, πόσα μπουκάλια νερό μοίρασαν την προηγούμενη μέρα, πώς σώζανε σπίτια και τέτοια».

Πώς φτάσαμε να εξαφανιστεί το ρατσιστικό κίνητρο από το πλάνο; «Οι κατηγορούμενοι ρωτήθηκαν και η υπερασπιστική τους γραμμή ήταν ”τι λόγο είχαν αυτοί οι τρεις να τους μαζέψουν;” Αυτό που υποστήριξαν οι δικηγόροι τους (5 στο σύνολο εκ των οποίων ένας ο πασίγνωστος Μιχάλης Δημητρακόπουλος και άλλος ο Ευάγγελος Λαμπάκης, πρώην δήμαρχος Αλεξανδρούπολης) είναι ότι δεν ήταν φυσικά η πρώτη φορά που βλέπουνε μπροστά τους 13 μετανάστες παράτυπους. Πολλές φορές έχει γίνει στον Έβρο, αλλά γιατί μάζεψαν αυτούς; Κι εκεί έπαιξαν το χαρτί ότι ”είδαν κάτι σαν εμπρηστικό μηχανισμό…”» μας μεταφέρουν.

Ας σκεφτούμε αυτό το επιχείρημα: αφού έχουν ξαναδεί μετανάστες, για ποιο λόγο να επιτεθούν αυτή τη φορά και όχι άλλες; Τι σημαίνει αυτό; Ότι θα έπρεπε ένας ρατσιστής να επιτίθεται πάντα; Ότι αν δεν έχει ξανασυλληφθεί, αρκεί για να πούμε ότι «κάτι θα τον προκάλεσε»; Αυτό που τους προκάλεσε είναι η αντιμεταναστευτική φρενίτιδα που είχε προσβάλλει τον δημόσιο λόγο εκείνων των ημερών, σε πείσμα κάθε λογικής. Διότι δεν υπήρξε εμπρηστικός μηχανισμός, και μάλιστα αποδείχθηκε ότι ο εμπρηστικός μηχανισμός που είχε παρουσιαστεί ως υποτίθεται δικός τους και εμφανιζόταν σε όλον τον τύπο δεν είχε δικό τους γενετικό υλικό. Είχαν κατηγορηθεί ότι προσπαθούσαν να βάλουν φωτιά με μαχαίρι, αλλά δεν βρέθηκε μαχαίρι πάνω τους και επίσης το απαλλακτικό βούλευμα είχε δεχθεί ότι κάτι τέτοιο θα ήταν αντίθετο στα διδάγματα της κοινής λογικής. Αντίθετο στα διδάγματα της κοινής λογικής θα ήταν και το να προσπαθούν μαζί με τα παιδιά τους να βάλουν φωτιά σε κατοικημένη περιοχή, την ώρα που ήδη καιγόταν όλος ο νομός. Αυτά κρίθηκαν όταν τα θύματα της απαγωγής δικάζονταν, όπως γίνεται πάντοτε στις δίκες όπου εμπλέκονται μετανάστες, όπου για να δικαιολογηθεί η βαρβαρότητα που υφίστανται αυτοί οι άνθρωποι, τους φορτώνονται βαρύτατες κατηγορίες. Εφόσον αθωώθηκαν, έχουν κριθεί όλα αυτά τα επιχειρήματα που ακούγονταν τώρα πάλι χωρίς κανέναν αντίλογο. Διότι βεβαίως το μόνο που έκαναν αυτοί οι άνθρωποι ήταν ότι προσπαθούσαν να γλιτώσουν από τη φωτιά. Στη συνέχεια παίχτηκε ένα επικοινωνιακό παιχνίδι εις βάρος τους, το οποίο χρησιμοποιήθηκε και τώρα στο δικαστήριο προκειμένου, παρά την απουσία στοιχείων, να θεωρηθεί ότι η απαγωγή τους έγινε διότι ήταν επικίνδυνοι.

