Ο Δήμος Βρύζας είναι βιολιστής, αυτοσχεδιαστής και γενικά καλλιτέχνης του ήχου και τα τελευταία χρόνια κινείται μεταξύ Ελλάδας και Ελβετίας. Την τελευταία πενταετία ασχολείται ενεργά με την επιμέλεια του No Ordinary Festival, όπως και άλλων συναυλιών πειραματικής μουσικής.

-Δήμο πώς ξεκίνησε η ιδέα για το No Ordinary Festival;
Η ιδέα για το φεστιβάλ ξεκίνησε το 2021, λίγο μετά τον κορονοϊό. Είχα επιστρέψει στην Ελλάδα από την Ελβετία όπου ζούσα μόνιμα για αρκετά χρόνια και έπειτα από μια ιδέα του φίλου και συνεργάτη Νικόλα Νικητάκη να γίνει ένα φεστιβάλ πειραματικής μουσικής, κάπως κάτσαμε αρκετά γρήγορα θα έλεγα, αλλά πολύ αποφασιστικά και το στήσαμε μέσα σε ένα καλοκαίρι. Ο Νικόλας έχει και τον χώρο που γίνεται το φεστιβάλ, το Trancedance. Εγώ τότε έστησα ένα line -up με καλλιτέχνες από την τοπική σκηνή και ουσιαστικά από την πρώτη χρονιά έγινε ένα mix με κόσμο που είτε αυτοσχεδίαζε ενεργά είτε δεν είχε πολύ σχέση με τον αυτοσχεδιασμό αλλά είχε όρεξη να ασχοληθεί. Οπότε χωρίσαμε τους καλλιτέχνες σε γκρουπ όπου ουσιαστικά έπαιζαν για πρώτη φορά μαζί. Αυτή η συνθήκη ονομάζεται Ad Hoc και έχει διατηρηθεί στο φεστιβάλ, δηλαδή κατά βάση πρόκειται για Αd Hoc συναυλίες. Aπo το 2023 στην καλλιτεχνική επιμέλεια είμαστε εγώ και η Μαρίνα Ταντανόζη , και μαζί και με τον Σίμο Ρηνιώτη και τον Νικόλα Νικητάκη που έχει τον συναυλιακό χώρο, είμαστε μια ομάδα τεσσάρων ανθρώπων που ασχολείται με το φεστιβάλ, με την παραγωγή, την επιμέλεια και οτιδήποτε άλλο προκύψει.
-Μπορείς να μας εξηγήσεις περισσότερο τι σημαίνει «Ad Hoc συνθήκη» για την πειραματική μουσική;
Πρόκειται για μια συνθήκη που τα άτομα συναντιούνται για πρώτη φορά και παίζουν μαζί στο κοινό, χωρίς να υπάρχει κάτι προαποφασισμένο και προσχεδιασμένο. Πολλές φορές, δηλαδή, υπάρχει περίπτωση οι μουσικοί να συναντιούνται και για πρώτη φορά εξ’ όψεως, ενώ δεν γνωρίζονται καν στην πραγματικότητα. Όλα συμβαίνουν έτσι και αλλιώς σε παροντικό χρόνο, πόσο μάλλον στην Ad Hoc συνθήκη, οπότε η Μαρίνα και εγώ που βρισκόμαστε στην καλλιτεχνική επιμέλεια, επιλέγουμε τόσο μουσικούς που έχουν κάποια εμπειρία αλλά και κάποια άτομα που μπαίνουν τώρα σιγά-σιγά στο χώρο ώστε να γίνει και μια ομαλή μετάβαση, να μπορούμε να συμπεριλαμβάνουμε διαφορετικές ηλικίες, διαφορετικά ακούσματα. Το γεγονός ότι πρόκειται για ένα διεθνές φεστιβάλ βοηθάει αρκετά να επιτευχθεί μια διαπολιτισμική συνάντηση πολλών και διαφορετικών καλλιτεχνών, ειδικά αν λάβουμε υπόψη ότι υπάρχουν πολλοί μουσικοί που ασχολούνται με τον αυτοσχεδιασμό στο εξωτερικό. Άμα δείτε όλα τα line -up των προηγούμενων ετών, εκτός από το πρώτο που ήταν η σύσταση του φεστιβάλ και ήταν όλος ο κόσμος από Θεσσαλονίκη, είναι άτομα από διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Φέτος έχουμε και από τον Λίβανο έναν καλλιτέχνη, σε μια προσπάθεια να ανοίξουμε ακόμα περισσότερο το φεστιβάλ.
