του Mehdi Hasan για το The Intercept

Ωστόσο αυτήν την εβδομάδα [σ.μτφρ. την περασμένη], ο ανεξάρτητος γερουσιαστής από το Βερμόντ επιτέλους πραγματοποίησε την μεγάλη του ομιλία για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο του Γουεστμίνστερ, στο Φούλτον του Μιζούρι, συμμετέχοντας στη σειρά διαλέξεων του Green Foundation.

Ο Γουίνστον Τσόρτσιλ πραγματοποίησε την ομιλία του για τις «Κραυγές της Ειρήνης» στο Πανεπιστήμιο του Γουεστμίνστερ – στην οποία παρουσίασε στον κόσμο το σχέδιο για το «Σιδηρούν Παραπέτασμα» – ως μέρος αυτής της σειράς διαλέξεων το 1946. Η ομιλία του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ το 1992 για το πώς ο Ψυχρός Πόλεμος είχε τελειώσει ήταν επίσης μέρος αυτής της σειράς. Επομένως, όσον αφορά την εμφάνισή του στο Φούλτον, θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο Σάντερς παίζει πλέον στις μεγάλες κατηγορίες της Εξωτερικής Πολιτικής.

Πριν την ομιλία του, κάθισε μαζί μου για να μου εξηγήσει το σκεπτικό του στα διεθνή ζητήματα.

«Νομίζω πως αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να κοιτάξουμε αυστηρά το πού βρισκόμαστε όσον αφορά την εξωτερική πολιτική και πού είμαστε εδώ και πολλά χρόνια» μου είπε ο Σάντερς όταν τον συνάντησα στο γραφείο του στην Ουάσινγκτον, μία μέρα πριν τη μεγάλη του ομιλία στο Μιζούρι. «Και πιστεύω ότι το βασικό σημείο που πρέπει να ειπωθεί είναι ότι καμία χώρα, ούτε οι ΗΠΑ ούτε οποιοδήποτε άλλο κράτος, δεν μπορεί να τα κάνει όλα μόνη της. Ότι αν χρειαστεί να αντιμετωπίσουμε τα πολύ βαθιά και πολύπλοκα ζητήματα που υπάρχουν, θα πρέπει να το κάνουμε σε πλαίσιο συνεργασίας.

Ο γερουσιαστής είναι χωρίς γραβάτα, σε ένα τσαλακωμένο βαθύ μπλε κουστούμι και γαλάζιο πουκάμισο. Τα άσπρα μαλλιά του είναι, ως συνήθως, ανακατεμένα. Φαίνεται αφηρημένος και εξαντλημένος, ίσως λόγω του ότι είχε περάσει την περασμένη εβδομάδα προωθώντας το νομοσχέδιο – ορόσημο γι' αυτόν, σχετικά με την ασφαλιστική κάλυψη για όλους στο Κογκρέσο και στη χώρα.

«Πολλοί από τους συναδέλφους μου, τους ρεπουμπλικάνους συναδέλφους μου, εδώ στη Γερουσία, για παράδειγμα, υποτιμούν τα Ηνωμένα Έθνη» λέει, καθισμένος στην άλλη άκρη του τραπεζιού από μένα, μπροστά από έναν τοίχο με τουριστικά πόστερ του Βερμόντ. «Αν και φυσικά ο ΟΗΕ θα μπορούσε να είναι πιο αποτελεσματικός, είναι αναγκαίο να ενισχύσουμε τους διεθνείς οργανισμούς, γιατί τελικά, μπορεί να μην είναι σέξυ, μπορεί να μην είναι φανταχτερό, μπορεί να μην επιτρέπει σπουδαίες ατάκες, ωστόσο η ιδέα να συνέρχονται άνθρωποι, να μιλάνε και να επιχειρηματολογούν είναι πολύ καλύτερη από τον πόλεμο».

Τον ρωτάω πώς αυτή η ρητορική διαφέρει από προηγούμενες δηλώσεις ηγετών των Δημοκρατικών όπως του Μπαράκ Ομπάμα, της Χίλαρι Κλίντον και του Τζον Κέρι, που υπεραμύνονταν του ΟΗΕ και της διεθνούς συνεργασίας. «Συγγνώμη.» Στον Σάντερς δεν αρέσει να τον διακόπτουν. «Αφήστε με να μιλήσω για λίγο σχετικά με το πού θέλω να το πάω». Ο γερουσιαστής κάνει σαφές ότι «η ιδέα ότι μπορούμε απλά να καθαιρούμε κυβερνήσεις που δεν μας αρέσουν, πρέπει να επανεξεταστεί».

