συνέντευξη στους Κωνσταντίνο Πουλή και Θάνο Καμήλαλη, στην εκπομπή «Φάρμα των Ζώων»
«Δεν κατεβαίνουμε στις εκλογές με στόχο απλώς και μόνο την καταγραφή και την επιβίωση στο δημοτικό συμβούλιο. Απευθυνόμαστε στην τεράστια κοινωνικη πλειοψηφία των εργαζομένων και κατοίκων της Αθηνας και θέλουμε να την εκφράσουμε και εκλογικά» τόνισε αρχικά ο κ.Παπαδάκης, εξηγώντας το πώς προέκυψε η υποψηφιότητά του.
«Η συγκρότηση του συνδυασμού έγινε από τρεις αυτοδιοικητικές παρατάξεις, οι δύο εκπροσωπούνται στο δημοτικό συμβούλιο. H μία από το 2010 με τον Πέτρο Κωνσταντίνου, η άλλη από το 2019 με τη Ντίνα Ρέππα και τώρα τον Παναγιώτη Κεφαλληνό. Η τρίτη είναι η Ανυπότακτη Αθήνα. Η συγκρότηση έγινε, καταρχήν, όχι με κεντρικές πολιτικές επιλογές αλλά με κριτήριο την παρέμβαση στον δήμο Αθήνας. Η υποψηφιότητά μου προτάθηκε ομόφωνα, γύρω στο τέλος Αυγούστου, έγινε αποδεκτή, με το σκεπτικό ότι πραγματικά χρειάζεται μία αναβαθμισμένη παρέμβαση η οποία να υπερβεί τα όρια αυτά και να μπορέσει να απευθυνθεί, όπως είπα, στη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία».
Σχολίασε την υποψηφιότητα του καταδικασμένου για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, Ηλία Κασιδιάρη, κάνοντας λόγο για «πολιτικό παιχνίδι μηνών» της ΝΔ με αλλεπάλληλες τροπολογίες, αλλά και μία προσπάθεια του δημάρχου Αθηναίων, Κώστα Μπακογιάννη, να συσπειρώσει ψηφοφόρους «στο όνομα του αντιφασισμού και όχι φυσικά στο όνομα του ανύπαρκτου δημοτικού του έργου».
«Tα δεδομένα καθιστούν όχι απλά συμβολική αλλά πραγματική τη σημασία της υποψηφιότητάς μου, η οποία μάλιστα προτάθηκε και έγινε αποδεκτή μερικές εβδομάδες μετά την ανακοίνωση της υποψηφιότητας Κασιδιάρη. Παρακολουθούμε ένα πολιτικό παιχνίδι της Νέας Δημοκρατίας, η οποία αφού τον διαφήμισε πολλούς μήνες με τις τροπολογίες, αφού θέσπισε μία νομοθεσία η οποία ανοίγει τη δυνατότητα να αποκλείονται ευρύτερα κόμματα αλλά δεν απέκλεισε τον ίδιο, τον αφήνει να συμμετάσχει στις επερχόμενες εκλογές για να δώσει στη διοίκηση Μπακογιάννη έναν λόγο να συσπειρώσει και να αποκτήσει ξανά την πλειοψηφία στο όνομα του αντιφασισμού και όχι φυσικά στο όνομα του ανύπαρκτου δημοτικού του έργου. Απέναντι σε όλα αυτά, απέναντι σε σύνορα που είναι κλειστά για τους πρόσφυγες αλλά ανοικτά για τους Κροάτες δολοφόνους και τοιυς επίδοξους μιμητές τους, θεωρήσαμε ότι το αντιφασιστικό κίνημα πρέπει να αναλάβει μία κορυφαία πρωτοβουλία, να εκφράσει την παρουσία του στις δημοτικές εκλογές και να νικήσει τους ναζιστές αυτήν τη φορά και στην κάλπη.»