-Δεν υπάρχει, δηλαδή, κάποια συγκεκριμένη «δομή» στο φεστιβάλ;
Η αλήθεια είναι ότι μας ενδιαφέρει πάρα πολύ αυτή η συνθήκη ad hoc από την άποψη ότι κάπως «αμφισβητεί» το παραδοσιακό μοντέλο ιεράρχησης του ακροατηρίου με τον μουσικό. Δηλαδή, παραδοσιακά ο ακροατής πηγαίνει να ακούσει κάτι που γνωρίζει, που του αρέσει αλλά αυτό δεν συμβαίνει σε αυτή την περίπτωση. Προφανώς και υπάρχει μια δομή, μιας που πρόκειται τυπικά για συναυλίες, αλλά ούτε οι μουσικοί γνωρίζουν εξαρχής τι θα παίξουν, ούτε και οι ακροατές τι θα ακούσουν. Μέσα από αυτή τη συνθήκη και τα δύο μέρη έρχονται κάπως πιο κοντά, σπάζοντας τα παραδοσιακά φράγματα και αυτό μας ενδιαφέρει αρκετά στο φεστιβάλ. Υπάρχουν και κάποια sets πιο δομημένα, όπως το τελικό set που πρόκειται για ένα σόλο ηλεκτρονικής μουσικής από τον Legacy, έναν καλλιτέχνη της Θεσσαλονίκης ο οποίος παρουσιάζει δικά του κομμάτια που προφανώς τα έχει μανιπιουλάρει έτσι ώστε να είναι παρουσιάσιμα σε live setting, αλλά δεν πρόκειται για DJ set. Φυσικά, είναι ένα set που ο κόσμος έχει τη δυνατότητα να ακούσει στο YouTube ή σε κάποια άλλη πλατφόρμα, να ακούσει τα αντίστοιχα κομμάτια του δημιουργού.
-Πρόκειται, δηλαδή, για ένα φεστιβάλ μουσικών «στιγμών», μια μουσική που γεννάται εκείνη τη στιγμή και κατά πάσα πιθανότητα δεν πρόκειται να αναπαραχθεί ποτέ ξανά;
Ακριβώς, εμείς ασχολούμαστε εν γένει με την πειραματική μουσική, αλλά στην πραγματικότητα το επίκεντρο εντοπίζεται στον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό και στην ad hoc συνθήκη. Προφανώς σε κάθε φεστιβάλ υπάρχουν και κάποια σετ, τα οποία ενδέχεται να παρουσιαστούν και σε επόμενη διοργάνωση με ένα ντουέτο, ένα τρίο όπου γνωρίζονται οι μουσικοί και παίζουν μαζί, αλλά κατά βάση δεν υπάρχει κάτι προαποφασισμένο. Μας ενδιαφέρει ο ελεύθερος αυτοσχεδιασμός γιατί πρόκειται για μια παροντική συνθήκη όπου τα πράγματα λαμβάνουν χώρα στον χρόνο «τώρα», εκείνη τη στιγμή. Σίγουρα ο χρόνος αποτελεί βασικό σημείο του ελεύθερου αυτοσχεδιασμού καθώς πρόκειται για μια «ανοίκεια
μουσική, τόσο για τα ίδια τα άτομα που παίζουν όσο και για τους ακροατές, γι’ αυτό τον λόγο και το κάθε set διαρκεί περίπου 30-40 λεπτά. Πρόκειται για μα προσπάθεια επικοινωνίας τόσο των ανθρώπων που βρίσκονται στη σκηνή και αλληλεπιδρούν με ήχους μεταξύ τους όσο και εκείνων που ακούν αυτούς τους ήχους.
