«Νόμος και τάξη»: η 76η ΔΕΘ και η κυβερνητική τρομοκρατία
«Νόμος και τάξη»: η 76η ΔΕΘ και η κυβερνητική τρομοκρατία
Των Μαρινίκης Αλεβιζοπούλου και Αυγουστίνου Ζενάκου
Δίχως επαφή με τα κοινωνικά αιτήματα και επιδεικνύοντας τον κολοσσιαίο κατασταλτικό μηχανισμό της, καθώς εξήγγελλε νέα μέτρα λιτότητας, εμφανίστηκε η κυβέρνηση στην 76η ΔΕΘ. Το μήνυμα της κυβερνητικής παρουσίας ήταν: «Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τον δικό μας.» Και, κατά κάποιον τρόπο, η κυβέρνηση έχει δίκιο: έχει κατορθώσει να ελέγξει ασφυκτικά την πολιτική ζωή της χώρας και τον δημόσιο λόγο που την συμβολοποιεί, ώστε να μπορεί να κυβερνά σε ολοκληρωτική ρήξη με την κοινωνία, ακόμη και σε πείσμα της ακρίβειας και της αλήθειας.
Για πρώτη φορά, η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης δεν εγκαινιάστηκε από τον πρωθυπουργό. Όσο κι αν προσπάθησαν στελέχη της κυβέρνησης να δικαιολογήσουν στα μάτια της κοινής γνώμης την απουσία του, επικαλούμενοι την ειλημμένη απόφαση περί «λιτής παρουσίας», εντελώς ταυτόχρονα τους διέψευδαν τα γεγονότα: η αστυνομική δύναμη που επιστρατεύθηκε για την ασφάλεια της κυβερνητικής αποστολής ήταν τερατώδης, ενώ, στο πνεύμα «προστασίας των πολιτικών από τους πολίτες», δεν πραγματοποιήθηκε και η καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου του πρωθυπουργού στις εγκαταστάσεις του Βελλιδείου Συνεδριακού Κέντρου αλλά στην Αποθήκη Γ΄ του λιμανιού της Θεσσαλονίκης.
Ο τρόπος με τον οποίο ασκείται ο έλεγχος της πολιτικής ζωής από την κυβέρνηση ήταν απολύτως εμφανής τις τελευταίες ημέρες στη Θεσσαλονίκη: τρομοκρατία. Η τρομοκρατία αυτή είναι πολυδιάστατη και παίρνει διάφορες μορφές. Η πιο πρόδηλη είναι ασφαλώς η πρωτοφανής αστυνομοκρατία, η παρουσία 7.000 αστυνομικών, μεταξύ αυτών 30 διμοιριών ΜΑΤ, 15 ομάδων ΔΕΛΤΑ και 40 ομάδων ΔΙΑΣ, τείχους από μέταλλο και πλεξιγκλάς, ύψους 2,2 μέτρων και κόστους 50.000 ευρώ, καθώς και της περίφημης «αύρας», του κανονιού που εκτοξεύει νερό εναντίον διαδηλωτών – όλων απαραίτητων, όπως φαίνεται, για την προστασία της κυβέρνησης. (Παρεμπιπτόντως, η κουλτούρα της τρομοκρατίας λειτουργεί προς όλες τις κατευθύνσεις, ακόμη και μέσα στους κυβερνητικούς κόλπους: το πρόγραμμα του υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού Παύλου Γερουλάνου να επισκεφθεί το Πεδίο Δράσης «Κόδρα», το εικαστικό τμήμα του φεστιβάλ του Δήμου Καλαμαριάς, ακυρώθηκε όταν, όπως μάθαμε, ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Χρήστος Παπουτσής του είπε ότι δεν μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλειά του και αν πάει, θα πάει με δική του ευθύνη.)