«Με τα εκατ. του Μεγάλου Περιπάτου θα μπορούσαν να έχουν επισκευαστεί και να έχουν λειτουργήσει όλα τα σχολεία της Αθήνας»
Σε ερώτηση για τον Μεγάλο Περίπατο, το έργο που σημάδεψε τη θητεία του Κώστα Μπακογιάννη και απέτυχε παταγωδώς, με τον δήμαρχο να παραδέχεται ουσιαστικά την αποτυχία, ο Κώστας Παπαδάκης ανέφερε:
«Η ομολογία της αποτυχίας του Μεγάλου Περιπάτου είναι γεγονός. Γεγονός είναι επίσης ότι η αποτυχία δεν βαρύνει μόνο τον κ.Μπακογιάννη, αλλά και τις παρατάξεις του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ που ψήφισαν τον Μεγάλο Περίπατο και που ακόμα και σήμερα, στις προεκλογικές τους δηλώσεις δεν λένε ότι θα τον καταργήσουν. Και το Ελεγκτικό Συνέδριο και την Περιφέρεια και το Υπουργικό Συμβούλιο και όλους τους ελεγκτικούς μηχανισμούς, οι οποίοι, εκμεταλλευόμενοι άλλη μία φορά το πρόσχημα της αντιμετώπισης του κορονοϊού, άνοιξαν το θεσμικό πλαίσιο για να δημιουργηθεί ο Μεγάλος Περίπατος, προκειμένου να μεγαλώσει ο χώρος κίνησης των πεζών στην Πανεπιστημίου και να προστατευτούν από τον κορονοϊό. Είναι μία απαράδεκτη μεθόδευση, από άποψη θεσμικής τάξης, μία ταλαιπωρία της πόλης τριάμιση χρόνια και μία σπατάλη τουλάχιστον 3 εκατ., με τα οποία θα μπορούσαν να έχουν επισκευαστεί και να έχουν λειτουργήσει όλα τα σχολεία της Αθήνας. Κι όλα για ένα έργο το οποίο και δωρεάν να παρείχετο θα ήταν άχρηστο για τους Αθηναιους. Κανένας δεν ευχαριστιέται να περπατάει ανάμεσα σε καυσαέρια, λεωφορεία και ανθρώπους που πηγαίνουν στη δουλειά τους. Είναι μία διαδρομή τουριστικής εξυπηρέτησης για τα καταλύματα του κέντρου και τα BnB».
Σε διευρινιστική ερώτηση για το θέμα των σχολικών υποδομών, τόνισε πως «τα σχολεία χρηματοδοτούνται με 7 εκατ. ευρώ αντί 14 που ήταν μέχρι το 2012. Όλα τα σχολεία και οι σχολικές Επιτροπές έχουν εκκρεμή κονδύλια 10, 20, 30 χιλιάδες ευρώ για διάφορες επισκευές. Δίνονται με μεγάλη καθυστέρηση, ανατίθενται σε εργολάβους εκτελούνται με μεγάλη καθυστέρηση και είναι και υπερτιμολογημένα. Ξέρετε πόσα σχολεία δεν ανοίξανε επειδή πέφτουνε σοβάρες ή επειδή υπάρχουνε ρωγμές ή πλημμύρες, όλα αυτά θα μπορούσαν να έχουν επισκευαστεί, γιατί υπήρχαν ειλημμένες διαμαρτυρίες γονέων και εκπαιδευτικών, αλλά δεν λήφθηκαν υπόψιν».
«Η στεγαστική κρίση στο υπ’αριθμόν 1 πρόβλημα της Αθήνας σήμερα»
Ο υποψήφιος δήμαρχος αναφέρθηκε επανειλημμένα στη στεγαστική κρίση στην Αθήνα, χαρακτηρίζοντας την ως το κορυφαίο πρόβλημα στην πόλη σήμερα.
