του Θάνου Καμήλαλη
Ο ανώτατος εισαγγελέας της χώρας, ο Ισίδωρος Ντογιάκος, ξοδεψε 19 σελίδες για να γράψει μία αστήρικτη «γνωμοδότηση» πάνω στη δυνατότητα της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών να πραγματοποιεί ελέγχους στους ιδιώτες παρόχους. Στο κείμενό του πραγματοποιεί μία επισκόπηση των νόμων γύρω από το απόρρητο των επικοινωνιών, ερμηνεύει τον νέο νόμο που ψήφισε η κυβέρνηση Μητσοτάκη, υπέρ των παρακολουθήσεων, ώστε να φτάσει στο συμπέρασμα πως η ΑΔΑΕ είναι πλέον αναρμόδια να πραγματοποιεί ελέγχους και να ενημερωνει τους πολίτες, για την παρακολούθησή τους.
Κλείνει το κείμενό του με μία ξεκάθαρα εκφοβιστική αναφορά προς τα μέλη της Ανεξάρτητης Αρχής αλλά και «όποιον άλλον» προχωρά σε τέτοιες πράξεις, υποστηρίζοντας ότι προκύπτουν «ιδιαίτερα σοβαρές ποινικές κυρώσεις, με προβλεπόμενη ποινή, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ακόμα και πρόσκαιρης κάθειρξης». Φτάνει μάλιστα στο σημείο να υποστηρίξει ότι «αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις» προκύπτει παραβίαση των άρθρων του Ποινικού Κώδικα ακόμα και περί παραβίασης των μυστικών της Πολίτείας και κατασκοπείας. Αναφορές που, μαζί με επίκληση άρθρων του Π.Κ σχετικά με την παραβιαση του υπηρεσιακού απορρήτου, φαίνεται ότι έχουν στόχο και τις πιθανές διαρροές στοιχείων, που ήδη έχει συλλέξει η ΑΔΑΕ, προς τα ΜΜΕ και τους πολίτες.
Υπάρχουν εδώ ζητήματα, τεράστιας θεσμικής και δημοκρατικής σημασίας, που ήδη έχουν προκαλέσει τις οργισμένες αντιδράσεις σύσσωμου του νομικού κόσμου και της αντιπολίτευσης. Το νομικό, το τυπικό και το ουσιαστικό.
Το πρώτο, το νομικό είναι το γεγονός πως η «γνωμοδότηση» Ντογιάκου είναι αστήρικτη. «Δεν είναι μόνο νομικό το θέμα, είναι και θέμα λογικής» παρατήρησε, μιλώντας στο TPP νομικός που διάβασε το πλήρες κείμενο.
Ο παραλογισμός προκύπτει στο γεγονός ότι, βάσει του νόμου 3115/2003, η ΑΔΑΕ «διενεργεί, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν καταγγελίας, τακτικούς και έκτακτους ελέγχους, σε εγκαταστάσεις, τεχνικό εξοπλισμό, αρχεία, τράπεζες δεδομένων και έγγραφα της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Ε.Υ.Π.), άλλων δημοσίων υπηρεσιών, οργανισμών, επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και ιδιωτικών επιχειρήσεων που ασχολούνται με ταχυδρομικές, τηλεπικοινωνιακές ή άλλες υπηρεσίες σχετικές με την ανταπόκριση και την επικοινωνία».
Ο Ντογιάκος αναφέρεται στο συγκεκριμένο άρθρο και το αποδέχεται, μόνο που στη συνέχεια επικαλείται τις νέες διατάξεις του νόμου Μητσοτάκη, που εντελώς αυθαίρετα και σκανδαλωδώς μείωσε τις αρμοδιοτητες της ΑΔΑΕ. Σύμφωνα με το νέο πλαίσιο, για να ενημερωθεί πλέον ο παρακολουθούμενος για «λόγους εθνικής ασφάλειας» θα πρέπει να έχουν περάσει τρία ολόκληρα χρόνια από όταν έληξε η παρακολούθησή του και να έχει γνωμοδοτήσει θετικά μία τριμελής Επιτροπή, που αποτελείται από τους δύο εισαγγελείς της ΕΥΠ (που έχουν υπογράψει την παρακολούθηση) και τον Πρόεδρο της ΑΔΑΕ.
