Του Χριστόφορου Κάσδαγλη
Η αλήθεια είναι ότι δεν γνωρίζω την ακριβή προέλευση της λαϊκής ρήσης «Τα παράπονά σου στο δήμαρχο». Θα μπορούσε κάλλιστα να αναφέρεται σε έναν άνθρωπο ο οποίος βρίσκεται στην καρδιά της τοπικής κοινωνίας, ο οποίος για όλους μεριμνά και για όλα φροντίζει και δεν θέλει να του ξεφεύγει τίποτα, ώστε να σπεύδει αμέσως και αυτοπροσώπως να διορθώνει τα κακώς κείμενα. Ένας λαϊκός ηγέτης, με άλλα λόγια, ένας τοπικός Ζορό.
Πολύ φοβάμαι όμως ότι το νόημα της ρήσης είναι εντελώς διαφορετικό. Υπονοεί ότι δεν πα να λες εσύ και να παραπονιέσαι, όπου και να απευθυνθείς δεν υπάρχει περίπτωση να βρεις άκρη, σαν να σου λέει ο άλλος ότι σε έχει γραμμένο στα παλαιότερα των υποδειγμάτων του και αντί να σου πει να πας να πετάξεις την αίτησή σου στον κάλαθο των αχρήστων, σε παραπέμπει στον τοπικό γραφειοκράτη, στον άνθρωπο που σου υπόσχεται να σε φροντίζει μέχρι να σου αποσπάσει την ψήφο σου, και μετά δεν έχει χρόνο ούτε να σε δεχτεί στο γραφείο του και σε αφήνει να περιμένεις μάταια στον προθάλαμο. Ή, για να το πω με μιαν άλλη ρήση των εφηβικών μας χρόνων, «και στο δήμαρχο να πας, άλλη τόση θα τη φας».
Συγνώμη για την αθυροστομία, αλλά εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα με την κρίση και με την κατάρρευση του πολιτικού συστήματος, είναι καλύτερα ν’ αφήσουμε στην άκρη τη σεμνοτυφία και το σαβουάρ βιβρ και να πούμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, αντί να τα καλλωπίζουμε και να τα εξωραΐζουμε, και τελικά να αντιλαμβανόμαστε το λάθος «μετά την απομάκρυνση εκ του ταμείου».
Ο πατερούλης
Αρχικά λοιπόν ο δήμαρχος αντιμετωπιζόταν ως ένας τοπικός πατερούλης, ο μέγιστος παράγων του τόπου που ήξερε τους πάντες με τα μικρά τους ονόματα και φρόντιζε για τα πάντα. Η πραγματικότητα βέβαια δεν ήταν ακριβώς αυτή, ο δήμαρχος ήταν ένας τοπικός κομματάρχης και νταραβεριτζής, εκφραστής του πελατειακού κράτους σε τοπικό επίπεδο, η χαρά των εργολάβων και των αργόσχολων της τοπικής γραφειοκρατίας.
Το άλλοθι
Μετά τη μεταπολίτευση επικράτησε συχνά στις δημοτικές εκλογές, ειδικά στις λαϊκές γειτονιές της Αθήνας, μια διαφορετική λογική: Πολλοί αριστεροί ψηφοφόροι που είχαν παρασυρθεί από τη σοσιαλιστική λάμψη του ΠΑΣΟΚ, επέλεγαν στις δημοτικές εκλογές αριστερούς δημάρχους ως άλλοθι για την αριστερή τους συνείδηση και την οικογενειακή παράδοση. Την ίδια περίπου τακτική, αλλά με διαφορετικό σκεπτικό, επέλεγαν ψηφοφόροι και των δύο μεγάλων κομμάτων, που είχαν την πεποίθηση ότι είναι χρήσιμο να ψηφίζεις στις βουλευτικές έναν από τους δύο μονομάχους του δικομματισμού, αλλά να ’χεις και έναν αριστερό δήμαρχο να φωνασκεί, ώστε να στέλνεις κι ένα ηχηρό μήνυμα στην ηγεσία του κόμματός σου να μην το παραξεφτιλίζει ασκώντας αντιλαϊκές πολιτικές.
