Σε δηλώσεις της στο MEGA, η γυναίκα υποστήριξε ότι ο αστυνομικός έριξε το παιδί κάτω και τον πάταγε επί τέσσερα λεπτά: «Πήγε να τον πνίξει», είπε χαρακτηριστικά, εκτιμώντας ότι πίσω από αυτήν τη συμπεριφορά κρύβονται ρατσιστικά κίνητρα.

Το περιστατικό συνέβη, όπως περιέγραψε η καταγγέλλουσα, ενώ ο 15χρονος βρισκόταν μαζί με φίλο του στην πλατεία Αγίας Παρασκευής στη Μενεμένη, όπου βρήκαν μια σακούλα με κρέας. Πολίτες που βρίσκονταν στο σημείο ενημέρωσαν αστυνομικό εκτός υπηρεσίας ότι ο ανήλικος είχε κλέψει τη σακούλα.

Στη συνέχεια, ο αστυνομικός, όπως αναφέρει η μητέρα του παιδιού άσκησε την εξουσία και την ισχύ του στον 15χρονο. Είπε ακόμη ότι ο αστυνομικός έκανε υβριστικά σχόλια για το χρώμα του, «καθώς το παιδί μου είναι πιο μελαμψό από μένα. Και αυτό με ρωτάει το παιδί μου. Μήπως αυτό φταίει. Είμαστε στο 2023 και ένα παιδί πρέπει να απολογηθεί για το χρώμα του».

Μόλις πληροφορήθηκε το περιστατικό, η γυναίκα ζήτησε τον λόγο από τον αστυνομικό και εκείνος της είπε αρχικά «καλά του έκανα» και στη συνέχεια – της είπε – να ειδοποιήσει τον σύζυγό της να πάει να τον βρει. Ο πατέρας του 15χρονου, βρήκε τον αστυνομικό και τον χτύπησε. Ο αστυνομικός πήγε στο 424 Στρατιωτικό Νοσοκομείο, συνελήφθησαν και οι δύο, ενώ αφέθηκαν ελεύθεροι μετά από εντολή εισαγγελέα.

Η μητέρα του 15χρονου ανέφερε ότι το παιδί άφησε τη σακούλα με το κρέας στο προαύλιο της εκκλησίας και έφυγε, ενώ ο φίλος του τελικά την έδωσε στη γυναίκα που την είχε ξεχάσει έξω από ένα μαγαζί. Μάλιστα, η μητέρα του 15χρονου ανέφερε ότι δεν έχει γίνει καμιά καταγγελία για κλοπή.

Η αστυνομία πάντως, διαψεύδει τον ξυλοδαρμό του ανηλίκου, δια του αναπληρωτή γενικού γραμματέα της Ένωσης Αστυνομικών Θεσσαλονίκης, Χρήστου Συμεωνίδη, που παρενέβη και μίλησε για το περιστατικό, λέγοντας ότι ουδέποτε υπήρξε ξυλοδαρμός ανηλίκου από αστυνομικό, ότι αντιθέτως, ο 15χρονος προχώρησε σε φραστική επίθεση, και ότι τα τραύματα προέκυψαν αφού ο έφηβος στην προσπάθειά του να διαφύγει έπεσε μόνος του. Ακόμη, υπονοεί μεθοδεύσεις από την πλευρά των γονέων, καθώς όπως λέει η πρώτη γνωμάτευση δεν «έδειξε» όσα «δια μαγείας έδειξε η τελευταία μετά από τρεις ημέρες».