Τα τηλέφωνα χτυπούν, η φωνή του μια βγαίνει μια χάνεται. Έχει πάει να δει θύματα της καταστολής, έχει ορίσει το τηλεφωνικό ραντεβού μας στις 19:15 ακριβώς, έχει μισή ώρα για τη συνέντευξη, μετά έχει ένα επείγον ζουμ. Είναι κάθε μέρα στο δρόμο, σα βουλευτής του Κομμουνιστικού Κόμματος του Ισραήλ και του εντός βουλής συνασπισμού Χαντάς (חד“ש) που θα πει Νέο. Ο Οφέρ Κασίφ είναι πολλά ακόμη: ακαδημαϊκός δάσκαλος, διδάκτωρ φιλοσοφίας, Εβραίος, Ισραηλινός, Κομμουνιστής, ακτιβιστής, όλη μέρα στο δρόμο και αποδέκτης απειλών για τη ζωή του. Έξω από το σπίτι του γίνονται διαδηλώσεις, για την ακροδεξιά και την κυβέρνηση Νετανιάχου είναι το σπίτι του «προδότη» που «πρέπει να πεθάνει».
Ακόμη και για να καταφέρει να κατέβει σε εκλογές – και να εκλεγεί- χρειάστηκε να ξεπεράσει τεράστια εμπόδια κι εκείνος και ο κομματικός σχηματισμός που ανήκει. Το κόμμα του Νετανιάχου, το Λικούντ, και οι ακροδεξιοί υποστηρικτές του από τα μικρότερα Γισραέλ Μπεϊτενού και Οτζμά Γεχουντίτ, είχαν περάσει από τη βουλή απαγόρευση συμμετοχής γιατί στόχος του ήταν λέει «η εξαφάνιση του Ισραήλ ως εβραϊκού κράτους και η υποστήριξη των βίαιων Παλαιστίνιων αντιστασιακών και της Χεσμπολάχ, και οι περισσότεροι οπαδοί του είναι υποστηρικτές της τρομοκρατίας». Το πρώτο δικαστήριο συμφώνησε μαζί τους, έφτασε μέχρι το ανώτατο δικαστήριο η απαγόρευση για να ανατραπεί, και να εκλεγεί ο Οφέρ βουλευτής στο ισραηλινό κοινοβούλιο, την Κνεσέτ, ξανά και ξανά, σε όλο τον κύκλο των εκλογών των τελευταίων δύο ετών.
Την 9η Απριλίου 2021, μετά τα γεγονότα στην Ανατολική Ιερουσαλήμ έμαθα το όνομα του Οφέρ Κασίφ. Ήταν ο άνθρωπος για τον οποίο οι τίτλοι των ισραηλινών εφημερίδων έγραφαν: «Η αστυνομία κακοποιεί βουλευτή μπροστά στις κάμερες». Το χέρι του είναι ακόμη σε νάρθηκα. Ήταν εκεί για να εμποδίσει τις καταλήψεις σπιτιών των Παλαιστίνιων από εποίκους, με την πλήρη βοήθεια των αρχών. Ήταν εκεί όταν άρχισε το τελευταίο επεισόδιο βάρβαρων επιθέσεων από τις δυνάμεις κατοχής και ήταν παρών σε κάθε αγώνα, εντός ή εκτός Κνεσέτ.
Πέρισυ, μέσα στην Κνεσέτ, και πριν λίγες μέρες, μιλώντας στο CNN, χαρακτήρισε τον Βενιαμίν «Μπίμπι» Νετανιάχου «πυρομανή ψυχοπαθή». Όσο και αν χάρηκα τη δήλωση του, για μένα παραμένει μυστήριο: αυτός ο πυρομανή ψυχοπαθής πως συνεχίζει να παίζει ένα τόσο σημαντικό ρόλο στην πολιτική του Ισραήλ, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, δεκαετίες τώρα. Τι δείχνει αυτό για την κοινωνία του Ισραήλ;
«Πρώτα απ όλα επιτρέψτε μου να πω γιατί επιμένω ότι είναι πυρομανής. Το λέω γιατί αυτός έβαλε τη φωτιά, μόνο και μόνο για να κρατήσει την εξουσία και να εμποδίσει να σχηματιστεί μια άλλη κυβέρνηση.
