Σε μια πράξη αλληλεγγύης μεταξύ δύο μουσικών βετεράνων της ροκ σκηνής με κοινή ιστορία, η Τζόνι Μίτσελ ακολούθησε το παράδειγμα το Νιλ Γιανγκ και απέσυρε τη μουσική της από την πλατφόρμα Spotify ως ένδειξη διαμαρτυρίας για το γεγονός ότι αυτή η πλατφόρμα έδωσε το βήμα σε δημοφιλές podcast με “αντι-εμβολιαστικό και παραπλανητικό” περιεχόμενο.

Η Μίτσελ θεωρείται η πρώτη μεγάλη μουσικός που στέκεται στο πλευρό του Γιανγκ και υιοθετεί τη στάση του απέναντι στην πλατφόρμα κολοσσό.

“Ανεύθυνοι άνθρωποι διαδίδουν ψεύτικες πληροφορίες που κοστίζουν τη ζωή των ανθρώπων” είπε. “Στέκομαι αλληλέγγυα στο Νιλ Γιανγκ και στην παγκόσμια ιατρική και επιστημονική κοινότητα πάνω σε αυτό το θέμα”.

Η κίνηση των Γιανγκ και Μίτσελ ήρθε ως αποτέλεσμα στην μετάδοση των αμφιλεγόμενων podcast από τον κωμικό Τζο Ρόγκαν, την προηγούμενη βδομάδα, η οποία πυροδότησε μια έκρηξη γύρως από τις θεωρίες συνωμοσίας και την λογοκρίσια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Πολλοί από τους θαυμαστές του Γιανγκ και υποστηρικτές των απόψεών του καλούν σε ένα μποϋκοτάζ της πλατφόρμας και ζητούν και από άλλους καλλιτέχνες να ακολουθήσουν το παράδειγμά του. Στα social media, τo hashtag #CancelSpotify κατέκτησε από τις υψηλότερες θέσεις στα trends.

To Spotify ξεκίνησε να αφαιρεί κάποια από τα τραγούδια του Νιλ Γιουνγ από την πλατφόρμα του μετά το τελεσίγραφο που έστειλε ο Γιανγκ στην εταιρεία. Αναφερόμενος στα αμφιλεγόμενα podcast του Τζο Ρόγκαν που υπάρχουν στην πλατφόρμα, ο Γιανγκ είπε: Μπορούν να έχουν είτε τον Ρόγκαν είτε τον Γιανγκ. Όχι και τους δύο”.

Η σουηδική εταιρεία Spotify ανακοίνωσε ότι λυπάται για την απόφαση του Γιανγκ και ότι ελπίζει να “να τον καλωσορίσει ξανά στο άμεσο μέλλον”. Η εταιρεία κολοσσός πλήρωσε 100 εκατομμύρια δολάρια το 2020 για το podcast του Τζο Ρόγκαν, που είναι μία από τις πιο δημοφιλείς εκπομπές στον κόσμο με περίπου 11 εκατομμύρια ακροατές.

Εκατοντάδες επιστήμονες και ιατροί έχουν υπογράψει σε μια ανοιχτή επιστολή που απευθύνεται στο Spotify και αναφέρει ότι ο Ρόγκαν “επανειλλημένα έχει διαδόσει παραπλανητικές και ψεύτικες ειδήσεις στο podcast του, κλονίζοντας την εμπιστοσύνη του κοινού στην επιστήμη και την ιατρική” καθώς και ότι έχει “διασπείρει έναν αριθμό από ανυπόστατες θεωρίες συνωμοσίας”.

Σε ένα μήνυμά του στον ιστότοπό του την περασμένη Παρασκεύη, ο Γιανγκ είπε ότι νιώθει καλύτερα που άφησε το Spotify. “Οι ιδιωτικές εταιρείες έχουν το δικαίωμα να διαλέξουν αυτό που τους συμφέρει περισσότερο, όπως και εγώ έχω το δικαίωμα να μην δίνω τη μουσική μου σε μια πλατφόρμα που διαδίδει επικίνδυνες πληροφορίες” έγραψε. “Είμαι χαρούμενος και περήφανος που στέκομαι αλληλέγγυος στο πλευρό των υγειονομικών που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή μάχης ενάντια στον κορονοϊό και κάθε μέρα ρισκάρουν τη ζωή τους για να βοηθήσουν τους άλλους”.

Το μερίδιο του Spotify στην αμερικανική μουσική αγορά εκτοξέυθηκε από το 7% το 2010 στο 83% το 2020, μια κυριαρχία που προφανώς αποθαρρύνει πολλούς μουσικούς από το να αφαιρέσουν τη δουλειά τους από την πλατφόρμα. Ένας άλλος παράγοντας που περιπλέκει τα πράματα είναι το γεγονός ότι πολλοί μεγάλοι μουσικοί αστέρες έχουν εκχωρήσει τον έλεγχο της δουλειάς τους με την πώληση των δικαιωμάτων χρήσης και πνευματικής ιδιοκτησίας έναντι τεράστιων ποσών. Πέρσι, ο Νιλ Γιανγκ πούλησε τα μισά δικαιώματα από ένα τραγούδι για ένα πόσο που δεν έχει ακόμα δημοσιοποιηθεί, αλλά πιστεύεται ότι είναι το ποσό είναι με 9 ψηφία.

Ο Γιανγκ και η Μίτσελ κόλλησαν πολιοεμελίτιδα όταν ήταν παιδιά πριν να γίνουν διαθέσιμα τα εμβόλια. Η Μίτσελ νοσηλεύτηκε για μερικές βδομάδες και ο Γιανγκ θυμάται να είναι σε καραντίνα στο οικογενειακό του σπίτι. “Κανένας δεν ήθελε να είναι κόντα μου για αρκετό διάστημα μετά”, αναφέρει ο Γιανγκ στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο.

Στα social media γίνονται ευρεία καλέσματα στο κοινό να ακυρώρει τη συνδρομή του στο Spotify, ειδικότερα μετά την κίνηση της Μίτσελ να ακολουθήσει το παράδειγμα του Γιανγκ. Η εταιρεία δεν έχει αποκαλύψει πόσες αιτήσεις για ακυρώσεις έχει δεχτεί τις τελευταίες μέρες, αλλά ένα μήνυμα από το τμήμα εξυπηρέτησης πελατών που αποστέλλεται στους χρήστες που θέλουν να απ-εγγραφούν αναφέρει “λόγω πολλών επαφών μπορεί να αργήσουμε να σας απαντήσουμε”.