του Θάνου Καμήλαλη

Για τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ, όλα ξεκινάνε από το 2015. Ο μονόδρομος που αποδέχθηκε τότε ο Αλέξης Τσίπρας καθόρισε όχι μόνο την πορεία της χώρας για πολλά χρόνια, αλλά και το κόμμα του. Από τότε, ξεκινάει η μακρά πορεία του κόμματος προς το Κέντρο. Δεδομένου ότι το διαζύγιο με ψηφοφόρους που έκριναν τη μνημονιακή στροφή ως «κωλοτούμπα» είναι οριστικό και αμετάκλητο, για τον ΣΥΡΙΖΑ δεν υπήρχε άλλη λύση. To κόστος τελικά πληρώθηκε το 2019, με τη μεγάλη ήττα στις διπλές εκλογές. Τότε, γράφαμε στο TPP για παλινόρθωση του παλιού συστήματος, μιντιακή, πολιτική, ιδεολογική.

Βρισκόμαστε τέσσερα χρόνια μετά και η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη ελέγχει πλήρως τον κρατικό μηχανισμό, η προπαγάνδα υπέρ της στα ΜΜΕ είναι σε επίπεδα προ της Μεταπολίτευσης, η διολίσθηση του Κράτους Δικαίου στην Ελλάδα γίνεται θέμα στην Ευρώπη και στον διεθνή Τύπο. Ειδικά στη «δημοσιογραφία», η κυριαρχία της ΝΔ είναι σχεδόν ολοκληρωτική, συνήθως χωρίς καν να τηρούνται τα προσχήματα. Η αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ κριτικάρεται συχνά ως «υπερβολικά χαλαρή», αλλά είναι απόλυτα λογική, είναι συνέπεια του μονοδρόμου. Πώς θα μπορούσε να κάνει αλλιώς; Με αμφισβήτηση ξαφνικά των μνημονιακών δεσμεύσεων;

Οκτώ χρόνια λοιπόν τώρα, η Νέα Δημοκρατία και ο τερατώδης μηχανισμός της σέρνει την κοινωνία δεξιότερα, ακραία δεξιά και ο ΣΥΡΙΖΑ αναγκάζεται να κυνηγάει το πολυθρύλητο κέντρο. Την ίδια στιγμή, η βάση (υπογραμμίζεται ο όρος «βαση») του ΣΥΡΙΖΑ κυριαρχείται από αριστερές απόψεις. Άνθρωποι τίμοι, καθαροί, που θέλουν να αλλάξουν τα πράγματα και εκτιμούν ότι αυτό μπορεί να γίνει καλύτερα μέσα από τις γραμμές αυτού του κόμματος.

Αυτή η εμπειρική παρατήρηση τεκμηριώνεται και από τα ευρήματα μίας ενδιαφέρουσας πολιτικής έρευνας του Ινστιτούτου ΕΝΑ, σε συνεργασία με την Prorata, για το πώς αυτοπροσδιορίζονται οι ψηφοφόροι των κομμάτων. Στα συμπεράσματα, πέρα από το ότι η ιδεολογική μάχη αριστεράς – δεξιάς υπάρχει ακόμα και ενισχύεται, αναγράφεται πως «η εκλογική βάση του ΣΥΡΙΖΑ στέκεται πολύ “αριστερότερα” απ’ όσο ίσως πιστεύεται ή και συνιστά την επίσημη πολιτική του κόμματος». Παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πέσει κάτω από τη ΝΔ, στο ερώτημα για το ποιο «αντιπαθές» κόμμα.

