Σε μία άκρως ρατσιστική και ξενοφοβική ανάρτηση προχώρησε για άλλη μία φορά ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος. Αφού προσπάθησε ξανά να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, λέγοντας πως η ανάρτηση των επωνύμων των νηπίων μεταναστών «ήταν ένα λάθος που παραδέχτηκα αμέσως», χαρακτηρίζει τις αντιδράσεις που ξεσήκωσε αυτή του η κίνηση ως «παραφουσκωμένο κυνήγι μαγισσών».

Ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος στη συνέχεια, υπενθυμίζει στους ακόλουθούς του τις απόψεις του περί μεταναστευτικού, αλλά και τη γνώμη του για τις άκρως αυστηρές «και νόμιμες» διαδικασίες που θα πρέπει να τηρούνται για την είσοδο και την εγκατάσταση αλλοδαπών στην Ελλάδα, για να καταλήξει στο ότι μιας και έγινε το κακό, με τα παιδιά των μεταναστών να βρίσκονται και αυτά στη χώρα μας, τότε η ενσωμάτωσή τους θα πρέπει να γίνει πληρώντας βασικά κριτήρια, όπως την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας, για να μην καταλήξουμε σε «γκετοποίηση» των ελληνικών γειτονιών. Ο βουλευτής δεν διστάζει να κάνει αναφορά στις περιοχές της Αθήνας στις οποίες κατοικούν μετανάστες, χαρακτηρίζοντάς τες σε σαρκαστικό τόνο «πολύχρωμες και πολυπολιτισμικές», άξιες για «να φάει φαλάφελ» ένας κάτοικος του Ψυχικού, αλλά… «ανυπόφορο μαρτύριο» για τους μόνιμους κατοίκους, οι οποίοι αναγκάζονται να υπομένουν «την εξαθλίωση και την εγκληματικότητα», καθώς οι γειτονιές ρημάζουν από την ύπαρξη των μεταναστών.

Σε άλλο σημείο, ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος, παραδίδει μαθήματα για τις «αδικίες της ζωής». Αναφέρει ότι «εφόσον μια οικογένεια Ελλήνων πολιτών δεν δικαιούται θέση σε προσχολική δομή διότι έχει ένα πενιχρό μεν, δηλωμένο όμως, εισόδημα – σε αντίθεση με οικογένειες αλλοδαπών που δεν δηλώνουν εισόδημα, διότι ζουν από τα επιδόματα και την παραοικονομία – τότε δημιουργούνται συνθήκες επικίνδυνες για τη δημοκρατία μας. Το πραγματικό αυγό του φιδιού επωάζεται εκεί όπου οι «ελίτ» δεν καταδέχονται να στρέψουν το βλέμμα, πολλώ μάλλον να πατήσουν το πόδι τους».

Το αφήγημα «δεν είμαι ρατσιστής, αλλά…», κορυφώνεται, όταν ο βουλευτής στην προσπάθειά του να πείσει το κοινό του ότι η ανάρτησή του δεν αποτελεί παραλήρημα ξενοφοβίας, κάνει αναφορά στον Γιάννη Αντετοκούμπο, εκδηλώνοντας την περηφάνειά του και «προειδοποιώντας» ότι αυτό που συνέβη με τον Γιάννη Αντετοκούμπο, να είναι δηλαδή Έλληνας πολίτης, Χριστιανός Ορθόδοξος, άπταιστος ομιλητής της ελληνικής, «πολύ δύσκολα θα συμβεί σε γειτονιές όπου μπορεί και να περάσει κανείς μέρες μέχρι να χρειαστεί να μιλήσει ελληνικά».