Στην αρχή καθόμαστε σε ένα μικρό χωλ, αμέσως μετά τα σκαλάκια. Μας σερβίρουν καφέ και μας δείχνουν ένα πολύ ωραίο ημερολόγιο που έχουν τυπώσει, και μας μιλούν για τους Ζαπατίστας και την επίσκεψή τους που είναι προγραμματισμένη για το καλοκαίρι. Μέχρι να κανονίσουμε τη σειρά των συνεντεύξεων έχουμε ήδη καταλάβει κάτι που διαπερνά στη συνέχεια όλες μας τις συνομιλίες: τη συνάντηση ενός πολιτικού σκεπτικού, που περιλαμβάνει την αστυνομία, τις ΜΕΘ, τη φτώχεια, τον διπλό αποκλεισμό, και φτάνει μέχρι την πρακτική βοήθεια.

Η διαφορά με οποιαδήποτε πολιτική συζήτηση είναι ότι εδώ η Χρυσοφίλη, με την οποία μιλάμε, την ίδια ώρα που μας μιλάει για τους φοιτητές και τα συσσίτια που οργανώνουν, κόβει πατάτες για το μεσημεριανό. Κι έτσι κάθε συζήτηση για το παρελθόν της συλλογικής κουζίνας, τα Πίσω Θρανία ή το Στέκι Μεταναστών της Τσαμαδού, αποκτά ένα συμπλήρωμα που την κάνει πολύ πιο αιχμηρή και πειστική: την πρακτική βοήθεια.

Υπάρχει ένα εκτενές δίκτυο ανθρώπων που προσφέρουν υλικά, γνώσεις και χρόνο, προκειμένου να παραχθούν αυτές οι μερίδες. Κόσμος που φέρνει τα φαγητά, μάγειρες που έχουν την ευθύνη της παρασκευής του φαγητού, αλληλέγγυοι που βοηθούν στο μαγείρεμα, σε μια λογική συμμετοχής, και όχι από τα πάνω φιλανθρωπίας. Σε μια κοινωνία που όλοι βιάζονται και κανείς δεν διαθέτει τον χρόνο του, ακόμη και για τους πιο δικούς του ανθρώπους, η ανιδιοτελής παροχή του χρόνου, του πιο πολύτιμου αγαθού στον καπιταλισμό, για χάρη αγνώστων, είναι πολύτιμο δώρο.

Η αρχή του χώρου είναι πως η βοήθεια παρέχεται με τη μορφή μιας συμμετοχής σε μια κοινωνική εμπειρία, όχι της απρόσωπης και στιγμιαίας επαφής για να πάρει κανείς μια μερίδα φαγητό. Αυτό βεβαίως δεν γίνεται λόγω των μέτρων για την πανδημία, των ίδιων μέτρων που μας κάνουν να συζητάμε φορώντας όλοι μάσκες και που υποχρεώνει να περιορίζεται και ο αριθμός των εθελοντών που μπορούν να βρίσκονται στον ίδιο χώρο για να βοηθήσουν. Κάθονται στο ίδιο τραπέζι, συμμετέχουν στην προετοιμασία, και με λίγα λόγια δημιουργείται ένα πλαίσιο στο οποίο κανείς λαμβάνει ένα πιάτο φαγητό αλλά και συμμετέχει με τον τρόπο του σε ένα εγχείρημα, που μαθαίνει τους ανθρώπους να ζουν μαζί χωρίς διακρίσεις.

Είναι ρητό στην αυτοπεριγραφή της συλλογικής κουζίνας, ότι οι άνθρωποι συναντιούνται ανεξαρτήτως φυλής θρησκείας, σεξουαλικού προσανατολισμού κοκ.

Το εγχείρημά τους, μας εξηγεί ο Νίκος, μάγειρας ο ίδιος, έχει σταθεί αλληλέγγυο σε μια σειρά κινηματικών κινητοποιήσεων και συλλογικοτήτων: από την ΕΡΤ και την Ελευθεροτυπία ώς την Ελληνική Χαλυβουργία, μέχρι συλλογικότητες σαν το Μυρμήγκι και τον Άλλο Ανθρωπο ή τον Ρουβίκωνα.