Τα αστυνομικά κλιμάκια άρχισαν να κάνουν τις εμφανίσεις τους στους δρόμους της Θεσσαλονίκης από την Πέμπτη, μία ημέρα πριν την άφιξη του πρωθυπουργού. Ακόμη και εφορμήσεις τις αντιτρομοκρατικής σε σπίτια «ύποπτων» πολιτών αναφέρθηκαν, ενώ εντύπωση προκάλεσαν οι αμέτρητες διελεύσεις μηχανοκίνητων στόλων της ΕΛ.ΑΣ έξω από τις «καταλήψεις», τις «αυτοοργανωμένες» κατοικίες, της πόλης. Οι κάτοικοι κοντοστέκονταν και χάζευαν με βλέμμα απορίας τα μπλόκα που είχαν στηθεί σε κάθε γωνία των κεντρικών δρόμων, ενώ οι θαμώνες στα εστιατόρια και στις καφετέριες μετρούσαν κλούβες και μηχανές.
Σε αυτή λοιπόν την αστυνομοκρατούμενη πόλη δηλώθηκε από νωρίς ότι το κυβερνητικό πρόγραμμα, έστω και ελαφρώς παραλλαγμένο, θα πραγματοποιηθεί πάση θυσία. Ακόμα και με αδικαιολόγητες προσωποκρατήσεις, οι οποίες ξεκίνησαν από το μεσημέρι του Σαββάτου. Οι προσαγωγές ξεκίνησαν στους δρόμους πέριξ των πανεπιστημίων αλλά και στο κτήριο των Προσκόπων, ένα από τα τρία σημεία συνάντησης των «Αγανακτισμένων Θεσσαλονίκης». Αρκούσε ένα σακίδιο, μία μάσκα προστασίας από τα δακρυγόνα και η «κακή σου τύχη». (Ακόμη και ορισμένα μέλη της κομματικής νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ προσήχθησαν για τον ίδιο λόγο – στ’ αλήθεια πιστεύει κανείς, ακόμη και αυτοί που πάσχουν από το σύνδρομο «για όλα φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ», ότι ένα κόμμα θα κατέβαζε «κουκουλοφόρους» από το πούλμαν του με σημαίες της κομματικής νεολαίας του;) Ενδεικτικός του κλίματος είναι ο αναντίστοιχος αριθμός των προσαγωγών κατά τη διάρκεια μιας κατά γενική ομολογία ειρηνικής διαδήλωσης: πραγματοποιήθηκαν 94 προσαγωγές, ενώ μόλις εννέα μετατράπηκαν σε συλλήψεις, σε μια πορεία χωρίς μολότοφ και σχεδόν καμία ζημιά σε κτήρια της πόλης.
Και ενώ τα ΜΑΤ φρόντισαν να τρομοκρατήσουν από νωρίς τους πρώτους διαδηλωτές με ρίψη δακρυγόνων ως απάντηση στα αβγά που τους πέταξαν κάποιοι από τους διαμαρτυρόμενους ταξιτζήδες, το μεγάλο στοίχημα ήταν η φοιτητική πορεία, η οποία θα κατέφτανε στο Βελλίδειο, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του πρωθυπουργού. Και όσο ο πρωθυπουργός ζητούσε, στο βήμα του Συνεδριακού Κέντρου, από τους νέους να μην εγκαταλείπουν τη χώρα, εκείνοι φώναζαν «Ψωμί, παιδεία, ελευθερία – η χούντα δεν τελείωσε το ‘73». Όσο καλούσε τους τραπεζίτες «να στηρίξουν και οι ίδιοι τις τράπεζές τους, καθώς το κράτος διαθέτει πόρους για τη στήριξη του χρηματοπιστωτικού συστήματος», οι νέοι κατήγγελλαν «Όχι λεφτά στους τραπεζίτες, λεφτά για δημόσια και δωρεάν παιδεία». Όσο εκείνος διεκδικούσε τις επενδύσεις των επιχειρηματιών εξασφαλίζοντας «έναν εργαζόμενο σε κάθε οικογένεια», οι εργαζόμενοι κραύγαζαν «Πάρτε το μνημόνιο και φύγετε από δω». Και όσο ζητούσε από τους ελεύθερους επαγγελματίες «να πληρώνουν τους φόρους τους» (στους οποίους προστέθηκε την επομένη, όχι μόνο για τους ελεύθερους επαγγελματίες αλλά για όλους, ο νέος φόρος στην ακίνητη περιουσία, εισπρακτέος μέσω του λογαριασμού της ΔΕΗ), τα κινήματα «Δεν πληρώνω» έδιναν τη δική τους μάχη με τα δακρυγόνα.