-Τί σας ενέπνευσε να ασχοληθείτε με αυτό το είδος μουσικής, με τον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό;
Καταρχάς, η Μαρίνα, εγώ και ο Σίμος ασχολούμαστε αρκετά χρόνια με αυτό το είδος, δηλαδή είμαστε ενεργοί αυτοσχεδιαστές και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Αυτό που μας εμπνέει, κυρίως εμένα, είναι ακριβώς το ότι δεν υπάρχει κάποια απαίτηση ούτε από το κοινό προς εμένα ούτε από έμενα προς τον συμπαίκτη μου. Υπάρχει αυτή η ιδιάζουσα ελευθερία όπου μπορείς να παίξεις οτιδήποτε θέλεις αλλά, ταυτόχρονα, είναι σημαντική και η έννοια της «συλλογικότητας», καθώς οφείλεις να ακούς τον συμπαίκτη σου πάνω στη σκηνή, τους δικούς του ήχους και να συνεργάζεσαι ενεργά μαζί του για να υπάρξει κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα. Επίσης, είναι σημαντικός και ο εκάστοτε χώρος, το πλαίσιο στο οποίο θα λάβει χώρα μια τέτοια προσπάθεια, καθώς κινούμαστε διαφορετικά σε έναν συναυλιακό χώρο από μια εκκλησία ή ένα αρχαίο θέατρο. Πρόκειται για μια διαρκή συνομιλία όχι μόνο ανάμεσα στους ίδιους τους μουσικούς αλλά και με το κοινό και τον χώρο, για μια επανεφεύρεση του μουσικού οργάνου αλλά και την ενσωμάτωση άλλων ήχων και ακουσμάτων. Για παράδειγμα, εγώ που είμαι βιολιστής έχω τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσω διαφορετικά αντικείμενα για να παίξω και να πειραματιστώ με νέους ήχους, να επανασυστήσω το όργανό με διαφορετικούς τρόπους.

-Είναι πολύ ενδιαφέρον αυτό το «πάντρεμα» διαφορετικών μουσικών παραδόσεων, οργάνων και πρακτικών σε μια, συνήθως, ανεπανάληπτη μουσική στιγμή.
Αυτό ακριβώς είναι το θέμα, πως πρόκειται για μουσικούς από εντελώς διαφορετικά μουσικά υπόβαθρα, με διαφορετικές ηλικίες, εμπειρίες και βιώματα οι οποίοι συναντιούνται για πρώτη φορά στη σκηνή και προσπαθούν να δημιουργήσουν κάτι καινούριο χωρίς να πατήσουν ο ένας πάνω στον άλλο, με σεβασμό και ειλικρινή ακρόαση και συνεργασία. Για παράδειγμα, μπορεί ένας μουσικός που έχει εξειδικευτεί στο μπαρόκ να συναντηθεί με κάποιον τζαζίστα ή ακόμα και με κάποιον που τώρα προσπαθεί να ορίσει τη μουσική του ή ένας πιο μεγάλος σε ηλικία μουσικός να συναντηθεί με έναν που τώρα κάνει τα πρώτα του βήματα. Πρόκειται για την ακρόαση μιας μοναδικής καλλιτεχνικά συνθήκης, χωρίς να υπάρχει κάποια επιδίωξη να αναπαραχθεί με κάποιο τρόπο, ούτε από εμάς τους διοργανωτές, ούτε και από τους καλλιτέχνες που συμμετέχουν. Κάθε χρόνο παρουσιάζεται κάτι εντελώς καινούριο και μοναδικό, αυτή είναι η γοητεία του ελεύθερου αυτοσχεδιασμού. Εμένα προσωπικά, ας πούμε, δεν με ενδιαφέρει να το ξαναακούσω, παρόλο που ακούω δίσκους από ελεύθερο αυτοσχεδιασμό, που είναι αντίστοιχες δουλειές σε στούντιο και ούτε αυτές συνήθως αναπαράγονται ξανά.