Τώρα, οι ψηφοφόροι του δεν είναι όλοι οι ίδιοι. Βεβαίως υπάρχουν ανάμεσά τους πολλοί εξτρεμιστές της δεξιάς, και άλλοι που έχουν υποστεί πλύση εγκεφάλου και τον ακολουθούν λόγω προσωπικής φατρίας. Όπως με όλους τους φασιστές, υπάρχει cult of personality, η λατρεία του ηγέτη – σούπερμαν, κι αυτό είναι ένα μέρος του ζητήματος και είναι πραγματικά επικίνδυνος ο τρόπος που τον αντιμετωπίζουν μερικοί. Κι αυτό είναι δικό του έργο. Έχει μεταλλάξει το Λικούντ. Το Λικούντ δεν είναι αυτό που ήταν προ είκοσι ή τριάντα ετών. Και δεν το λέω μόνο εγώ, το λένε και άνθρωποι σαν την Λιμορ Λίβνατ, την πρώην υπουργό του Λικούντ (σσ έχει υπηρετήσει με το Λικουντ στα υπουργεία Παιδείας, Πολιτισμού, Επικοινωνιών). Η Λιμορ Λιβνατ χαρακτήρισε το σημερινό Λικούντ μια εγκληματική δράκα Μπιμπιστών (σσ οπαδοί του «Μπίμπι», χαϊδευτικό του Νετανιάχου). Το Λικουντ έχει γίνει η σέχτα του Μπίμπι, μια εγκληματική οργάνωση. Και αυτό, αν θες, αναλύεται και ταξικά, αλλά δεν είναι η ώρα τώρα.
Γιατί πρέπει να πούμε ότι είναι χαρισματικός, όπως όλοι οι φασιστές, και ξέρει μια χαρά να χειρίζεται τις μάζες. Και βασίζεται γι’ αυτό σε δύο πράγματα: το Φόβο και το Μίσος.
Ο Νετανιάχου έχει εγκαταλείψει τις κατώτερες τάξεις, η ανασφάλεια και άρα ο φόβος σε αυτές όλο και μεγαλώνει, και αυτό το στρέφει προς όφελος του. Τα ίδια και με το μίσος. Λέω πολύ συχνά ότι οι φοβισμένοι άνθρωποι θα μισήσουν, και ότι είναι εύκολο να χειραγωγήσεις τους στρεσαρισμένους ανθρώπους. Είναι εύκολο να οδηγηθούν στο μίσος. Κι αυτό κάνει ο Νετανιάχου. Αυτή είναι η βάση της έλξης που ασκεί σε πολλούς. Ομως, ακόμη και έτσι οι πιο πολλοί στο Ισραήλ εναντίον του. Τα τελευταία χρόνια ειδικά – πάμε για τις πέμπτες εκλογές μες σε δύο χρόνια, και όλες ξαναγίνονται και ξαναγίνονται γιατί δε βγάζει πλειοψηφία. Παρ΄ όλα αυτά παραμένει. Το μίσος κι ο φόβος. Αυτά είναι ο άνεμος κάτω από στα δεξιά φτερά του.».
Τι ακριβώς σημαίνει όμως Εβραϊκή ανωτερότητα, Jewish Supremacy; πόσο οι οπαδοί της αυξάνονται, πόσο χειροτερεύει η κατάσταση τα τελευταία χρόνια;
«O Νετανιάχου, με την πολιτική του Διαίρει και Βασίλευε, σε κάποια επίπεδα τη δημιούργησε και σε άλλα τη βάθυνε συνειδητά. Τα τελευταία 11 χρόνια, και ειδικά τα πέντε τελευταία, τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα, εις βάρος των Παλαιστίνιων και της Αριστεράς».
