Η επιστολή του «πληροφοριοδότη Β’» δημοσιεύτηκε ολόκληρη στον ιστότοπο News247.gr και φέρεται να εστάλη μέσω του δικηγόρου του, Παύλου Σαράκη και αναφέρεται ως το «μανιφέστο» του. Όπως αναφέρεται, οι έρευνες του FBI επικεντρώνονται στις παραβιάσεις του Νόμου περί Διαφθοράς Εταιρειών στην Αλλοδαπή (Foreign Corrupt Practices Act), αφού η πολυεθνική είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, προσθέτοντας επιπλέον βάρος στην υπόθεση.

Στην επιστολή του, ο προστατευόμενος μάρτυρας των αμερικανικών αρχών εξιστορεί γλαφυρά τα χρόνια που η πολυεθνική μεσουρανούσε χρησιμοποιώντας αθέμιτες πρακτικές και περιγράφει τους τρόπους με τους οποίους οι παράνομες πληρωμές αποτελούσαν καθεστώς για την αντιμετώπιση ιατρών και καθηγητών, καθώς και την τακτική με την οποία η φαρμακευτική εταιρεία κατάφερνε να ωθεί τα στελέχη της να μεθοδεύουν την προώθηση των συμφερόντων της με κάθε τρόπο.

«Μου πήρε επτά περίπου χρόνια να καταλάβω ότι ανήκα σε μια μοναδική κατηγορία Ελλήνων. Σε εκείνους που, τινάζοντας τα ασφαλιστικά ταμεία στον αέρα, περισσότερο ακόμη και από το PSI, καταφέραμε να ληστέψουμε τρεις ολόκληρες γενιές. Και το κάναμε με τόσο ζήλο και τόσο συνειδητά, που η κανονικότητα μας έφερνε αναγούλα και την ξορκίζαμε σα να ήταν ο χειρότερος εφιάλτης μας» αναφέρει μεταξύ άλλων ο μάρτυρας.

Ακόμη, κάνει ειδική αναφορά «στα πρώτα μνημονιακά χρόνια», όταν «για πρώτη φορά ότι έπρεπε να συνηθίσουμε να ζούμε με τον φόβο της καθαρίστριας. Όχι επειδή ο εντεταλμένος από την Ελβετία έβρισκε την αίθουσα βρώμικη ή ακατάστατη. Αλλά επειδή, απλά, μας ανακοίνωσε ότι, εφεξής, σε κάθε μάζωξη, επειδή θα χυνόταν αίμα, έπρεπε αναγκαστικά να βρίσκονται σε ετοιμότητα οι καθαρίστριες. Για να καθαρίζουν το αίμα που θα έρρεε στα πατώματα από τις απολύσεις των συναδέλφων μας, που θάβλεπαν, κάθε φορά, σε κάθε επόμενη μάζωξη, την πόρτα της εξόδου. Έτσι, για να σφίγγουν οι κώλοι οι δικοί μας, που είχαμε την τύχη να την γλυτώνουμε και να μπορούμε, κάθε φορά, να δίνουμε το παρόν στο επόμενο meeting».

Ακολούθως, αφού περιγράφει τις εξωφρενικές πιέσεις που ασκούνταν σε ιατρούς και καθηγητές για την προώθηση των συμφερόντων της εταιρείας, ο «πληροφοριοδότης Β’» αναφέρεται στα αίτια που τον έκαναν να θέλει να μιλήσει, περιγράφοντας την απόφασή του ως «μια λάμψη που αισθάνθηκα μέσα στο κεφάλι μου, τη στιγμή που έκλεισα τα μάτια μου συλλογιζόμενος την βράβευση του Φρουζή», για τον οποίο τονίζει πως θα έπρεπε να βραβευτεί ως manager της διαφθοράς και της διαπλοκής, ιατρικής και πολιτικής.

«Σε μια μόνο στιγμή είδα μέσα μου όλα όσα δεν είχα καταφέρει να δω επί επτά ολόκληρα χρόνια. Είδα τη μάνα και τον πατέρα μου, να με κοιτάνε απορημένοι, με ένα μεγάλο ερωτηματικό ζωγραφισμένο στα πρόσωπα τους, που ζητούσε σαστισμένο να καταλάβει σε τι έφταιξαν και τους τιμώρησα, ληστεύοντας, μαζί με την υπόλοιπη συμμορία της Novartis, το ταμείο που τους πλήρωνε τις συντάξεις, τους γιατρούς, τα νοσοκομεία και τα φάρμακα» αναφέρει ο πληροφοριοδότης παρακάτω στην επιστολή του, προτού αναφερθεί στη συνεργασία του με το FBI.

«Είμαι κουκουλοφόρος, όπως με αποκαλείτε σήμερα στην Ελλάδα. Ο κουκουλοφόρος “Β” λοιπόν, είμαι  εγώ» συνεχίζει ο προστατευόμενος μάρτυρας, κάνοντας ειδική αναφορά για τον τρόπο με τον οποίο τον αντιμετώπισαν οι αμερικανικές αρχές, για να καταλήξει με την ευχή να συμβάλει η μαρτυρία του στην καταδίκη της Novartis και την καταβολή αποζημιώσεων και την αποκατάσταση της ζημιάς που προκλήθηκε από την δράση της.

Διαβάστε ολόκληρη την επιστολή του «πληροφοριοδότη Β’», όπως δημοσιεύτηκε στο News247.