Μετά την αναφορά στον πόλεμο στο Ιράκ – «μία από τις μεγαλύτερες γκάφες στην ιστορία αυτής της χώρας» – ο γερουσιαστής αγγίζει μία άλλη ιστορική γκάφα, την οποία λίγοι από τους συναδέλφους του γερουσιαστές θα ήταν πρόθυμοι να αναφέρουν, πόσο μάλλον να κριτικάρουν. «Το 1953, οι Ηνωμένες Πολιτείες, μαζί με τους Βρετανούς, έριξαν τον Μοσσάντεχ, τον πρωθυπουργό του Ιράν, ώστε να εξυπηρετήσουν τα βρετανικά συμφέροντα πετρελαίου», μου θυμίζει. «Το αποτέλεσμα ήταν ότι ο σάχης ανέβηκε στην εξουσία, που ήταν ένας αδίστακτος άνδρας και το αποτέλεσμα αυτού ήταν ότι είχαμε την Ιρανική Επανάσταση, που μας έφερε εδώ που είμαστε τώρα».

Μετανιώνει που δεν μίλησε με τόσο πάθος, απότομα και διορατικά στα διεθνή ζητήματα κατά τη διάρκεια της αποτυχημένης προκριματικής εκστρατείας του ενάντια στην Κλίντον; Κουνάει το κεφάλι του. «Όχι, νομίζω ότι κάναμε την εκστρατεία που θέλαμε.» Ακολουθεί παύση. «Αλλά νομίζω ότι η εξωτερική πολιτική είναι πολύ, πολύ σημαντική»

Κατά τη διάρκεια των προκριματικών για το χρίσμα των δημοκρατικών, πολιτικοί και ειδήμονες συμφωνούσαν ότι o Σάντερς είχε έλλειμμα στην εξωτερική πολιτική. «Η εξωτερική πολιτική» έγραψε ο Ντέιβιντ Ιγκνάτιους, αναλυτής εξωτερικής πολιτικής για την Washington Post, «είναι η τρύπα στο πολιτικό ντόνατ του Σάντερς». Ο Πάτρικ Λέιχι, συνάδελφος του Σάντερς γερουσιαστής επίσης από το Βερμόντ, ήταν λίγο πιο διπλωματικός σε συνέντευξή του στους New York Times. «Δεν είναι το θέμα στο οποίο δίνει έμφαση, αυτό είναι δίκαιο να το πούμε» αναγνώρισε ο Λέιχι.

Μία επί μακρόν υποσχόμενη εμβληματική ομιλία για την εξωτερική πολιτική κατά τη διάρκεια της καμπάνιας του δεν έγινε ποτέ και από την ιστοσελίδα του Σάντερς έλειπε μία σελίδα για την εξωτερική πολιτική τους πρώτους μήνες της υποψηφιότητάς του. Μερικές από τις φιγούρες που αναφέρονταν από τον γερουσιαστή ως εξωτερικοί του σύμβουλοι σε ζητήματα εθνικής ασφάλειας αργότερα υποστήριξαν ότι τον γνώριζαν ελάχιστα.

Η δυσφορία του για το θέμα είναι φανερή, αλλά η αλήθεια είναι ότι ο 76χρονος Σάντερς δεν είναι καινούριος στην εξωτερική πολιτική. Στη δεκαετία του 80, ως δήμαρχος του Μπέρλινγκτον, ο Σάντερς ήταν ένας από τους πιο έντονους πολέμιους των επεμβάσεων των ΗΠΑ στη Λατινική Αμερική, ενώ έγινε ο πιο υψηλόβαθμος αμερικανός αξιωματούχος που επισκέφθηκε τη Νικαράγουα και συναντήθηκε με τον πρόεδρο Ντάνιελ Ορτέγκα (παίρνοντας έτσι το προσωνύμιο «Σαντερνίστα»). Μάλιστα, έκανε το ταξίδι του μέλιτός του στη Σοβιετική Ένωση, ως μέρος της προσπάθειάς του να εγκαταστήσει ένα πρόγραμμα αδελφοποιημένων πόλεων μεταξύ του Μπέρλινγκτον και του Γιάροσλαβ.

Από το 1991, ο Σάντερς υπηρέτησε στο Κογκρέσο, ως μέλος της Βουλής και έπειτα της Γερουσίας, συζητώντας και ψηφίζοντας για στρατιωτική δράση, διεθνείς συνθήκες, εμπορικές συμφωνίες, πωλήσεις όπλων, διεθνή βοήθεια και συμφωνίες ενάντια στην κλιματική αλλαγή. Λίγοι επικριτές έχουν σκεφτεί ότι ο πρόεδρος Σάντερς θα είχε φτάσει στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο του 2017 με περισσότερη εμπειρία στην εξωτερική πολιτική από τον Ομπάμα, τον Τζορτζ Μπους και τον Μπιλ Κλίντον (και φυσικά τον πρώην πρωταγωνιστή ριάλιτι, Ντόναλντ Τραμπ).

