Δεν συνηθίζω να αποχαιρετώ ανθρώπους μέσω των σοσιαλ μίντια ή της αρθρογραφίας μου. Και δεν είμαι από αυτούς που πιστεύουν πως ντε και σώνει θα πρέπει σε κάθε περίσταση η φωνή που ακούς από μέσα σου να ακουστεί. Υπάρχουν πράγματα που ο καθένας κρατά για τον εαυτό του. Στην περίπτωση του Κώστα Εφήμερου όμως, το στίγμα του που ανακαλύπτω ημέρα την ημέρα στη συνείδησή μου με αναγκάζει να καταθέσω όσα θα ήθελα να έχω προλάβει, στο σύντομο διάστημα που συνεργάστηκα μαζί του, στον ίδιο να ακουμπήσω. Και δεν πρόλαβα. Αφού εκείνος δεν είναι πια εδώ για να το κάνω, θα τα ακουμπήσω εδώ για να τα πάρει ο χρόνος. Μηνάς Κωνσταντίνου
του Μηνά Κωνσταντίνου
Ένας από τους μεγάλους προβληματισμούς που συννέφιασαν όσους μείναμε πίσω στο γραφείο μετά τη φυγή του Κώστα, ήταν το πως μπορεί να εκκληφθεί από τον κόσμο ο θρήνος μας, η έκφραση της απώλειας για τον καθέναν μας, από τον καθέναν μας. Το κλίμα που είχε δημιουργηθεί πριν από σύντομο χρονικό διάστημα μας επέτρεψε να φανταζόμαστε τα χειρότερα.
Για εκείνους λοιπόν, εξ αρχής, που περιμένουν στη γωνία για να κρίνουν πως κάποιος μετράει μιαν απώλεια μέσα από τον καθρεφτάκο τους, και που επιμένουν, παρά την παρατεταμένη και εκκωφαντική τους μοναξιά, να επιλέγουν «πλευρά» ακόμα και στα πιο ανθρώπινα και να πετροβολούν, που είναι λίγοι αλλά ενίοτε λερώνουν πολύ, κρατάμε μόνο θλίψη. Θλίψη και μιαν ευχή, να γίνουν κάποτε καλά.
Όσοι λοιπόν συνεχίζετε να διαβάζετε αυτό το κείμενο μετά από τη σύντομη αυτή εισαγωγή, θα μου συγχωρήσετε ακόμα ένα παράπτωμα. Μοιραία, κατά παράβαση όσων συνήθως υπογράφω, το κείμενο αυτό θα έχει μέσα και την αφεντιά μου. Θα έχει λίγο «αυτοαναφορικό χαρακτήρα». Ένα μικρό ρολάκι στο έργο που έβλεπα να εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μου, πριν καν βρεθώ στο σενάριό του TPP δια ζώσης.
Από την πρώτη μου επαφή με τη δημοσιογραφία, τότε που ο κόσμος έβγαινε στις πλατείες, το TPP μαζί με δυο-τρεις ακόμα προσπάθειες υψώθηκαν αγέρωχα απέναντι από κάθε δική μου προσπάθεια. Μπήκε, αναπάντεχα, σε περίοπτη θέση στο στίβο αυτόν που αποφάσιζα να μπω. Ένα μπάσο «γίνεται κι αλλιώς» γύριζε και ξαναγύριζε στο κεφάλι μου, κρατώντας με σε μια ρότα που οικονομικά, τουλάχιστον, δεν μπορείς να πεις πως με ευνοούσε. Αλλά κάθε φορά που αμφέβαλλα, η φωνή αυτή «έπιανε».
Στην πορεία, από την παραγωγή του στο ιστορικό Deptocracy και το μικρόφωνο σε φωνές που δεν ακούγονταν, πότε με τα Luxleaks και πότε με τις αποκαλύψεις για την Eldorado και τη Fraport, τότε με τη διατήρηση του σήματος της ΕΡΤ απέναντι στο μαύρο του Σαμαρά, με τα αποκαλυπτικά δημοσιεύματα για την οικονομική ολιγαρχία και με τα Panama Papers, η ίδια φωνή επέμενε να έρχεται και να ξαναέρχεται στ’ αυτιά μου η ίδια μπάσα φωνή και να με ρωτάει «εσύ τι κάνεις;». Έτσι έβρισκα ξανά το θάρρος και την έμπνευση και συνέχιζα να προσπαθώ να κάνω κάτι.
