Ο Πελέ, σακατεμένος από τα χτυπήματα, έμεινε έξω από του Μουντιάλ το ’66, ενώ στο Μουντιάλ του ΄70 οι αντίπαλοι αμυντικοί είχαν την εντολή να τον τσακίσουν. «Ο Μπερτίνι», έλεγε αργότερα ο Πελέ για τον Ιταλό «φονιά» του, «είναι καλλιτέχνης στο να υποπίπτει σε φάουλ χωρίς να τον αντιληφθούν. Μου έδινε γροθιές στα πλευρά και στο στομάχι, με κλοτσούσε στον αστράγαλο, ήταν ένας καλλιτέχνης»…
Πολλά χρόνια πριν κατηγορηθεί ο Ακράτητος ότι το 2004 τροφοδοτούσε με μολυσμένο νερό τους παίκτες της αντίπαλης ομάδας, το ίδιο ομολογεί – με δεκαπέντε χρόνια καθυστέρηση από το Μουντιάλ του ΄90 – ότι έκανε ο Μπιλάρδο, ο προπονητής της Εθνικής Αργεντινής, εναντίον των παικτών της Βραζιλίας, στους οποίους έστελνε νερό με υπνωτικές ουσίες κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού…
Επίσης, πολλά χρόνια πριν ξεσπάσει ο σάλος το 2005 στη Γερμανία (για δεύτερη φορά από το 1971) για στημένα παιχνίδια στη Β’ Εθνική και στο κύπελλο, που οι διατητές κανόνιζαν να τα λήξουν όπως τα είχαν παίξει στο «Στοίχημα» (Σ.Σ. Τα πλοκάμια μιας υπόθεσης που φαίνεται ότι φτάνουν μέχρι την Ελλάδα…), είχε αποκαλυφθεί ότι ο Ταπί της Μαρσέιγ έπιανε αντίπαλους ποδοσφαιριστές στη Γαλλία και τα λεφτά της εξαγοράς ανακαλύπτονταν θαμμένα στον κήπο των … πεθερικών των δωροδοκημένων παικτών.
«Η ηθική της αγοράς» – λέει ο Γκαλεάνο – «που έχει γίνει πια, στην εποχή μας, η ηθική του κόσμου, νομιμοποιεί πλέον όλα τα κλειδιά της επιτυχίας, ακόμα και όταν αυτά μερικές φορές είναι οι γάντζοι του διαρρήκτη. (…) Στο χώρο του επαγγελματικού ποδοσφαίρου δεν υπάρχουν ηθικοί ενδοιασμοί. Γιατί το ποδόσφαιρο αποτελεί μέρος ενός συστήματος εξουσίας που, από τη φύση του, δεν έχει ηθικούς ενδοιασμούς για τίποτα, και που αγοράζει την αποτελεσματικότητα σε οποιαδήποτε τιμή. Στο κάτω κάτω της γραφής οι ηθικοί ενδοιασμοί ουδέποτε υπήρξαν σημαντικοί. (…) Ο Ολλανδός ποδοσφαιριστής της Μπαρτσελόνα Ρόναλντ Κούμαν δικαιολογούσε ως εξής το ύπουλο κλάδεμα του συμπατριώτη του Γκιλχάους, που είχε σακατέψει τον Γάλλο Ζαν Τιγκανά το 1988: «Ήταν ένα αριστοτεχνικό χτύπημα. Ο Τιγκανά ήταν ο πιο επικίνδυνος, έπρεπε να εξουδετερωθεί με κάθε αντίτιμο». Και ο Γκαλεάνο καταλήγει: «Ο σκοπός, στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο, αγιάζει τα μέσα, και οποιαδήποτε αθλιότητα είναι αποδεκτή, με την προϋπόθεση να μην την καταλάβει κανείς».
Από δω και πέρα είναι που αρχίζει το παιχνίδι να γίνεται σικέ. Όπως και στη ζωή, έτσι και στο ποδόσφαιρο, όσο πιο τερατώδης γίνεται η δύναμη των ισχυρών, τόσο πιο εξόφθαλμο γίνεται το στήσιμο. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, το Μουντιάλ του 2002 στην Κορέα και στην Ιαπωνία. Όπως και στη ζωή, έτσι και στο ποδόσφαιρο υπάρχουν κανόνες. Θεωρητικά. Ο κανόνας λέει ότι πρέπει να εφαρμόζεται το Διεθνές Δίκαιο. Θεωρητικά, γιατί στην πράξη οι βόμβες πέφτουν βροχή, από το Κοσσυφοπέδιο και το Ιράκ μέχρι το Αφγανιστάν. Ο κανόνας λέει ότι, όταν ένα γκολ είναι κανονικό, όπως εκείνο του Βελγίου κατά της Βραζιλίας, δεν ακυρώνεται. Τρίχες! Ο κανόνας εφαρμόζεται, αλλά λίγο παραλλαγμένος: το γκολ θα μετρήσει, αλλά μερικές φορές υπό την προϋπόθεση «ποιος το βάζεΙ» και «ποιος το τρώει». Όπως και με τις βόμβες δηλαδή. Το θέμα είναι ποιος τις ρίχνει…
«Απόσπασμα από το βιβλίο του Νίκου Μπογιόπουλου και του Δημήτρη Μηλάκα»