του Άλκη Κόκκινου
(αναδημοσίευση από το «Κοσμοδρόμιο» με την άδεια του μέσου)
Οι αιτήσεις ακύρωσης είχαν κατατεθεί η πρώτη από την Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού-ΕΛΛΕΤ και την Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία (ΧΑΕ), η δεύτερη από την Κίνηση Πολιτών Θεσσαλονίκης για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς και η τρίτη από τον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων, από κοινού με την Πανελλήνια Ένωση Συντηρητών Αρχαιοτήτων, τον Ενιαίο Σύλλογο Υπαλλήλων Υπουργείου Πολιτισμού Αττικής, Στερεάς και Νήσων και τον Σύλλογο Εκτάκτων Αρχαιολόγων.
Συγκέντρωση στο ΣτΕ
Έξω από το κτίριο του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου συγκεντρώθηκαν εργαζόμενοι του υπουργείου Πολιτισμού, μετά από κάλεσμα των τεσσάρων συνδικαλιστικών οργανώσεων που είχαν προσφύγει στο ΣτΕ. Τα σωματεία των εργαζομένων είχαν προκηρύξει παναττική στάση εργασίας από τις 9 το πρωί μέχρι τις 12 το μεσημέρι και συμβολική παράσταση διαμαρτυρίας έξω από το ΣτΕ.
Στην κοινή τους ανακοίνωση τα τέσσερα σωματεία σημείωναν: “Ένα χρόνο πριν, στις 7 Σεπτεμβρίου 2019, από το βήμα της ΔΕΘ ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης εξήγγειλε την αλλαγή σχεδιασμού για τον Σταθμό Βενιζέλου του Μετρό Θεσσαλονίκης, με απόσπαση του μοναδικού αρχαιολογικού χώρου και καταστροφή της αυθεντικότητάς του. Η επίσημη αιτιολογία ήταν, ότι με αυτή την λύση θα ολοκληρωθεί γρηγορότερα ο σταθμός Βενιζέλου και θα παραδοθεί το 2023 μαζί με όλο το μετρό. Σήμερα, περισσότερο από έναν χρόνο μετά, αποδεικνύεται πως το μόνο που έχουν καταφέρει είναι να φέρουν επιπλέον καθυστερήσει στο έργο και αποζημιώσεις στον εργολάβο. Με την Μελέτη που ενέκρινε το Υπουργείο ΔΕΝ πρόκειται να παραδοθεί το έργο του μετρό το 2023. Αντιθέτως, και τα αρχαία θα καταστραφούν και το σύνολο του έργο θα καθυστερήσει να αποδοθεί στους πολίτες”.
Στο ΣτΕ προσήλθαν επίσης, προς συμπαράσταση στους αιτούντες, και πολιτικά πρόσωπα όπως ο πρώην υπουργός και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Χρήστος Σπίρτζης, η αντιπρόεδρος της Βουλής και βουλευτής του ΜΕΡΑ25 Σοφία Σακοράφα, ο επίσης βουλευτής του ΜΕΡΑ25 Κρίτων Αρσένης, καθώς και ο πρώην Δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης.
Ο τελευταίος, μιλώντας στον ραδιοσταθμό “Στο Κόκκινο”, έκανε λόγο για απροκάλυπτη, προκλητική και προσβλητική και για το ίδιο το ΣτΕ, αλλά και για όλους τους φορείς που έχουν προσφύγει σε αυτό, παρέμβαση της υπουργού Πολιτισμού και αναρωτήθηκε “Γιατί πήγε η υπουργός Μενδώνη στην πρόεδρο του ΣτΕ πριν λίγες ημέρες; Και γιατί την δέχθηκε η πρόεδρος του ΣτΕ;”.
Σημειώνουμε πως στο θέμα αυτό, της ασυνήθιστης και πάντως εντελώς αντιθεσμικής κίνησης, με οσμή ωμής προσπάθειας παρέμβασης στην δικαιοσύνη, είχαμε αναφερθεί στο από 30 Οκτωβρίου σχετικό μας κείμενο για τις μεθοδεύσεις του υπουργείο Πολιτισμού γύρω από την υπόθεση των αρχαιοτήτων της Βενιζέλου, όπου επίσης αναρωτιόμασταν “τι δουλειά έχει σε μια τέτοια συγκυρία να επισκέπτεται τον δικαστή η υπουργός, αντίδικος η ίδια ως εκπρόσωπος του Δημοσίου, σε μια τέτοια πολύκροτη υπόθεση; Άλλως, όπως λέει κι ο λαός, τι δουλειά έχει η αλεπού στο παζάρι;”.
