Ι. Ετεροτοπίες (της απόκλισης)
Σε μια αινιγματική πραγματεία ο Michel Foucault, αυτός ο καίριος κριτικός της πρώιμης καπιταλιστικής νεωτερικότητας, χαρακτηρίζει ως «ετεροτοπίες της απόκλισης» εκείνους τους χώρους στους οποίους η ανθρώπινη συμπεριφορά αποκλίνει από τις κοινωνικές νόρμες. «Οι ετεροτοπίες είναι κόσμοι μέσα στους κόσμους, που αντανακλούν και αναστατώνουν ό,τι είναι έξω», έγραψε. Στο τέλος του σύντομου κειμένου του ξεχωρίζει τρεις ακραίες ετεροτοπίες, που αντανακλούν την ηθική υποκρισία του δυτικού διαφωτισμού: τον οίκο ανοχής, την αποικία και πάνω από όλα το σκλαβοκάραβο που τα ενώνει με το μπάρκο του.
Η πυρκαγιά προφητικά και προκλητικά ανέδειξε δύο βασικές ετεροτοπίες της απόκλισης στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία. Οι φλόγες πρωτοεμφανίστηκαν δίπλα σε ένα ίδρυμα της εκκλησίας και κατέληξαν σε μια παραθαλάσσια βίλα μιας επιφανούς πολιτικής οικογένειας.
Η πυρκαγιά ξεκίνησε στην περιοχή του Νταού Πεντέλης, ένα εκκλησιαστικό ίδρυμα για παιδιά με ψυχικές διαταραχές, χτισμένο μέσα στο δάσος. Πόσες αποκλίσεις να χωράει μια ετεροτοπία άραγε; Τραγική υπενθύμιση ότι η Εκκλησία της Ελλάδας είναι η πιο διαχρονική ετεροτοπία της απόκλισης στη χώρα. Εδώ και αιώνες αναλαμβάνει εργολαβικά να ορίσει και να ξορκίσει αυτό που εκείνη θεωρεί ως ηθική, σεξουαλική, εθνική απόκλιση στην κοινωνία (ομοφυλόφιλοι, κομμουνιστές, πρόσφυγες) κινητοποιώντας ευχές και κατάρες, θεούς και δαίμονες στην ιερή της αυτή αποστολή. Η Εκκλησία είναι επίσης ο μεγαλύτερος καταπατητής κοινωφελούς γης στη σύγχρονη ελλάδα. Τα κτίσματά της, είτε ιδιόκτητα, είτε αφιερωμένα σε αγίους από ιδιώτες, είναι αποτέλεσμα ή οχήμα καταπάτησης δασικών κι άλλων κοινωφελών εκτάσεων σε όλη την επικράτεια.
Η πυρκαγιά κατέληξε στην ακτή, όπου 26 άνθρωποι απανθρακώθηκαν αγκαλιασμένοι ο ένας με τον άλλον σε ένα κατά τα άλλα ειδυλλιακό οικόπεδο με θέα την θάλασσα και λίγα μόλις μέτρα από αυτήν. Ζαλισμένοι από τον καπνό και κυνηγημένοι από τη φωτιά οι άνθρωποι δεν μπόρεσαν να βρουν τη μικροσκοπική ιδιωτική έξοδο του οικοπέδου προς την ακτή, επειδή ο ιδιοκτήτης είχε χτίσει έναν παράνομο τοίχο. Η ιδιοκτήτρια, πρώην νομαρχιακή σύμβουλος ανατολικής Αττικής, κατηγορήθηκε στο παρελθόν για νομιμοποιήσεις παράνομων κατασκευών. Ο θείος της, ένας ισχυρός δεξιός πρώην νομάρχης και βουλευτής, διώχθηκε για την έκδοση παράνομων αδειών ηλεκτροδότησης σε πολλά από τα οικόπεδα που έπιασαν φωτιά. Με περισσή αυτοπεποίθηση, την επόμενη της φωτιάς οι ιδιοκτήτες απαγόρευσαν την είσοδο σε όλους με βάση τον νόμο περί ιδιωτικής περιουσίας!