Αλλά η αστυνομία δεν είναι παρά ο τελικός εκτελεστής, αυτός που εξασφαλίζει «στο έδαφος» ότι η κοινωνική αντίσταση δεν θα έρθει ποτέ σε επαφή με τις κυβερνητικές επιλογές, έτσι ώστε να τις εκθέσει ως φενάκη, αλλά είτε θα περιορίζεται σε ανίσχυρες διαμαρτυρίες είτε θα καταπνίγεται στον δρόμο. Είναι εμφανές, πλέον, ότι ο κυβερνητικός έλεγχος είναι εφικτός επειδή στο συμβολικό επίπεδο, στο πεδίο του δημόσιου λόγου, η κυβερνητική τρομοκρατία οικοδομείται με τρία παράλληλα ιδεολογήματα, τα οποία εμφανίστηκαν θριαμβευτικά τόσο στην ομιλία και στη συνέντευξη Τύπου του πρωθυπουργού όσο και στις ανακοινώσεις του αντιπροέδρου της κυβέρνησης και υπουργού οικονομίας.
Το πρώτο ιδεολόγημα είναι οι φερόμενες ως «επιτυχίες» – στην οικονομία, στην υγεία, στην παιδεία –, χωρίς τις οποίες θα «καταστραφούμε». Απορίας άξιο είναι πώς υπάρχουν άνθρωποι που δίνουν έστω και ελάχιστη βάση σε όλα αυτά, τη στιγμή που από τη μία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει άνοδο του ελλείμματος της Ελλάδας για το 2011 στο 9,5%, ενώ οι άνθρωποι τους οποίους αφορούν οι «επιτυχίες» – γιατροί, νοσοκόμοι, οδηγοί ασθενοφόρων, φαρμακοποιοί, καθηγητές, φοιτητές – βρίσκονται σύσσωμοι στους δρόμους.
Το δεύτερο ιδεολόγημα της τρομοκρατίας είναι η επινόηση αλλεπάλληλων κρίσεων: Η απόκλιση στο έλλειμμα και γενικότερα τα συνεχιζόμενα δεινά της οικονομίας προκαλούνται από την αναπάντεχη «ύφεση», που απειλεί την 6η δόση του πακέτου στήριξης, δίχως την οποία και πάλι θα «καταστραφούμε». Η πιθανότητα να ευθύνεται η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ελληνικής κυβέρνησης εξαρχής για όλα αυτά – κάτι που επισημαίνουν πλείστοι όσοι οικονομολόγοι, σε μια ευρεία διακύμανση ριζοσπαστικότητας, από τον Πολ Κρούκγμαν ως τον Γιάννη Βαρουφάκη – συγκαλύπτεται πίσω από το πάγιο επινόημα του Επείγοντος: αν δεν το κάνουμε αυτό τώρα, η χώρα χρεοκοπεί σήμερα, αύριο, το σαββατοκύριακο, στα μέσα Δεκεμβρίου...
Το τρίτο ιδεολόγημα είναι ότι ο «δύσκολος δρόμος» που επιλέγει η κυβέρνηση συναντά αντίσταση μόνο και μόνο επειδή υπάρχουν «συντεχνίες», ομάδες ατόμων που συγκέντρωσαν προνόμια με άδικο τρόπο, τις οποίες αν δεν απαξιώσουμε και απομονώσουμε, θα «καταστραφούμε» για μία ακόμη φορά. Ύπουλα, με αυτή την τακτική, η κυβέρνηση ενοχοποιεί το σύνολο των πολιτών, παρουσιάζοντάς τους ως «τρακαδόρους», ανθρώπους που δανείστηκαν και τώρα αρνούνται να πληρώσουν. Το άλμα αυτό, η αλλαγή συλλογιστικής τάξης από το επίπεδο μιας κυβερνητικής πολιτικής στο επίπεδο μιας ατομικής, διαπροσωπικής συναλλαγής, συνιστά ασφαλώς μια πρώτης τάξεως ηθικολογία: η προσωπική «εντιμότητα» μεταφέρεται έτσι στο συλλογικό επίπεδο ως «πατριωτισμός». Βεβαίως, οι κυβερνητικές πολιτικές δεν εκφράζονται με όρους που αρμόζουν σε μια περίσταση όπως το να δανειστεί κάποιος από τον φίλο του λίγα ευρώ για να πάει σινεμά – αλλά το γεγονός αυτό αποκρύπτεται από τη διαρκή ηθικολογική επίκληση της «αγάπης για την πατρίδα».