Αντιδράσεις κομματικά υποκινούμενες;
Τις τελευταίες ημέρες, υπό την πίεση της ολοένα και διογκούμενης καμπάνιας ενημέρωσης των φορέων που αντιτίθενται στην κυβερνητική απόφαση, καμπάνιας στην οποία συστρατεύονται δεκάδες επιστήμονες διεθνούς κύρους, καλλιτέχνες και χιλιάδες πολίτες, η κυβερνητική πλευρά επιχείρησε να υποβαθμίσει τις αντιδράσεις ως υποκινούμενες κομματικά.
Στην κατεύθυνση αυτή επιστρατεύτηκε μέχρι και η συνδικαλιστική παράταξη ΔΗΣΥΠ του υπουργείου Πολιτισμού, ηγετικά στελέχη της οποίας εμπλέκονται στην δυσώδη υπόθεση του Ταμείου Αλληλοβοήθειας υπουργείου Πολιτισμού που απασχολεί την δικαιοσύνη. Η παράταξη αυτή, που αν και επίσημα πρόσκειται στο ΚΙΝΑΛ στηρίζει θερμά όλες τις κινήσεις και πρωτοβουλίες της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη, σε μια… ιδιόμορφου ύφους ανακοίνωσή της με χαρακτηριστικό τίτλο “Εδώ ο κόσμος καίγεται τα «γκρουπούσκουλα» οργανώνουν κομματικές κινητοποιήσεις”, καταφέρεται εναντίον της συγκέντρωσης των σωματείων των εργαζομένων έξω από το ΣτΕ, καταλογίζοντας στους οργανωτές, τους οποίους χαρακτηρίζει ως “ταγμένους πολιτικάντηδες”, ενασχόληση αποκλειστικά με ζητήματα κομματικού ενδιαφέροντος και άσκηση “επαναστατικής γυμναστικής”…
“Η αντίθεσή μας στην απόφαση απόσπασης και επαναφοράς των αρχαιοτήτων είναι αποκλειστικά και μόνον επιστημονική και πολιτισμική”, αντιτείνουν στην κυβερνητική προσπάθεια μετατόπισης του κέντρου βάρους της υπόθεσης σε επίπεδο κομματικής αντιπαράθεσης, η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού και η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία. Σε κοινή τους ανακοίνωση οι δύο φορείς κάνουν λόγο για αφ’ ενός ανακριβέστατες και υποβολιμαίες και αφ’ ετέρου ηθικά κατακριτέες φήμες. Όπως τονίζουν “η ΕΛΛΕΤ (που ιδρύθηκε το 1972) και η ΧΑΕ (που ιδρύθηκε το 1884) δεν υπήρξαν ποτέ και δεν είναι σήμερα με καμιά έννοια πολιτικές οργανώσεις, ούτε πρόσκεινται σε κάποια πολιτική ομάδα, αλλά έχουν καθαρά και μόνον επιστημονικούς, πολιτισμικούς και στην περίπτωση της ΕΛΛΕΤ και περιβαλλοντικούς στόχους και σκοπούς. Αναπόφευκτα όμως”, συνεχίζουν, “διοικητικές αποφάσεις που αφορούν την πολιτισμική κληρονομιά και το περιβάλλον και που θεωρούνται λανθασμένες από επιστημονική, πολιτισμική και περιβαλλοντική άποψη αναγκάζουν τις εταιρείες αυτές να ασκήσουν κριτική έναντι των εκάστοτε διοικούντων οιασδήποτε παρατάξεως και στην ανάγκη να προσφύγουν στο ΣτΕ”. Οι δύο ενώσεις τονίζουν μάλιστα πως η συγκεκριμένη διοικητική απόφαση για τα αρχαία της Βενιζέλου “συνιστά την πιο επαχθή, μετά την μεταπολίτευση του 1974, εξέλιξη που απειλεί την αρχαία πολιτισμική κληρονομιά του ελληνικού λαού, θεωρώντας την ως πράξη καταστροφής κατά το παρόν και ως κακό προηγούμενο για το μέλλον, περισσότερο μάλιστα επειδή πρόκειται για ένα διεθνούς σημασίας αρχαιολογικό σύνολο”.