«Η ένταση του φαινομένου του AirBnB είναι τέτοια, που κατατάσσει τη στεγαστική κρίση στο υπ’αριθμόν 1 πρόβλημα της Αθήνας σήμερα. Πιστεύω ότι όλοι όσοι μας ακούνε έχουν εμπειρία από ανθρώπους που ψάχνουν στέγη και δεν βρίσκουν κι από ενοίκια που είναι απλησίαστα καθώς ακόμα και μία γκαρσονιέρα αξιοπρεπής έχει φτάσει τα 500 ευρώ. Αυτό συμβαίνει διότι τα διαθέσιμα διαμερίσματα προτιμώνται να εκμισθώνονται με βραδυχρόνιες μισθώσεις και να στερούνται από την μακροπρόθεσμη χρήση των κατοίκων. Αυτό διαμορφώνει ένα πρόβλημα, σε συνδυασμό με τον τρόπο που αλλοτριώνεται το κέντρο της Αθήνας, το οποίο είναι δυνατόν να λυθεί με δύο τρόπους: Ο ένας τρόπος είναι να λυθεί σύμφωνα με τα συμφέροντα, της ανάγκες και τις εντολές των δυνάμεων της αγοράς. Δηλαδή να συνεχίσει όπως είναι και τα ακίνητα να “αξιοποιούνται” όταν ενέχουν δυνατότητα κερδοφορίας. Ο δεύτερος τρόπος είναι να λυθεί σύμφωνα με τις ανάγκες των κατοίκων και εργαζομένων της Αθήνας».
Ανέφερε στη συνέχεια 4 θέσεις για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης και τη μείωση των τιμών των ενοικίων:
«Πρώτον: Απαγόρευση της εκμίσθωσης με βραχυχρόνιες μισθώσεις και ΒνΒ των κενών κατοικιών. Όποιος θέλει BnB να φιλοξενεί μόνο στο σπίτι του. Δεύτερον, θέσπιση ανωτάτου ορίου επιτρεπόμενου μισθώματος, όπως υπήρχε και παλιά, για τις κύριες κατοικίες, σε ποσοστό επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου ετησίως. Τρίτον, καταγραφή, δέσμευση και διάθεση του κτιριακού αποθέματος όλων των κενών κτιρίων – και ειναι δεκάδες χιλιάδες τέτοια στην Αθήνα και τις συνοικιες της – είτε ανήκουν σε ιδιώτες, είτε σε δήμους, είτε σε δημόσιο. Αξιοποίηση και διάθεσή τους στους δικαιούχους για κοινωνικές κατοικίες με κοινωνικά κριτήρια. Και τέταρτον, κατεδάφιση – γκρέμισμα για όλα τα “σαπάκια”, όλα τα ετοιμόρροπα κτίρια, όλα τα ισόβια γιαπιά, όλα αυτά τα κτίρια τα οποία μολύνουν το περιβάλλον και μετατροπή τους σε χώρους πρασίνου και ελεύθερους χώρους. Να γίνουν ξανά, και το κέντρο της Αθήνας και οι συνοικίες της, κατοικήσιμα.»
«Δεν μιλάω για χρηματοδότηση μόνο από τον Δήμο, μιλάω και για διεκδίκηση χρηματοδότησης και από την κυβέρνηση. Και δεν μιλαώ για απαλλοτρίωση με αποζημίωση μόνο, μιλαω για πολλές φορές απαλλοτρίωση χωρίς αποζημίωση, λαμβάνοντας υπόψιν ότι οι ιδιοκτήτες τέτοιων ακινήτων έχουν συνεισφέρει σε πολύ μεγάλη μακρόχρονη περιβαλλοντική βλάβη από το να τα αφήνουν αδρανή και πολλές φορές σε κατάσταση που ρυπαίνουν την περιοχή και αισθητικά και υγειονομικά» πρόσθεσε, ενώ απαντώντας σε διευκρινιστική ερώτηση σημείωσε πως «χρειάζεται νομοθετική ρύθμιση. Αλλά εμείς, θέλουμε έναν δήμο, ο οποίος μαζί με τους πολίτες να αγωνίζεται και να διεκδικεί. Εάν δεν υπάρξει μία συστράτευση του δήμου και των πολιτών και των κινημάτω για να διεκδικηθούν αυτές οι λύσεις, δεν πρόκειται να υπάρξουν. Το θέμα είναι με ποιον θέλει να είναι ο Δήμος».
