Η τακτική αυτή, όπως τονίζουν, φαίνεται να αποτελεί πολιτική επιλογή – χαρακτηριστική είναι άλλωστε η δήλωση του Αναπληρωτή Υπουργού για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής: «Ο Μαροκινός στο Μαρόκο πρέπει να μάθει ότι ο Οσμάν πήγε στην Ελλάδα και γύρισε»(!).
“Έρχεται πλέον να προστεθεί στον παράνομο εξ ορισμού διαχωρισμό των ανθρώπων με βάση τη χώρα προέλευσης, που καταργεί αμείλικτα στην πράξη τη βασική αρχή της ισότιμης πρόσβασης καθενός και καθεμίας στις διαδικασίες ασύλου, αλλά και στην παράλογη πρακτική που υιοθετούν εδώ και καιρό οι ελληνικές αρχές να εκδίδουν υπηρεσιακά σημειώματα παραμονής διάρκειας μόλις 30 ημερών σε όσους φτάνουν μαζικά στη χώρα τους τελευταίους μήνες. Η πρακτική των 30ημερων σημειωμάτων συμπλέει με το καθεστώς ομηρίας που διαμορφώθηκε μετά το κλείσιμο των συνόρων και καταλήγει, μαζί με την έλλειψη δυνατότητας πρόσβασης σε οποιαδήποτε διαδικασία νομιμοποίησης –χαρακτηριστικός είναι ο τεράστιος χρόνος αναμονής για αίτηση ασύλου- στην απογύμνωσή τους από οποιαδήποτε νομική υπόσταση εντός της χώρας και στη στέρηση βασικών δικαιωμάτων, όπως η ιατρική περίθαλψη ή η ενημέρωση για την κατάστασή τους” σημειώνει η Ομάδα Νομικών για την Υπεράσπιση των Δικαιωμάτων Προσφύγων και Μεταναστών τονίζοντας πως “Η επιλογή της αδράνειας και της ηθελημένης τυφλότητας σχετικά με το τι συνιστά πραγματική «διαχείριση» της κατάστασης με στοιχειώδη σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια αλλά και σε θεμελιώδεις νομικές αρχές, φαίνεται να μετεξελίσσεται πλέον καθαρά στην επιλογή της διευρυμένης καταστολής ως «λύσης» στο «πρόβλημα».
Η κράτηση των ανθρώπων στους οποίους απαγορεύεται η διέλευση των συνόρων εφαρμόζεται ήδη στην πράξη και μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις και πριν τη λήξη των υπηρεσιακών σημειωμάτων, γεγονός που θα έχει ως αποτέλεσμα να ισχύσει και πάλι ο δυστοπικός κανόνας της επαναλαμβανόμενης κράτησης, η οποία δεν έχει άλλη δικαιολογητική βάση πέραν της ατυχίας να βρεθεί κάποιος/κάποια στο ελληνικό έδαφος. Την ίδια στιγμή η πολιτική ηγεσία γνωρίζει πολύ καλά ότι συχνότατα η «λύση» της απέλασης είναι ανέφικτη (ενδεικτικές είναι οι πρόσφατες απελάσεις-φιάσκο από την ΕΛ.ΑΣ. 59 Πακιστανών, ορισμένοι εκ των οποίων μεταφέρθηκαν σαν αποσκευές από τη μια χώρα στην άλλη και πάλι πίσω), ενώ υπάρχουν ήδη καταγγελίες για κακοποίηση κρατούμενων μαροκινών προκειμένου να «συναινέσουν» στην… «εθελούσια» επιστροφή τους. Απαραίτητη προϋπόθεση του παραπάνω «σκηνικού» τα πολύκροτα hot spots που ήδη λειτουργούν (και όσα πρόκειται σύντομα να λειτουργήσουν), προκειμένου να επιτελούν τον διαχωρισμό των ανθρώπων σε «πρόσφυγες» (αμνοί) και «οικονομικούς μετανάστες» (ερίφια).”
“Ταυτόχρονα, η λύση της κατασταλτικής διαχείρισης επεκτείνεται και στο πεδίο. Στην ανάπτυξη δυνάμεων της Frontex με διευρυμένες αρμοδιότητες, και τις περιπτώσεις κατακράτησης ανθρώπων σε αυθαίρετα σημεία των οδικών αρτηριών προς τα σύνορα, προστίθεται και η διαφαινόμενη ποινικοποίηση της κάθε μορφής αλληλεγγύης αφενός με τις πρόσφατες συλλήψεις εθελοντών στη Λέσβο με κατηγορίες που αφορούν σε διακινητές ανθρώπων και αφετέρου με τη θέσπιση της υποχρεωτικής καταγραφής τους με υπουργική απόφαση (αριθμός ΦΕΚ 114, τεύχος Β’, 28.01.2016).
Η ποινικοποίηση αυτή φαίνεται πως θα πάρει ακόμα ευρύτερες διαστάσεις και αναπόφευκτα παραπέμπει σε μια προσπάθεια «εκκαθάρισης» των επίμαχων συνοριακών πεδίων από αλληλέγγυους και εθελοντές που μπορούν, υπό προϋποθέσεις, να διαδραματίσουν ελεγκτικό ρόλο στην εφαρμογή παράνομων τακτικών, όπως οι επαναπροωθήσεις. Τέλος, η πολιτική επιλογή της Ευρωπαϊκής Ένωσης –με την αδιαμαρτύρητη συμπόρευση της Ελλάδας- να συνάψει στρατηγική συμφωνία και να θεωρεί ασφαλή τρίτη χώρα διέλευσης τη γειτονική Τουρκία, ένα κράτος με γνωστή παράδοση καταπάτησης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ώστε να ανακόπτει τις μεταναστευτικές ροές έναντι χρηματοδότησης, μαρτυρεί τον υποκριτικό και υπολογιστικό τρόπο σκέψης των κέντρων αποφάσεων της κατά τα άλλα «ανθρωπιστικής» Ευρώπης. Προφανώς θα ακολουθήσουν αυτή τη στρατηγική πολιτική επιλογή της ΕΕ η σύναψη ή η ενεργοποίηση συμφωνιών και με άλλες «ασφαλείς» τρίτες χώρες της Αφρικής και της Νοτιοανατολικής Ασίας”.
“Ζητάμε ως ελάχιστη ένδειξη σεβασμού ανθρωπίνων δικαιωμάτων από μεριάς της πολιτικής ηγεσίας την απομάκρυνση από κατασταλτικές λογικές όπως ο εγκλεισμός και η ποινικοποίηση της αλληλέγγυας δράσης, την ισότιμη και αποτελεσματική πρόσβαση όλων όσων το επιθυμούν στις διαδικασίες ασύλου, ανεξαρτήτως χώρας προέλευσης ή εθνικότητάς, καθώς και τη χορήγηση τουλάχιστον εξάμηνης αναβολής για απομάκρυνσή, μαζί με όλα τα δικαιώματα που αυτή συνεπάγεται, σε όσους ανθρώπους τούς απαγορεύεται ακόμα η διέλευση των συνόρων” δηλώνει ακόμη η Ομάδα Νομικών καταλήγοντας πως “Το να μη γίνει η χώρα «αποθήκη ψυχών» δεν είναι ευχολόγιο. Είναι ζήτημα υιοθέτησης και εφαρμογής συγκεκριμένων πολιτικών”.