Παρ' όλα αυτά η εντύπωση παραμένει ότι ο Σάντερς είναι έξω από τα νερά του όταν η συζήτηση έρχεται στον έξω κόσμο. Ίσως με το βλέμμα σε μία νέα προεδρική υποψηφιότητα σε τρία χρόνια, ο γερουσιαστής του Βερμόντ κάνει βήματα για να διορθώσει αυτήν την εντύπωση.

Μέχρι τώρα το τρέχον έτος, ο Σάντερς έχει προσλάβει τον Ματ Ντας, έναν αναγνωρισμένο αναλυτή εξωτερικής πολιτικής και πρώην πρόεδρο του Ιδρύματος για την Ειρήνη στη Μέση Ανατολή, ως τον σύμβουλό του στην εξωτερική πολιτική κι έχει δώσει ομιλίες στο φιλελεύθερο εβραϊκό λόμπι, J Street, όπου καταδίκασε την «συνεχιζόμενη ισραηλινή κατοχή στα παλαιστινιακά εδάφη» ως «αντίθετη στις βασικές αμερικανικές αξίες» και στο κεντρώο Carnegie Endowment of International Peace, όπου κατηγόρησε τον ρώσο πρόεδρο, Βλάντιμιρ Πούτιν για «προσπάθεια αποδυνάμωσης της διατλαντικής συμμαχίας».


Από τη συνέντευξη του Σάντερς στον Mehdi Hasan του The Intercept

Την περασμένη εβδομάδα, ο συνάδερφος μου Γκλεν Γκρίνγουολντ έγραψε ένα άρθρο στο The Intercept με τίτλο «Το βιβλίο της Κλίντον αγνοεί τον ζωτικό ρόλο του ατέλειωτου πολέμου στο αποτέλεσμα των εκλογών του 2016». Ο Γκρίνγουολντ τόνισε ότι η υποστήριξη της Κλίντον σε πληθώρα πολέμων και άλλων στρατιωτικών δράσεων» έσπρωξε ψηφοφόρους στην αγκαλιά και του Ντόναλντ Τραμπ και υποψηφίων από άλλα κόμματα, όπως η Τζιλ Στάιν. Ρώτησα τον Σάντερς αν συμφωνεί με αυτήν την ανάλυση.

«Αυτό είναι ένα τελείως διαφορετικό θέμα. Και δε γνωρίζω την απάντηση σε αυτό». Επιμένω. Σίγουρα θα παραδεχτεί ότι η εξωτερική πολιτική ήταν ένας παράγοντας της ήττας της Κλίντον. Δε λυγίζει. «Θέλω να μιλήσω για τον λόγο μου, όχι για τη Χίλαρι Κλίντον».

Οπότε η εξωτερική πολιτική δεν παίζει ρόλο στις εκλογές; «Η απάντηση είναι, δεν ξέρω» απαντάει κουρασμένα. «Μπορείς να υποστηρίξεις ότι κάποιος θα έλεγε “ο Μπέρνι Σάντερς είναι πολύ μαλακός στην Άμυνα, δεν θα τον ψηφίσω γιατί δεν είναι έτοιμος να βομβαρδίσει κάθε χώρα του κόσμου”. Ξέρεις πόσες ψήφους έχασα λόγω αυτού; Δε γνωρίζουμε, αυτές είναι υποθέσεις» (Όχι ακριβώς: Ο Γκρίνγουολντ παρέθεσε μία ακαδημαϊκή μελέτη που δημοσιεύτηκε νωρίτερα φέτος και υποστηρίζει ότι «εάν οι ΗΠΑ είχαν κάνει λιγότερους πολέμους ή είχαν μετρήσει λιγότερες απώλειες, η Κλίντον θα είχε κερδίσει τις εκλογές»).

Τον ρωτάω αν υπάρχει μία πολιτική για τα διεθνή ζητήματα ανάλογη του «Medicare για όλους», δηλαδή, μία ριζοσπαστική προοδευτική πολιτική πρόταση που ο Σάντερς σκοπεύει να προωθήσει και να την βάλει στην κεντρική πολιτική σκηνή.
«Δεν το βλέπω έτσι» μου λέει. «Οποιοσδήποτε πιστεύει ότι υπάρχει μία απλή λύση στην αντιμετώπιση όλων των τρομακτικών και μακρών συγκρούσεων που συμβαίνουν στον κόσμο κάνει λάθος. Εκεί που πρέπει να είμαστε ριζοσπάστες είναι στο να κατανοήσουμε ότι δεν μπορούμε να χρησιμοποιούμε απλά τον στρατό ως μόνο τρόπο επίλυσης των διεθνών ζητημάτων»