Καταλήγει έτσι στον πυρήνα της γνωμοδότησης, με ένα διακριτικό αλματάκι: «Η ΑΔΑΕ δεν έχει πλέον αρμοδιότητα για έλεγχο στους παρόχους, ώστε να απαντησει στον θιγόμενο ιδιώτη».
Μόνο που, από πουθενά δεν προκύπτει ότι η ΑΔΑΕ δεν μπορεί να κάνει ελέγχους στους παρόχους για να πάρει στοιχεία για τις παρακολουθήσεις. Αυτό σημείωσε και ο Πρόεδρος της Αρχής, Χρήστος Ράμμος, στην έντονη απάντησή του: «Η -ούτως ή άλλως προβληματική ως προς τη συμβατότητά της με την ΕΣΔΑ και το εθνικό Σύνταγμα- ρύθμιση της παρ. 7 του άρθρου 4 του Ν. 5002/2022 σχετικά με το ειδικό ζήτημα της ενημέρωσης του παρακολουθούμενου για λόγους εθνικής ασφάλειας ουδόλως περιορίζει τις γενικές αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ […] Πρόκειται για δύο νόμους με μη διασταυρούμενα κανονιστικά πεδία».
Δηλαδή: Ακόμα κι αν οι προϋποθέσεις συγκάλυψης που έβαλε η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν είναι αντισυνταγματικές, η Ανεξάρτητη Αρχή που εχει ως σκοπό να διασφαλίζει την τήρηση του απορρήτου των Επικοινωνιών, εύλογα μπορεί να κάνει ελέγχους, όταν και όπου αυτή κρίνει. Οι έλεγχοι άλλωστε που πραγματοποιεί η Ανεξάρτητη Αρχή δεν συνδέονται πάντα με την ενημέρωση ενός πολίτη για την παρακολούθησή του
Το δεύτερο, το τυπικό/θεσμικό ζήτημα που προκύπτει, είναι το γεγονός πως για ακόμα μία φορά τον τελευταίο μήνα, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου παραδίδει μαθήματα αντιθεσμικής και αντιδημοκρατικής συμπεριφοράς. Είναι μονίμως αναρμόδιος. Και είναι εντυπωσιακή η ταύτιση των απόψεων του νομικού κόσμου, που καταγγέλλουν τις πρακτικές του.
Ξεκίνησε με τα τηλέφωνα με τη νομική σύμβουλο της Cosmote, τα οποία ούτε ο ίδιος δεν διέψευσε. Συνέχισε με τις απειλές, με διάθεση συκοφαντίας, κατά ΜΜΕ που του ασκούν κριτική, με χωρίς κανένα στοχείο αναφορές σε «φορολογικούς ελέγχους που θα αποκάλυπταν πολλά για πολλούς» και την άποψη ότι οι νόμοι περί Τύπου είναι πολύ ελαστικοί στη χώρα. Ε, να βάλουμε φυλακή εκδότες, δημοσιογράφους, μαζί και με τα μέλη της ΑΔΑΕ.
Τώρα, σε μία πρωτοφανή κατάσταση, γνωμοδοτεί για ένα «ζήτημα γενικούς ενδιαφέροντος», όπου υποστηρίζει, αλλά χωρίς το πόνημά του να είναι δεσμευτικό. Εκφοβιστικό ναι, πρωτοφανές ναι, σκανδαλώδες ναι, δεσμευτικό όχι.