Φιλανθρωπία και Αλληλεγγύη

Η κοινωνική κουζίνα El Chef είναι μια από τις πολλές στη χώρα μας που στέκονται στο πλευρό όσων το έχουν ανάγκη και όχι μόνο. Δεκάδες αντίστοιχες κουζίνες και κοινωνικά παντοπωλεία ξεπετάχτηκαν σε όλη την Ελλάδα από το 2009 έως σήμερα. Δεν ήταν μόνο οι κοινωνικές κουζίνες βέβαια που αυξήθηκαν κατακόρυφα, αυξήθηκαν οι ανάγκες, οι άνθρωποι που ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας, τα συσσίτια.

Τον γύρο του κόσμου έκαναν εικόνες από την «Ελλάδα της κρίσης» τον Φεβρουάριο του 2013, όταν ένας άνθρωπος ποδοπατήθηκε σε διανομή φρούτων και λαχανικών που είχαν πραγματοποιήσει οι αγρότες, διαμαρτυρόμενοι για το υψηλό κόστος παραγωγής, διανέμοντας έτσι 55 τόνους προϊόντων. Τότε δεν άργησε να πατήσει πάνω στην εξαθλίωση των ανθρώπων η (πλέον και με δικαστική απόφαση) εγκληματική οργάνωση Χρυσή Αυγή. Με μερικές μερίδες φαγητού σε συσσίτια «μόνο για Έλληνες» επιχείρησε να χτίσει ένα επιλεκτικά «φιλάνθρωπο» προφίλ, την ώρα που τα μέλη της πραγματοποιούσαν δολοφονικές επιθέσεις.

 

LOUISA GOULIAMAKI / AFP

Μέχρι τη μεγάλη κρίση του 2009, κατά βάση η συνεισφορά ήταν συνυφασμένη με κάθετες δομές[u1] , «από τα πάνω». Οι κοινωνικές κουζίνες ωστόσο διαφοροποιούνται ριζικά ως προς αυτό. Από τη μία υπάρχει η φιλανθρωπία και από την άλλη η αλληλεγγύη. Στην πρώτη διατηρούνται οι αποστάσεις των τάξεων και υποκρύπτονται εξουσιαστικές σχέσεις, ενώ στη δεύτερη υπάρχει συνειδητή γνώση ως προς το κοινό σημείο της κοινωνικής διαστρωμάτωσης και ότι υπάρχει η πιθανότητα αυτός που δίνει να περιέλθει στην ίδια κατάσταση με τον αποδέκτη της βοήθειας.

«H φιλανθρωπία συνδέεται με την εθελοντική παροχή των πλουσιότερων και πιο προνομιούχων προς τους φτωχότερους και τους έχοντες περισσότερες ανάγκες, χωρίς να έχει ο τελευταίος πολιτικές ή νομικές αξιώσεις γι αυτό. (…) Η αλληλεγγύη, αντίθετα, χαρακτηρίζεται τακτικά ως θεσμοθέτηση αποδεκτών ηθικών αξιών των ομάδων που έχουν ανάγκη (π.χ. όσοι χρειάζονται αιμοδοσία, όργανα ή καλύτερη πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη) ως de facto ή de iure δικαιώματα» . (Prainsack, Buyx, 2011:41).

«Είναι μια διαδικασία που θέλουμε όλοι να συμμετέχουμε. Τον πρώτο καιρό που γινόταν μόνο στο στέκι το μαγείρεμα αυτό που προσπαθούσαμε είναι ο κόσμος να μπορεί να συμμετέχει και στην κουζίνα, να βοηθάει, να έρχεται σε επαφή με εμάς, να καθαρίζει. Να βλέπει τη διαδικασία. Στο σερβίρισμα έχουμε πιάτα, δεν χρησιμοποιούμε μίας χρήσης, προσπαθούμε να βάλουμε τον κόσμο σε μια λογική να πλένει το πιάτο του, να μην στήνεται στην ουρά, να κάθεται σε ένα τραπέζι με κάποιον άλλον, να μπορούν να γνωριστούν. Πιο συλλογικό. Δεν παίρνει ένα πιάτο και φεύγει, αυτή η αποξένωση που κάνουνε όλοι οι άλλοι όπως πχ. η Εκκλησία και διάφορες ΜΚΟ» σημειώνει ο Νίκος Στάθης, ένα από τα πιο παλιά μέλη της συλλογικότητας.