«Όχι» στο μετρό στην Πλατεία Εξαρχείων
Απαντώντας σε ερωτήσεις ακροατών σχετικά με τη θέση του για το Μετρό στην Πλατεία Εξαρχείων, ο κ.Παπαδάκης τάχθηκε ενάντια, υποστηρίζοντας πως πρόκειται για «πολιτική απόφαση που αποσκοπεί στο να καταστρέψει την πλατεία Εξαρχείων, να αλλοιώσει την ιστορία της περιοχής και μέσα από τη δημιουργία του μετρό να τη μετατρέψει και εκείνη σε χώρο τουριστικών καταλυμάτων».
«To Μετρό στα Εξάρχεια είναι μία πολιτική απόφαση που αποσκοπεί στο να καταστρέψει την πλατεία Εξαρχείων, να αλλοιώσει την ιστορία της περιοχής και μέσα από τη δημιουργία του μετρό να τη μετατρέψει και εκείνη σε χώρο τουριστικών καταλυμάτων. Μόνο το γεγονός ότι δεν υπάρχει καμία δυνατότητα συγκοινωνιακής ανταπόκρισης από τα στενά της πλατείας Εξαρχείων για να εξυπηρετείται το Μετρό είναι αρκετό για να καταδείξει την υποκρισία και τη σκοπιμότητα. Ευτυχώς που οι κάτοικοι με τον αγώνα τους μέχρι στιγμής έχουν πετύχει να μην κοπούν τα δέντρα. Είναι απαράδεκτο, η πλατεία αυτή, μία πλατεία ελευθερίας, 50 χρόνια μετά την κατάληψη της Νομικής και του Πολυτεχνείου να είναι φραγμένη με λαμαρίνες, ή με αστυνομικούς που προστατεύουν όχι τα δέντρα, αλλά το δικαίωμα των εταιρειών να κόψουν τα δέντρα. Και να διατίθενται όλο το 24ωρο εκεί, την ώρα που το κοινό, και σεξιστικό και ρατσιστικό έγκλημα οργιάζει».
Σε ερώτηση για το αν τα Εξάρχεια χρειάζονται μετρό, πέρα από το πολιτικό πλαίσιο και τις πιθανές στοχεύσεις για την εργαλειοποίησή του, τόνισε πως «τα Εξάρχεια δεν χρειάζονται Μετρό. Σε κάθε περίπτωση, δεν χρειάζεται η πλατεία Εξαρχείων Μετρό. Πολλές συνοικίες, όπως και τα Εξάρχεια, αυτό που χρειάζονται είναι πυκνές, δημοτικές συγκοινωνίες. Τοπικές συγκοινωνίες, λεωφορεία μικρά, κάποια στιγμή αργότερα τραμ, σε όλες τις συνοικίες και ποδηλατόδρομους»
«Στον δήμο αποκλειστικότητα της αντιπλημμυρικής προστασίας της Αθήνας.» – «Δεν έχει γίνει κανένα έργο, τα περισσότερα φρεάτια ασυντήρητα»
Όταν συζητάμε για την αυτοδιοίκηση, πάντα παρατηρείται σύγχυση αρμοδιοτήτων, σε βαθμό που οι πολίτες δεν γνωρίζουν τα όρια των ευθύνων ενός δήμο και αυτά της Περιφέρειας και της εκάστοτε κυβέρνησης. Προκύπτει επομένως η γενική ερώτηση για το τι μπορεί και τι δεν μπορεί να κάνει ένας δήμος.