-Πώς είναι να λαμβάνει χώρα ένα τέτοιο φεστιβάλ στη Θεσσαλονίκη, μια περιφερειακή θα λέγαμε πόλη χωρίς κάποια ιδιαίτερη παράδοση από όσο γνωρίζω, σε τέτοιου είδους μουσικές;
Από την πρώτη στιγμή υπήρχε ανταπόκριση από τον κόσμο της Θεσσαλονίκης για το No Ordinary Festival, κάποιοι άνθρωποι επειδή, όπως φαντάζομαι, ήδη ήταν εξοικειωμένοι με αυτό το είδος μουσικής, άλλοι από περιέργεια και ενδιαφέρον για το εγχείρημα. Θεωρώ πως είναι αρκετά σημαντική η συνέπεια σε τέτοιου είδους προσπάθειες, να γνωρίζει το κοινό πως αυτό το φεστιβάλ πραγματοποιείται κάθε χρόνο, την ίδια περίπου εποχή και πως θα βιώνει κάθε φορά μια καινούρια μουσική εμπειρία. Να μετατραπεί σε ένα είδους «θεσμού», ίσως μπορούμε να πούμε. Φυσικά, όσο περνούν τα χρόνια, αυτό το είδος μουσικής αποκτά μεγαλύτερο κοινό, ανοίγεται περισσότερο στον κόσμο κυρίως στο εξωτερικό αλλά και πλέον και στην Ελλάδα, υπάρχουν πολλά pop-up events, αλλά σίγουρα ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα σε συγκεκριμένο χώρο δημιουργεί και αυτό με τη σειρά του ένα σταθερό σημείο συνάντησης κοινού και μουσικών.
-Υπάρχει, δηλαδή, ένας σταθερός κόσμος που προσέρχεται πλέον στο φεστιβάλ;
Ναι, υπάρχει και μας χαροποιεί ιδιαίτερα όταν βλέπουμε ξανά κόσμο από προηγούμενα φεστιβάλ να αλληλεπιδρά ενεργά με καινούριους ακροατές, όπως και με τους μουσικούς. Δεν είναι μόνο η προσέλευση αυτή κάθε αυτή, αλλά και τα άτομα που την πρώτη φορά ενδεχομένως δεν ήξεραν περί τίνος πρόκειται αλλά ενεπλάκησαν με αυτό το είδος μουσικής και έρχονται πλέον κάθε χρόνο στο φεστιβάλ. Σε αυτό ακριβώς βοηθάει και η συνέπεια, αν ένα φεστιβάλ λαμβάνει χώρα κάθε χρόνο σταδιακά καταφέρνει να χτίσει μια άλλη, πιο δομική σχέση με το ίδιο το κοινό, δημιουργείται ένα κλίμα συναίσθησης όλων των συμμετεχόντων στο φεστιβάλ. Για παράδειγμα, έχει τύχει πολλές φορές, μετά το τέλος κάποιου set, να πλησιάσουν τους μουσικούς ορισμένα άτομα από το κοινό ώστε να τους ρωτήσουν διάφορα πράγματα για την τέχνη τους, τί αντικείμενα χρησιμοποίησαν, πώς έπαιξαν το τάδε κομμάτι κλπ., γεγονός που υποδεικνύει και την ενεργή συμμετοχή του κοινού. Αντίστοιχα, σε πολύ «επιτυχημένα» sets είναι πολύ όμορφο όταν ακούγονται σχόλια όπως «φαίνεται σαν να παίζετε πολλά χρόνια μαζί», σημαίνει ότι αυτή η συνάντηση είχε κάποια επιτυχία, δημιούργησε κάποια συναισθήματα στο κοινό. Αυτό επιδιώκουμε και εμείς, να συστήσουμε αυτοτελείς προσωπικότητες, καλλιτέχνιδες και καλλιτέχνες, μέσα από ένα συλλογικό σχήμα, φέρνοντας κοντά διαφορετικούς μουσικούς με το κοινό, το οποίο εάν επιθυμεί μπορεί να ακολουθήσει έπειτα τον κάθε καλλιτέχνη και να παρακολουθήσει την πορεία του στον χώρο. Παρά το «εφήμερο» της μουσικής στιγμής, οι καλλιτέχνες έχουν τη δική τους προσωπική μουσική πορεία και μέσα από το φεστιβάλ δίνεται αυτή η δυνατότητα «γνωριμίας» με το κοινό.