Νέες τεχνικές εκθέσεις
Ένα από τα κεντρικά θέματα που θα απασχολήσει το ΣτΕ στην υπόθεση αυτή είναι η εφικτότητα της τεχνικής λύσης που είχε προκριθεί, εγκριθεί αρμοδίως και δρομολογηθεί το 2017 για τον σχεδιασμό του σταθμού Βενιζέλου με την “κατά χώραν” διατήρηση των αρχαιοτήτων. Η λύση αυτή ανατράπηκε από την πρωθυπουργική εξαγγελία τον Σεπτέμβριου του 2019 που επανέφερε την παλαιότερη εκδοχή της κατασκευής του σταθμού με απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαίων.
Η πλευρά του υπουργείου Πολιτισμού και της “Αττικό Μετρό Α.Ε.” προσπαθεί να αποδείξει πως η λύση του 2017 δεν είναι τεχνικά εφικτή.
Σε αντίκρουση των αιτιάσεων αυτών, η πλευρά των υποστηρικτών την παραμονής των αρχαίων στη θέση τους προσκόμισε στο ΣτΕ τρεις νέες τεχνικές εκθέσεις βαρύνουσας σημασίας, που αποδεικνύουν το ακριβώς αντίθετο. Η κίνηση αυτή αφαιρεί ένα από τα σημαντικότερα επιχειρήματα του υπουργείου Πολιτισμού και της “Αττικό Μετρό Α.Ε.”.
Η πρώτη από τις εκθέσεις αυτές υπογράφεται από τον καθηγητή Γεωτεχνικής της σχολής Πολιτικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Μιχάλη Καββαδά, που θεωρείται κορυφαίος στον κλάδο του. Στην τεχνική του γνωμάτευση ο καθηγητής Καββαδάς καταλήγει με την κατηγορηματική διαπίστωση πως “η προτεινόμενη Μεθοδολογία Κατασκευής του Σταθμού Βενιζέλου με «κατά χώραν» διατήρηση των αρχαιοτήτων είναι εφικτή και κατασκευάσιμη με ασφάλεια, τόσο για το ίδιο το έργο, τις υφιστάμενες σήραγγες και τους εργαζόμενους όσο και για τα αρχαιολογικά κατάλοιπα που διατηρούνται στην θέση τους και αναδεικνύονται”.
Η δεύτερη τεχνική έκθεση υπογράφεται από τον καθηγητή του τμήματος Πολιτικών Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) Χρήστο Αναγνωστόπουλο, που ειδικεύεται σε θέματα στατικής, θεμελιώσεων και υπόγειων έργων. Και η έκθεση αυτή καταλήγει πως η μελέτη που είχε υποβληθεί για την υλοποίηση του σταθμού Βενιζέλου με διατήρηση των αρχαιοτήτων “κατά χώραν” είναι ρεαλιστική και εφαρμόσιμη. Στο ίδιο συμπέρασμα πως “η τεχνική λύση κατασκευής του Σταθμού Βενιζέλου με κατά χώραν διατήρηση των αρχαιοτήτων, όπως υποβλήθηκε [σημ: πριν την αλλαγή που εξαγγέλθηκε τον Σεπτέμβριο του 2019] από την ΟΤΜ ΑΤΕ, πληροί τις προδιαγραφές της ασφάλειας για έργα της κατηγορίας της, της υγείας και ασφάλειας εργαζομένων και κοινού κατά τη φάση κατασκευής και λειτουργίας του έργου. […]. Επιπλέον, πληροί τα κριτήρια για την ασφάλεια των αρχαιοτήτων, τόσο όσων βρίσκονται εντός του κελύφους του Σταθμού, όσο και του παρακείμενου μνημείου Χαμζά Μπέη”, καταλήγει και η τεχνική έκθεση του Χρήστου Σκάρλου, πολιτικού μηχανικού ΕΜΠ (πτυχίο Γ Τάξης στην κατηγορία 08 Στατικές Μελέτες).