Παρά το ότι κάποτε είχε κρεμάσει την εικόνα του θρυλικού αντιμιλιταριστή ακτιβιστή Γιουτζίν Ντεμπς στο γραφείο του στη Γερουσία, ο Σάντερς δεν είναι ειρηνιστής. Υποστήριξε την αεροπορική εκστρατεία του ΝΑΤΟ στο Κόσοβο το 1999 και την εισβολή και κατοχή στο Αφγανιστάν το 2001. Ωστόσο ήταν ενάντια στον πόλεμο στο Ιράκ και ψήφισε ενάντια στον εξοπλισμό και την εκπαίδευση των Σύριων ανταρτών. Οπότε αναρωτιέμαι, έχει το δικό του τεστ για το πότε οι ΗΠΑ  θα πρέπει να χρησιμοποιούν τα όπλα;

Ο γερουσιαστής καθιστά σαφές ότι, κατά τη γνώμη του, η στρατιωτική δράση θα πρέπει να είναι το τελευταίο καταφύγιο, εκτός από περιπτώσεις γενοκτονίας. «Νομίζω ότι [σ.μ. για την χρησιμοποίηση όπλων] πρέπει να υπάρχει μία βάσιμη κατανόηση ότι τα αμερικανικά συμφέροντα απειλούνται. Προφανώς αν κάποιος κηρύξει πόλεμο στις ΗΠΑ ή επιτεθεί στις ΗΠΑ, υπάρχει σοβαρός λόγος απάντησης». Συνεχίζει: «Όταν βλέπουμε καταστάσεις γενοκτονίας, όπου άνθρωποι σφαγιάζονται δεξιά κι αριστερά… χρειαζόμαστε διεθνή ειρηνευτική δύναμη για να το αντιμετωπίσουμε αυτό».

Νωρίτερα αυτήν την εβδομάδα, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών είπε κάτι που πολλοί θα μπορούσαν να χαρακτηρίσουν ως απειλή γενοκτονίας, στη συνεδρίαση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη: «Αν οι ΗΠΑ αναγκαστούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους ή τους συμμάχους τους, δεν θα έχουμε άλλη επιλογή από το να καταστρέψουμε ολοκληρωτικά τη Βόρεια Κορέα».

Θυμίζω στον γερουσιαστή ότι και ο Ομπάμα και ο Τραμπ ανέλαβαν την προεδρία υποσχόμενοι να συναντηθούν με τον ομόλογό τους στη Βόρεια Κορέα – ωστόσο ο Ομπάμα δεν το έκανε ποτέ και ο Τραμπ είναι τώρα απασχολημένος με το να κοροΐδεύει τον Κιμ Γιονγκ Ουν ως «Άνθρωπο – πύραυλο». Πιστεύει ο Σάντερς ότι μία συνάντηση μεταξύ των δύο αρχηγών των κρατών θα είχε αξία;

Ο γερουσιαστής απαντάει ότι δεν θα είχε αντίρρηση σε «συναντήσεις πρόσωπο με πρόσωπο καλή τη πίστει» – αντί για κυνικές ευκαιρίες για φωτογραφίες – και προσθέτει ότι «γενικά, συζητήσεις και συναντήσεις» είναι άξιες υποστήριξης.
Οπότε, για να είμαστε ξεκάθαροι, θα υποστήριζε το να καθίσει ο αμερικανός πρόεδρος με τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας και να προσπαθήσουν να λύσουν την πυρηνική κρίση; Ανασηκώνει τους ώμους του. «Θα μπορούσα να δω κάτι τέτοιο; Ναι θα μπορούσα, ναι».

Ένα θέμα εξωτερικής πολιτικής, ωστόσο, στο οποίο ο Σάντερς έχει γίνει στόχος κριτικής από μέλη της ίδια του της αριστερής βάσης είναι η σύγκρουση Ισραήλ – Παλαιστίνης. Μερικοί προοδευτικοί που τάσσονται υπέρ των Παλαιστινίων τον έχουν κατηγορήσει ότι δίνει άφεση αμαρτιών στο Ισραήλ. Σε μια συνέντευξη τον Απρίλιο, για παράδειγμα, ο Σάντερς απέρριψε το κίνημα υπέρ του μποϊκοτάζ και κυρώσεων στο Ισραήλ. Υπέγραψε επίσης μία αμφιλεγόμενη επιστολή που ασκούσε κριτική στον ΟΗΕ για «αντιισραηλινή ατζέντα».

Παρ' όλα αυτά, είναι αδιαμφισβήτητο ότι τα τελευταία χρόνια ο γερουσιαστής του Βερμόντ, που είναι Εβραίος και ζούσε για ένα μικρό διάστημα σε κιμπούτζ στο Ισραήλ τη δεκαετία του 1960, έχει λάβει μια πιο φιλοπαλαιστινιακή θέση στη σύγκρουση και, ειδικά, ενάντια στη δεξιά κυβέρνηση του Μπέντζαμιν Νετανιάχου.
«Έρχεται μια στιγμή που πρέπει να πούμε ότι ο Νετανιάχου δεν είναι σωστός όλη την ώρα», είπε στην Κλίντον σε ένα ντιμπέιτ κατά τη διάρκεια των προκριματικών των Δημοκρατικών τον Απρίλιο του 2016.