Γνωμοδοτεί απαντώντας στο γραπτό αίτημα ενός ιδιώτη παρόχου (ενός δηλαδή ελεγχόμενου από την ΑΔΑΕ) και αδιαμφισβήτα παρεμβαίνει, σε μία εν εξελίξει διαδικασία, με τους ελέγχους της Αρχής να έχουν πραγματοποιηθεί κανονικά το προηγούμενο διάστημα. Παράλληλα, παρεμβαίνει έμμεσα και στην εν εξελίξει ποινική έρευνα για το σκάνδαλο των υποκλοπών, που διενεργεί η Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών.
Ακόμα και στην περίπτωση που είχαμε την τηλεφωνικη παρέμβαση Ντογιάκου, ο πάροχος μετά από μερικές ημέρες απέστειλε τα στοιχεία στην ΑΔΑΕ.
«Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου» δεν σημαίνει «κριτής των πάντων», πόσο μάλλον όταν μιλάμε για μία Ανεξάρτητη Αρχή, που δεν λογοδοτεί στον Ντογιάκο, αλλά στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής.
Το τρίτο όμως σημείο είναι και το πιο σημαντικό, το ουσιαστικό: Οι επιτόπιοι έλεγχοι της ΑΔΑΕ έχουν ξεκινήσει εδώ και λίγες εβδομάδες και η πρώτη φάση των ελέγχων έχει ολοκληρωθεί, όπως αναφέρουν οι πληροφορίες. Άλλωστε, στην απόφαση που αναρτήθηκε στη Διαύγεια στις 3 Ιανουαρίου, έγινε γνωστό πως η απόφαση για να συσταθεί η ομάδα ελέγχου ελήφθη στις 21 Δεκεμβρίου και οι έλεγχοι θα προχωρήσουν «το ταχύτερο δυνατό».
Τι μπορεί να κάνει η ΑΔΑΕ με τα στοιχεία που έχει ήδη συλλέξει; Μπορεί να ενημερώσει τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Αλέξη Τσίπρα, που έχει καταθέσει σχετικό αίτημα για ελέγχους από τις αρχές Δεκεμβρίου, στο οποίο η αρχή έχει ανταποκριθεί θετικά. Μπορεί επίσης, αν το κρίνει, να ενημερώσει την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, στην οποία λογοδοτεί.
Η γνωμοδότηση Ντογιάκου έρχεται σε ένα εξαιρετικά ευαίσθητο σημείο στην προσπάθεια της ΑΔΑΕ να πέσει φως σε μία τόσο δυσώδη υπόθεση. Φαίνεται, βλέποντας την πλήρη εικόνα, να μην αφορά τελικά τόσο με τους επιτόπιους ελέγχους (μολονότι αυτή είναι η αφορμή και ίσως υπάρξει και δεύτερο στάδιο), αλλά τις κινήσεις της Αρχής γύρω από τη θεσμική, επίσημη ενημέρωση για το τι ακριβώς έχει συμβεί.
Ένας ακόμα παράγοντας σε αυτήν την εξίσωση, είναι η λήξη της θητείας μελών της ΑΔΑΕ και η πιθανή αντικατάστασή τους. Η διαδικασία έχει ως εξής. Ίσως και την ερχόμενη εβδομάδα, όπως έγραψε η «Καθημερινή» ο Πρόεδρος της Βουλής θα συγκαλέσει συνεδριαση της Διάσκεψης των Προέδρων, για την αντικατάσταση των μελών των Ανεξάρτητων Αρχών των οποίων η θητεία λήγει. Μεταξυ αυτών είναι και η ΑΔΑΕ. Για να αλλαξουν τα μέλη, απαιτείται πλειοψηφία των 3/5 στη Διάσκεψη. Η Νέα Δημοκρατία από μόνη της δεν μπορεί να περάσει αλλαγές. Αν ψηφίσει μαζί της ακόμα ένα κόμμα, οι αλλαγές εγκρίνονται. Ειδάλλως, η θητεία των μελών παρατείνεται.