Με μίσος αλληγορικό και αποτέλεσμα τραγικό, η φωτιά ανέδειξε τις πιο ισχυρές ετεροτοπίες της απόκλισης της σύγχρονης Ελλάδας, τα ευαγή ιδρύματα της εκκλησιαστικής εξουσίας και τις ευήλιες βίλες της εκτελεστικής εξουσίας. Χέρι χέρι περιφράζουν τις κοινόχρηστες γαίες, καταπατούν τη φύση, κρατούν στα χέρια τους την εξουσία μέσα από τον εξορκισμό του Αλλου και τον διορισμό του δικού μας. Είθε μια μεταφορική φωτιά να τους κάψει!
II. Ου/Δυστοπίες (του τρόμου)
Το Μάτι αποτελείται κυρίως από ιδιωτικές εξοχικές κατοικίες. Το εξοχικό, η κατεξοχήν ιδιωτική ουτοπία της μικρο-μπουρζουαζίας στη χώρα, κατέχει μια περίοπτη θέση στο ρεπερτόριο των φαντασιώσεων αυτοπραγμάτωσης του Νεοέλληνα. Αυτό κατέχεις όταν τα έχεις καταφέρει στη ζωή: Μια προσωπική ουτοπία στην οποία σηκώνοντας τοίχους και μάντρες μπορείς να αφήσεις απ’ έξω την υπόλοιπη κοινωνία που ακόμα προσπαθεί να τα καταφέρει. Πολλές από αυτές τις ιδιωτικές ουτοπίες χτίστηκαν παράνομα με τη βοήθεια των αποκλίνουσων ετεροτοπιών στις οποίες αναφέρθηκα πιο πάνω.
Το Μάτι ρυμοτομικά ήταν μια πευκόφυτη συνοικία μικρών ιδιωτικών ουτοπιών, η οποία, αν κρίνουμε από τα πολλά αδιέξοδα και τις αποκλεισμένες προσβάσεις στην ακτή, είχε χτιστεί χωρίς σχέδιο πόλης. Η παράνομη δόμηση είχε ουσιαστικά καταστήσει αδύνατη την κατασκευή πλατιών δρόμων για την είσοδο και έξοδο από τον οικισμό. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι γνωρίζοντες θεωρούσαν το Μάτι ένα κρυμμένο στολίδι. Εάν δεν το ήξερες, δύσκολα θα μπορούσες να το βρεις οδηγώντας, λενε. Σε μια τραγική ανατροπή της τύχης, τα μικρά σοκάκια έγιναν αδιέξοδα για αυτοκίνητα που μπλοκαρίστηκαν και ανθρώπους που έτρεχαν να σωθούν. Μέσα σε λίγη ώρα, οι φλόγες μεταμόρφωσαν μια καλά κρυμμένη ιδιωτική ουτοπία σε εθνική δυστοπία υπό συνεχόμενη ζωντανή τηλεοπτική κάλυψη. Από την μια, η εικόνα της ιδιωτικής μικροαστικής ουτοπίας στις φλόγες εν μέσω καλοκαιρινών διακοπών δυνάμωνε την απόλυτη ταύτιση του θεατή με το θύμα καταρχάς με όρους ανθρώπινης ενσυναίσθησης κι έπειτα ταξικής αλληλεγγύης. Από την άλλη, η καμένη γη έγινε άμεσα πρόσφορο έδαφος για την (ανα)παραγωγή κάθε καλά κρυμμένου συλλογικού πάθους, μίσους και οργής.