Τα ΜΜΕ, ο ρόλος των περισσότερων από τα οποία εμφανίστηκε στην 76η ΔΕΘ ως απολύτως ειδεχθής, φροντίζουν στη συνέχεια ώστε τα αποτελέσματα των ιδεολογημάτων της κυβέρνησης να μεταμφιέζονται σε συμπτωματικά: ομάδες ατόμων δημιουργούν «επεισόδια» όσο η κυβέρνηση εξαγγέλλει «μέτρα». Μάλιστα, ανενδοίαστα πια, πολλά ΜΜΕ πιέζουν ευθέως την κυβέρνηση όχι να αφουγκραστεί τις κοινωνικές αντιδράσεις αλλά να επισπεύσει και να εντείνει την εφαρμογή των μέτρων. Με την εξαίρεση μιας εφημερίδας και μόνο, κανένας δημοσιογράφος που παρέστη στη συνέντευξη Τύπου του πρωθυπουργού δεν ρώτησε τίποτε που να αντανακλά την κοινωνική οργή – μια οργή που κατακλύζει τους δρόμους εδώ και μήνες.
Πάντως, η συνέχιση αυτών των κυβερνητικών τακτικών και η εφαρμογή τελικά των εξαγγελθέντων μέτρων, καθώς και η επιμονή των ΜΜΕ να καλύπτουν την κυβέρνηση, αποτελούν ανοικτό ζήτημα: σε μια απέλπιδα προσπάθεια για χιούμορ, ένας θεατής της συνέντευξης Τύπου του πρωθυπουργού αναρωτήθηκε: «Οι δημοσιογράφοι έχουν, άραγε, καταλάβει ότι δεν χωρούν κι αυτοί στο ελικόπτερο;»
Δίχως επαφή με τα κοινωνικά αιτήματα και επιδεικνύοντας τον κολοσσιαίο κατασταλτικό μηχανισμό της, καθώς εξήγγελλε νέα μέτρα λιτότητας, εμφανίστηκε η κυβέρνηση στην 76η ΔΕΘ. Το μήνυμα της κυβερνητικής παρουσίας ήταν: «Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τον δικό μας.» Και, κατά κάποιον τρόπο, η κυβέρνηση έχει δίκιο: έχει κατορθώσει να ελέγξει ασφυκτικά την πολιτική ζωή της χώρας και τον δημόσιο λόγο που την συμβολοποιεί, ώστε να μπορεί να κυβερνά σε ολοκληρωτική ρήξη με την κοινωνία, ακόμη και σε πείσμα της ακρίβειας και της αλήθειας.
Για πρώτη φορά, η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης δεν εγκαινιάστηκε από τον πρωθυπουργό. Όσο κι αν προσπάθησαν στελέχη της κυβέρνησης να δικαιολογήσουν στα μάτια της κοινής γνώμης την απουσία του, επικαλούμενοι την ειλημμένη απόφαση περί «λιτής παρουσίας», εντελώς ταυτόχρονα τους διέψευδαν τα γεγονότα: η αστυνομική δύναμη που επιστρατεύθηκε για την ασφάλεια της κυβερνητικής αποστολής ήταν τερατώδης, ενώ, στο πνεύμα «προστασίας των πολιτικών από τους πολίτες», δεν πραγματοποιήθηκε και η καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου του πρωθυπουργού στις εγκαταστάσεις του Βελλιδείου Συνεδριακού Κέντρου αλλά στην Αποθήκη Γ΄ του λιμανιού της Θεσσαλονίκης.
