της Ζωής Κωνσταντοπούλου
Ο επιθετικός πόλεμος και η εισβολή σε ξένο έδαφος αποτελεί διεθνές έγκλημα, που καταδικάσθηκε από την διεθνή κοινότητα με τον πιο απερίφραστο τρόπο, μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όπως και η Γενοκτονία, τα Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας, τα Εγκλήματα Πολέμου. Αυτά τα εγκλήματα ονομάστηκαν τα πιο ειδεχθή που γνώρισε η Ανθρωπότητα, η οποία, μετά την Ναζιστική θηριωδία, εμφανίσθηκε αποφασισμένη να μην επιτρέψει ποτέ ξανά να δημιουργηθούν οι συνθήκες που εκκολάπτουν τους δράστες και τις αποτροπιαστικές πράξεις τους, υπό τη σκέπη της κρατικής εξουσίας.
Διατρανώνοντας το ιστορικό «Ποτέ ξανά», η διεθνής κοινότητα οργανώθηκε στο πλαίσιο του ΟΗΕ με επίκεντρο την διαφύλαξη εκείνων που ανέδειξε ως τις πιο ιερές οικουμενικές αξίες: την Ειρήνη, την προστασία και ευημερία της Ανθρωπότητας, όλων των ανθρώπων χωρίς διακρίσεις, του Ανθρώπινου Πολιτισμού, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Όταν όμως η διεθνής κοινότητα, κινητοποιούμενη από ισχυρές κοινωνικές πιέσεις, επιχείρησε να ποινικοποιήσει τα εγκλήματα αυτά, ιδρύοντας Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, με σκοπό οι υπαίτιοι των διεθνών εγκλημάτων, όσο ψηλά ιστάμενοι, να διώκονται, να δικάζονται και να φυλακίζονται, η ίδια διεθνής κοινότητα ήρθε αντιμέτωπη με τις αντιφάσεις της.
Ο επιθετικός πόλεμος αρχικά περιελήφθη στον κατάλογο των εγκλημάτων χωρίς ορισμό, λόγω ισχυρών αντιρρήσεων πολλών δυτικών κρατών, με αποτέλεσμα να μην ενεργοποιείται η αρμοδιότητα του Δικαστηρίου. Ισχυρά κράτη, όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα, το Ισραήλ καταψήφισαν το Καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου στο συνέδριο ίδρυσής του, το 1998. Σήμερα, οι ΗΠΑ και η Ρωσία έχουν επισήμως δηλώσει στον Γ.Γ. του Ο.Η.Ε. ότι δεν θα κυρώσουν ποτέ αυτό το Καταστατικό, που ενδιαμέσως το υπέγραψαν, στην εκπνοή του χρόνου, μόνο και μόνο για να μπορέσουν να συνεχίσουν να συμμετέχουν στις διαδικασίες διαμόρφωσης του ορισμού του επιθετικού πολέμου, των στοιχείων εξειδίκευσης των άλλων διεθνών εγκλημάτων, και των κανονιστικών κειμένων του Δικαστηρίου, επιδιώκοντας να μην απειληθούν από τις διατάξεις που θα υιοθετούνταν. Η Τουρκία δεν υπέγραψε ποτέ το Καταστατικό. Και ποτέ δεν έγινε διεθνής εκστρατεία κατακραυγής εναντίον των κρατών που, αρνούμενα να κυρώσουν την ποινικοποίηση των πιο ειδεχθών εγκλημάτων που γνώρισε η ανθρωπότητα, διεκδικούν το δικαίωμα να συνεχίσουν να τα διαπράττουν, ατιμωρητί.
