«Η ανοικοδόμηση της Ευρώπης μετά την πανδημία του νέου κορονοϊού θα μοιάζει με αυτήν που έγινε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και η ΕΕ θα πρέπει να επαναδιατυπώσει τις θεμελιώδεις αξίες της παρά τις προκλήσεις που θέτουν παγκόσμιες δυνάμεις, ανέφερε ο Μ. Ντράγκι σε διάλεξη που παρέδωσε στην Ιταλία.
Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην μείωση του ανθρώπινου δυναμικού σε βαθμό πρωτόγνωρο από τον Β΄Παγκόσμιο και μετά, που σε συνδυασμό με την ταυτόχρονη συσσώρευση του χρέους, δημιουργεί μια πολύ δύσκολη συνθήκη στην οποία η Ευρώπη καλείται να επαναθεμελειώσει τις αξίες της.
Από την άλλη οι νέοι θα είναι εκείνοι που θα κληθούν να πληρώσουν τα σπασμένα της κρίσης με τον Ντράγκι να εκτιμά ότι «το χρέος που δημιουργήθηκε από την πανδημία είναι άνευ προηγουμένου και θα πρέπει να αποπληρωθεί κυρίως από αυτούς που είναι σήμερα νέοι». «Επομένως είναι καθήκον μας να τους εξοπλίσουμε με τα μέσα που θα χρειαστούν για να εξυπηρετήσουν το χρέος αυτό» προσέθεσε.
«Η πανδημία εγκυμονεί τον κίνδυνο της καταστροφής ανθρώπινου κεφαλαίου σε μεγέθη που δεν έχουμε ξαναδεί μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ως εκ τούτου η ανοικοδόμηση θα πρέπει να επικεντρωθεί στους ανθρώπους που θα πρέπει να εξοφλήσουν το άνευ προηγουμένου ποσό του χρέους που συσσωρεύτηκε φέτος, δήλωσε ο πρώην Πρόεδρος ενώ συνέχισε λέγοντας ότι «η Ευρώπη θα μεταμορφώνεται, θα πρέπει να ξαναεκφράσει την προσήλωσή της σε ορισμένες από τις βασικές αξίες της, μεταξύ των οποίων η πολυμέρεια και η παγκόσμια ισχύς του κράτους δικαίου, μολονότι δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα αμφισβητούν τις αξίες αυτές».
Σύμφωνα με το ΑΠΕ, ο Ντράγκι τόνισε ότι τα χαμηλά επιτόκια δεν συνεπάγονται βιωσιμότητα του χρέους ενώ οι πόροι θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για παραγωγικούς σκοπούς, μεταξύ των οποίων η επένδυση σε ανθρώπινο κεφάλαιο, σε παραγωγική υποδομή και έρευνα.
Η παρουσία των νέων τονίστηκε για ακόμα μια φορά, με τον Ντράγκι να καλεί μεταξύ άλλων σε επενδύσεις με κατεύθυνση τις ανάγκες τους με ταυτόχρονη εναρμόνιση με τις αλλαγές στην κοινωνία. Στο πλαίσιο αυτό υπογράμμισε την σημασία της βελτίωσης της υγειονομικής περίθαλψης, την περαιτέρω ψηφιοποίηση και την ενίσχυση της παιδείας.