Οι προσφεύγοντες κατέθεσαν, επίσης, προς απάντηση των κυβερνητικών αιτιάσεων πως την περίοδο 2016-2019 δεν υπήρχε καμία πρόοδος του έργου στον σταθμό Βενιζέλου, “τεχνική έκθεση για την πρόοδο των έργων του Μετρό Θεσσαλονίκης με κατασκευή του Σταθμού Βενιζέλου με τα αρχαία αμετακίνητα (2016 – 2019)”, που εκπόνησε ο καθηγητής του τμήματος Πολιτικών Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολή του ΑΠΘ και τ. Πρόεδρος της “Αττικό Μετρό Α.Ε.”, Γιάννης Μυλόπουλος.
Τέλος, προσκόμισαν στο δικαστήριο ειδική τεχνική έκθεση για την διακινδύνευση της αυθεντικότητας και της ακεραιότητας των σημαντικών αρχαιοτήτων που βρέθηκαν στον σταθμό Βενιζέλου με βάση τα οριζόμενα στις διεθνείς συμβάσεις προστασίας πολιτιστικής κληρονομιάς, τη διεθνή πρακτική και τα κριτήρια της UNESCO, που συνέταξε ο καθηγητής του τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και ειδικός εμπειρογνώμονας της UNESCO/ICOMOS Αλκιβάδης Πρέπης.
Οι τυπικοί λόγοι ακύρωσης της υπουργικής απόφασης
Πέραν των ουσιαστικών λόγων που επικαλούνται οι αιτούντες φορείς για την ακύρωση της υπουργικής απόφασης Μενδώνη, που συνίστανται εν πολλοίς στην εφαρμογή του αρχαιολογικού νόμου και των διεθνών συμβάσεων για την προστασία των μνημείων και των αρχαιολογικών χώρων αλλά και στην εφικτότητα της τεχνικής λύσης κατασκευής του σταθμού με την διατήρηση των αρχαίων κατά χώραν, το ΣτΕ θα πρέπει να εξετάσει και τους τυπικούς λόγους ακύρωσης που έχουν τεθεί.
Όπως έχουμε ξαναγράψει, αποκαλύπτοντας και στοιχεία για την έμμισθη σχέση, στο παρελθόν, του καθηγητή Μιχάλη Τιβέριου με την “Αττικό Μετρό Α.Ε.”, το θέμα αφορά στο επιχείρημα από την πλευρά των προσφευγόντων πως δεν ήταν νόμιμη η συνεδρίαση της 18ης Δεκεμβρίου 2019 του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ), με την συμμετοχή των κυρίων Τιβέριου και Κορρέ, το οποίο γνωμοδότησε υπέρ της απόσπασης-επανατοποθέτησης των αρχαίων. Σύμφωνα με τις πληροφορίες μας, η αντίκρουση αυτού του επιχειρήματος από την πλευρά του υπουργείου Πολιτισμού είναι εξαιρετικά δυσχερής, καθώς τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο ΣτΕ από τους προσφεύγοντες δεν είναι καθόλου εύκολο να απαντηθούν.
Το ΣτΕ έδωσε προθεσμία μέχρι τις 20 Νοεμβρίου στις δύο πλευρές, προκειμένου να προσκομίσουν τα τελικά τους σημειώματα για την υπόθεση, ενώ η απόφασή του δεν αναμένεται να εκδοθεί πριν το τέλος του έτους. Σύμφωνα με τις πληροφορίες μας οι προσφεύγοντες φορείς θα συνεχίσουν και θα εντείνουν μέχρι τότε την επικοινωνιακή καμπάνια τους, ενώ η κυβερνητική πλευρά, αντιμέτωπη επιπλέον και με την αποδοκιμασία της πλειονότητας των πολιτών της Θεσσαλονίκης για τους χειρισμούς της, πέρα από τα επιχειρήματά της, βλέπει σταδιακά να καταρρέει και το χρονοδιάγραμμα αποπεράτωσης του έργου που τόσο φιλόδοξα είχε εξαγγείλει ο ίδιος ο πρωθυπουργός.