Μέχρι που χτύπησε ο τυφώνας του περσινού Οκτωβρίου. Και σε αντίθεση με την τάση των ημερών, εγώ ένιωσα πως το μοναδικό εγχείρημα από εκείνα που έδινε μια ανάσα ανεξάρτητης δημοσιογραφίας και με κρατούσε ακόμα αποφασισμένο να κάνω μεροκάματα σερβιτόρου ώστε να καταφέρνω να βιοπορίζομαι όσο προσπαθώ να κάνω «κάτι», χρειαζόταν την έμπρακτη στήριξή μου. Κι επειδή τα οικονομικά μου δεν μου επέτρεπαν να στηρίξω χρηματοδοτικά αυτή του την προσπαθεια, αποφάσισα απλώς να χτυπήσω την πορτα του TPP. Για να ανοίξει ο Κώστα και να με καλωσορίσει, με τα… αξύριστα γένια μου να μοιάζουν αρκετά για να με κάνουν μέλος της ομάδας.
Την ώρα που ένα μέρος του διαδικτύου, το πιο λιπόψυχο, το πιο μικρονοϊκό και χολερικό μέρος του, είχε επιλέξει το πρόσωπό του (ή καλύτερα την καρδιά του) για την καθημερινή κανιβαλιστική του συνήθεια, εγώ αποφάσιζα να δηλώσω απλά παρών. Όπως και χιλιάδες κόσμου που άκουσαν την έκκληση του και στήριξαν την προσπάθεια.
Κι έτσι βρέθηκα να παρακολουθώ από πολύ κοντά, από πρώτη θέση, τον αγώνα του Εφήμερου να υλοποιήσει ένα όραμα που κάποτε, όχι μακριά, θα μοιάζει κοινή λογική. Και νιώθω υπερήφανος γι’ αυτό. Αισθάνομαι ευλογημένος που συνεργάστηκα, έστω για λίγο, με ένα τόσο λαμπρό μυαλό και πνεύμα. Και νιώθω μεγάλη πικρία που δεν πρόλαβα να του το πω.
Όλα αυτά που συμβαίνουν μέσα και γύρω από το TPP ξεπήδησαν από την ιδέα ενός ανθρώπου. Και δεν τις κράταγε για τον εαυτό του τις ιδέες, δεν ήταν τσιγκούνης ο Κώστας. Τις κερνούσε σε πολύ κόσμο, σε πάρα πολύ κόσμο.
Εμένα με κράτησε ως εδώ. Πολύ κόσμο τον κράτησε ως εδώ. Στρατιές ολόκληρες, εάν κρίνω από τις αντιδράσεις στον χαμό του. Μας έπεισε. Μας έδειξε έναν δρόμο. Σχεδίασε «πως γίνεται». Έφτιαξε με τα χέρια του σημαντικά εργαλεία. Έστρωσε το δρόμο. Χάραξε ένα σχέδιο. Το τελάλησε. Δεν συγκινήθηκαν αρκετοί, όσοι ο ίδιος έκρινε πως χρειαζόταν. Δεν το έβαλε κάτω όμως.
Ναι ξέρω, σε κάποια πράγματα έπεσε έξω. Ξέρουμε, «έκανε λάθος υπολογισμούς», «έκανε λάθος ανοίγματα», ίσως αδίκησε κάποιους, ίσως τελικά όχι. Τα ξέρουμε άλλα τόσα «λάθη» που έκανε ο Κώστας κι ας μην χρησιμοποιώ τη γλώσσα σας. Κοιτάχτε φίλοι, καλοπροαίρετοι ή τρίτοι που δεν σας σταμάτησε η τρίτη παράγραφος. Αυτό που περιγράφετε είναι ένας άνθρωπος. Ο Κώστας ήταν ένας άνθρωπος. Ήταν Εφήμερος, και σίγουρα, δεν ήταν ποτέ του «γραφείο».
Αλλά ήταν ένας άνθρωπος. Πράγματι, έκανε λάθη, κι αν υπήρχαν στόχοι που τους έχανε, ήταν επειδή συνήθως τους τοποθετούσε ψηλά. Αυτή είναι η μοίρα των ανθρώπων που δεν φοβούνται να ακούσουν τις φωνές στο κεφάλι τους, που δεν προσπαθούν να τις διαλύσουν με θόρυβο, με «ωτοασπίδες» ή με άλλα μέσα. Θα κάνουν και λάθη.
Ε, και; Το «λάθος» μπορεί να επισκιάσει καταστάσεις μόνον όταν το «σωστό» πατάει σε πραγματικές βάσεις και όχι θεωρίες.
