της Μαρίας Απατζίδη
Βουλευτή Α’ Ανατολικής Αττικής με το ΜεΡΑ25

α) Η διαχρονική είναι το αμαρτωλό τρίγωνο Εργολάβοι- Τραπεζίτες- Μιντιάρχες και η αλληλοεξυπηρέτηση εντός του, η οποία αποτρέπει μία αντικειμενική ενημέρωση.

β) Η μνημονιακή εκτράχυνση οφείλεται στο γεγονός ότι στα χρόνια της κρίσης οι δύο πρώτοι, εργολάβοι και τραπεζίτες πτώχευσαν. Με αποτέλεσμα τα ΜΜΕ να ζουν από διαφημίσεις πτωχευμένων τραπεζών, που ανακεφαλαιοποιούνται βάσει πολιτικών αποφάσεων, ή και με κρατικές διαφημίσεις. Στο πλαίσιο αυτό δεν υπάρχει ούτε καν ένας καπιταλιστικός ανταγωνισμός. Απλώς τα ΜΜΕ ζουν παρασιτικώς με χρήματα που φροντίζει να τους παρέχει η τρόικα με σκοπό την εμπέδωση της χρεοδουλοπαροικίας και την κατασυκοφάντηση οποιασδήποτε εναλλακτικής.

γ) Το κερασάκι ήρθε με την πανδημία του κορονοϊού Covid-19, την οποία εργαλειοποίησε η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ώστε να «τσιμεντώσει» ένα αυταρχικό καθεστώς με εξασφαλισμένη τη μονόπλευρη προπαγάνδα, που θυμίζει πλέον όχι μόνο την Ουγγαρία του Όρμπαν, αλλά και την Τουρκία του Ερντογάν. Aντί η κυβέρνηση να δώσει τις πραγματικές λύσεις για την πανδημία του κορονοϊού Covid-19, όπως είναι το δημόσιο δίκτυο για μαζικά, δωρεάν, τακτικά rapid tests και PCR για όλους, δηλαδή και για τους εμβολιασμένους, αραίωση τμημάτων στα σχολεία με επίταξη δημοσίων κτηρίων, και αύξηση δρομολογίων στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, επέλεξε να διοχετεύσει δημόσιο χρήμα για να φτιάξει έναν καθεστωτικό Τύπο και ΜΜΕ που απλώς δεν δείχνουν την πραγματικότητα, αλλά μία ωραιοποιημένη εικόνα. Αντί για το είναι η κυβέρνηση προτιμά συνειδητά το φαίνεσθαι στη λογική: Αν κάτι δεν φανεί στα μίντια, δεν υπάρχει.

Έχοντας εξασφαλίσει τους παιάνες όλων των συστημικών καναλιών και της συντριπτικής πλειονότητας των μεγάλων εφημερίδων, η κυβέρνηση έχει την ευχέρεια να αισθανθεί την αλαζονεία να καταδιώξει ελάχιστους εναπομείναντες κριτικούς δημοσιογράφους. Σκάνδαλα χρηματισμού πολιτικών έχουν ως αποτέλεσμα να διώκονται οι δημοσιογράφοι που τα αποκάλυψαν, όπως λ.χ. η Γιάννα Παπαδάκου και ο Κώστας Βαξεβάνης. Ενώ δημοσιογράφοι που καλύπτουν πορείες διαμαρτυρίας, όπως ο Χρήστος Αβραμίδης, δέχονται προπηλακισμούς με χυδαίες σεξιστικές εκφράσεις από τα ΜΑΤ. Και βεβαίως υποστηρίζουμε την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και δεν σχολιάζουμε τις αποφάσεις της με κομματικά κριτήρια. Όμως, ταυτόχρονα, οφείλουμε να μην είμαστε και αφελείς για τις διαπλοκές που παρατηρούνται και τις οποίες οφείλουμε να θίξουμε. Δυστυχώς, ζούμε σε μια χώρα όπου μία γυναίκα που καταγγέλλει βιασμό πρέπει να περιμένει επί ημέρες πολλές τον ιατροδικαστή μέσα σε συνθήκες ακραίου εξευτελισμού, με τρόπο που δείχνει ότι η δικαιοσύνη στην Ελλάδα πολύ απέχει από το να λειτουργεί υποδειγματικά ή να μην είναι ευάλωτη σε παντοίες πιέσεις.

Στην κατεύθυνση ακριβώς της ανεξαρτησίας των εξουσιών έχουμε καταθέσει ως ΜέΡΑ25 προτάσεις για δημιουργία σωμάτων Δίωξης Πολιτικού και Μεγαλο-Επιχειρηματικού Εγκλήματος με σκοπό την άρση των δεσμών ανάμεσα στους πολιτικούς και τους ολιγάρχες. Σώματα που πρέπει να δρουν ανεξάρτητα από την εκτελεστική εξουσία, με δικό τους προϋπολογισμό και με την απαραίτητη τεχνογνωσία και τεχνικά μέσα.