Αυτές τις μέρες, διαφέροντας από άλλα μέλη του Κογκρέσου, ο Σάντερς δεν έχει αναστολές στην αναγνώριση και την καταγγελία της ισραηλινής κατοχής στη Δυτική Όχθη. Αλλά δέχεται ότι οι ΗΠΑ είναι συνένοχες στην ισραηλινή κατοχή, μέσω της στρατιωτικής βοήθειας και των πωλήσεων όπλων; Και δέχεται επίσης, επομένως, ότι η κατοχή παλαιστινιακών εδαφών δεν θα τελειώσει ποτέ μέχρι οι ΗΠΑ να σταματήσουν να εξοπλίζουν και να χρηματοδοτούν το εβραϊκό κράτος;

«Σίγουρα οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι συνένοχες, αλλά αυτό δεν σημαίνει… ότι το Ισραήλ είναι η μόνη πλευρά που φταίει», μου λέει. Ωστόσο, προσθέτει, «στον τομέα των σχέσεων Ισραήλ – Παλαιστίνης οι ΗΠΑ πρέπει να έχουν έναν πιο ισορροπημένο ρόλο. Ξεκάθαρα αυτό δεν συμβαίνει τώρα». Επομένως, θα σκεφτόταν να ψηφίσει υπέρ της μείωσης της βοήθειας των ΗΠΑ στο Ισραήλ – αξίας τουλάχιστον 3 δισ. δολαρίων ετησίως – ή κατά της πώλησης αμερικανικών όπλων στον ισραηλινό στρατό;

«Η χρηματοδότηση των ΗΠΑ παίζει έναν πολύ σημαντικό ρόλο και θα ήθελα πολύ να δω τους ανθρώπους στη Μέση Ανατολή να καθίσουν να συζητήσουν με την αμερικανική κυβέρνηση για να βρουν το πώς η βοήθεια των ΗΠΑ μπορεί να φέρει κοντά τους ανθρώπους, όχι να καταλήξει σε πόλεμο όπλων στην περιοχή. Οπότε πιστεύω ότι υπάρχει άπλετο έδαφος για τις ΗΠΑ να βοηθήσουν τον παλαιστινιακό λαό να ξαναχτίσει την Γάζα και άλλες περιοχές. Την ίδια στιγμή, να ζητήσουν [σ.σ.οι ΗΠΑ] από το Ισραήλ να συνεργαστεί με άλλες χώρες σε περιβαλλοντικά ζητήματα». Μετά, επιτέλους, απαντάει στην ερώτηση μου: «Οπότε η απάντηση είναι ναι»

Είναι – με τα απογοητευτικά χαμηλά όρια της σύγχρονης αμερικανικής πολιτικής – μία αξιοσημείωτη και, τολμώ να πω, ριζοσπαστική απάντηση από τον Σάντερς. «Η βοήθεια στο Ισραήλ και στην φιλοϊσραηλινή κοινότητα είναι ιερή για το Κογκρέσο», σημείωσε το Εβραϊκό Τηλεγραφικό Πρακτορείο νωρίτερα φέτος, «και κανένας πρόεδρος δεν έχει προτείνει σοβαρά να μειωθεί από όταν το έκανε ο Τζέραλντ Φορντ στα μέσα του 1970.

Ο Τζέρεμι Κόρμπιν, ο αριστερός ηγέτης του Εργατικού Κόμματος στο Ηνωμένο Βασίλειο, προκάλεσε αίσθηση τον Μάιο μετά το κάλεσμά του στους Βρετανούς, σε μια ομιλία του, να είναι «αρκετά γενναίοι για να παραδεχθούν ότι ο πόλεμος ενάντια στην τρομοκρατία απλά δεν δουλεύει» και να συσχετίσει «τους πολέμους τους οποίους η κυβέρνησή μας έχει υποστηρίξει ή έχει συμμετάσχει με άλλες χώρες με την τρομοκρατία εδώ στο σπίτι μας». Στο παρελθόν, ο ηγέτης των Εργατικών έχει αποκαλέσει το ΝΑΤΟ έναν «κίνδυνο για την παγκόσμια ειρήνη» και κάλεσε για συνεργασία με ομάδες όπως ο Ιρλανδικός Ρεπουμπλικανικός Στρατος, η Χεζμπολάχ και η Χαμάς .