Εκείνη την Τρίτη, η καρδιά του Κώστα αποφάσισε να τον πάει σε εκείνο το ραντεβού για το οποίο προετοιμαζόταν εδώ και καιρό. Πολύ καιρό. Σαν προαναγγελθέν ραντεβού με μια σφαίρα στην καρδιά. Είχε ξεφύγει από πολλές τέτοιες, το ομολογούσε ο ίδιος στους γύρω του, πολλές φορές ανάμεσα σε τρανταχτά γέλια. Άλλωστε, θα έχετε ήδη διαβάσει αρκετούς από εκείνους και εκείνες που κατά καιρούς είχαν την τύχη να τον συναντήσουν, να περιγράφουν -και- αυτή την πτυχή του.
Τους προετοίμαζε τους γύρω του ο Κώστας. Την οικογένειά του, τους φίλους του, τους συνεργάτες του, τον κόσμο, το TPP, τον εαυτό του. Έτσι ζούσε. Μονίμως με μερικά project σε εξέλιξη, ακόμα και με αυτό που στο τέλος πεθαίνει.
Κι όμως, τη στιγμή που σταμάτησε να χτυπάει η καρδιά του, το TPP σίγησε. Λες και ο μπαγάσας το είχε συνδέσει κατευθείαν με την καρδιά του. Όχι για να σταματήσει στην περίπτωση που η δική του έπαυε να χτυπά, αλλά για να βεβαιωθεί πως μετά το θάνατό του θα «ανέβουν» σε αυτό όλα όσα κομμάτια του είχε κρατήσει εκτός, όσα χρειαζόταν για να αναπνέει. Για να συντονίσει την καρδιά του TPP πια, ο αθεόφοβος, στον δικό του χτύπο.
Η ζωή είναι πολύ μικρή. Η ζωή είναι πολύ μεγάλη. Η ζωή δεν έχει μέτρο. Και είναι μία. Είναι μια κι έξω, και ότι γίνει. Και ο Κώστας, όσο καιρό τον γνώριζα και πριν γνωριστούμε, της φερόταν ακριβώς έτσι. Χωρίς αναβολές. Χωρίς αναστολές.
Η ζωή και ο βίος του Εφήμερου είναι ήδη υπέρ του δέοντος διδακτικά, τόσο που την ύλη τους θα χρειάζονταν για να αποτυπώσουν μια ντουζίνα τόμοι, σίγουρα μερικά βίντεο και ίσως κάποια διαλεχτά τραγούδια. Είτε συμφωνεί, είτε διαφωνεί κανείς μαζί του.
Ο θάνατός του φέρνει φαρμακερό πόνο, έντονη θλίψη, πολύ κρίμα και σίγουρα μπόλικη πικρία. Φέρνει, όμως, και μια ερώτηση. Ήταν μόνος του;
Ο Κώστας Εφήμερος οραματιζόταν μία δημοσιογραφία που θα βασίζεται στους πολίτες που εκτιμούν πόσο σημαντικό αγαθό είναι στη σημερινή κοινωνία, της πληροφορίας και της παραπληροφόρησης, το να μην χρηματοδοτείται η ενημέρωσή του από κέντρα εξουσίας, οποιουδήποτε τύπου. Μία δημοσιογραφία που θα ήταν των πολιτών, για τους πολίτες και με την έμπρακτη στήριξή τους, χωρίς την εμπλοκή άλλου μεσάζοντα μεταξύ της λήψης της είδησης και της μετάδοσής της. Μια δημοσιογραφία που θα σέβεται τον κόσμο στον οποίο απευθύνεται και που επιχειρεί να ενημερώσει, πολύ περισσότερο από τις τράπεζες, τις πολυεθνικές, την εκάστοτε εξουσία, το χέρι που θα την μπουκώνει με διαφήμιση, ειδικά εάν τα συμφέροντα των τελευταίων έρχονται συχνά σε σύγκρουση με αυτά των «πολλών» και των αδύναμων.
Μια δημοσιογραφία που θα λέει «ναι ρε πούστη μου, γίνεται, δεν είναι μονόδρομος». Ο Κώστας Εφήμερος πίστευε πως γίνεται. Όσοι βρέθηκαν στο πλευρό του στο δρόμο του πίστεψαν πως γίνεται. Όσοι μαζευτήκαμε γύρω από την ιδέα του που συνεχίζει να καίει σήμερα στο Μεταξουργείο λέμε πως γίνεται.
Στη μνήμη του.
Ανάρτηση στο Facebook.