Βαθύς εκδημοκρατισμός αντί για αντικατάσταση ολιγαρχών

Οι διώξεις βεβαίως δημοσιογράφων στην Ελλάδα ερείδονται επί της πλήρης εξώνησης που έχει φέρει η διαβόητη Λίστα Πέτσα. Το θέμα, όμως, είναι και το τι κάνουμε ως αντιπολίτευση. Στη Βουλή γίναμε μάρτυρες μιας Εξεταστικής για τη «Λίστα Πέτσα», η οποία κατέληξε σε διαφορετικά κομματικά πορίσματα, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να έχει κάθε ευκαιρία να συσκεπάσει τον δόλο της πίσω από τον πληθωρισμό του κομματικοποιημένου λόγου. Το ζήτημα είναι ως ευρύτερη αντιπολίτευση να καταλήξουμε στο τι θέλουμε. Θέλουμε απλώς τους δικούς μας ολιγάρχες που θα είναι ευμενείς σε εμάς; Λειτουργούμε με άξονα το μότο: «θέλω λιγότερη διαφθορά ή περισσότερες ευκαιρίες να συμμετέχω»;

Αν θέσουμε τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων, θα δούμε ότι το πρόβλημα είναι η ίδια η ιδιοκτησία των ΜΜΕ από τους ολιγάρχες που όσο συνεχίζεται δεν θα υπάρχει ελπίδα για αντικειμενική φιλαλήθη ενημέρωση. Η μόνη λύση είναι ο συνδυασμός δημοκρατίας και καινοτομίας με ορίζοντα την κοινωνικοποίηση των μέσων και την άσκηση δημοκρατικού κοινωνικού ελέγχου σε αυτά. Αλλιώς θα συνεχίζεται μία διπλή εξαχρείωση και σπατάλη ταλέντου και εκπαίδευσης. Δημοσιογράφοι, που αναμφίβολα έχουν τη γνώση και το ταλέντο στην Ελλάδα, διαφθείρονται, μετατρεπόμενοι σε αυλοκόλακες- γελωτοποιούς, αφήνοντάς μας να αναλογιζόμαστε με ρεμβαστική διάθεση τι θα μπορούσαν να είχαν προσφέρει στη δημοσιογραφία, αν δεν είχε επισκήψει η κρατικώς εκπορευόμενη διαφθορά. Ενώ και οι ίδιοι οι πολιτικοί μας, ακόμη και στις περιπτώσεις που έχουν τις γνώσεις, την παιδεία και την ικανότητα, επειδή ακριβώς δεν «προπονούνται» από Έλληνες δημοσιογράφους που θα τους «τζαρτζάρουν» με ζόρικες ερωτήσεις, όπως είναι η δουλειά τους, όταν εντέλει βγαίνουν σε διεθνή μίντια, διασύρουν τη χώρα μας, γιατί έχουν απωλέσει τη δυνατότητα να απαντούν σε μη εκ των προτέρων οργανωμένες συνεντεύξεις. Το είδαμε με τη συνέντευξη του πρωθυπουργού μας στο CNN στην Christiane Amanpour, το είχαμε δει παλαιότερα με τον Υπουργό Τουρισμού και σε πλείστες όσες περιπτώσεις. Ενώ δεν λείπουν ακόμη και οι ναρκισιστικές καταρρεύσεις, όταν ένας ξένος δημοσιογράφος πατήσει τα κατάλληλα κουμπιά.

Δημοκρατική καινοτομία για την υπέρβαση της ολιγαρχίας

Πρέπει να σκεφτούμε με γενναιότητα και να διαγνώσουμε ποιο είναι το βασικό πρόβλημα. Η λύση δεν μπορεί να είναι μια νοσταλγική επιστροφή πριν από τη βιοπολιτική της πανδημίας και τον μνημονιακό εξανδραποδισμό γιατί και πριν είχαμε το αμαρτωλό τρίγωνο εργολάβων- τραπεζιτών- μιντιαρχών που ήταν αυτό που μας εισήγαγε και στα μνημόνια. Χρειαζόμαστε, λοιπόν, τόλμη και καινοτομία.

Είναι εξάλλου χαρακτηριστικό ότι τα ελάχιστα μη συστημικά και μη εξανδραποδισμένα μέσα βασίζονται σε συνεργατικά εγχειρήματα με κάποιου είδους θεσμική ή και τεχνολογική καινοτομία.

