Σε νέα εξονυχιστική έρευνα προχώρησαν οι αρχές στην υπόθεση Λιγνάδη, που κατηγορείται για βιασμό κατά συρροή. Έπειτα από έρευνες που διενεργήθηκαν στην οικεία και την αποθήκη του πρώην Καλλιτεχνικού Διευθυντή του Εθνικού θεάτρου, εξετάζεται το ενδεχόμενο εύρεσης νέων στοιχείων που αφορούν στο αδίκημα της πορνογραφίας ανηλίκων. Οι αρχές προχώρησαν άμεσα στις έρευνες έπειτα από την κατάθεση του τρίτου κατά σειρά μηνυτή του Δημήτρη Λιγνάδη και σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Αντωνίας Ξυνού στο news247.gr «στόχος είναι να ελεγχθεί εάν υπήρχαν ενδείξεις τέλεσης του κακουργήματος της πορνογραφίας, πλην εκείνου του βιασμού».

Όπως όλα δείχνουν, η απόφαση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών της Αθήνας να προχωρήσει και σε συμπληρωματική ποινική δίωξη σε βάρος του Δημήτρη Λιγνάδη, φανερώνει ότι η αρχική έρευνα των αστυνομικών αρχών δεν έφερε κάποιο επιθυμητό, ουσιαστικό αποτέλεσμα. Στο σχετικό ρεπορτάζ σημειώνεται χαρακτηριστικά ότι «παρά το γεγονός ότι κατά πληροφορίες, ερευνήθηκαν τόσο υπολογιστές όσο και κινητά, φαίνεται πως δεν εντοπίστηκαν επαρκή στοιχεία, προκειμένου οι εισαγγελικές αρχές να ασκήσουν δίωξη και για δεύτερο κακούργημα». Στο σημείο αυτό βέβαια αξίζει να τονίσουμε πως ενώ υπήρχαν φημολογίες και συγκεκριμένες καταγγελίες κατά του πρώην Καλλιτεχνικού Διευθυντή του Εθνικού θεάτρου, οι αρχές καθυστέρησαν τις έρευνες. Συγκεκριμένα,  η πρώτη έρευνα στο σπίτι του πραγματοποιήθηκε τουλάχιστον δέκα μέρες μετά τη σύλληψη και χρειάστηκε να ακολουθήσει μια ακόμα έπειτα από λίγες μέρες στην αποθήκη αλλά και τον κοινόχρηστο χώρο στο υπόγειο της πολυκατοικίας. Σε κάθε περίπτωση ερωτήματα γεννά το γεγονός της καθυστέρησης αυτής, που έδωσε ουσιαστικά στον φερόμενο ως δράστη το περιθώριο να αποκρύψει πιθανά στοιχεία χρήσιμα για την υπόθεση.

Η δικογραφία που έχει σχηματιστεί σε βάρος του Δημήτρη Λιγνάδη, μετά την άσκηση δίωξης, διαβιβάζεται στην 19η τακτική ανακρίτρια, ενώ στα χέρια της Δικαιοσύνης βρίσκεται και τέταρτη καταγγελία σε βάρος του ηθοποιού. Ο τέταρτος μηνυτής επιβεβαίωσε με λεπτομέρειες  τη μεθοδολογία που εμφανίζεται να είχε ο προφυλακισμένος σκηνοθέτης και δε διαφέρει με όσα έχουν έρθει στο φως της δημοσιότητας.

Νάρκωση και βιασμό καταγγέλλει ο τρίτος μηνυτής

Ο μηνυτής αναφέρει ότι γνωρίστηκε με τον Δ. Λιγνάδη περί τα τέλη Νοεμβρίου του 2018 στην Πλατεία του Αγίου Παύλου στο Μεταξουργείο, καθώς για ένα διάστημα ήταν χρήστης ναρκωτικών ουσιών, τις οποίες προμηθευόταν από την περιοχή. Σύμφωνα με όσα αναφέρει στην καταγγελία του, ο Δ. Λιγνάδης, επικαλούμενος υποχρέωση, του ζήτησε να ανανεώσουν το ραντεβού τους για άλλη ημέρα, προκειμένου να συνεχίσουν την κουβέντα τους και να γνωριστούν καλύτερα.