Ο τρόπος με τον οποίο ασκείται ο έλεγχος της πολιτικής ζωής από την κυβέρνηση ήταν απολύτως εμφανής τις τελευταίες ημέρες στη Θεσσαλονίκη: τρομοκρατία. Η τρομοκρατία αυτή είναι πολυδιάστατη και παίρνει διάφορες μορφές. Η πιο πρόδηλη είναι ασφαλώς η πρωτοφανής αστυνομοκρατία, η παρουσία 7.000 αστυνομικών, μεταξύ αυτών 30 διμοιριών ΜΑΤ, 15 ομάδων ΔΕΛΤΑ και 40 ομάδων ΔΙΑΣ, τείχους από μέταλλο και πλεξιγκλάς, ύψους 2,2 μέτρων και κόστους 50.000 ευρώ, καθώς και της περίφημης «αύρας», του κανονιού που εκτοξεύει νερό εναντίον διαδηλωτών – όλων απαραίτητων, όπως φαίνεται, για την προστασία της κυβέρνησης. (Παρεμπιπτόντως, η κουλτούρα της τρομοκρατίας λειτουργεί προς όλες τις κατευθύνσεις, ακόμη και μέσα στους κυβερνητικούς κόλπους: το πρόγραμμα του υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού Παύλου Γερουλάνου να επισκεφθεί το Πεδίο Δράσης «Κόδρα», το εικαστικό τμήμα του φεστιβάλ του Δήμου Καλαμαριάς, ακυρώθηκε όταν, όπως μάθαμε, ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Χρήστος Παπουτσής του είπε ότι δεν μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλειά του και αν πάει, θα πάει με δική του ευθύνη.)
Τα αστυνομικά κλιμάκια άρχισαν να κάνουν τις εμφανίσεις τους στους δρόμους της Θεσσαλονίκης από την Πέμπτη, μία ημέρα πριν την άφιξη του πρωθυπουργού. Ακόμη και εφορμήσεις τις αντιτρομοκρατικής σε σπίτια «ύποπτων» πολιτών αναφέρθηκαν, ενώ εντύπωση προκάλεσαν οι αμέτρητες διελεύσεις μηχανοκίνητων στόλων της ΕΛ.ΑΣ έξω από τις «καταλήψεις», τις «αυτοοργανωμένες» κατοικίες, της πόλης. Οι κάτοικοι κοντοστέκονταν και χάζευαν με βλέμμα απορίας τα μπλόκα που είχαν στηθεί σε κάθε γωνία των κεντρικών δρόμων, ενώ οι θαμώνες στα εστιατόρια και στις καφετέριες μετρούσαν κλούβες και μηχανές.
Σε αυτή λοιπόν την αστυνομοκρατούμενη πόλη δηλώθηκε από νωρίς ότι το κυβερνητικό πρόγραμμα, έστω και ελαφρώς παραλλαγμένο, θα πραγματοποιηθεί πάση θυσία. Ακόμα και με αδικαιολόγητες προσωποκρατήσεις, οι οποίες ξεκίνησαν από το μεσημέρι του Σαββάτου. Οι προσαγωγές ξεκίνησαν στους δρόμους πέριξ των πανεπιστημίων αλλά και στο κτήριο των Προσκόπων, ένα από τα τρία σημεία συνάντησης των «Αγανακτισμένων Θεσσαλονίκης». Αρκούσε ένα σακίδιο, μία μάσκα προστασίας από τα δακρυγόνα και η «κακή σου τύχη». (Ακόμη και ορισμένα μέλη της κομματικής νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ προσήχθησαν για τον ίδιο λόγο – στ’ αλήθεια πιστεύει κανείς, ακόμη και αυτοί που πάσχουν από το σύνδρομο «για όλα φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ», ότι ένα κόμμα θα κατέβαζε «κουκουλοφόρους» από το πούλμαν του με σημαίες της κομματικής νεολαίας του;) Ενδεικτικός του κλίματος είναι ο αναντίστοιχος αριθμός των προσαγωγών κατά τη διάρκεια μιας κατά γενική ομολογία ειρηνικής διαδήλωσης: πραγματοποιήθηκαν 94 προσαγωγές, ενώ μόλις εννέα μετατράπηκαν σε συλλήψεις, σε μια πορεία χωρίς μολότοφ και σχεδόν καμία ζημιά σε κτήρια της πόλης.
