Του Παντελή Παντελόγλου

Τον Μάιο του 2011, η Ιαπωνία έλυσε τον γόρδιο δεσμό της επικινδυνότητας της ραδιενέργειας με τον τρόπο του Μεγαλέξανδρου. Ενώ ως τότε οι εργάτες των πυρηνικών εργοστασίων δεν επιτρεπόταν να εκτεθούν σε πάνω από 100 μιλισιβέρτ ραδιενέργειας μέσα σε πέντε χρόνια, λίγο μετά το δυστύχημα της Φουκουσίμα οι αρμόδιες αρχές αύξησαν το όριο ασφαλείας στα 250 μιλισιβέρτ. 

 
Συνηθίζουμε να θεωρούμε τους επιστήμονες ως αντικειμενικούς και ουδέτερους παρατηρητές του φυσικού και κοινωνικού γίγνεσθαι. Πολλοί απʼ αυτούς λένε συχνά ότι εργάζονται σκληρά προς όφελος του κοινωνικού συνόλου, της ανθρωπότητας ολόκληρης, εφαρμόζοντας την επιστημονική μέθοδο, την παρατήρηση και το πείραμα. Μπορεί κατά καιρούς να ξαστοχούν, όμως, στα μάτια τους και στα μάτια πολλών ακόμη ανθρώπων, είναι φορείς καθολικών αξιών, είναι οι επίμονοι κυνηγοί της αλήθειας.
 
Ο Μισέλ Φουκώ όρισε κάποτε την αλήθεια ως «το σύνολο των κανόνων σύμφωνα με τους οποίους χωρίζεται το αληθές από το ψευδές και αποδίδονται ειδικά αποτελέσματα εξουσίας στο αληθές». Σύμφωνα μʼ αυτόν τον ορισμό, η αλήθεια είναι μια σχέση. Όπως όλες οι σχέσεις, αυτό που εντέλει ονομάζουμε αλήθεια περιλαμβάνει τη σύγκρουση που τη γέννησε και καθορίζεται από το αποτέλεσμά της. Η επιστημονική αλήθεια δεν ξεφεύγει απʼ αυτόν τον κανόνα. Για να την εκτιμήσουμε, δηλαδή, θα πρέπει να κοιτάξουμε πού στέκεται αυτός που τη διατυπώνει. 
 
Καμιά φορά τα όρια μεταξύ επιστήμης και «πραγματικής οικονομίας» είναι δυσδιάκριτα. Ο σημερινός Υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας δεν είναι απλώς ένας καθηγητής του Οικονομικού τμήματος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει διατελέσει πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος τράπεζας και χρηματιστηριακής εταιρείας, ήταν για πολλά χρόνια σύμβουλος του Υπουργείου Οικονομικών και της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως και μέλος διοικητικών συμβουλίων άλλων δημοσίων οργανισμών και επιχειρήσεων. Ήταν, τέλος, γενικός διευθυντής του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), του επιστημονικού think tank της εμποροβιομηχανικής τάξης της χώρας. Μʼ αυτή την τελευταία ιδιότητα υπογράφει τις Θέσεις του ΙΟΒΕ για την Οικονομική Πολιτική που δημοσιεύτηκαν τον Ιούνιο του 2009 και προβλέπουν τα μέτρα των μνημονίων που ακολούθησαν.
 
Για τον Φουκώ, ο διανοούμενος έχει μια τριμερή ιδιαιτερότητα: «την ιδιαιτερότητα της ταξικής θέσης του (είτε ως μικροαστός στην υπηρεσία του καπιταλισμού είτε ως «οργανικός» διανοούμενος του προλεταριάτου)• την ιδιαιτερότητα των συνθηκών ζωής και εργασίας του, που συνδέεται με την κατάστασή του ως διανοούμενου (το πεδίο έρευνάς του, τη θέση του σε ένα εργαστήριο, τις πολιτικές και οικονομικές απαιτήσεις στις οποίες υποτάσσεται ή εναντίον των οποίων εξεγείρεται στο πανεπιστήμιο, στο νοσοκομείο κτλ.)• τέλος, την ιδιαιτερότητα της πολιτικής της αλήθειας στις κοινωνίες μας».
 