Μπορεί κανείς να πει ότι ο Κόρμπιν είναι ένας αυθεντικός ριζοσπάστης στην εξωτερική πολιτική. Είναι ο πιο μετριοπαθής Σάντερς πρόθυμος να φτάσει τη ρητορική του ηγέτη των Εργατικών για την τρομοκρατία και την απάντηση της Δύσης σε αυτή; Πιστεύει, για παράδειγμα, ότι οι ΗΠΑ έχουν χάσει τον πόλεμο στον τρόμο, όπως αναφέρεται;

«Όχι, αυτή είναι μια πολύ γενική ερώτηση», μου απαντάει. «Νομίζω ότι αντιμετωπίζεις καλύτερα την τρομοκρατία προσπαθώντας να καταλάβεις τη ρίζα του προβλήματος. Την τεράστια φτώχεια που υπάρχει, την έλλειψη εκπαίδευσης που υπάρχει, το ότι όταν ρίχνεις μια βόμβα με drone, για παράδειγμα, που σκοτώνει αθώους άνδρες, γυναίκες και παιδιά, το μόνο που κάνεις είναι να δημιουργείς νέες έχθρες κατά των Ηνωμένων Πολιτειών»

Τον ρωτάω για το ρόλο της Σαουδικής Αραβίας που φέρεται να είναι υποστηρικτής και χρηματοδότης της τρομοκρατίας. Ας μην ξεχνάμε ότι 15 από τους 19 αεροπειρατές, ήταν σαουδάραβες πολίτες. Οπότε είναι ένας σύμμαχος ή ένας εχθρός των ΗΠΑ;

«Δεν είναι μόνο ότι πολλοί από τους βομβιστές της 11ης Σεπτεμβρίου προέρχονταν από τη Σαουδική Αραβία» λέει, «αυτό που νομίζω είναι πιο ουσιώδες είναι ότι συνεχίζουν να χρηματοδοτούν μαντράσας και να διαχέουν ένα πολύ εξαιρετικά ακραίο δόγμα Γουαχάμπι σε πολλές χώρες σε όλον τον κόσμο. Και χρηματοδοτούν τα τζαμιά, χρηματοδοτούν τις μαντράσες (θρησκευτικά σχολεία), δημιουργώντας έτσι πολύ μεγάλο μίσος».

Ο Σάντερς θέλει οι ΗΠΑ να ξεφύγουν από την τυφλή, άκριτη υποστήριξη του βασιλείου του Κόλπου. Φαίνεται μάλιστα να προτείνει ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να προσεγγίσουν τον θανάσιμο εχθρό των Σαουδαράβων: τους Ιρανούς.
Οπότε μπορεί να είναι αυτό το σημείο της εξωτερικής πολιτικής του το ανάλογο του Medicare για Όλους; Να προσπαθήσει να δώσει τέλος σε σχεδόν τέσσερις δεκαετίες εχθρότητας και έλλειψης εμπιστοσύνης μεταξύ των ΗΠΑ και της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν; Χωρίς να πέσει ούτε ένας πυροβολισμός; Θα ήταν μία δραματική και ιστορική αλλαγή προσέγγισης. Κατά τη διάρκεια των προεδρικών προκριματικών, ο Σάντερς δέχτηκε επιθέσεις για την πρότασή του να «κινηθούμε όσο πιο επιθετικά μπορούμε για να ομαλοποιήσουμε τις σχέσεις μας με το Ιράν».

Ωστόσο, περίπου δύο χρόνια μετά, δεν φοβάται να κάνει ακριβώς το ίδιο. «Νομίζω ότι ένας από τους τομείς που θα πρέπει να ξανασκεφτούμε, όσον αφορά την αμερικανική εξωτερική πολιτική, είναι η θέση μας σχετικά με το Ιράν και τη Σαουδική Αραβία» μου λέει γέρνοντας μπροστά στην καρέκλα του. «Για οποιοδήποτε λόγο – και νομίζω ότι ξέρουμε πως μερικοί από τους λόγους είναι μία λέξη που ονομάζεται πετρέλαιο – οι ΗΠΑ έχουν αγνοήσει κάπως το γεγονός ότι η Σαουδική Αραβία είναι μία απίστευτα αντιδημοκρατική χώρα και έχει παίξει ένα κακό ρόλο διεθνώς, αλλά εχουμε πάρει το μέρος τους ξανά και ξανά και ξανά. Από την άλλη το Ιράν, που μόλις διενήργησε εκλογές, στο Ιράν αυτοί οι νέοι άνθρωποι θέλουν να επικοινωνήσουν με τη Δύση, αλλά συνεχίζουμε να τους απορρίπτουμε.

Αν και ο Σάντερς έχει «βάσιμες ανησυχίες… για την εξωτερική πολιτική του Ιράν», επιθυμεί μια πιο ισορροπημένη προσέγγιση από τις ΗΠΑ στην «σύγκρουση Ιράν και Σαουδικής Αραβίας».

