«Το Μάιο η κυβέρνηση αποφάσισε να αυξήσει για φέτος τις δημόσιες δαπάνες και να μειώσει τη φορολογία, μέτρα που αντιστοιχούν με το 0,7% του ΑΕΠ» δήλωσε σε συνέντευξή του στην γερμανική Handelsblatt ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννης Στουρνάρας, τον οποίο το έντυπο χαρακτηρίζει ως «ενοχλητικό σοφό» για τον Αλέξη Τσίπρα, ενώ για τις φορολογικές ελαφρύνσεις που ανακοινώθηκαν προ μηνών, χρησιμοποιεί τον χαρακτηρισμό «δωράκια».

«Αναμένουμε μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος από το σχεδιαζόμενο 3,5% του ΑΕΠ στο 2,9%. Προσωπικά δεν βλέπω κανένα δημοσιονομικό χώρο για το ψηφισμένο φορολογικό πακέτο. Πόσο μάλλον που οι μακροοικονομικές προοπτικές για το 2019 έχουν χειροτερεύσει σε σχέση με τις υποθέσεις που περιγράφονται στον προϋπολογισμό» επιμένει ο Γ. Στουρνάρας να εκφράζει τους «φόβους» του για την πορεία των δημοσιονομικών, χωρίς να σχολιάζει αντίστοιχα τις διακηρύξεις της Νέας Δημοκρατίας για τη φορολογία.

«Για δύο λόγους, ο πρώτος αφορά στον τρόπο με το οποίο επιτυγχάνεται αυτό το πλεόνασμα με ένα δημοσιονομικό μείγμα που βασίζεται κατεξοχήν στη υπερφορολόγηση. Οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές και τα στενά περιθώρια φορολογικής βάσης έχουν εξασθενήσει τα ιδιωτικά νοικοκυρά και τις επιχειρήσεις. Κι αυτό θέτει τη βιωσιμότητα των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων για μεγάλο χρονικό διάστημα εν αμφιβόλω. Ο δεύτερος λόγος αφορά στις δημόσιες επενδύσεις. Η κυβέρνηση για πολλά χρόνια τις μείωσε για να εξοικονομήσει υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα κλέβοντας από την οικονομία για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα απαραίτητες δημόσιες επενδύσεις. Πρέπει να κλείσουμε επειγόντως αυτήν την τρύπα» δηλώνει ο πρώην υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Σαμαρά.

Αναφορικά με την κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις επερχόμενες εκλογές, ο Γ. Στουρνάρας υποστηρίζει πως στους κύριους στόχους της θα πρέπει να είναι «να προσελκύσει ξένους επενδυτές και να αλλάξει το υπάρχον δημοσιονομικό μείγμα προς την κατεύθυνση χαμηλότερων φόρων».

«Κατά την άποψή μου οι δημοσιονομικοί στόχοι που συμφωνήθηκαν είναι υπερβολικά υψηλοί. Θα πρέπει σε συνεννόηση με τους θεσμούς να μειωθούν για να μπορέσει να κινηθεί πιο γρήγορα η οικονομία» σημειώνει ο διοικητής της ΤτΕ, ενώ κάνοντας έναν σύντομο απολογισμό για την εξωφρενική δημοσιονομική προσαρμογή της Ελλάδας από το 2009, την χαρακτηρίζει «αξιοθαύμαστη, γιατί επετεύχθη σε περίοδο βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης».

Παράλληλα, δεν παραλείπει να εκφράσει και πάλι τους «φόβους» του για επιστροφή της Ελλάδας σε προηγούμενες καταστάσεις, υποστηρίζοντας πως «δεν πρέπει να επαναλάβουμε τα ίδια σφάλματα. Επιτύχαμε τη δημοσιονομική προσαρμογή και για αυτό το μάθημα, πληρώσαμε ένα πολύ υψηλό τίμημα για να μπορέσουμε να το ξεχάσουμε».