Της Ελένης Γουργού

 

Ο Σκοττ Ρίττερ είναι ο περίφημος whistleblower που αποκάλυψε ότι οι ισχυρισμοί του Πενταγώνου περί κατοχής όπλων μαζικής καταστροφής από το καθεστώς του Σαντάμ Χουσσεΐν ήταν παντελώς ψευδείς. Ο Σκοττ Ρίττερ κατάγεται από οικογένεια στρατιωτικών, και κατατάχθηκε στους Πεζοναύτες (Marine Corps) στη δεκαετία του ’80, προκειμένου να εκπαιδευτεί για να σκοτώνει Σοβιετικούς, με την πεποίθηση ότι καλός κομμουνιστής είναι ο νεκρός κομμουνιστής, και αυτά είναι τα λόγια του ίδιου, όταν μιλά για τον παλιό του εαυτό. Είναι Ρεπουμπλικανός μέχρι το μεδούλι, και σπούδασε Ιστορία της Ρωσίας και της Σοβιετικής Ένωσης γιατί «πρέπει κανείς να ξέρει ποιος είναι ο εχθρός του». (Επίσης, το 2011 καταδικάστηκε για ανάρμοστες σεξουαλικές πράξεις που περιελάμβαναν διαδικτυακές συνομιλίες με αστυνομικό εμφανιζόμενο ως ανήλικo άτομο, γεγονός άσχετο κάπως, αλλά το παραθέτω για λόγους πληρότητας και διαφάνειας.) 

Η περίπτωση Ρίττερ αποδεικνύει ότι οι άνθρωποι είναι περίπλοκα όντα και ότι κάποιες διαχωριστικές γραμμές είναι μερικές φορές πολύ θολές. Ο Ρίττερ κατέθεσε στο Κογκρέσσο ότι ο Σαντάμ δεν διέθετε όπλα μαζικής καταστροφής, τουλάχιστον τόσα που να αποτελούν υπολογίσιμη απειλή, γκρεμίζοντας το αφήγημα τόσο των Δημοκρατικών όσο και των Ρεπουμπλικάνων, ενώ ήταν ο εντεταλμένος παρατηρητής των Ηνωμένων Εθνών στο Ιράκ για την επίβλεψη της καταστροφής του ιρακινού οπλοστασίου καθ’όλη σχεδόν τη δεκαετία του ’90. Αντιτάχθηκε σθεναρά στην κήρυξη πολέμου εναντίον του Ιράκ, απορρίπτοντας όλο το πλέγμα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή, αρθρογράφησε εκτεταμένα και προέβλεψε με ακρίβεια πολλές από τις εξελίξεις του πολέμου, κυρίως αυτές που δεν ήταν ευνοϊκές για την αμερικανική πλευρά. Πριν από αυτό υπηρέτησε ως στρατιωτικός αναλυτής κατά τη διάρκεια της επιχείρησης Καταιγίδα της Ερήμου, και ακόμα πιο πριν ήταν απεσταλμένος του Πανταγώνου στη Σοβιετική Ένωση, στα τέλη της δεκαετίας του ’80, όπου εργάστηκε μαζί με σοβιετικούς στρατιωτικούς για την εφαρμογή της Συνθήκης Πυρηνικής Ισχύος Ενδιάμεσου Βεληνεκούς (INF Treaty, Intermediate-Range Nuclear Force Treaty). Η Συνθήκη υπογράφηκε από τον Ρήγκαν και τον Γκορμπατσώφ το 1987, προέβλεπε την μείωση του πυρηνικού οπλοστασίου των δυο υπερδυνάμεων, και οδήγησε στην εκτόνωση της έντασης του Ψυχρού Πολέμου και την αποσόβηση του κινδύνου ενός πυρηνικού ολέθρου. 

Ο Ρίττερ ήρθε στο Ανν Άρμπορ, μια φιλελεύθερη κοινωνικά πόλη περίπου 120 χιλιάδων κατοίκων στην Πολιτεία του Μίσιγκαν, για να δώσει δυο ομιλίες και να προωθήσει τα δυο πρόσφατα βιβλία του. Τον προσκάλεσε η Συμμαχία Ενάντια στον Πόλεμο, μια πολυσυλλεκτική συλλογικότητα της πόλης, με αριστερά χαρακτηριστικά.  O ερχομός του βρήκε στήριξη και από περιθωριακές ομάδες, όπως η Rescue Michigan, που φαίνεται να δραστηριοποιείται στις παρυφές της άκρας δεξιάς και φιλοξενεί τις ομιλίες του Ρίττερ στο κανάλι της στο youtube. Η πρώτη ομιλία του Ρίττερ έγινε σε μια προτεσταντική εκκλησία της περιοχής, όπου έχουν φιλοξενηθεί κι άλλες παρεμφερείς εκδηλώσεις με αντιπολεμικό περιεχόμενο, και η δεύτερη ομιλία του, με την οποία ασχολείται αυτό το κείμενο, πραγματοποιήθηκε στα κεντρικά της Δημοτικής Βιβλιοθήκης. Η μεγάλη αίθουσα ήταν γεμάτη κόσμο, όπως ήταν άλλωστε αναμενόμενο, μόνο που οι άνθρωποι δεν έμοιαζαν οι αριστερίζοντες και κινηματικοί που βρίσκουμε συνήθως σε ανάλογες εκδηλώσεις στην πόλη. Φαίνονταν μη προνομιούχοι άνθρωποι της εργατικής τάξης, όπως οι περισσότεροι από όσους συχνάζουν στη Βιβλιοθήκη, αλλά απέπνεαν έναν άλλο αέρα, πιο συντηρητικό, λιγότερο ακτιβιστικό, πιο συγκρατημένο. Το θέμα της ομιλίας υποτίθεται θα ήταν ο πόλεμος στην Ουκρανία, αλλά ο Ρίττερ μίλησε τόση πολλή ώρα για τον περιορισμό των πυρηνικών και την ιστορία των συνθηκών για τον έλεγχο των όπλων (arms control), που του έμεινε ελάχιστος χρόνος για το ουκρανικό ζήτημα.