Στο δικαστήριο κανείς δεν τα θύμισε αυτά, καμία ερώτηση δεν έγινε από την έδρα και δεν παρέστησαν οι μετανάστες ως υποστήριξη κατηγορίας, άρα ουσιαστικά η πλευρά των κατηγορουμένων αλώνιζε σε ένα δικαστήριο που άκουγε τους φίλους των δραστών να τους επαινούν για το ήθος τους, χωρίς να θέτει στοιχειώδη ερωτήματα.

Όσο για τη στάση των τριών όταν αντίκρισαν και …μάζεψαν τους 13, ο Μ. Δημητρακόπουλος είπε χαρακτηριστικά: «και τι να κάνανε, κύριε Πρόεδρε; Φώναζαν police, police. Είδανε μπροστά τους 13 θηρία!». Πώς προκύπτει ότι είναι θηρία τα θύματα της απαγωγής; Γιατί το λέει ο δικηγόρος τους.

Οι ερωτήσεις ήταν ελάχιστες. «Τις πιο πολλές ερωτήσεις τις έκανε ο εισαγγελέας που βασικά έκανε την κύρια ερώτηση, δηλαδή πώς μπήκανε στο τρέιλερ οι 13; Μόνοι τους μπήκανε; Και εκεί δεν μπορούσαν να βρούνε μία σοβαρή απάντηση. Αυτό που προσπάθησαν να πούνε με έναν τρόπο χωρίς να το λένε ξεκάθαρα είναι ότι όταν οι μετανάστες ακούνε αστυνομία, μπορεί να θέλουν να πάνε, γιατί αυτό συμβαίνει πολλές φορές με τους αιτούντες άσυλο».

«Ο Τότα είπε πως έφτασε πρώτος. ”Πηγαίνω και βλέπω αυτόν τον εμπρηστικό μηχανισμό. Βλέπω κάποιες ύποπτες κινήσεις πίσω από τα φύλλα…. Και μετά βλέπω και κόσμο. Ε, και τι να κάνω; Ε, να μην πάρω τηλέφωνο; Στους γνωστούς μου; Να το αφήσω έτσι;” είπε, με τον συνήγορό του κ. Δημητρακόπουλο να φωνάζει “Άσ’ το έτσι! Άσ’ το να καεί το δάσος. Αυτό έπρεπε να κάνεις”».

Πράγματι, μιλάμε για μία δίκη παρωδία…

Αυτή τη στιγμή υπάρχει θεωρητικά η δυνατότητα να ασκήσει έφεση ο εισαγγελέας. Εμείς να αναρωτηθούμε από την πλευρά μας: τι άλλο πρέπει να κάνει κανείς για να στοιχειοθετηθεί επιτέλους το ρατσιστικό κίνητρο;  Ο υπερασπιστικός ισχυρισμός ήταν ότι φοβήθηκαν τους εμπρηστές. Όμως κανένα στοιχείο επιβαρυντικό για τα θύματα δεν έχει προκύψει. Αντιθέτως, για τους δράστες έχουμε ένα σύνολο από τις επικοινωνίες μεταξύ τους που βοούν ότι επελέγησαν λόγω των χαρακτηριστικών εθνικής καταγωγής. Όσο συνέβαιναν αυτά, παρά την αντιμεταναστευτική οχλαγωγία των ημερών, υπήρξε ένα κύμα συμπαράστασης προς τα θύματα, που επανέφερε επιχειρήματα κοινής λογικής. Σε αυτή τη φάση, φάνηκε να απουσιάζει εντελώς αυτή η πλευρά.

Ο διάχυτος ρατσισμός που επέτρεψε να συμβεί αυτό το έγκλημα εκφράστηκε από τον πρωθυπουργό και διαχέεται στην κοινωνία και τις δικαστικές αίθουσες. Το δικό μας χρέος είναι να μη συμβαίνουν έστω αυτά μέσα στην απόλυτη σιωπή μας.