«Μου άνοιξε την πόρτα ημίγυμνος, φορώντας μία πετσέτα μπάνιου γύρω από τους γοφούς του με την δικαιολογία, ότι μόλις είχε βγει από το μπάνιο», αναφέρει ο μηνυτής για τη δεύτερη συνάντησή τους. Μου πρόσφερε ουίσκι και καπνίσαμε μαζί μαριχουάνα, ενώ μετά με κάλεσε να δούμε μαζί πορνογραφικό υλικό με νεαρά αγόρια σε διάφορες ερωτικές περιπτύξεις με μεσήλικα πρωταγωνιστή, του οποίου δεν φαινόταν το πρόσωπο, και οι οποίες περιλάμβαναν στοματική και πρωκτική διείσδυση…», ενώ όπως σημειώνει ο ίδιος, ο Δ. Λιγνάδης άρχισε να του δείχνει μια σειρά  από ερωτικά βοηθήματα που είχε στον χώρο. «Όντας ο ίδιος αυστηρώς ετεροφυλόφιλος ως προς το σεξουαλικό μου προσανατολισμό, αισθάνθηκα μεγάλη αποστροφή από όλα αυτά, κυρίως όμως έκπληξη και αμηχανία από το γεγονός ότι ένας τόσο γνωστός και καταξιωμένος καλλιτέχνης εξέθετε ενώπιον μου, έναν άγνωστο του, την ερωτική του ζωή και τις ιδιαίτερες σεξουαλικές προτιμήσεις του», αναφέρει ο μηνυτής.

«Σωριάστηκα λιπόθυμος»

«Κάποια στιγμή ο μηνυόμενος πήγε στην κουζίνα και επέστρεψε, φέρνοντας μου ένα επιπλέον ποτήρι ουίσκι, το οποίο λόγω της εντονότατης ψυχικής υπερδιέγερσης και αμηχανίας που ένιωθα, ήπια μονορούφι. Ξαφνικά ένιωσα το σώμα μου να πυρακτώνεται, το αίμα να ανεβαίνει στο κεφάλι μου, θόλωσε η όραση μου και άρχισα να χάνω την αίσθηση του περιβάλλοντος. Σωριάστηκα λιπόθυμος στον καναπέ. Όταν ξύπνησα, δεν ξέρω πόση ώρα είχε περάσει, βρέθηκα ξαπλωμένος στον καναπέ και γυμνός από τη μέση και κάτω….Ζαλισμένος όπως ήμουν και χωρίς να έχω επανακτήσει πλήρως τον έλεγχο των αισθήσεων μου, τον ρώτησα «τι έγινε», τι μου έκανες;» κι αυτός με σαρκαστικό ύφος μου απάντησε «έλα τώρα που δε σ’ άρεσε»…..

Με προσκάλεσε να καθίσουμε μπροστά στον υπολογιστή, άνοιξε ένα ηλεκτρονικό φάκελο και άρχισε να μου δείχνει πορνογραφικές φωτογραφίες με νεαρά αγόρια σε διάφορες ερωτικές περιπτύξεις με μεσήλικα πρωταγωνιστή, του οποίου δεν φαινόταν το πρόσωπο, και οι οποίες περιλάμβαναν στοματική και πρωκτική διείσδυση και ταυτόχρονα με όση δύναμη είχα του έριξα ένα πολύ δυνατό χαστούκι. Ήμουν τόσο οργισμένος που παρά τη σωματική αδυναμία και την ζάλη που ένιωθα, όρμησα επάνω του για να τον χτυπήσω. Αυτός όμως οπισθοχώρησε και αφού προφυλάχτηκε πίσω από μια καρέκλα, με απείλησε ότι αν δε φύγω αμέσως θα καλέσει την αστυνομία, θα πει ότι αποπειράθηκα να το ληστέψω και θα με στείλει φυλακή.

Τρομοκρατήθηκα, γιατί ήμουν ήδη καταδικασμένος με αναστολή. Αναλογίστηκα την τεράστια κοινωνική δύναμη του μηνυομένου σε σχέση με τη δική μου αδυναμία. Φοβήθηκα ότι κανείς δεν θα πιστέψει έναν καταδικασμένο πρώην χρήστη ναρκωτικών ότι ο μηνυόμενος με τις υψηλές γνωριμίες και διασυνδέσεις βρίσκεται σαφώς σε σχέση ισχύος απέναντι μου, ότι εύκολα μπορούσε να με παγιδεύσει και να καταλήξω άδικα στη φυλακή.

Νιώθοντας απέναντι του αδυναμία και απελπισία ξέσπασα σε κλάματα, ντύθηκα άρον- άρον και εγκατέλειψε το διαμέρισμα. Έκτοτε δεν τον ξανασυνάντησα. Σήμερα συνειδητοποιώ, ότι ήταν μεγάλο το λάθος μου να μην έχω καλέσει επιτόπου την αστυνομία ή να έχω απευθυνθεί αμέσως στην δικαιοσύνη. Όμως την εποχή εκείνη, λόγω της προσωπικής μου αδυναμίας, δεν τόλμησα να ζητήσω την προστασία της πολιτείας.»