Οι ένορκοι καταδίκασαν τον Μενέντεζ και για τις 16 κατηγορίες μετά από περισσότερες από 12 ώρες διαβουλεύσεων επί τρεις ημέρες. Η δίκη διήρκεσε εννέα εβδομάδες. Ο Μενέντεζ – πρώην επικεφαλής της ισχυρής Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας – αντιμετωπίζει τώρα την προοπτική δεκαετιών φυλάκισης.

Δημοκρατικοί νομοθέτες τον κάλεσαν να παραιτηθεί από το Κογκρέσο υπό το φως της καταδίκης του. «Ο γερουσιαστής Μενέντεζ πρέπει τώρα να κάνει αυτό που είναι σωστό για τους ψηφοφόρους του, τη Γερουσία και τη χώρα μας, και να παραιτηθεί», δήλωσε σε δήλωσή του ο επικεφαλής της πλειοψηφίας των Δημοκρατικών στη Γερουσία, Τσακ Σούμερ.

Μιλώντας σε δημοσιογράφους μετά την καταδίκη του, ο Μενέντεζ υποστήριξε ότι είναι αθώος. «Ποτέ δεν παραβίασα τον δημόσιο όρκο μου», δήλωσε έξω από το δικαστήριο της Νέας Υόρκης την Τρίτη. «Δεν υπήρξα ποτέ παρά ένας πατριώτης της χώρας μου και για την πατρίδα μου». Ο δικηγόρος του, Άνταμ Φι, δήλωσε ότι ήταν «έκπληκτος και απογοητευμένος» με την ετυμηγορία των ενόρκων και δεσμεύτηκε να ασκήσει «επιθετική έφεση». Οι δικηγόροι του υποστήριξαν ότι τα δώρα που δέχτηκε δεν μπορούσαν να θεωρηθούν δωροδοκία, επειδή οι εισαγγελείς δεν απέδειξαν ότι προέβη σε κάποια συγκεκριμένη ενέργεια ως αποτέλεσμα της λήψης τους.

Η σύζυγός του Μενέντεζ, Ναντίν Αρσλάνιαν, αντιμετωπίζει επίσης κατηγορίες στην υπόθεση δωροδοκίας, αλλά η δίκη της αναβλήθηκε για ιατρικούς λόγους. Η ίδια έχει δηλώσει επίσης αθώα. Οι δικηγόροι του Μενέντεζ είχαν προσπαθήσει να μεταθέσουν τις ευθύνες στην σύζυγό του, παρουσιάζοντάς την ως ένα οικονομικά προβληματικό άτομο που ήλπιζε να «αποκτήσει μετρητά και περιουσιακά στοιχεία με κάθε τρόπο».

Οι εισαγγελείς δήλωσαν ότι η υπόθεση αντιπροσώπευε «συγκλονιστικά επίπεδα διαφθοράς», στηριζόμενοι σε μαρτυρίες εμπειρογνωμόνων, μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και γραπτά μηνύματα του Μενέντεζ για να αποδείξουν ότι ο γερουσιαστής δέχτηκε πλουσιοπάροχες αμοιβές από ξένες κυβερνήσεις. Όπως ανέφεραν, στα δώρα περιλαμβάνονταν ράβδοι χρυσού αξίας άνω των 100.000 δολαρίων (79.000 λιρών). Ορισμένες από τις ράβδους παραδόθηκαν στους ενόρκους ως αποδεικτικά στοιχεία στη δίκη. Οι ένορκοι άκουσαν επίσης ότι πράκτορες του FBI είχαν βρει περισσότερα από 480.000 δολάρια σε μετρητά μέσα στο σπίτι του Μενέντεζ, μερικά από τα οποία ήταν κρυμμένα σε φακέλους και παλτά.

Δύο επιχειρηματίες, ο Wael Hana και ο Fred Daibes, δικάζονται επίσης με την κατηγορία ότι αναζήτησαν τον γερουσιαστή για να βοηθήσουν παράνομα την αιγυπτιακή κυβέρνηση και να εξασφαλίσουν εκατομμύρια δολάρια από ένα επενδυτικό ταμείο του Κατάρ. Ένας τρίτος επιχειρηματίας, ο Χοσέ Ουρίμπε, δήλωσε ένοχος και κατέθεσε κατά του κ. Μενέντεζ στη δίκη.

«Αυτό δεν ήταν πολιτική ως είθισται, αυτό ήταν πολιτική για το κέρδος», δήλωσε ο Ντέμιαν Γουίλιαμς, δικηγόρος της Νότιας Περιφέρειας της Νέας Υόρκης. «Τώρα που οι ένορκοι καταδίκασαν τον Μπομπ Μενέντεζ, τα χρόνια που πουλούσε το αξίωμά του στον πλειοδότη έχουν επιτέλους τελειώσει», δήλωσε ο κ. Γουίλιαμς.