Η φωτιά ήταν αποκαλυπτική, και με τις δύο υπάρχουσες έννοιες. Αποκάλυψε βαθιά κρυμμένες δομικές παθογένειες (και απίστευτα ρηχές κυβερνητικές ύβρεις), ενώ επέφερε τον τρόμο μιας αποκαλυπτικής, εκ Θεού εκπορευόμενης, καταστροφής. Η φωτιά άλλωστε στο χριστιανικό φαντασιακό είναι το πιο τρομερό όπλο του τιμωρού Θεού. Η «κόλαση φωτιάς» είναι βιβλική έκφραση κι όταν κάποιος προκαλεί την οργή του Θεού, «θα πέσει φωτιά να τον κάψει». Αυτή η διαβολική σύνδεση – το πιο τρομερό υποκείμενο του νεοελληνικού φαντασιακού πυρπολεί το πιο επιθυμητό αντικείμενο της νεοελληνικής φαντασίωσης – έχει προκαλέσει αδιανόητο – και πιστεύω ασυνείδητο – τρόμο, πέρα από τον αυτονόητο τρόμο της τραγωδίας. Ίσως αυτή (και όχι μόνο το μίσος τους προς τον «άθεο» Τσίπρα) εξηγεί την ετοιμότητα των ειδικών της κολάσεως – ημετέρων ορθόδοξων μητροπολιτών – να τοποθετηθούν δημόσια για τις αμαρτωλές αιτίες της τραγωδίας. Η εκκλησία μας είναι η αιώνια φλεγόμενη δυστοπία μας, η κόλαση επι της γης. Αυτή άλλωστε εφηύρε την κόλαση στους ουρανούς και την επέκτεινε στην γη.
IIΙ. Α-τοπίες (της φύσης)
Το πεύκο και το θαλασσινό νερό αποτέλεσαν ένα διαλεκτικό ταίρι ανείπωτης προδοσίας και απροσδόκητης λύτρωσης. Το αγαπημένο σκιερό πεύκο αποδείχθηκε ένα θανατηφόρο όπλο στα χέρια της φωτιάς, ενώ το αλμυρό θαλασσινό νερό έγινε ένα φιλόξενο καταφύγιο για όσους κινδύνεψαν να καούν. Το πεύκο και το νερό, το δάσος και η θάλασσα, αποξενώθηκαν από τον φυσικό τους ρόλο και μετατράπηκαν μέσα σε μια στιγμή σε «πράγμα εκτός τόπου» (matter out of place). Με αυτόν τον όρο περιέγραψε η ανθρωπολόγος Mary Douglas τα αντικείμενα που όταν αλλάζει η φυσιολογική τους θέση θεωρούνται σκουπίδια, βρωμιά, και συχνά ηθική και αισθητική απειλή στην καθεκυστία τάξη. Στην φωτιά του Ματιού, το πευκοδάσος και το θαλασσόνερο ήταν τόποι εκτός τόπου. Α-τοπίες της φύσης, αναστατωμένες από τον άνθρωπο.
Μετά την καταστροφή, δασολόγοι αποκάλυψαν ότι κατά τη διάρκεια των δεκαετιών παράνομης κατασκευής (και της χούντας) είχε συντελεστεί μια γιγαντιαία μερικώς από το κράτος χρηματοδοτούμενη εκστρατεία πευκοφύτευσης της περιοχής, αγνοώντας εγκληματικά (ή νεωτεριστικά) ότι το πεύκο είναι ο καλύτερος φίλος της φωτιάς. Ακόμη και πολύ αργότερα, κατά την προετοιμασία για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, η Μαραθώνος, η λεωφόρος που χωρίζει το βουνό από το χωριό (δήθεν μια αντιπυρική ζώνη) είχε πευκοφυτευτεί, με αποτέλεσμα να μετατραπεί σε μια πύρινη λεωφόρο επιτρέποντας στην φωτιά να πηδήσει πάνω από την οδική λεωφόρο και να ριχτεί στο χωριό (Πόσες ακόμα εθνικές τραγωδίες θα συνδεθούν με την ολυμπιάδα άραγε;).