Τον ρωτάω για την άλλη πλευρά – της αισιοδοξίας. Τις διαδηλώσεις, όπως αυτές της Παρασκευής και του Σαββάτου, που Εβραίοι και Παλαιστίνιοι του Ισραήλ βγήκαν στο δρόμο ενωμένοι, να απαιτήσουν ειρήνη, να κατακεραυνώσουν την κυβέρνηση Νετανιάχου.
«Κι εμείς κι οι σύντροφοι μας βλέπουμε ανθρώπους, δε βλέπουμε εχθρότητα μεταξύ των λαών, αλλά αντιπαλότητα μεταξύ όσων πιστεύουν στην Εβραϊκή Ανωτερότητα (jewish supremacy) από τη μια, και όσους αγωνίζονται για τη δημοκρατία και την ισότητα από την άλλη. Είναι χιλιάδες οι Εβραίοι και ακόμη περισσότεροι οι Παλαιστίνιοι υπέρ της Δημοκρατίας και της ισότητας. Και πριν δέκα μέρες πάλι είμασταν μαζί στο δρόμο κατα της βιας που ξεκίνησε ο Νετανιάχου. Γι΄αυτό και είμαι αισιόδοξος, ξέρω ότι οι πιο πολλοί θελουμε να ζήσουμε μαζί. Το πρόβλημα είναι ότι δε βγαίνουν όλοι στο δρόμο, αλλά είναι βέβαιο ότι οι περισσότεροι θέλουν να ζήσουν μαζί.
Ο Νετανιάχου μας έχει φέρει στα όρια. Τέτοιες διαδηλώσεις θα συνεχιστούν και θα αυξηθούν, θα είμαστε όλοι μαζί, Άραβες κι Εβραίοι, στο δρόμο σε λίγο, την επέτειο των 54 ετών της κατοχής της Δυτικής Όχθης και της Ιερουσαλήμ. Είμαι πεπεισμένος ότι η πολιτική ατζέντα θα αλλάξει, αλλά θέλει πολύ δουλειά και ίσως θελήσει και θυσίες. Είμαστε υπό συνεχείς απειλές δολοφονίας – και ακόμη κι από ανθρώπους του Νετανιάχου μέσα στο κοινοβούλιο, την Κνεσέτ. Διαδηλώνουν μπροστά στο σπίτι μου, με λένε τρομοκράτη, ζητούν να φύγω. Δεν εγκαταλείπω. Συνεχίζουμε τον άγωνα για ισότητα, δημοκρατία και αυτοδιάθεση. Αλλά να ξέρετε ότι αυτές οι απειλές είναι και μόνιμες και σοβαρές. Αν κάτι μου συμβεί, κατηγορώ από τώρα τον Νετανιάχου και τους μπράβους του στην κυβέρνηση και στο κοινοβούλιο. Αν μου συμβεί κάτι ο μόνος υπεύθυνος είναι αυτοί».
Αντιδρώ αυθόρμητα, σκέφτομαι πως οι φανατικοί Εβραίοι σιωνιστές ήταν που δολοφόνησαν το Γιτζάκ Ράμπιν, δεν πρόκειται εδώ για εικασίες αλλά για πράγματα που τα έχουμε ξαναζήσει. Αυθόρμητα του λέω να προσέχει, ότι τον χρειαζόμαστε. Το λέω από την ασφάλεια του σπιτιού μου σε εκείνον, που το σπίτι του, ο ίδιος, η σύζυγος του, το παιδί του, απειλούνται από τους ακροδεξιούς. Γελάει.
«Ο αγώνας για την δημοκρατία δε σταματά. Η κληρονομιά που προσπαθώ να ακολουθήσω είναι η κομμουνιστική παράδοση: δεν εγκαταλείπουμε ποτέ τον αγώνα ενάντια στην καταπίεση, αν δεν το κανείς εσύ, αν εσύ δεν πάρεις το ρίσκο, δεν θα το κάνει κανείς. Αν όπως πάθω κατι, υπεύθυνη θα είναι η συμμορία που λέγεται κυβέρνηση και κανείς άλλος».