Τα δεδομένα επίσης λένε πως οι πλειοψηφίες στην ΑΔΑΕ είναι οριακές. Η τελευταία εισήγηση του Προέδρου, Χρήστου Ράμμου για το κλιμάκιο ελέγχου των παρόχων πέρασε με ψήφους 4-3 (δύο κατά-μία αποχή). Οποιαδήποτε αλλαγή της σύστασης της έχει σημασία.
Με δεδομένο ότι ΚΙΝΑΛ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και ΜεΡΑ25 αποκλείεται να εγκρίνουν οποιαδήποτε αλλαγή στην Αρχή σε μια τέτοια συγκυρία, τα βλέμματα στρέφονται προς την Ελληνική Λύση και τα σενάρια είναι ανοικτά.
Είναι πάντως σίγουρο, ότι στην κυβέρνηση θα ήθελαν πολύ να αλλάξει η ΑΔΑΕ τις θέσεις της και η αντικατάσταση μελών της είναι μία μεγάλη ευκαιρία και επικρατεί ανησυχία ενόψει των αποφάσεων. Άλλωστε, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου, έχει εκφράσει την κυβερνητική δυσαρέσκεια για το έργο της Ανεξάρτητης Αρχής. «Θέση της κυβέρνησης είναι ότι οι ανεξάρτητες αρχές πρέπει να λειτουργούν σεβόμενες το Σύνταγμα, ούτε να το υπερβαίνουν, ούτε να γίνονται τιμητές του Συντάγματος» είχε σχολιάσει πριν από μία εβδομάδα.
Το παρασκήνιο πάντως λέει πως στο Μαξίμου υπάρχει όλο και μεγαλύτερη ενόχληση για το γεγονός ότι το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων παράγει συνεχώς εξελίξεις, με τις αισιόδοξες απόψεις κυβερνητικών στελεχών προς τον Κυριακο Μητσοτάκη ότι το θέμα θα φύγει από το προσκήνιο να έχουν πέσει μέχρι τώρα στο κενό.
Κι αν αυτά τα τελευταία είναι σενάρια για την επόμενη ωμή επιχείρηση συγκάλυψης, το βασικό ζήτημα είναι ότι έχουν μαζευτεί πάρα μα πάρα πολλά. Από όταν η ΕΥΠ πέρασε στο πρωθυπουργικό γραφειο και όταν άλλαξαν τον νόμο για χάρη του πρώην διοικητή της, Κοντολέοντα, στο αίτημα για την αλλαγή του νόμου για την ΑΔΑΕ μετά το αίτημα του Θανάση Κουκάκη, στη θωράκιση του αδιαφανούς πλαισίου παρακολουθήσεων, στις απειλές, τις παρεμβάσεις, στο ανασήκωμα των ώμων και στο απλό «ο Μητσοτάκης δεν ήξερε» όταν αρχισαν τα στοιχεία να έρχονται με μορφή χιονοστιβάδας
Είναι τόσα πολλά αυτά που έχουν συμβεί και ο ελέφαντας στο δωμάτιο αδύνατον να κρυφτεί. Κάθε μη μεμονωμένο περιστατικό συσκότισης συνιστά απόδειξη της ύπαρξής του. Παράλληλα, η κατρακύλα μιας χώρας σε ένα αυταρχικό τσιφλίκι μπορεί μερικές φορές να μην έρχεται σε μια μέρα. Μπορεί να συμβεί μετά από σειρά σκανδαλωδών κινήσεων και παρεμβάσεων, που ξεχειλώνουν και ξεφτίζουν το πουλόβερ μιας «κανονικής» δημοκρατίας.
Μεμονωμένα πρόκειται για προκλητικές κινήσεις συγκάλυψης, συγκεντρωμένες δείχνουν όλη τη διολίσθηση προς ένα καθεστώς. Και η Δικαιοσύνη (όπως και οι πολίτες) μπορεί είτε να βάλει ένα στοπ σε αυτην την κατρακύλα (όπως προσπαθεί να κάνει η ΑΔΑΕ), είτε να αυξήσει την ταχύτητα με μια καλή σπρωξιά. Ή μια καλή «γνώμη».