Και ενώ τα ΜΑΤ φρόντισαν να τρομοκρατήσουν από νωρίς τους πρώτους διαδηλωτές με ρίψη δακρυγόνων ως απάντηση στα αβγά που τους πέταξαν κάποιοι από τους διαμαρτυρόμενους ταξιτζήδες, το μεγάλο στοίχημα ήταν η φοιτητική πορεία, η οποία θα κατέφτανε στο Βελλίδειο, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του πρωθυπουργού. Και όσο ο πρωθυπουργός ζητούσε, στο βήμα του Συνεδριακού Κέντρου, από τους νέους να μην εγκαταλείπουν τη χώρα, εκείνοι φώναζαν «Ψωμί, παιδεία, ελευθερία – η χούντα δεν τελείωσε το ‘73». Όσο καλούσε τους τραπεζίτες «να στηρίξουν και οι ίδιοι τις τράπεζές τους, καθώς το κράτος διαθέτει πόρους για τη στήριξη του χρηματοπιστωτικού συστήματος», οι νέοι κατήγγελλαν «Όχι λεφτά στους τραπεζίτες, λεφτά για δημόσια και δωρεάν παιδεία». Όσο εκείνος διεκδικούσε τις επενδύσεις των επιχειρηματιών εξασφαλίζοντας «έναν εργαζόμενο σε κάθε οικογένεια», οι εργαζόμενοι κραύγαζαν «Πάρτε το μνημόνιο και φύγετε από δω». Και όσο ζητούσε από τους ελεύθερους επαγγελματίες «να πληρώνουν τους φόρους τους» (στους οποίους προστέθηκε την επομένη, όχι μόνο για τους ελεύθερους επαγγελματίες αλλά για όλους, ο νέος φόρος στην ακίνητη περιουσία, εισπρακτέος μέσω του λογαριασμού της ΔΕΗ), τα κινήματα «Δεν πληρώνω» έδιναν τη δική τους μάχη με τα δακρυγόνα.
Αλλά η αστυνομία δεν είναι παρά ο τελικός εκτελεστής, αυτός που εξασφαλίζει «στο έδαφος» ότι η κοινωνική αντίσταση δεν θα έρθει ποτέ σε επαφή με τις κυβερνητικές επιλογές, έτσι ώστε να τις εκθέσει ως φενάκη, αλλά είτε θα περιορίζεται σε ανίσχυρες διαμαρτυρίες είτε θα καταπνίγεται στον δρόμο. Είναι εμφανές, πλέον, ότι ο κυβερνητικός έλεγχος είναι εφικτός επειδή στο συμβολικό επίπεδο, στο πεδίο του δημόσιου λόγου, η κυβερνητική τρομοκρατία οικοδομείται με τρία παράλληλα ιδεολογήματα, τα οποία εμφανίστηκαν θριαμβευτικά τόσο στην ομιλία και στη συνέντευξη Τύπου του πρωθυπουργού όσο και στις ανακοινώσεις του αντιπροέδρου της κυβέρνησης και υπουργού οικονομίας.
Το πρώτο ιδεολόγημα είναι οι φερόμενες ως «επιτυχίες» – στην οικονομία, στην υγεία, στην παιδεία –, χωρίς τις οποίες θα «καταστραφούμε». Απορίας άξιο είναι πώς υπάρχουν άνθρωποι που δίνουν έστω και ελάχιστη βάση σε όλα αυτά, τη στιγμή που από τη μία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει άνοδο του ελλείμματος της Ελλάδας για το 2011 στο 9,5%, ενώ οι άνθρωποι τους οποίους αφορούν οι «επιτυχίες» – γιατροί, νοσοκόμοι, οδηγοί ασθενοφόρων, φαρμακοποιοί, καθηγητές, φοιτητές – βρίσκονται σύσσωμοι στους δρόμους.
