Άλλον έναν δικαστικό φραγμό θέτει ο Άρειος Πάγος, αυτήν τη φορά για την επίσχεση εργασίας, έρχεται να προστεθεί σε εκείνη που προέβλεπε ότι η μη καταβολή δεδουλευμένων «δε συνιστά βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας». Σύμφωνα με το σκεπτικό της νέας απόφασης, η επίσχεση εργασίας μπορεί να εκληφθεί από τον εργοδότη ως δήλωση πρόθεσης του εργαζόμενου να αποχωρήσει από την επιχείρηση, και ως εκ τούτου μπορεί να τον απολύσει.
Nikos Libertas / SOOC
Όπως αποκαλύπτει το ρεπορτάζ του Documento, σύμφωνα με την υπ’αριθ. 114/2017 απόφαση του Β2 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου «…από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 5 παρ . 3 του ν. 2112/1920 και 173, 200 και 288 ΑΚ συνάγεται ότι σε περίπτωση αποχής του μισθωτού από την εργασία του, που δεν οφείλεται σε ασθένεια βραχείας διάρκειας ή λοχεία ή στην κατά το νόμο 3514/1928 στράτευσή του, αλλά σε άλλη αιτία, όπως σε επίσχεση της εργασίας του, το δικαστήριο, εκτιμώντας γενικά τις συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα η αποχή, κρίνει σύμφωνα με τις αρχές της καλής πίστης και αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη, αν η αποχή αυτή, κατά κρίση αντικειμενική, πρέπει να θεωρηθεί ως σιωπηρή δήλωση βούλησης του εργαζόμενου να λύσει τη σύμβαση εργασίας του, δηλαδή ως σιωπηρή εκ μέρους του καταγγελία αυτής, με όλες τις δυσμενείς γι’ αυτόν επιπτώσεις».
Βάσει επομένως αυτού του σκεπτικού, η επίσχεση εργασίας μπορεί να εκληφθεί από τον εργοδότη ως δήλωση πρόθεσης του εργαζόμενου να αποχωρήσει από την επιχείρηση, και ως εκ τούτου μπορεί να τον απολύσει.
Περίπου 1,5 εκατ. εργαζόμενοι δουλεύουν απλήρωτοι για διάστημα από έναν έως έξι μήνες, σύμφωνα με στοιχεία συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Επίσης, σε άλλο σημείο της απόφασης αναφέρεται ότι το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας μπορεί να θεωρηθεί καταχρηστικό «όταν, μεταξύ άλλων, δεν υπάρχει χρονικά αξιόλογη καθυστέρηση της εκπληρώσεως των υποχρεώσεων του εργοδότη (όπως της πληρωμής των ληξιπρόθεσμων μισθών) ή όταν η καθυστέρηση δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του εργοδότη, αλλά σε απρόβλεπτες περιστάσεις ή αντιξοότητες ή σε πρόσκαιρη οικονομική δυσπραγία ή σε εξαιρετικά δυσμενείς γι’ αυτόν περιστάσεις ή όταν η επίσχεση προξενεί δυσβάσταχτη και δυσανάλογη ζημία στον εργοδότη, σε σχέση με το σκοπούμενο αποτέλεσμα ή όταν στρέφεται κατά αξιόπιστου και αξιόχρεου εργοδότη ή όταν αναφέρεται σε ασήμαντη αντιπαροχή του εργοδότη (ΑΠ 940/2015, 1248/2015, 790/2014, 1342/2014, 2094/2014, 1502/2010).»
Σύμφωνα επομένως με τα παραπάνω ο εργοδότης επικαλείται πρόσκαιρη οικονομική δυσπραγία οι εργαζόμενοι πρέπει να ανεχθούν να εργάζονται απλήρωτοι ενώ σε περίπτωση που προχωρήσουν σε επίσχεση εργασίας είναι δυνατό να απολυθούν.