Η κρίση και η πανδημία

Η υγειονομική κρίση γιγάντωσε την υπάρχουσα κρίση ως προς την πείνα παγκοσμίως συνεχίζοντας ένα θλιβερό μοτίβο. Διεθνής έκθεση της Oxfam κατέγραψε ότι η πείνα λόγω της πανδημίας θα μπορούσε να σκοτώνει καθημερινά περισσότερους από τον ίδιο τον ιό, αναφέροντας μάλιστα πως «εν τω μεταξύ, εκείνοι που βρίσκονται στην κορυφή συνεχίζουν να αποκομίζουν κέρδη: οκτώ από τις μεγαλύτερες εταιρείες τροφίμων και ποτών απέδωσαν πάνω από 18 δισεκατομμύρια δολάρια στους μετόχους τους ήδη από τον Ιανουάριο, πριν καν το ξέσπασμα της πανδημίας εξαπλωθεί σε ολόκληρο τον κόσμο. Αυτό το ποσό είναι δεκαπλάσιο από εκείνο που είχε ζητήσει η επιτροπή για τον COVID-19 των Ηνωμένων Εθνών προκειμένου να περιοριστεί η παγκόσμια πείνα.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των σχολικών γευμάτων στη χώρα μας. Στα λίγα σχολεία που πλέον έφταναν τα γεύματα, με το κλείσιμο τους λόγω των μέτρων σε πολλά από αυτά σταμάτησαν να διανέμονται, χωρίς να βρίσκεται εναλλακτική λύση. Σα να λύθηκε το επισιτιστικό πρόβλημα στους μαθητές και τους γονείς τους με το κλείσιμο των σχολείων.

«Το κλείσιμο των σχολείων εν μέσω πανδημίας, με την πρόφαση της συχνής μετακίνησης των γονιών κατά την προσέλευση και αποχώρηση των παιδιών έχει μια σειρά από αρνητικές συνέπειες τόσο για την εκπαιδευτική διαδικασία όσο και την ψυχολογία των παιδιών. Ταυτόχρονα, όμως, η διακοπή λειτουργίας έφερε και την αναστολή διανομής των σχολικών γευμάτων στα παιδιά, με τραγικές συνέπειες που αφορούν πια την κάλυψη βασικών αναγκών επιβίωσης» σημείωναν, μεταξύ άλλων, σε κείμενο τους οι γονείς από τον Σύλλογο του 36ου Δημοτικού Σχολείου Αθηνών. Η κοινωνική κουζίνα El Chef μαζί με τη συλλογικότητα του Ρουβίκωνα συνεργάστηκαν για να καλύψουν όσο το δυνατόν περισσότερα σχολικά γεύματα αλλά και την έλλειψη που υπήρχε σε είδη πρώτης ανάγκης όταν οι αρμόδιοι φορείς του Δήμου «ξέχασαν» να επιληφθούν μετά το κλείσιμο των σχολικών μονάδων.

Μετά τη διάσταση που πήρε το θέμα μέσω των συλλογικοτήτων και των δράσεων αλληλεγγύης ο δήμος αναγκάστηκε να εμφανιστεί και να μοιράσει στις 30 Νοεμβρίου κάποιες μερίδες φαγητού.

«Ο λαός θα σώσει τον λαό», μας λέει η Χρυσοφίλη, μαγειρεύοντας, ενσαρκώνοντας η ίδια μια πολύ απλή αλήθεια της πολιτικής που διατυπωνόταν σε ένα γνωστό σύνθημα του Μάη του ’68: ότι όποιος μιλάει για επανάσταση χωρίς να μιλάει για την καθημερινή ζωή, έχει ένα πτώμα στο στόμα του.