Οπότε προσπαθώ να επιμείνω στη φύση της σχέσης ΗΠΑ – Σαουδικής Αραβίας και τον ξαναρωτάω: Θεωρεί ή όχι τη Σαουδική Αραβία έναν σύμμαχο των ΗΠΑ στον αποκαλούμενο πόλεμο στον τρόμο; Σταματάει. «Αν τους θεωρώ σύμμαχους; Τους θεωρώ μία αντιδημοκρατική χώρα που έχει υποστηρίξει την τρομοκρατία σε όλον τον κόσμο, έχει χρηματοδοτήσει την τρομοκρατία, οπότε δεν μπορώ… Όχι, δεν είναι σύμμαχος των ΗΠΑ».

Περιμένετε, ίσως αυτό είναι το αντίστοιχο του Medicare για Όλους στην εξωτερική πολιτική – να μειωθούν οι διπλωματικοί δεσμοί με ένα από τα χειρότερα καθεστώτα του κόσμου. Να απομακρυνθεί η Ουάσινγκτον από το Ριάντ. Αλλά μπορεί ο Σάντερς να τα καταφέρει; Να πείσει τους συναδέλφους του τους γερουσιαστές και από τα δύο κόμματα να φύγουν από τη για δεκαετίες συμφωνία ότι η Σαουδική Αραβία είναι ένας σημαντικός σύμμαχος των ΗΠΑ; Τον Ιούνιο, ο γερουσιαστής μαζί με 4 ρεπουμπλικάνους και άλλους 42 δημοκρατικούς προσπάθησαν να να σταματήσουν την πώληση εξοπλισμών αξίας 510 εκατομμυρίων στη Σαουδική Αραβία. Ηττήθηκαν, αλλά μόνο για έξι ψήφους.

Την Πέμπτη ο Σάντερς, που καλωσορίστηκε από κοινό φοιτητών που επευφημούσαν και βραβεύτηκε με τιμητικό πτυχίο από το κολέγιο πριν από την ομιλία του, αποκήρυξε τον παγκόσμιο πόλεμο στην τρομοκρατία ως «μία καταστροφή για τους αμερικανούς πολίτες» γιατί «απαντάει στους τρομοκράτες δίνοντας τους ακριβώς αυτό που θέλουν».

Υπεραμύνθηκε επίσης με πάθος μία σημαντική παρακαταθήκη της εξωτερικής πολιτικής του Ομπάμα: την πυρηνική συμφωνία με το Ιράκ. «Πρέπει να προστατεύσουμε τη συμφωνία», είπε ο Σάντερς στο κοινό του, αναφέροντας την πυρηνική συμφωνία ως παράδειγμα «αληθινής ηγεσίας» εκ μέρους των Ηνωμένων Πολιτειών.

Κατά τη διάρκεια μίας ώρας την Πέμπτη, ο ανεξάρτητος γερουσιαστής προσέφερε ένα ξεκάθαρα προοδευτικό, με έμφαση στη δημοκρατία, μη μιλιταριστικό όραμα για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ τον 21ο αιώνα: «Ο στόχος για τις ΗΠΑ δεν είναι να κυριαρχούν στον κόσμο… Ο στόχος μας πρέπει να είναι η παγκόσμια παρουσία, βασισμένη στη συνεργασία και όχι στην κυριαρχία.

Σε μια στιγμή όπου ο πρόεδρος των ΗΠΑ χτυπάει τα τύμπανα του πολέμου, απειλώντας να “καταστρέψει ολοκληρωτικά” τη Βόρεια Κορέα και να σκίσει την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, είναι αναζωογονητικό και θαυμαστό να βλέπεις έναν αμερικανό πολιτικό με ηγετικό ρόλο να μιλάει με αυτόν τον άμεσο τρόπο. Ο Σάντερς μου λέει ότι θέλει μία «σοβαρή συζήτηση για την εξωτερική πολιτική», στην οποία δυστυχώς οι δημοκρατικοί συνάδελφοι του στη Γερουσία δεν έχουν ακόμα συμφωνήσει. Για παράδειγμα, αναφέρει μία ψηφοφορία στη Γερουσία τη Δευτέρα, που επέτρεψε μία συγκλονιστική αύξηση κατά 80 δισεκατομμύρια των εξόδων του Πενταγώνου. «Είναι όντως μία σοφή επένδυση;» αναρωτιέται.

«Τολμώ να πω» προσθέτει δηκτικά, «ότι οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που ψήφισαν αυτήν την τεράστια αύξηση στρατιωτικών δαπανών δεν θα μπορούσαν να πουν ακριβώς γιατί χρειάζεται». Μόνο τέσσερις γερουσιαστές των Δημοκρατικών καταψήφισαν μαζί με τον Σάντερς το νομοσχέδιο. Γιατί πιστεύει ότι οι υπόλοιποι ψήφισαν υπέρ; «Θα πρέπει να ρωτήσετε αυτούς» είναι η κοφτή απάντηση.

