«Περίπου στη μέση της συναυλίας, αφού είχαμε παίξει 1μιση με 2 ώρες, ξαφνικά άρχισαν να σκάνε μπροστά μας κρότου λάμψης και δακρυγόνα. Στην αρχή δεν καταλάβαμε ότι είναι δακρυγόνα, γιατί στις συναυλίες ο κόσμος ανάβει καπνογόνα κλπ. είδαμε ότι ο κόσμος άρχισε να φεύγει πανικόβλητος. Ήταν 5.000 άνθρωποι, σε έναν χώρο που είναι σαν μια πλατεία, με δύο πολύ μικρές εξόδους διαφυγής. Μία προς στην Εγνατία και μία προς την Εθνικής Αμύνης. Τα δακρυγόνα κλείσανε την έξοδο προς την Εθνικής Αμύνης. Έφευγε ο κόσμος πανικόβλητος, μας ήρθαν κι εμάς τα αέρια, ξέρετε, βήχας κακό» ανέφερε αρχικά ο Δημήτρης Μυστακίδης, περιγράφοντας το τι συνέβη αφού οι κρότου λάμψης και τα δακρυγόνα έπεσαν προς το πλήθος που παρακολουθούσε τη συναυλία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το βράδυ της Παρασκευής.

Σχολιάζοντας την ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ, που υποστήριξε ότι δεν έγινε ρίψη χημικών στη συναυλία, ο μουσικός ήταν κατηγορηματικός: «Τα ρίξανε μέσα. Βγαίνει το αρχηγείο της ΕΛ.ΑΣ και βγάζει μία ανακοίνωση που καταρρίπτεται αυτόματα. Με το που βλέπεις τα βίντεο βλέπεις τι έχει γίνει».

«Δεν πιστεύαμε ότι θα το κάνουν σε τόσο πολύ κόσμο. Ήταν και τελείως αντιεπαγγελματικό, αν θεωρήσουμε οτι είναι επαγγελματίες αστυνομικοί» σχολιασε στη συνέχεια. «Δηλαδή λες ότι σε προκαλούν 10 άνθρωποι και έρχεσαι 400 μέτρα μακριά, σε άμαχο κόσμο και ρίχνεις δακρυγόνα; Ποιος έδωσε αυτήν την εντολή; Αυτοί οι άνθρωποι δεν ελέγχονται από πουθενά; Ρητορικές οι ερωτήσεις» τόνισε, ενώ στη συνέχεια αναφέρθηκε στο γιατί συνέχισαν, μαζί με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου, να τραγουδάνε, χωρίς τον εξοπλισμό, μετά την επίθεση των ΜΑΤ.

«Είχαμε όλον τον εξοπλισμό πάνω στη σκηνή. Και φοβούμενοι το τι θα γίνει, δεν μπορούσαμε να τα αφήσουμε έτσι τα πράγματα, μείναμε εκεί. Και μαζί με εμάς έμεινε και κόσμος που δεν μπορουσε να φύγει. Άλλοι λιποθύμησαν, αριστερά από τη σκηνή, αλλοι δεν μπορούσαν να ανασάνουν. Είχε οικογένειες με μικρά παιδιά, είχε ανάπηρους με αμαξίδια. Πριν τη συναυλία, ήρθαν πάρα πολλές οικογένειες και βγάιναμε όλοι μαζί φωτογραφίες. Ήταν γιορτή αυτό που γινότανε. Όταν βγήκε ο κόσμος στην Εγνατία και μετά που καθάρισε η ατμόσφαιρα, είχανε μείνει αυτοί που δεν μπόρεσαν να φύγουν και είπαμε με τον Θανάση ότι δεν γίνεται να σταματήσουμε έτσι. Δεν είχαμε ρεύμα βέβαια, είχαμε κόψει το ρεύμα για να μην γίνει κανένα ατύχημα. Και παίξαμε δύο τραγούδια σκέτα, χωρίς ρεύμα»

«Νομίζω ότι δεν πρέπει να το βλέπουμε ως ένα ξεχωριστό γεγονός» τόνισε, απαντώντας σε ερώτηση για το πως σχολιάζει συνολικά το πλαισιο των κυβερνητικών πολιτικών. «Προσπαθούν να αλλοιώσουν όλες τις κατακτήσεις που έχουν γίνει όλα αυτά τα χρόνια. Η αστυνομία μέσα στα Πανεπιστήμια είναι ένα από αυτά. Αγγίζει όμως ένα μεγάλο κομματι της κοινωνίας, το πιο υγιές, που είναι οι νέοι άνθρωποι. Αυτό που γίνεται στα πανεπιστήμια που είναι η κοινωνικοποίηση, οι ανταλλαγές ιδεών, η διαμόρφωση ενός κλίματος δημοκρατίας, αυτό χτυπιέται αυτήν τη στιγμή. Γι αυτό υπάρχουν οι πιο έντονες αντιδράσεις και γι αυτό κι εμείς, όσο μπορούμε να σταθούμε δίπλα στα παιδιά, το κάνουμε»

«Από τη μεριά μας θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να βοηθήσουμε αυτά τα παιδιά» επανέλαβε στη συνέχεια, ενώ, εν’ω απαντώντας στο ερώτημα αν ο στόχος της κυβέρνησης είναι η καλλιέργεια φόβου, υποστήριξε πως «απόόσα είδα μετά τη συναυλία, νομίζω ότι αν ξαναγίνει ένα τέτοιο γεγονός, την επόμενη φορά θα πάει πιο πολύς κόσμος».

Αναφέρθηκε τέλος και στις αντιδράσεις για το γεγονός, τονίζοντας ότι «είναι σαν να ζούμε σε παράλληλα σύμπαντα στην κοινωνία. Είναι ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας που, λόγω φόβου, λόγω στερεοτύπων, θεωρεί ότι αυτό απειλεί την κανονικότητά τους. Αντί να δει ότι όλη αυτή η αντίδραση θέλει να τους κάνει την κανονικότητα καλύτερη, Αρνούνται να δουν την εξέλιξη στα πράγματα, την αντίσταση, που είνια υγιής αντίσταση. Δεν είναι αντίσταση για να είναι».

«Σαν να έχει χαθεί η έννοια της πραγματικότητας» τόνισε στη συνέχεια. «Βλέπεις το συγκεκριμένο γεγονός. Το δείχνουν όλα τα βίντεο, ακόμα κι αυτά των “καθεστωτικών” μέσων. Πώς γίνεται να λέει ο άλλος ότι δεν ρίχνουν δακρυγόνα;» αναρτήθηκε, ωστόσο κατέληξε στο ότι «εάν τα πράγματα συνεχίσουν να συμβαίνουν έτσι για τον απλό άνθρωπο τον καθημερινό, θα ρθεί η στιγμή που θα συναντηθούμε…»