Το παράπονο της απουσίας του λόγου των διανοουμένων από την ελληνική κοινωνία μέσα στην κρίση είναι μάλλον αβάσιμο, λοιπόν. Οι επιστήμονες και οι διανοούμενοι είναι παρόντες και κάνουν τη δουλειά τους. Μόνο που η δουλειά των περισσότερων δεν είναι να ικανοποιήσουν την κοινή γνώμη ή τον λαό, αλλά να συνδράμουν την εξουσία στον χειρισμό των τρεχόντων προβλημάτων. Βεβαίως κάτι λείπει απʼ αυτούς τους βαρετούς επιστήμονες που έχουν στρατευθεί στον εθνικό σκοπό. Πρόκειται για το αντικείμενο που παραχωρήθηκε στις ομιλούσες κεφαλές των τηλεοπτικών παραθύρων, για τη μαζική ιδεολογική καθοδήγηση που κάποτε αποτελούσε αντικείμενο και των στρατευμένων επιστημόνων.
 
Τον Δεκέμβριο του 1946, η Χριστιανική Ένωσις Επιστημόνων (ΧΕΕ), η οποία είχε ιδρυθεί εννιά χρόνια νωρίτερα, κυκλοφορεί σε 100.000 αντίτυπα μια διακήρυξη 208 σελίδων. Η διακήρυξη αυτή, που ήταν γραμμένη «δια κάθε Έλληνα», σκοπό είχε να ανασκευάσει τους ισχυρισμούς του υλιστικού στρατοπέδου για τη ζωή και την ιστορία. Πενήντα χρόνια μετά, το 1996, ο ηλεκτρολόγος μηχανικός Βασίλειος Σταθάκης, μέλος της ΧΕΕ, σε μια συνέντευξή του στο περιοδικό της Χριστιανικής Φοιτητικής Ένωσης «Παρεμβολή» εξηγεί τους στόχους της ΧΕΕ όταν δημοσίευε τη διακήρυξή της λίγο μετά την έναρξη του εμφυλίου: «Την εποχή εκείνη η Ελλάδα είχε την ανάγκη μιας ισχυρής πνευματικής θεμελίωσης ώστε να ανασυνταχθεί. Όμως οι νέες ιδέες είχαν ήδη επηρεάσει την παραδοσιακή ευσέβεια του λαού μας». Και ακόμη διαπιστώνει: «Στο Πνευματικό στερέωμα του Ελληνικού λαού λοιπόν, η Διακήρυξη της ΧΕΕ πέτυχε να διαλύσει το πυκνό νέφος του στείρου υλισμού και φανατισμού της εποχής. Γιʼ αυτό και από την πλευρά της μαρξιστικής αριστεράς υπήρξε εντονότατη αντίδραση». (Στην ίδια συνέντευξη, παρεμπιπτόντως, ο Σταθάκης υποστηρίζει ότι απʼ τον Απρίλιο ως τα Χριστούγεννα του ʼ46 οι χριστιανοί επιστήμονες συνέτασσαν τη διακήρυξη «τις αγωνιώδεις νύχτες της απαγόρευσης της κυκλοφορίας και της γερμανικής κατοχής», η οποία είχε τελειώσει δυο χρόνια νωρίτερα).
 
Ο Εμίλ Ντυρκέμ, ένας εκ των πατέρων της κοινωνιολογίας, είχε την άποψη ότι «η αξία που αποδίδουμε στην επιστήμη εξαρτάται τελικά από την ιδέα που σχηματίζουμε συλλογικά για τη φύση της και για τον ρόλο της στη ζωή• αποτελεί δηλαδή την έκφραση μιας γνώμης. Γιατί, πράγματι, τα πάντα στην κοινωνική ζωή, ακόμη και η ίδια η επιστήμη, είναι θέμα γνώμης». Τίποτα περισσότερο, αλλά και τίποτα λιγότερο.