Μερικοί από τους αριστερούς επικριτές του, ωστόσο, δεν πιστεύουν ότι ο Σάντερς πηγαίνει αρκετά μακριά. Γράφοντας τον Ιούλιο, ο Μπράνκο Μάρκετιτς του Jacobin, επέκρινε τον Σάντερς, για την «σχετική σιωπή του στην εξωτερική πολιτική του Ομπάμα» και την «αρκετά συμβατική σκέψη του στην εξωτερική πολιτική κατά τη διάρκεια της καριέρας του στην Ουάσινγκτον». Αυτοί οι επικριτές τείνουν να θέλουν να δουν μία συνολική αποκήρυξη του αμερικανικού ιμπεριαλισμού από τον Σάντερς, στο στυλ του Νόαμ Τσόμσκι, και θέλουν να τη δουν άμεσα.

Είναι ενδιαφέρον ότι, το 1985, ο Σάντερς προσκάλεσε τον Τσόμσκι να μιλήσει στο δημαρχείο του Μπέρλινγκτον, παρουσιάζοντάς τον στο κοινό ως «μια πολύ ηχηρή και σημαντική φωνή στην πνευματική ζωή της Αμερικής» και λέγοντας ότι είναι «ευτυχισμένος που καλωσορίζει ένα πρόσωπο για το οποίο νομίζω ότι όλοι είμαστε περήφανοι».Το 2016, όταν πήρα συνέντευξη από τον Τσόμσκι για την εκπομπή μου στο Al Jazeera, ο βετεράνος φιλόσοφος και κριτικός της εξωτερικής πολιτικής επαίνεσε τον Σάντερς ως έναν «ικανό και τίμιο» πολιτικό με τις «καλύτερες πολιτικές».

Ρωτάω τον Σάντερς εάν, τρεις δεκαετίες μετά, συμφωνεί ακόμα με την ανηλεή κριτική του Τσόμσκι στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένης της προβοκατόρικης περιγραφής των ΗΠΑ ως ένα rogue state.

Ο Σάντερς με διακόπτει πριν τελειώσω την ερώτηση μου. «Οκ, το καταλαβαίνω. Ο Νόαμ Τσόμσκι έχει παίξει έναν ασυνήθιστα σημαντικό ρόλο. Εγώ είμαι ένας γερουσιαστής των ΗΠΑ. Ζούμε σε διαφορετικούς κόσμους. Έπειτα αλλάζει γρήγορα και βολικά το θέμα. «Συνοπτικά πιστεύω ότι πρέπει να ξανασκεφτούμε την εξωτερική πολιτική… και αυτό σημαίνει να αντιμετωπίσουμε ζητήματα όπως η ανισότητα στο εισόδημα και τον πλούτο, που δεν είναι μόνο ένα αμερικανικό ζήτημα, αλλά ένα τρομακτικό παγκόσμιο ζήτημα. Ο Σάντερς τώρα είναι στο στοιχείο του και σε ρυθμό. «Έχουμε έξι από τους πλουσιότερους ανθρώπους που έχουν περισσότερο πλούτο από το 50% του παγκοσμίου πληθυσμού. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, γιατί αν δεν συνεργαστούμε διεθνώς σε αυτό, μπορεί να μην έχει απομείνει πολύς πλανήτης για τα παιδιά και τα εγγόνια μας».

Ας είμαστε ξεκάθαροι: Στην εξωτερική πολιτική, ο Σάντερς δεν πηγαίνει τόσο μακριά σε αριστερή κατεύθυνση όσο ο παλιός του φίλος Νόαμ Τσόμσκι ή ακόμα και το «ταίρι» του στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο Τζέρεμι Κόρμπιν. Αλλά το ανανεωμένο του ενδιαφέρον για την εξωτερική πολιτική και η θέλησή του να σπάσει κατεστημένες αξίες μπορεί να είναι από τις πιο ριζοσπαστικές του δράσεις μέχρι σήμερα.

«Εκεί που πρέπει να είμαστε πιο ριζοσπάστες» μου λέει ο Σάντερς, «είναι στο να καταλάβουμε ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε το στρατό ως τρόπο για να αντιμετωπίσουμε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Εκεί που πρέπει να είμαστε πιο ριζοσπάστες και δυνατοί, είναι να επιβάλουμε διάλογο και συζήτηση πάνω στις αιτίες των διεθνών κρίσεων. Και σίγουρα δεν το κάνουμε αυτό και χρειαζόμαστε περισσότερη αμερικανική ηγεσία για να το κάνουμε αυτό».