«Αυτό που δεν μπορεί να κάνει ένας δήμος, είναι αυτό που έγινε στον Μεγάλο Περίπατο, γιατί οι μητροπολιτικοί δρόμοι ανήκουν στην αρμοδιότητα της Περιφέρειας, άλλο που στη συγκεκριμένη περίπτωση του έκαναν το χατίρι. Αυτό που πρέπει να κάνει ένας δήμος, είναι να συντηρεί τα πεζοδρόμια της πόλης, να συντηρεί τα φρεάτια, για να μην έχουμε πλημμύρες. Να συντηρεί τα σχολεία, να λειτουργεί τις κοινωνικές υπηρεσίες του, το πράσινο, την καθαριότητα και βεβαίως να παρέχει στους δημότες τη δυνατότητα να έχουν πρόσβαση σε αυτές τις υπηρεσίες. Αυτά ο δήμος της Αθήνας δεν τα κάνει, αντίθετα έχεις δημιουργήσει μία σειρά από έργα βιτρίνας, όπως το συντριβάνι στην Ομόνοια κ.α, τα οποία είναι απλώς ντεκόρ και θέαμα για τα ξενοδοχεία και δεν προσφέρουν τίποτα ούτε στη διαμόρφωση του μικροκλίματος ούτε στην εξυπηρέτηση των Αθηναίων» απάντησε ο Κώστας Παπαδάκης.
Εστιάζοντας στα αντιπλημμυρικά της Αθήνας, τόνισε:
«Φαίνεται ότι είναι δύσκολο για τον Δήμο, ο οποίος μάλιστα το 2019 απαίτησε και πήρε την αποκλειστικότητα της αντιπλημμυρικής προστασίας της Αθήνας. Θα περίμενε κανένας. Θα περίμενε κανένας, εκεί να ενεργοποιήσει τη διαδικασία του κατεπείγοντος, καθώς το 2018 να θυμίσω ότι είχε πλημμυρίσει η Ριζούπολη, με τα νερά να φτάνουν στα δύο μεέτρα και να παρασέρνουν αυτοκίνητα, στη Λεωφόρο Ηρακλείου κοντά. Τη διαδικασία της κατεπείγουσα προτεραιότητας τη χρησιμοποίησε για τον Μεγάλο Περίπατο. Στα 4 χρόνια για τη Ριζούπολη και της άλλες περιοχές, δεν έχει γίνει κανένα έργο, έχει γίνει μία μελέτη μονάχα και από τα 18.000 φρεάτια του δήμου Αθηνών, από ό,τι φαίνεται τα περισσότερα είναι ασυντήρητα και γι αυτό υπάρχουν πλημμύρες παντού. Ας αφήσουμε τις λακκούβες, ας αφήσουμε τα ρέματα που κλείσανε και δεν τα ανοίγουν, ας αφήσουμε την έλλειψη αντιπλημμυρικών στις περιοχές κοντά σε λόφους».
Τέλος, απαντώντας σε ερώτηση για τις συνεχείς αναθέσεις από την Τοπική Αυτοδιοίκηση σε ιδιώτες και το αν μπορεί ο δήμος να εκτελεί μόνος του τα απαραίτητα έργα, σημείωσε:
«Καταρχήν ο δήμος έχει τεχνικές υπηρεσίες, έχει εργάτες, έχει τη δυνατότητα με αυτεπιστασία να αναλαμβάνει και να υλοποιεί πάρα πολλά έργα, αντί να τα αναθέτει σε ιδιώτες. Δεύτερον, οι οικονομικές του δυνατότητες, δεν είναι μικρές, ο προϋπολογισμός του είναι 1 δισ. Το αν από αυτά επιλέγει τα 175 εκατ. να τα διαθέτει σε επενδυτικά “προγράμματα”, όπως για παράδειγμα η κατασκευή του γηπέδου της ΠΑΕ του κ.Αλαφούζου στον Βοτανικό και άλλα παρόμοια, τα οποία ωφελουν μόνο τους εργολαβους, είναι πολύ προτιμότερο να τα διαθέτει στις τεχνικές υπηρεσίες, να τις αναβαθμίζει, βεβαίως να προσλαμβάνει με αξιοπρεπείς όρους εργασιας και σταθερή δουλειά και βεβαίως να διεκδικεί και από την κυβέρνηση απελευθέρωση της χρηματοδότησης που χρωστάει η κυβέρνηση στους φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης και βεβαίως την απεξάρτησή του από έργα που υποδεικνύει η Ε.Ε. για να κερδίζουν οι εργολάβοι, Αυτά, προωθούν άλλες επιλογές, προς όφελος του κατασκευαστικού κεφαλαίου.»