Ο τεχνοκράτης
Από τη δεκαετία του ’90 αλλάζει πάλι το κλίμα. Είναι η εποχή των κοινοτικών πλαισίων στήριξης, του εκσυγχρονισμού των δήμων και της αυξημένης δυνατότητας να πραγματοποιούνται έργα με τραπεζικό δανεισμό. Οι τοπικές κοινωνίες αλλάζουν εν μέρει στάση, βάζουν συχνά στην άκρη τους παραδοσιακούς δημάρχους που δεν είχαν ιδέα απ’ αυτά και προκρίνουν μια νέα γενιά τεχνοκρατών. Οι νέου τύπου αυτοί δήμαρχοι καθόλου δεν υστερούσαν σε πελατειακές συμπεριφορές, αν και συχνά τις ασκούσαν με νέες μεθόδους, με οχήματα διάφορες δημοτικές επιχειρήσεις με ηχηρά ονόματα, υψηλούς προϋπολογισμούς και πανάκριβα διοικητικά συμβούλια και άλλα όργανα διοίκησης – αλλά ήταν σε θέση να κυνηγήσουν τα κοινοτικά ECU και αργότερα τα ευρώ.
Το τι τα έκαναν τώρα, στις περισσότερες των περιπτώσεων, όλες αυτές τις επιδοτήσεις, κι από πάνω άλλα τόσα δανεικά με εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου, είναι μια άλλη ιστορία, ή, πιο σωστά, ένα ακόμα κεφάλαιο του βιβλίου που περιγράφει πώς φτάσαμε μέχρι εδώ.
Ο ομαδικός παίκτης
Υπάρχουν φυσικά πάντα και οι εξαιρέσεις, άνθρωποι που δεν θεωρούσαν τον εαυτό τους σπουδαίο και αναντικατάστατο και δούλεψαν πιο συλλογικά, που κινητοποίησαν τις τοπικές κοινωνίες, που άνοιξαν την τοπική ατζέντα με τα μεγάλα θέματα της προστασίας του περιβάλλοντος, της ήπιας ανάπτυξης, της παροχής αναβαθμισμένων υπηρεσιών προς τους πολίτες. Που προσπάθησαν να αναδείξουν την τοπική παράδοση και τον πολιτισμό, συχνά με μοντέρνους και ευφάνταστους τρόπους, που ανοίχτηκαν στις νέες τεχνολογίες, που έδωσαν όραμα και πνοή στις τοπικές κοινωνίες. Αποτελούν οπωσδήποτε είδος σπάνιο, δήμαρχοι που θα ’θελε ο καθένας να τους έχει στον τόπο του, μαγιά για το είδος των δημάρχων του μέλλοντός μας.
Κι εδώ είναι που ισχύει παραφρασμένη η γνωστή ρήση: Αν δεν τους ψηφίσεις τώρα, τον καιρό της κρίσης που οι ευκαιρίες για τον τόπο όλο και λιγοστεύουν και τα περιθώρια για όλους μας έχουν στενέψει δραματικά, πότε τέλος πάντων θα τους ψηφίσεις;
Αριστερά και δημοτικές εκλογές
Η σειρά των παρεξηγήσεων περί τον ρόλο της τοπικής αυτοδιοίκησης, και ειδικά των δημάρχων, βρίσκει στις μέρες μας νέο πεδίο δόξης λαμπρό, με αφετηρία τη γενικότερη πολιτική σύγκρουση. Είναι τόσο βαθύ το ρήγμα μέσα στην ελληνική κοινωνία και τόσο σφοδρή η κοινωνική και πολιτική αντιπαράθεση, ώστε βρίσκει εκτεταμένο έδαφος να αναπτυχθεί η άποψη ότι και οι δημοτικές εκλογές είναι απλώς ένα δημοψήφισμα για το μνημόνιο και τίποτ’ άλλο.