Καθώς παρακολουθούμε εδώ και μία εβδομάδα, τον Πούτιν να επικαλείται τα ανθρώπινα δικαιώματα και τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ και να εισβάλλει και να σκοτώνει αμάχους στην Ουκρανία, την Φον ντερ Λάιεν και τους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να επικαλούνται την Ειρήνη και τις Ευρωπαϊκές Αξίες και να προβαίνουν σε ανοιχτές εχθροπραξίες κατά της Ρωσίας (προμήθεια στρατιωτικού υλικού στην Ουκρανία, πράξεις οικονομικού, τραπεζικού, μεταφορικού και τεχνολογικού αποκλεισμού που πλήττουν τον άμαχο πληθυσμό της χώρας και θα τον οδηγήσουν σε εξαθλίωση), τους ηγέτες της Δύσης να επικαλούνται τις ανθρώπινες Ελευθερίες και να απαγορεύουν την μετάδοση πληροφοριών από ρωσικά μέσα ενημέρωσης, αποκλείοντας την πρόσβαση σε αυτά από τους πολίτες τους, και μία εκστρατεία διακρίσεων σε βάρος των ρώσων πολιτών, καλλιτεχνών, αθλητών στον δυτικό κόσμο, οι οποίοι στοχοποιούνται με τρόπο που θυμίζει έντονα μαύρες σελίδες του παρελθόντος, οφείλουμε να αναρωτηθούμε:
Όλα αυτά γίνονται πράγματι για την Ειρήνη;
Για την προστασία της Ανθρωπότητας και των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων;
Για να στηλιτευτεί ο επιθετικός πόλεμος ως διεθνές έγκλημα και να μην επαναληφθεί ποτέ ξανά;
Παρακολουθώντας την πολεμοχαρή ανακοίνωση, από την Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν, των μέτρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της Ρωσίας (που όμως είναι στο μεγαλύτερο μέρος τους μέτρα κατά των Ρώσων πολιτών και σε πολύ μικρότερο βαθμό μέτρα κατά των εμπλεκόμενων στα συντελούμενα διεθνή εγκλήματα), μπορεί κανείς πραγματικά να θεωρήσει πως οι ηγέτες της Ε.Ε. πιστεύουν ότι έτσι, δυναμιτίζοντας και κλιμακώνοντας, θα συμβάλουν στην αποκλιμάκωση και την ειρήνευση; Ότι η πιο θετική τους συμβολή συμπαράστασης στον Ουκρανικό λαό είναι η αποστολή όπλων; Ότι, με το να εμπλέξουν την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη-μέλη σε αυτόν τον πόλεμο, προάγουν τη δυνατότητα εξεύρεσης διπλωματικής λύσης; Ότι έτσι προστατεύουν την ασφάλεια των πολιτών τους, που ουδέποτε ρωτήθηκαν ούτε και συμφώνησαν να εμπλακούν σε πόλεμο;
Ο επιθετικός πόλεμος είναι η μητέρα όλων των εγκλημάτων. Κι όμως αυτό ξεχνιέται, όταν την επίθεση διαπράττουν οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ ή κράτη της Ε.Ε., όπως μαρτυρούν πρόσφατα παραδείγματα της ιστορίας, η επίθεση στη Σερβία το 1998, η εισβολή στο Ιράκ το 2003, οι επιθέσεις και βομβαρδισμοί στη Συρία όλα τα τελευταία χρόνια. Η στρατιωτική εισβολή είναι ενέργεια επιθετικού πολέμου. Κι όμως αυτό ξεχνιέται όταν από την εισβολή δεν ενοχλούνται το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε, όπως μαρτυρούν τα μαρτυρικά ιστορικά παραδείγματα της Κύπρου και της Αρμενίας.
Ο επιθετικός πόλεμος είναι έγκλημα, όποιος και αν τον διαπράττει, όπου και αν τον διαπράττει. Και η καταδίκη του πρέπει να είναι έμπρακτη, παραδειγματική και πραγματική. Η υποδαύλιση, η πυροδότηση, η συνέχιση, η κλιμάκωση του επιθετικού πολέμου δεν είναι καταδίκη. Η πρόκληση συνθηκών διαιώνισης και επιδείνωσής του, η προμήθεια όπλων για την τροφοδότησή του, δεν είναι καταδίκη. Είναι συμμετοχή. Και συνενοχή.
Η απαγόρευση λειτουργίας-μετάδοσης Μέσων Ενημέρωσης και το κατέβασμά τους από το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν είναι πράξη ελευθερίας και δημοκρατίας. Είναι πράξη λογοκρισίας και φασισμού. Δεν αντηχεί ούτε απηχεί τα ευρωπαϊκά ιδεώδη. Τα καταρρακώνει και τα εκμηδενίζει, εκ των έσω.
Σε μία τέτοια ιστορική συνθήκη, την ώρα που με επιτακτικό τρόπο ζητείται να πούμε «Με ποιον είμαστε, με τη Ρωσία ή με την Ουκρανία;», η απάντηση είναι αυτονόητη: είμαστε με τους πολίτες, με τους λαούς, με τους αθώους που θυσιάζονται στο βωμό του πολέμου και των συμφερόντων, που χάνουν τη ζωή τους, τους συγγενείς τους και ξεριζώνονται απ’τα σπίτια τους κι απ’ τη χώρα τους. Είμαστε με τον λαό της Ουκρανίας, που υπερασπίζεται την πατρίδα του, είμαστε με τους ρωσόφωνους της Ουκρανίας, που διεκδικούν τα αναφαίρετα δικαιώματά τους, είμαστε με τον λαό της Ρωσίας, που η Επικεφαλής της Ε.Ε. δήλωσε ότι θα «κόψει το δρόμο στην ευημερία του». Είμαστε με τους ανθρώπους, όπου γης, που διεκδικούν το παρόν και το μέλλον τους, τη ζωή τους, με ασφάλεια και ελευθερία.
Είμαστε με την Ειρήνη.
ΖΚ
*Η Ζωή Κωνσταντοπούλου είναι δικηγόρος με ειδίκευση στο Διεθνές Ποινικό Δίκαιο και στα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Πρώην Προέδρος της Βουλής, Επικεφαλής της Πλεύσης Ελευθερίας