Το κομμουνιστικό κόμμα του Ισραήλ έχει περάσει πολλά κύματα, από την εποχή του Μάκι, του πρώτου κομμουνιστικού κόμματος, που χωρίστηκε στα δύο – λόγω του σιωνιστικού προβλήματος- το ’60 για να ξαναβρεθεί ως ένα, πρώτα ως Ράκαχ και, από το 1977, ως κομμάτι του Χαντάς. Η αντίθεση των κομμουνιστών στο Σιωνισμό ήταν αιτία να μένουν μονίμως έξω από τις κυβερνήσεις συνεργασίας, από το 1965 κιόλας. Ήταν όμως και η αιτία που τους κρατούσαν ζωντανό παράδειγμα αλληλεγγύης και αγώνα και από τις δύο πλευρές: Αυτοί έδωσαν πολιτική στέγη και βοήθησαν να ακουστούν οι Μαύροι Πάνθηρες του Ισραήλ, οι Εβραίοι από τη βόρειο Αφρική και τις χώρες της Μέσης Ανατολής που ζούσαν το ρατσισμό των υπολοίπων στο πετσί τους, που η τότε πρωθυπουργός Γκίλντα Μέιρ χαρακτήρισε «όχι καλούν ανθρώπους», not nice people, για να δει να γίνεται η δήλωσή της κι η φωτό της οδός… Η Νύχτα των Πανθήρων, η 18η Μαϊου, ήταν η μέρα που κι εκείνη και οι συν αυτή κατάλαβαν ότι είχαν μπροστά τους ένα αληθινό, αγωνιστικό κίνημα από τα κάτω.
Η κουβέντα μας συνεχίζεται, με διακοπές από τηλέφωνα. Δε χάνει τον ειρμό του – οι διακοπές των πέντε έξι λεπτών τον βρίσκουν κατόπιν έτοιμο να ξεκινήσει ακριβώς από κει που σταματήσαμε. Τον ρωτάω για τις αυξανόμενες φωνές που συζητούν τη λύση ενός κράτους. Μπορούν να ζήσουν μαζί, σε ένα κράτος, Εβραίοι και Παλαιστίνιοι σήμερα;
«Ανήκω σε ένα κόμμα που χρόνια, από το ’40, στηρίζει την λύση των δυο κρατών. Κανείς μας δεν απορρίπτει την λύση του ενός κράτους, αλλά πιστεύουμε ότι δεν είναι πολιτικά ρεαλιστικό. Πρώτα και κύρια, οι Παλαιστίνιοι δεν έχουν ποτέ ζήσει την αυτοδιάθεση, ακόμη περισσότερο δεν υπήρξαν ποτέ ανεξάρτητο κράτος. Ζουν τον Ιμπεριαλισμό και την αποικιοκρατία. Και έχουν το δικαίωμα πλήρους αυτοδιάθεσης. Άρα χρειάζεται να έχουν μια ανεξαρτητη, αυτόνομη, ελεύθερη Παλαιστίνη.
Ξέρεις ότι είμαι μαρξιστής λενινιστής. Ο Λένιν είπε, και το είπε πολλές φορές και το έγραψε πολλές φορές, πόσο σημαντικό είναι το θέμα της αυτοδιάθεσης των λαών. Εξηγεί ότι για να καταφέρουμε το σοσιαλισμό πρέπει να μειωθεί η εχθρότητα, κι η εχθρότητα δεν μπορεί να μειωθεί με κατεχόμενο τον ένα λαό. Όχι ό,τι δεν υπήρξαν διαφωνίες ως προς αυτό μες στους μπολσεβίκους… υπήρξαν. Όμως εκείνος είχε επιμείνει στην αυτοδιάθεση – το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση είναι θεμελιώδες ζήτημα. Η εθνική απελευθέρωση είναι βήμα προς το σοσιαλισμό. Κι έτσι το βλέπω. Πιστεύω ότι η απελευθέρωση της Παλαιστίνης είναι, πέρα από αυτό και’ αυτό το δίκαιο αίτημα, και ο δρόμος για το σοσιαλισμό, γιατί θα μειώσει την εχθρότητα μεταξύ των λαών της περιοχής. Τώρα, αν υπάρξει κάποτε μια ομοσπονδία ή συνομοσπονδία, ίσως και με την Ιορδανία μέσα… Η λύση των δύο κρατών, δηλαδή, δεν σημαίνει άρνηση μιας κοινής πολιτικής οντότητας».