Το δεύτερο ιδεολόγημα της τρομοκρατίας είναι η επινόηση αλλεπάλληλων κρίσεων: Η απόκλιση στο έλλειμμα και γενικότερα τα συνεχιζόμενα δεινά της οικονομίας προκαλούνται από την αναπάντεχη «ύφεση», που απειλεί την 6η δόση του πακέτου στήριξης, δίχως την οποία και πάλι θα «καταστραφούμε». Η πιθανότητα να ευθύνεται η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ελληνικής κυβέρνησης εξαρχής για όλα αυτά – κάτι που επισημαίνουν πλείστοι όσοι οικονομολόγοι, σε μια ευρεία διακύμανση ριζοσπαστικότητας, από τον Πολ Κρούκγμαν ως τον Γιάννη Βαρουφάκη – συγκαλύπτεται πίσω από το πάγιο επινόημα του Επείγοντος: αν δεν το κάνουμε αυτό τώρα, η χώρα χρεοκοπεί σήμερα, αύριο, το σαββατοκύριακο, στα μέσα Δεκεμβρίου...
Το τρίτο ιδεολόγημα είναι ότι ο «δύσκολος δρόμος» που επιλέγει η κυβέρνηση συναντά αντίσταση μόνο και μόνο επειδή υπάρχουν «συντεχνίες», ομάδες ατόμων που συγκέντρωσαν προνόμια με άδικο τρόπο, τις οποίες αν δεν απαξιώσουμε και απομονώσουμε, θα «καταστραφούμε» για μία ακόμη φορά. Ύπουλα, με αυτή την τακτική, η κυβέρνηση ενοχοποιεί το σύνολο των πολιτών, παρουσιάζοντάς τους ως «τρακαδόρους», ανθρώπους που δανείστηκαν και τώρα αρνούνται να πληρώσουν. Το άλμα αυτό, η αλλαγή συλλογιστικής τάξης από το επίπεδο μιας κυβερνητικής πολιτικής στο επίπεδο μιας ατομικής, διαπροσωπικής συναλλαγής, συνιστά ασφαλώς μια πρώτης τάξεως ηθικολογία: η προσωπική «εντιμότητα» μεταφέρεται έτσι στο συλλογικό επίπεδο ως «πατριωτισμός». Βεβαίως, οι κυβερνητικές πολιτικές δεν εκφράζονται με όρους που αρμόζουν σε μια περίσταση όπως το να δανειστεί κάποιος από τον φίλο του λίγα ευρώ για να πάει σινεμά – αλλά το γεγονός αυτό αποκρύπτεται από τη διαρκή ηθικολογική επίκληση της «αγάπης για την πατρίδα».
Τα ΜΜΕ, ο ρόλος των περισσότερων από τα οποία εμφανίστηκε στην 76η ΔΕΘ ως απολύτως ειδεχθής, φροντίζουν στη συνέχεια ώστε τα αποτελέσματα των ιδεολογημάτων της κυβέρνησης να μεταμφιέζονται σε συμπτωματικά: ομάδες ατόμων δημιουργούν «επεισόδια» όσο η κυβέρνηση εξαγγέλλει «μέτρα». Μάλιστα, ανενδοίαστα πια, πολλά ΜΜΕ πιέζουν ευθέως την κυβέρνηση όχι να αφουγκραστεί τις κοινωνικές αντιδράσεις αλλά να επισπεύσει και να εντείνει την εφαρμογή των μέτρων. Με την εξαίρεση μιας εφημερίδας και μόνο, κανένας δημοσιογράφος που παρέστη στη συνέντευξη Τύπου του πρωθυπουργού δεν ρώτησε τίποτε που να αντανακλά την κοινωνική οργή – μια οργή που κατακλύζει τους δρόμους εδώ και μήνες.
Πάντως, η συνέχιση αυτών των κυβερνητικών τακτικών και η εφαρμογή τελικά των εξαγγελθέντων μέτρων, καθώς και η επιμονή των ΜΜΕ να καλύπτουν την κυβέρνηση, αποτελούν ανοικτό ζήτημα: σε μια απέλπιδα προσπάθεια για χιούμορ, ένας θεατής της συνέντευξης Τύπου του πρωθυπουργού αναρωτήθηκε: «Οι δημοσιογράφοι έχουν, άραγε, καταλάβει ότι δεν χωρούν κι αυτοί στο ελικόπτερο;»