γράφει η Άννα Κουρουπού
Η κατακραυγή απέναντι στο κράτος του Ισραήλ για τις πράξεις του στη Γάζα δεν είναι αντισημιτισμός.
Είναι πολιτική κριτική απέναντι σε μια κατοχική δύναμη που δολοφονεί αμάχους. Που βομβαρδίζει νοσοκομεία και σχολεία. Που εξοντώνει, μεθοδικά, έναν λαό χωρίς φωνή.
Ζω σε μια χώρα που εκπαιδεύεται, χρόνια τώρα, να μιλάει με σημαίες και να κρίνει με στρατόπεδα. Αν δεν είσαι “μαζί τους”, τότε είσαι αυτόματα απέναντι. Και το “μαζί” δεν είναι στάση — είναι όρκος υποταγής.
Τον τελευταίο καιρό, παρακολουθώντας τον τρόμο που ξεδιπλώνεται στη Γάζα και στις οθόνες μας, νιώθω ξανά την ίδια αγωνία: ότι δεν υπάρχει χώρος για ανθρώπους που σκέφτονται. Μόνο για εκείνους που ευθυγραμμίζονται. Αν πενθήσεις ένα νεκρό παιδί, θα σε ρωτήσουν από ποια πλευρά ήταν.
Αν υπερασπιστείς τη ζωή, θα σου ζητήσουν αποδείξεις αφοσίωσης. Πας να πεις πως δεν αντέχεται άλλο αυτή η σφαγή; Θα σε πουν Χαμάς. Πας να θυμίσεις το Ολοκαύτωμα; Θα σε πουν απολογητή του Ισραήλ. Απλώς και μόνο επειδή βλέπεις μεν τις δύο πλευρές, αλλά ξέρεις και κάθε φορά ποια πλευρά σε έχει ανάγκη.
Τολμάς να πεις πως κανένα παιδί δεν γεννιέται για να πεθάνει μέσα σε μπάζα; Θα σου πουν πως κρατάς ίσες αποστάσεις.
Και όχι, αυτό δεν είναι ουδετερότητα. Είναι επιλογή. Είναι στάση.
Είναι η άρνηση να υποταχθώ στο δίπολο που βολεύει. Δεν μιλάω για να εκπροσωπήσω καμία παράταξη. Μιλάω γιατί δεν μπορώ να σωπάσω μπροστά στην κανονικοποίηση του μαζικού θανάτου.
Είδα το αίμα να κυλά σε παιδικά κορμιά. Είδα ερείπια που κάποτε ήταν νοσοκομεία. Είδα πρόσωπα να θρηνούν πίσω από οθόνες — και άλλα να σχολιάζουν ειρωνικά. Και ξέρω πια τι φοβούνται περισσότερο όσοι θέλουν να έχουν το μονοπώλιο της οργής: τον άνθρωπο που μιλάει με ειλικρίνεια, χωρίς προστάτες.
Δεν είμαι με τις κυβερνήσεις, δεν είμαι με τα καθεστώτα. Είμαι με εκείνους που δεν έχουν πού να σταθούν. Με τους εκτοπισμένους, τους άοπλους, τους άταφους. Είμαι με τον Εβραίο που μισεί τον δολοφόνο που έχει για πρωθυπουργό.
Αυτό δεν σημαίνει πως είμαι από αυτούς που συμπαθούν τον Νετανιάχου. Είμαι με το κοριτσάκι στη Γάζα που δεν πρόλαβε να μάθει τι σημαίνει «ταυτότητα» πριν τη σκοτώσει ένας πύραυλος.
Δεν εξισώνω κράτη και καταπιεσμένους. Δεν συγχωρώ καταπιεστές επειδή μιλούν στο όνομα του πόνου.
Δεν ζητάω από κανέναν να συμφωνήσει μαζί μου. Ζητάω να αναγνωριστεί το δικαίωμα να μιλάς χωρίς να στιγματίζεσαι. Χωρίς να σε κατατάσσουν. Χωρίς να σου ζητούν πρώτα να ορκιστείς πίστη.
Όλα είναι πόλεμος. Κι αν δεν κρατάς τουφέκι, πρέπει τουλάχιστον να φοράς στολή. Αλλιώς, θα σου φτιάξουν μία και θα σε πετάξουν μέσα.
Εγώ, λοιπόν, δεν φοράω στολή. Δεν ανήκω σε στρατόπεδα. Και δεν ζητάω συγγνώμη γι’ αυτό.
Δεν υποστηρίζω τρομοκρατικές οργανώσεις. Δεν ξεπλένω πολεμικά εγκλήματα. Δεν μηδενίζω την Ιστορία για να φωνάξω πιο δυνατά.
Υπερασπίζομαι την ανθρώπινη ζωή. Εκείνη που σβήνει σε υπόγεια νοσοκομεία χωρίς φως. Εκείνη που κουβαλάει παιδικά κρανία θαμμένα σε χαλάσματα. Εκείνη που τρέμει τη λέξη “Εβραίος” ,που ξυπνά μνήμες και θέλει να ουρλιάξει πως η ιστορία δεν πρέπει να εκδικείται.
Υπάρχει τρόπος να θρηνείς χωρίς να γίνεσαι εργαλείο. Οι κραυγές δεν αντέχουν τη σκέψη. Οι στρατοί δεν αντέχουν την αμφιβολία.
Και κάπως έτσι, φτάσαμε να γίνεται ύποπτο το να είσαι άνθρωπος. Να γίνεται αμφίβολο το δάκρυ σου, αν δεν συνοδεύεται από σωστό hashtag. Να θεωρείσαι επικίνδυνη, απλώς και μόνο επειδή θέλεις να βλέπεις και τις δύο πλευρές, να κατανοήσεις, να μάθεις την ιστορία, να αναρωτηθείς, να παλέψεις μέσα σου και κυρίως να πονάς για τους αθώους ανάμεσά τους.
Ως τρανς γυναίκα, ξέρω πολύ καλά τι σημαίνει να μην χωράς σε κουτάκια. Να σε κοιτούν λοξά γιατί δεν παίζεις με τους κανόνες. Να θες να πεις «περίμενε, είναι πιο σύνθετο» — και να σου πετούν πέτρες και από δεξιά και από αριστερά.
Δεν αντέχω άλλο τις βεβαιότητες. Δεν χρειάζομαι κι άλλο θάνατο, περισσότερο αίμα για να σκεφτώ. Δεν πείθομαι με τις σειρές αναρτήσεων που σβήνουν στο επόμενο σκάνδαλο.
Όποιος ψάχνει φωνές να ταιριάζουν με το αφήγημά του, ήδη έχει χάσει κομμάτι μεγάλο της ανθρωπιάς του.
Εγώ θα συνεχίσω να μιλάω από εκεί που δεν χωράει κανένα σύνθημα. Από εκεί που ο λόγος δεν είναι εργαλείο, αλλά επιβίωση. Από το δύσκολο. Από το τίμιο.
Αυτό που λέω, λοιπόν, δεν είναι σιωπή. Το αντίθετο.
Είναι άλλη γλώσσα.
Είναι φωνή που δεν θέλει χειροκρότημα, αλλά χώρο. Είναι θέση που δεν ζητά έγκριση. Είναι η απόφαση να σταθώ — έστω μόνη — εκεί που δεν υπάρχουν σύνορα, ούτε hashtags, ούτε αφίσες. Μόνο άνθρωποι που πεθαίνουν.
Και αν σας χαλάει αυτό, πάρτε το προσωπικά. Γιατί είναι…