Τι έχει να πει για τις κατηγορίες περί αντισημιτισμού που εκτοξεύονται αδιακρίτως κατά πολιτικών, καλλιτεχνών, δημοσιογράφων, πολιτών που κατακρίνουν τις πολιτικές του Νετανιάχου;
«Πρώτα από όλα πρέπει να πω πως ο αντισημιτισμός είναι ρατσισμός και είμαστε ενάντια σε κάθε ρατσισμό και σε πάντα θα τον πολεμάμε. Αυτό πρώτα και πάνω απ’ όλα. Ανάμεσα σε αυτούς που αγωνίζονται ενάντια στον Σιωνισμό υπάρχουν δυστυχώς κι αντισημίτες, είναι λίγοι, πολλοί λίγοι, είναι περιθώριο, όμως. Αυτοί που είναι κατά της κατοχής, κατά της κυβέρνησης της οποίας οι πολιτικές υπεραμύνονται του σιωνισμού, είναι στην πλειονότητα τους καλοί άνθρωποι, με σοσιαλιστικές ή αριστερές τάσεις.
Αυτοί που υποστηρίζουν τον Σιωνισμό, την αποικιοκρατία, προσπαθούν να απονομιμοποιήσουν την δίκαιη κριτική κατά της κυβέρνησης της αποικιοκρατίας και της κατοχής. Αν κάνεις αυτή τη δίκαιη κριτική, σε κατηγορούν ότι είσαι αντιεβραιος. Αυτά είναι ηλιθιότητες. Όσοι αγωνιζόμαστε για δικαιοσύνη και για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης, πρέπει να μιλάμε διακρίνοντας τον αντισημιτισμό από τον αντισιωνισμό. Ο αγώνας μας είναι αγώνας για το δίκαιο. Αυτό λέμε και απορρίπτουμε τον αντισημιτισμό, αποδεχόμενοι τον αντισιωνισμο γιατί αποτελεί την αντίθεση και αντίσταση προς την κατοχή.
Θυμάμαι πολλές φορές ένα σύνθημα που είχα δει, και το αναφέρω: «Ο αντισημιτισμός είναι έγκλημα, ο αντισιωνισμός είναι καθηκον». Αυτό είναι το σύνθημα μας. Δεν απολογούμαστε. Το ζήτημα είναι πολιτικό και είναι πολύ εύκολο, μετά το Ολοκαύτωμα και τόσες διώξεις, κάποιοι να εκμεταλευτουν το φόβο που έχουν πολλοί Εβραίοι . Μιλούσαμε για μίσος. Ο Νετανιάχου είναι μάστορας σε αυτά, αλλά δεν είναι ο μόνος που σπέρνει μίσος και χρησιμοποιεί την κατηγορία του αντισημιτισμού. Είναι κι αυτό μέρος της χειραγώγησης.
Δεν απολογούμαστε. Είμαστε ξεκάθαροι. Αγωνιζόμαστε για το Δίκαιο, κι Οχι εναντίον Εβραίων. Αγωνιζόμαστε ενάντια στην κατοχή και ενάντια στο ρατσισμό που είναι ο σιωνισμός. δε ζητάμε να εξαφανιστεί κανείς, ζητάμε να ζήσουν όλοι. Αυτό είναι το Δίκαιο».
Σε τρία λεπτά πρέπει να ξεκινήσει το ζουμ, έχουν πολλά να οργανώσουν. Τον ρωτώ αν θέλει να προσθέσει τίποτε. «Τις ευχαριστίες μου σε όλους μας τους συντρόφους» μου λέει κι υπόσχεται, όταν πάω στο Ισραήλ, να κάνουμε μια συνέντευξη ον κάμερα.