Αναλυτικά, ολόκληρη η επιστολή της Άννας Κουρουπού προς τον πρωθυπουργό:

Κ. Πρωθυπουργέ, ονομάζομαι Άννα Κουρουπού, είμαι τρανς γυναίκα και βιοπορίζομαι επι 40 περίπου συναπτά έτη, ως εργαζόμενη στο χώρο του σεξ.

Μπορείτε κάλλιστα και εσείς να ρωτήσετε με “αφέλεια”, γιατί διάλεξα αυτό το επάγγελμα.

Λυπάμαι. Κουράστηκα να σας τα λέω τόσα χρόνια. Δεν έχει νόημα. Καμία σημασία. Τυπικό θα είναι το ερώτημα, όπως και όλων αυτών που αντιπροσωπεύετε.

Κουράστηκα, ξαναλέω, να σας εξηγώ τα αυτονόητα! Δεν με ενδιαφέρει πλέον να σας πείσω για τίποτα.

κ. Πρωθυπουργέ, ότι έχω εισπράξει τόσες δεκαετίες απο τις εκάστοτε κυβερνήσεις και κυρίως απο τον δικός σας θεσμό, από αυτόν το θώκο που ανεβοκατεβαίνετε οι ίδιοι και οι ίδιοι, είναι απαξίωση, καταστολή, νταβατζιλίκι με τις ίδιες “αξιώσεις ενός σωματέμπορα”, ταπείνωση, εξευτελισμό και μια βίαιη άρνηση για ότι δικαιούμαι ως πολίτης αυτής της χώρας.

Γι αυτό σας λέω, δεν προσπαθώ άλλο, δεν αντέχω να εξηγώ τι είμαι και κυρίως …γιατί.

κ. Μητσοτάκη, τα γνωρίσματα που άρπαξα απ τους γονείς μου-δυο υπέροχοι άνθρωποι που μεγάλωσαν με πάρα πολλές στερήσεις 4 παιδιά- δεν με άφησαν να “λοξοδρομίσω” απο την πορεία μου, ως οντότητα, ως άνθρωπος, ως πολίτης μιας δημοκρατικής χώρας, που είχα την ατυχία να γεννηθώ και να μεγαλώσω σε αυτή.

Εν ολίγοις, δεν οφείλω τίποτα στο “σπίτι” σας. Δεν χρωστάω τίποτα στο κράτος σας. Και την όποια καθυστερημένη οφειλή, την έδωσα στο ακέραιο, ως όφειλα και με τόκο.

Σε αντίθεση με εσάς, μου χρωστάτε.

Εκατοντάδες νύχτες που κλέψατε απ τη ζωή μου σε βρώμικα κελιά με απάνθρωπες συνθήκες, από απάνθρωπους φύλακες της “τάξης”.

Πολλά, μα πάρα πολλά χρήματα, που με εξαναγκάζατε να πληρώνω για να εξαργυρώνω την εκάστοτε ποινή φυλάκισης από ένα αδίκημα, που ΕΣΕΙΣ ΟΛΟΙ μου δείξατε με τον χειρότερο τρόπο, πως μόνο αυτό μου αξίζει, μόνο γι αυτό είμαι ικανή και όλοι σπρώχνατε όλο και πιο δυνατά.

ΟΧΙ, την ψυχική μου ισορροπία δεν την απαιτώ από εσάς. Γιατί απλά είστε ανίκανος να δείτε τα αποτελέσματα των αποφάσεων σας. Δεν είναι η δουλειά σας αυτή.

κ. Μητσοτάκη, στην τελευταία κρίση υγείας που χτύπησε όλο; τον πλανήτη και έφτασε και στη πόρτα μας, ήμουν ακόμη μια φορά υπόδειγμα πολίτη, πράττοντας ακριβώς ότι ζητήσατε είτε εθελούσια είτε θεσμικά, δια στόματος του κ. Τσιόδρα.

Ούτε τα δύο σκυλάκια που έχω δεν εκμεταλλεύτηκα, για να βρίσκω αφορμή να βγαίνω έξω από το σπίτι μου.

Υπάκουσα, όπως εγώ θεώρησα σωστό να κάνω, κάποιους που ξέρουν κάτι περισσότερο απο εμένα, στο θέμα αυτό.

Οι μόνες εξαιρέσεις, οι φορές που βγήκα με την ομάδα του Street Work Project της Θετικής Φωνής, προσφέροντας την όποια βοήθεια θεωρούσα ότι μπορώ να προσφέρω, σε ανθρώπους πιο ευάλωτους από εμένα. Κι όμως υπάρχουν.

Ναι κ. Μητσοτάκη. Έγινα και πάλι πρόβατο, βάζοντας υπεράνω του εγώ μου, τους ανθρώπους που αγαπώ και νοιάζομαι.

Την γ@μημένη ατομική μου ευθύνη, που μου πετάξατε στα μούτρα ενώ εσείς ο ίδιος δεν σεβαστήκατε καν τον εαυτό σας, τους ψηφοφόρους σας, τα παιδιά σας και κάνατε ακριβώς το αντίθετο με φιέστες και τιμητικές μαρμάρινες πλάκες χωρίς ΚΑΝΕΝΑ μέτρο ασφαλείας.

κ. Πρωθυπουργέ είμαι πολύ θυμωμένη.

κ. Μητσοτάκη έχω απελπιστεί.

40 χρόνια-επαναλαμβάνω- ήμουν ακέραιη στις υποχρεώσεις μου απέναντι σας. Σε όλους σας.

Κι όμως είμαι πιο μετέωρη από ποτέ.

Δεν μπορώ να εργαστώ. Δεν με αφήνετε και καλά κάνετε.

Στη συγκεκριμένη εργασία-ίσως γνωρίζετε-πως το μέτρο της απόστασης, ακυρώνεται πάραυτα!

Δεν δικαιούμαι ΟΜΩΣ ούτε ένα ευρώ, ως βοήθημα, επίδομα-δώστε οτι όνομα θέλετε- παρότι η πορνεία, όπως την αναφέρει η νομοθεσία, είναι ΝΟΜΙΜΗ στη χώρα μας και με τα τερτίπια σας τόσες δεκαετίες καθίσταται παράνομη με τη σφραγίδα σας.

Κ Πρωθυπουργέ.Σε λίγες μέρες θα πεινάσω. Οι λογαριασμοί συνεχίζουν “ως κανονικότητα” να έρχονται. Συνάδελφοι μου, λιμοκτονούν ήδη.

Αδιαφορείτε προκλητικά. Επιδεικτικά θα τόνιζα.

κ. Πρωθυπουργέ…κουράστηκα. Με κουράσατε.

Με διαλύετε κάθε μέρα και από λίγο. Με τον ίδιο σαδισμό που αναφέρθηκα στις προηγούμενες αράδες μου.

Κοιτάξτε “παραδίπλα”. Μην κάνετε πως φοράτε παρωπίδες, γιατί δεν φοράτε.

Κάντε κάτι. Απαιτώ να με “δείτε” όπως με βλέπατε όταν μου αδειάζατε τις “πρόστυχες” τσέπες μου.

Με καμμία εκτίμηση

Άννα Κουρουπού