Ως ΜέΡΑ25 έχουμε καταθέσει στον ελληνικό λαό προτάσεις στην κατεύθυνση μιας θεσμικής δημοκρατικής καινοτομίας που να λαμβάνει υπ’ όψη της και τις νέες τεχνολογικές δυνατότητες. Βασιζόμαστε στα ΔΙΑβουλευτικά Συμβούλια Κληρωτών και Εκλεγμένων Πολιτών (ΔΙΑΣΚΕΠ), μια ευρύτερη λογική μας για πολιτικά σώματα που θα αποτελούνται από 1/3 εκλεγμένων πολιτών από τα κόμματα ανάλογα με την κοινοβουλευτική τους δύναμη, κατά 1/3 από κληρωτούς από τον γενικό πληθυσμό και κατά 1/3 από κληρωτούς επαγγελματίες του εκάστοτε κλάδου, εν προκειμένω του δημοσιογραφικού. Η λογική των ΔΙΑΣΚΕΠ, αν και πρωτοποριακή, αναβιώνει στοιχεία από την ελληνική δημοκρατική παράδοση, όπως το όραμα του Αριστοτέλη για ένα πολίτευμα που θα συνδυάζει το κατ’ εξοχήν δημοκρατικό στοιχείο που είναι η κλήρωση με το στοιχείο της εκλογής που παραπέμπει στην καλώς εννοούμενη αριστεία. Ενώ ένας ανάλογος συνδυασμός είναι αυτός ανάμεσα αφενός στην ενδεχομενικότητα των τυχαίων πολιτών (κλήρωση), που πρέπει όλοι να ενθαρρύνονται να μορφώνονται πολιτικώς με την απόδοση ευθυνών, και αφετέρου στην αναγκαιότητα των επαγγελματιών.

Παρόμοια ΔΙΑΣΚΕΠ μπορούν να οδηγήσουν στον γνήσιο εκδημοκρατισμό του τοπίου των ΜΜΕ, επαναπροσδιορίζοντας τον τρόπο σύστασης του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, με σύσταση του Συμβουλίου και ανάδειξη των μελών που θα αποσυνδεθεί από τη Βουλή και θα περάσει στη δικαιοδοσία των ΔΙΑΣΚΕΠ. Κοινωνικοποιώντας την ΕΡΤ, η οποία για να αποκτήσει πραγματικά δημόσιο χαρακτήρα, θα πρέπει να διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο θα εκλέγεται από το ΔΙΑΣΚΕΠ-ΜΜΕ και θα λογοδοτεί αποκλειστικά σε αυτό, χωρίς την κυβερνητική ποδηγέτηση. Περαιτέρω, θα χρειαστεί μία αναθεώρηση της σύμβασης με την Digea -Ψηφιακό Πάροχο Α.Ε. που αποτελεί μια ελληνική πατέντα συνδυασμού παρόχου δικτύου και παρόχου περιεχομένου.

Και, βεβαίως, η δημοσιογραφία δεν μπορεί να ανθίσει αν δεν φροντίσουμε το ευ ζην των σκληρά εργαζόμενων δημοσιογράφων. Με ρύθμιση συλλογικών συμβάσεων των εργαζομένων στον Τύπο και στα ηλεκτρονικά μέσα, ώστε να εξαλειφθούν τα φαινόμενα μαύρης εργασίας, εργασίας με το κομμάτι και των «μισθωτών με μπλοκάκι», που οδηγούν στην υπερεκμετάλλευση. Θα μπορούσαμε να είμαστε και περισσότερο τολμηροί και να στηρίξουμε μοντέλα συνδιοίκησης μέσω συνδικάτων στα ΜΜΕ και δημιουργία ταμείου στο οποίο οι μέτοχοι θα παραχωρήσουν μέρος των μετοχών τους, προκειμένου οι εργαζόμενοι στα ΜΜΕ να λαμβάνουν μερίδιο από τα κέρδη των επιχειρήσεων στα οποία εργάζονται. Πόροι για τις δημοκρατικές πολιτικές μας και για την ενίσχυση ειδικά των Έντυπων Μέσων μπορούν να βρεθούν και μέσω της τολμηρής πλην περισσότερο απαραίτητης από ποτέ φορολόγησης των FAANGS (Facebook, Amazon, Airbnb, Netflix, Google, Spotify). Τέλος, ως προς το περιεχόμενο του δημοσιογραφικού έργου, χρειάζεται να εξασφαλίζονται οι δημοσιογράφοι έναντι της λογοκρισίας, της αυτολογοκρισίας και των απολύσεων λόγω ενοχλητικών άρθρων για την εργοδοσία με ρυθμίσεις για την παρρησία των δημοσιογράφων.

Ζούμε σε μια εποχή επικίνδυνη όπου η χώρα μας διολισθαίνει σε ατραπούς Ερντογανοποίησης. Την αντίσταση δεν θα την κάνουμε κραδαίνοντας μέτριους ρεφορμισμούς ή νοσταλγία για μια εποχή πριν τη βιοπολιτική και τα μνημόνια, η οποία ουδέποτε υπήρξε ειδυλλιακή. Αλλά, αντιθέτως, αν τολμήσουμε να σκεφτούμε τι θα σήμαινε ένας βαθύς εκδημοκρατισμός και απο-ολιγαρχοποίηση και με ποιες θεσμικές και τεχνολογικές καινοτομίες θα τον πετύχουμε.