Δυστυχώς, φαίνεται ότι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί τη βάση της δεδομένη. Έτσι, συχνά πυκνά, ακόμα και από την πιο «εύκολη» θέση της αντιπολίτευσης, βλέπουμε διαφόρων ειδών αποφάσεις που δυσαρεστούν την κομματική βάση. «Λαμπρά» παραδείγματα, η ψήφος στο Ελληνικό, μετά και τις τροποιήσεις της ΝΔ, και φυσικά το 600άρι στους αστυνομικούς, την ημέρα της δολοφονίας του Κώστα Φραγκούλη (ζήτημα που ανάγκασε μέχρι και το ΚΚΕ να ζητήσει άμεσα συγγνώμη). Όπως οι σπάνιες πλέον αναφορές σε επαναπροωθήσεις.

Ο Πολάκης ξενίζει ή και εξοργίζει με το ύφος, λέει συχνά σωστά πράγματα με λάθος, ή και υβριστικό, εκτός ορίων τρόπο, φαίνεται πλέον ξεκάθαρα ότι κάνει και προσωπική πολιτική, έχει κάνει φοβερή δουλειά στον Τομέα Διαφάνειας του κόμματός του αλλά όταν πρέπει, ψηφίζει πειθήνια. Η υπόθεσή του ήταν εδώ και καιρό ένας γρίφος, αλλά λύνεται με τον κλασικό τρόπο του Τσίπρα. Όταν χρειαστεί, οι παλιοί σύντροφοι εγκαταλείπονται. Μην πούμε καν για το 2015. Θυμάστε τότε, στα ντουζένια του Μακεδονικού, που κατά την κόντρα Καμμένου – Κοτζιά, σε ένα Υπουργικό Συμβούλιο, ο Τσίπρας παραίτησε τον Υπουργό που έφερε τη Συμφωνία των Πρεσπών και κράτησε αυτόν που φώναζε εναντίον της; Ψυχρός, ωμός, υπολογισμός. Οι ΑΝΕΛ τότε χρειάζονταν, για λίγους μήνες ακόμα, μέχρι να απορροφηθούν κάποιοι βουλευτές και να πεταχτεί και ο Καμμένος.

Ψυχροί υπολογισμοί και συγκυρίες καθορίζουν και αυτήν την απόφαση Τσίπρα. Ήταν και κακό το τάιμινγκ της ανάρτησης, με τον Παύλο Πολάκη να κάνει δεύτερο «φάουλ» σε 7 ημέρες και η προκλητική αυτή ανάρτηση να έρχεται αμέσως μετά την ξεκάθαρη στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ στον καταδικασμένο για πλημμέλημα σε Ειδικό Δικαστήριο, Νίκο Παππά. Βάλτε και τις φωτογραφίες, βάλτε τις πολιτικές που ανέφερε ο βουλευτής, που δεν συμβαδίζουν με τις θέσεις του κόμματος και έρχεται, κατά τραγική ειρωνεία, η TINA (There is no alternative).

Ένα μέρος της βάσης θα δυσαρεστηθεί, αλλά η ηγεσία, για μία ακόμα φορά, είναι πρόθυμη να αντιμετωπίσει αυτήν την πρόσκαιρη γκρίνια, ώστε να κερδίσει κάτι από το ΠΑΣΟΚ και τον χώρο του. Εξάλλου, με ποιο κόμμα θα συνεργαστεί, αν χρειαστεί; Το ΚΚΕ είναι εκτός κάθε συζήτησης, το ΜέΡΑ25 ζήτησε προγραμματική συμφωνία, πριν τις εκλογές, σε τουλάχιστον 7 συγκεκριμένους άξονες πολιτικής και απλά απορρίφθηκε. Οι δυσαρεστημένοι της βάσης θα γκρινιάξουν, αλλά πολύ δύσκολα θα εγκαταλείψουν το κόμμα, πόσο μάλλον στην τελική ευθεία. Το αντιδεξιό χαρτί αρκεί.

