Είναι η πρώτη απόφαση των πολιτικών δικαστηρίων που έρχεται σε ευθεία αντιπαράθεση με την απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας που έκρινε ότι οι μνημονιακοί περιορισμοί στις αποδοχές, δώρα, κ.λπ. των εργαζομένων είναι συμβατοί με τις επιταγές του Συντάγματος και την Ευρωπαϊκή και διεθνή νομοθεσία.
Ειδικότερα, η απόφαση αναφέρει ότι τόσο ο νόμος 3833/2010 που αφορά τα επείγοντα μέτρα αντιμετώπισης της δημοσιονομικής κρίσης, όσο και ο νόμος 3845/2012 για τα μέτρα εφαρμογής του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη μέλη της Ζώνης του Ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό ταμείο (ΔΝΤ), είναι αντίθετοι στα άρθρα 4, 22, 23, 25, 28 και 106 του Συντάγματος, στο άρθρο 11 της ΕΣΔΑ και στις Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας 151/1978 και 14/1981.
Υπογραμμίζεται στη δικαστική αυτή απόφαση ότι τα μέτρα που επιβλήθηκαν σε βάρος των εργαζομένων πραγματοποιούν ανεπίτρεπτη επέμβαση στη συλλογική αυτονομία με αποτέλεσμα να καταλύουν τα άρθρα 22 και 23 του Συντάγματος, ενώ δεν συνοδεύονται από αντισταθμιστικά μέτρα, όπως είναι η μείωση των τιμών και των φόρων. Αντίθετα, μάλιστα, προσθέτει η απόφαση, επιβλήθηκαν φοροεισπρακτικού χαρακτήρα μέτρα. Ακόμη, σημειώνεται στην δικαστική απόφαση, ότι παραβιάζεται και το άρθρο 4 του Συντάγματος (περί ισότητας), καθώς έγινε μείωση ίδιου ύψους στις αποδοχές τόσο των υψηλόμισθών όσο και των χαμηλόμισθων.
Η επίμαχη απόφαση δημοσιεύθηκε στο νομικό περιοδικό «Επιθεώρησης Εργατικού Δικαίου» (τεύχος 10/2012) και είναι του Ειρηνοδικείου Αθηνών (599/2012) με ειρηνοδίκη τη Σταυρούλα Κουτρουβίδα. Στη Δικαιοσύνη είχαν προσφύγει οι εργαζόμενοι στην Ανώνυμη Εταιρεία ΣΤΑΣΥ» (πρώην ΑΜΕΛ Α.Ε.) η οποία είναι θυγατρική της «Αττικόν Μετρό Α.Ε.» και ανήκει στον Δημόσιο τομέα.