
Συγκεκριμένα είπε μιλώντας στα Παραπολιτικά: «Το 2022 είχαμε νομοθετήσει ότι δεν μπορεί κανείς σε βασικά είδη διαβίωσης, σε τρόφιμα, καύσιμα να έχει ποσοστό κέρδους μεγαλύτερο από αυτό που είχε το ’21. Θέλαμε να ελέγξουμε το ποσοστό κέρδους, ώστε να μη χρησιμοποιηθεί η παγκόσμια πληθωριστική κρίση για κάτι πρόσθετο στη χώρα μας. Αυτό το μέτρο είναι πάρα πολύ σκληρό, γιατί, αν εμποδίζεις στοιχειωδώς την ύπαρξη κέρδους πάνω από ένα σημείο, προφανώς μπαίνουν εμπόδια στον ανταγωνισμό και στην κανονική διαδικασία της αγοράς. Αυτός είναι ο λόγος που το μέτρο θα κλείσει στις 30 Ιουνίου, όμως αποφασίσαμε μέχρι 30 Ιουνίου να συνεχιστεί η λειτουργία αυτού του μέτρου, καθώς στο μεσοδιάστημα προετοιμάζουμε μια σημαντική μεταρρύθμιση πλαισίου εποπτείας της αγοράς και προστασίας του καταναλωτή, η οποία θα συζητηθεί στο επόμενο Υπουργικό Συμβούλιο και θα προωθηθεί τάχιστα για υλοποίηση, θέλοντας σε μια νέα κανονική πλέον περίοδο για την ελληνική αγορά να προχωρήσουμε μπροστά».
Ακόμη ισχυρίστηκε ότι η «τιθάσευση» του πληθωρισμού στα τρόφιμα ήταν αποτέλεσμα των «πολύ σκληρών μέτρων» που πήρε η κυβέρνηση: «Θέλω να επισημάνω ότι με την εφαρμογή πολύ αυστηρών μέτρων, όπως αυτού που είπα, και με τους ελέγχους έχει συμβάλει στο να επιτευχθεί η τιθάσευση του πληθωρισμού στα τρόφιμα. Μπορεί για μεγάλο αριθμό των συμπολιτών μας να είναι ακριβά τα προϊόντα, και είναι γιατί έχουν ακριβύνει περίπου 35% τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ωστόσο τους τελευταίους έξι μήνες η άνοδος αυτή έχει φρενάρει και η Ελλάδα έχει τον μικρότερο πληθωρισμό τροφίμων στην ευρωζώνη, κάποιους μήνες είχε και αρνητικό πληθωρισμό».
Ο Τάκης Θεοδωρικάκος ισχυρίστηκε ότι η αύξηση του τζίρου των super markets, δεν οφείλεται στην ακρίβεια: «Η αύξηση του τζίρου των super markets δεν οφείλεται στην ακρίβεια, δεν οφείλεται στην άνοδο των τιμών, είναι καθαρή άνοδος του όγκου συναλλαγών. Υπάρχουν μέτρα που όντως παρατάθηκαν μέχρι τέλη Οκτωβρίου, ορισμένα από τα οποία ο δικός μου προβληματισμός είναι ότι ίσως πρέπει να μείνουν μόνιμα. (Το κυριότερο είναι οι προσφορές στα ράφια). Κατά τη γνώμη μου, δεν είναι σωστό μια εταιρεία να αυξάνει την τιμή σε ένα της προϊόν και στη συνέχεια μέσα σε ένα διάστημα 2-3 μηνών να λέει ότι κάνω προσφορά, κάνω έκπτωση, και να χαμηλώνει την τιμή, γιατί αυτό είναι μια προφανής παραπλάνηση. Σήμερα υπάρχει η δυνατότητα να κάνει προσφορά ή έκπτωση σε ένα προϊόν μια εταιρεία εάν περάσουν τρεις μήνες από την ανατίμηση. Επομένως βλέπω ότι αυτό το μέτρο έχει νόημα».
Σχετικά με την ακρίβεια που στραγγαλίζει τα νοικοκυριά είπε: «Δεν αρνούμαι ότι υπάρχουν κοινωνικές ομάδες οι οποίες δυσκολεύονται πάρα πολύ να ανταποκριθούν στις ανάγκες, κυρίως κατά τη γνώμη μου αυτοί είναι οι άνθρωποι οι οποίοι ζουν στο νοίκι. Αν ένας άνθρωπος παίρνει 800-1.000 ευρώ και πρέπει να δώσει τα 500 ευρώ στο νοίκι, χωρίς να βάλω μέσα τις στοιχειώδεις δαπάνες για το σπίτι, αντιλαμβάνεστε ότι ζει με ελάχιστα χρήματα και επομένως αυτός ο άνθρωπος, όταν πάει στο super market, θα πάρει λιγότερα. Το γεγονός ότι έχουμε εντοπίσει πως εκεί υπάρχει το μεγάλο πρόβλημα είναι ο λόγος που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός το πάγιο μέτρο ότι κάθε Νοέμβριο θα παίρνουν οι άνθρωποι που είναι στο νοίκι μέχρι 800 ευρώ, θα παίρνουν ένα νοίκι από το κράτος επιδότηση».
Ερωτηθείς για το αν υπάρχουν καρτέλ στην αγορά, αρνήθηκε να απαντήσει: «Δεν μπορεί ο υπουργός Ανάπτυξης να βγει και να πει «υπάρχουν καρτέλ, όχι δεν υπάρχουν καρτέλ», ο υπουργός Ανάπτυξης θα σας πει ότι την πρώτη μέρα που πήγα εκεί κάλεσα την πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού, τη ρώτησα τι θέλει για να στηρίξουμε τη δράση της επιτροπής σε προσωπικό, σε υποδομές και κάνω ό,τι μου ζήτησε. Της ζήτησα να υπάρχουν σοβαροί έλεγχοι και να ελεγχθούν καρτέλ που έχουν σχέση σε βασικά είδη διαβίωσης, καθώς και στις πολυεθνικές, οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις πουλάνε σε τιμές που είναι προφανώς από τις ακριβότερες. Βεβαίως, όταν κάλεσα τους εκπροσώπους των πολυεθνικών έναν προς έναν στο γραφείο, η απάντησή τους ήταν ότι πουλάνε σε τιμές που οι Έλληνες αγοράζουν».