-Έτσι χτίζεται και μια πολύ πιο σταθερή σχέση με το κοινό, σωστά;
Δεν είναι σκοπός μας να φέρουμε μόνο τα «μεγάλα ονόματα» για να διαφημίσουμε το φεστιβάλ μας, επιδιώκουμε κάθε χρόνο να κάνουμε ένα φεστιβάλ ακόμα πιο προσβάσιμο τόσο στο κοινό όσο και στους μουσικούς μέσα από την εμπειρία του ελεύθερου αυτοσχεδιασμού. Για αυτό τον λόγο και δεν υπάρχει ένα σταθερό αντίτιμο εισόδου, αλλά μια «προτεινόμενη συνεισφορά». Επιδιώκουμε τη δημιουργία μιας άλλης, πιο στενής και αλληλεπιδραστικής σχέσης με το κοινό που θέλει να ακούσει αυτό το είδος μουσικής και να γίνει τμήμα αυτής της εμπειρίας. Ειλικρινά, αγαπώ πολύ αυτή την περιέργεια του κόσμου, την θέληση να καταλάβει αυτές τις συλλογικές προσπάθειες, να έρθει σε επαφή με τις καλλιτέχνιδες και του καλλιτέχνες του χώρου. Αυτό για εμάς σημαίνει και την επιτυχία του φεστιβάλ μας και προσπαθούμε πολύ κάθε χρόνο να υπάρχει ένα ολοκληρωμένο και συνεπές αποτέλεσμα.

Το No Ordinary Festival επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη για πέμπτη συνεχή χρονιά και σας προσκαλεί, σε ένα τριήμερο ταξίδι στον πειραματικό, ηλεκτρονικό ήχο και στον αυτοσχεδιασμό, στις 12, 13 και 14 Σεπτεμβρίου 2025.
Χαρτογραφώντας τις δυνατότητες της μουσικής ως πράξης συνάντησης, ακρόασης και αυθόρμητης σύνθεσης, το Φεστιβάλ μεταμορφώνει τον συναυλιακό χώρο σε τόπο διαλόγου και ηχητικών ανταλλαγών και μας παρουσιάζει εξέχουσες φωνές της αυτοσχεδιαστικής μουσικής σκηνής σε μια διαπολιτισμική συνάντηση.
Οκτώ καταξιωμένοι/ες μουσικοί από την Ελλάδα και το εξωτερικό θα συναντηθούν για πρώτη φορά επί σκηνής και θα συμπράξουν σε έξι πρωτότυπα μουσικά σετ στον αγωγό τέχνης Transcendance στην καρδιά της πόλης, δημιουργώντας μοναδικές ηχητικές εμπειρίες που γεννιούνται τη στιγμή της εκτέλεσης, μπροστά στα μάτια (και τα αυτιά) του κοινού.
Χώρος | Transcendance – αγωγός τέχνης, Πολυξένης Αντωνίου 4
Ώρα προσέλευσης | Doors: 20:30
Συναυλίες | Concerts start: 21:00
Προτεινόμενη συνεισφορά | Suggested Contribution:≥ 5€
Production, Organizer | Παραγωγή, Οργάνωση: AdhocArts, Transcendance
Ημερομηνία | 12, 13, 14 Σεπτεμβρίου 2025