Δεν ισχυρίζομαι καθόλου ότι οι μνημονιακές πολιτικές δεν έχουν σχέση με τους δήμους. Είναι σαφές, για παράδειγμα, ότι η σύλληψη -και κυρίως η εφαρμογή- του «Καλλικράτη», της τελευταίας μεταρρύθμισης στο χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης, που είχε ως κύριο άξονα το δεύτερο κύμα ενοποιήσεων των μικρότερων δήμων σε μεγαλύτερους, εμπεριείχε σαφείς μνημονιακές επιδιώξεις που συνοψίζονται κυρίως στη μείωση του κόστους λειτουργίας των δήμων και στην κατεδάφιση του αποκεντρωμένου κοινωνικού κράτους.
Ουδεμία σύμπτωσις. Ο «Καλλικράτης» αποτελεί νομοθέτημα του 2010, της εποχής του πρώτου μνημονίου. Ανεξάρτητα λοιπόν από τους όποιους προγενέστερους σχεδιασμούς, σφραγίστηκε από τη μνημονιακή υστερία, τις εμμονές της τρόικας και -για να λέμε ολόκληρη την αλήθεια- και από τα ελλείμματα των δήμων που εκείνη την εποχή βγήκαν εκ των πραγμάτων στην επιφάνεια. Ας μην ξεχνάμε ότι η εκταμίευση της πρώτης δόσης καθυστέρησε δραματικά εξαιτίας ενός ανεξόφλητου δανείου του δήμου Αχαρνών, το οποίο είχε διαφύγει της προσοχής των ελεγκτών και έσκασε σα βόμβα την τελευταία στιγμή.
Το θέμα είναι ότι οι δήμοι αποτελούν ή, τέλος πάντων, μπορούν να γίνουν σημαντικό κύτταρο ανανέωσης της πολιτικής ζωής, της αποκέντρωσης και της ανάπτυξης. Ειδικά στους καιρούς της κρίσης θα ’πρεπε να είναι (αν και όλοι ξέρουμε πως δεν είναι) οι βασικοί μοχλοί άσκησης αλληλεγγύης και πρόνοιας για τους άνεργους, τους άπορους, τους χαμηλοσυνταξιούχους και γενικότερα για τις ευπαθείς κατηγορίες, εστίες ψυχολογικής ανάκαμψης, κέντρα σχεδιασμού και υλοποίησης νέων αναπτυξιακών μοντέλων.
Είναι χαζό λοιπόν να εκλέξεις έναν άχρηστο ή ακατάλληλο δήμαρχο μόνο και μόνο επειδή είναι αντιμνημονιακός. Θα πρέπει να σκεφτείς ποιος είναι αυτός ή, πιο σωστά, ποια ομάδα πολιτών είναι εκείνοι που μπορούν να μπουν μπροστά και να οδηγήσουν την τοπική κοινωνία σε μια πορεία αναστροφής της κρίσης, έστω με λίγους πόρους αλλά με πολλή όρεξη, πρωτοβουλία και φαντασία. Τα μνημόνια μπορεί κανείς άνετα να τα καταγγείλει στις Ευρωεκλογές, που από τη φύση τους είναι πιο στενά πολιτικές, μπορεί επίσης να τα ξανα-καταγγείλει στις Περιφερειακές εκλογές. Ας εκλεγεί όμως παράλληλα μια καλή δημοτική ομάδα κι ένας καλός δήμαρχος να βάλουν πλάτη.
Στο κάτω κάτω, η πιο ισχυρή καταδίκη των μνημονίων δεν μπορεί παρά να είναι η αυτοοργάνωση των δημοτών, η άσκηση αλληλεγγύης, η υπεράσπιση του κοινωνικού κράτους, η αποκέντρωση, η προστασία του περιβάλλοντος, η επεξεργασία τοπικών προγραμμάτων ανάπτυξης. Ό,τι θα ’πρεπε να κάνει η τοπική αυτοδιοίκηση, δηλαδή.
Πρωτοδημοσιεύθηκε στο περιοδικό 4 ΤΡΟΧΟΙ, στο τεύχος Μαρτίου 2014