Κυνηγημένοι από την φωτιά, χιλιάδες βρήκαν καταφύγιο στην θάλασσα. Ένα αδιανόητο μόλις λίγες ώρες πριν, αλλά αυτονόητο την ώρα της καταστροφής, καταφύγιο. Πρόσφυγες της πυρκαγιάς, έχασαν σπίτια, περιουσία, και αγαπημένους, «έβαλαν τα παιδιά τους σε βάρκες» και πέρασαν απέναντι, όπου κι αν ήταν αυτό το απέναντι, για να σωθούν. Ο τραγικός παραλληλισμός με τους πρόσφυγες που διασχίζουν τη Μεσόγειο Θάλασσα για να σωθούν από την πυρκαγιά που τρώει μανιασμένα την χώρα τους, όχι για 7 ώρες, αλλά για 7 χρόνια τώρα, ήταν βέβαιο ότι θα γίνει. Ακόμη και το ότι λίγοι κυνηγημένοι από την πυρκαγιά τελικά πνίγηκαν στη θάλασσα προσέδιδε ακόμα περισσότερη ισχύ στις παράλληλες τραγωδίες. Κι αν δεν το κατάλαβαν όλοι, λες να φρόντισε ο Ποσειδώνας κι ένας από τους πρώτους διασώστες εκ θαλάσσης ήταν Αραβας. Όταν η φωτιά φωνάζει, η θάλασσα απαντά. Στο Μάτι σήμερα, στο Χαλέπι χτες, στην Γάζα (και πάλι) αύριο. Αλλά ποιός άλλος αλήθεια ακούει;
IV. Κοινοτοπίες (της μνήμης)
Ο νεοελληνικός ρατσισμός δεν θα μπορούσε να λείπει από αυτή την ελληνική τραγωδία. Κάποιοι εξοργίστηκαν όταν μια εκπρόσωπος της αυτοδιοίκησης δήλωσε σχεδόν αυτονόητα ότι η υποστήριξη που συγκεντρώθηκε για τα θύματα πυρκαγιάς μπορεί να δοθεί και σε άλλους που έχουν ανάγκη, όπως οι πρόσφυγες του πολέμου. Αρχικά είδα το διαδικτυακό θυμό τους ως καθαρό μίσος εκτός τόπου (και χρόνου). Μου έκανε τρομερή εντύπωση ότι πριν ακόμα καταλαγιάσουν οι φλόγες κάποιοι – χωρίς καν εγκαυματα σωματικά – βάζουν μεζούρα στον ανθρώπινο πόνο (αλλωνών) και εθνικό ταβάνι στην αλληλεγγύη (επίσης αλλωνών). Μετά ωστόσο το αναγνώρισα ως μια (υπο)συνείδητη άρνηση της αυτονόητης κοινοτοπίας της θάλασσας ως καταφυγίου όλων των κυνηγημένων από κάθε είδους πυρκαγιές, των πεύκων ή των όπλων. Αν τους δειτε πίσω από το πληκτρολόγιο πείτε τους την κοινοτοπία ότι πρόσφυγας σημαίνει πυρόπληκτος σε εθνική και μακροχρόνια κλίμακα.
Ο Derek Walcott, ο ποιητής της Καραϊβικής, σοφά είπε ότι «η θάλασσα είναι Ιστορία», η θάλασσα θυμάται όλα τα εγκλήματα μέσα στο υγρό της σώμα ακόμα κι αν έγιναν χωρίς μάρτυρες. Η θάλασσα – και το νερό μέσα σ 'αυτήν, λένε οι επιστήμονες σήμερα – έχει απεριόριστη μνήμη. Η θάλασσα θα θυμάται τους πρόσφυγες της πυρκαγιάς στο Μάτι, όπως θυμάται κάθε (θάνατο) πρόσφυγα στην υπόλοιπη Μεσόγειο.
Εμείς οι άνθρωποι τείνουμε να περιορίζουμε τη μνήμη μας για τον πόνο και τη θλίψη μέσα από την εγγύτητα του χώρου και του χρόνου. Στην Ελλάδα θρηνούμε αυτούς τους θανάτους ως δικούς μας, επίσης επειδή χάθηκαν στο «έδαφός» μας. Στα timelines μας θα θρηνήσουμε αυτούς τους θανάτους για λίγο ακόμα, επίσης επειδή είμαστε προγραμματισμένοι να ποστάρουμε από τις Αυγουστιάτικες παραλίες. Η ζωή συνεχίζεται, αλλά η θάλασσα θυμάται.
Ας μάθουμε να θυμόμαστε όπως η θάλασσα. Ας δημιουργήσουμε μια μνήμη μόνιμη, χωρίς σύνορα, διαχρονική. Ίσως έτσι κανείς θάνατος, καμιά θυσία δεν θα είναι μάταιη.
Ο Νικόλας Κοσματόπουλος είναι Επίκουρος Καθηγητης Πολιτικής Ανθρωπολογιας, στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Βηρυτού.