Δεν έχω ιδέα πώς θα αντιδράσουν αυτοί οι μυθικοί «κεντρώοι» σε αυτά τα «διαπιστευτήρια», πώς να κρίνεις άλλωστε τη συμπεριφορά ενός χώρου που δεν ξέρεις. Αυτό που φαίνεται πάντως, είναι πως η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, εκ των πραγμάτων είναι παλαιοκομματική, βγαλμένη από τον δικομματισμό της Μεταπολίτευσης. Κάποιοι θα το έλεγαν «ρεαλισμό», άλλοι «μπακαλίστικο»: «Έχω αυτή τη βάση μπετόν αρμέ, παίρνω περισσότερους αναποφάσιστους τελευταία στιγμή, βασίζομαι σε αυτούς που πάντα “μαυρίζουν” τον προηγούμενο και ψηφίζουν τον δεύτερο, περιμένω την εξουσία». Επειδή δεν βρισκόμαστε σε καμία περίπτωση, σε περίοδο «κανονικότητας», εντός και εκτός Ελλάδας, επειδή η απογοήτευση κυριαρχεί, επειδή οι απέναντι είναι ανελέητοι, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ξεπατικώνοντας το εγχειρίδιο ενός κόμματος εξουσίας του 2000, θα έρθει η επιτυχία.

Προς το παρόν, πάντως, ανάμεσα στις προεκλογικές αβεβαιότητες, ένα πράγμα είναι σίγουρο. Η εισαγγελική παρέμβαση για έρευνα εναντίον του, αλλά και «άλλων πολιτών», για δήθεν διέγερση πολιτών σε διάπραξη εγκλημάτων και βία κατά δικαστικών, είναι απαράδεκτη, σκανδαλώδης. Aυτό, όπως έγραψε και ο Θ. Καμπαγιάννης, πρέπει να «το πούμε ίδιως εμείς που ο Πολάκης δεν είναι και δεν ήταν ποτέ του γούστου μας». Πολύ σωστά καταδικάστηκε και από άλλες δυνάμεις της αριστέρας, με το ΚΚΕ και ανθρώπους της εξωκοινοβουλευτικής Αριστέρας να τοποθετούνται άμεσα ενάντια και τον ΣΥΡΙΖΑ να βγάζει ανακοίνωση σχεδόν μία μέρα μετά.

Επειδή ο εισαγγελέας, κ.Ελευθεριάνος, ξέρει γραμματική και μάλλον διάβασε καλά την ανάρτηση, η παρέμβαση κινείται κάπου μεταξύ «υπερβάλλοντα ζήλου» και «πολιτικής». Δεν μπορεί να διαβαστεί αλλιώς, ειδικά όταν, μία απίστευτα αυστηρή και γελοία κρίση δημόσιου λόγου σε ανάρτηση βουλευτή είναι πιθανό να καταλήξει στη Βουλή για άρση ασυλίας, λίγο πριν αυτή κλείσει για να στηθούν οι κάλπες. Έρχεται να προστεθεί και στη «συγκινητική» ανακοίνωση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, που ξεκίνησε από μία αναμενόμενη αντίδραση και κατέληξε να μιλάει για «προκηρύξεις, εκκαθαρίσεις», μέχρι και «προστασία της Συνταγματικής Νομιμότητας».

Τα διαβάζεις όλα αυτά, αγχώνεσαι, μετά σκέφτεσαι ότι η πρώην εισαγγελέας Διαφθοράς, Ελένη Τουλουπάκη, καρατομημένη από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, περιμένει ετυμηγορία Ειδικού Δικαστηρίου για «κατάχρηση εξουσίας» και κοιμάσαι ήσυχος/η για τις «εκκαθαρίσεις» και τη «Συνταγματική Νομιμότητα».

Σχεδόν κάθε μέρα, βλέπουμε τα δύο μέτρα και σταθμά. Έχουμε περάσει προ πολλού το επίπεδο των «συμπτώσεων», βρισκόμαστε στο σημείο της επίδειξης δύναμης. Τα διαπιστευτήρια ίσως μειώνουν τις επιθέσεις, κρατούν ισορροπίες, εξυπηρετούν πρόσκαιρους υπολογισμούς, αλλά ένα κακό έχουν: Ανοίγουν την όρεξη.