Μιλούσε γρήγορα και παθιασμένα, κοιτώντας το κοινό του στα μάτια και ξεδιψώντας περιστασιακά με κόκα-κόλα λάιτ. Ξεκίνησε περιγράφοντας τα μπερδεμένα πρωτόκολλα στρατιωτικής εμπλοκής που κατέληγαν πάντα στη χρήση πυρηνικών, ήδη από τον καιρό του Κέννεντι, αφήνοντας πολύ στενά περιθώρια επιλογών στον εκάστοτε Πρόεδρο και φανερώνοντας τη στρατιωτικοποίηση της πολιτικής. Χαρακτήρισε το Ρήγκαν son of a bitch και communist-hater, για να αναγνωρίσει στη συνέχεια ότι παρ’όλο που ήταν τέτοιος, ο τότε Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών αντιλήφθηκε τον πυρηνικό κίνδυνο και κάθισε στο τραπέζι των συνομιλιών με τον επίσης οξύνου Γκορμπατσώφ, προφανώς όχι γιατί συμπαθούσε τους Σοβιετικούς, αλλά προκειμένου να μη γίνει η ανθρωπότητα παρανάλωμα του πυρηνικού πυρός. Εξήγησε πώς βρέθηκε ο ίδιος τη δεκαετία του ‘80, σχεδόν κατά λάθος, σε εργοστάσιο κατασκευής σοβιετικών πυραύλων, ξεπαγιάζοντας στην ευρύτερη περιοχή της Σιβηρίας, να συνεργάζεται με Σοβιετικούς αξιωματικούς για την εφαρμογή της Συνθήκης INF, και βούρκωσε όταν μίλησε για τον Anthony Nicholson, Αμερικανό στρατιώτη που σκοτώθηκε από σοβιετικά πυρά στην Ανατολική Γερμανία την εποχή που υπογραφόταν η Συνθήκη. Εξήγησε πώς, όταν ήταν πεζοναύτης, υπέστη «πλύση εγκεφάλου» (“we were brainwashed”) για να αντιμετωπίζει τους Σοβιετικούς όχι ως ανθρώπους (dehumanized), αλλά ως εχθρικά υποκείμενα που έπρεπε να εξολοθρευτούν, και συγκινήθηκε όταν διηγήθηκε την παραμονή Πρωτοχρονιάς που πέρασε στο σπίτι ενός Σοβιετικού αξιωματικού, συνειδητοποιώντας ότι οι Σοβιετικοί είναι άνθρωποι με συναισθήματα, με φίλους, οικογένεια και χιούμορ, και πώς κατέληξε να τους εκτιμά, να σέβεται την άποψή τους και την ιστορία τους, να δένεται μαζί τους, και να αναθεωρεί μια σειρά από καταστάσεις. Ο μόνος τρόπος για να τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, κατέληξε ο Ρίττερ, που έχει γράψει ολόκληρο βιβλίο για αυτό το ζήτημα, είναι να αποφασιστεί ξανά σημαντικός περιορισμός των πυρηνικών όπλων από Ρωσία και ΗΠΑ, με τρόπο αντίστοιχο του 1987. Μόνο έτσι θα εκτονωθεί η μιλιταριστική ένταση, θα αποδυναμωθούν οι κινητήριες δυνάμεις που χτυπούν τα πολεμικά τύμπανα, και θα μπει η ανθρωπότητα σε τροχιά συννενόησης.  

Τον ρωτάω αν μπορώ να βγάλω φωτογραφίες και αστειεύεται, όσες θέλεις, απαντάει, αρκεί να μην τις στείλεις στο Πεντάγωνο ή στην Ουκρανική Πρεσβεία. Τον ρωτάω αν βλέπει ένα ρόλο για την Ευρώπη και την Ευρωπαϊκή Ένωση στην προσπάθεια για περιορισμό των πυρηνικών, και πώς νομίζει ότι μπορεί ο αμερικανικός λαός να πιέσει την κυβέρνησή του να περιορίσει τους πυρηνικούς εξοπλισμούς. Ο πανύψηλος Ρίττερ φορτώνει στο άκουσμα της Ευρώπης και κουνάει τα χέρια πέρα δώθε. Η Ευρώπη πρέπει να ξυπνήσει και να δει ότι η περίφημη «ομπρέλα του ΝΑΤΟ» με τις συστοιχίες των αμερικανικών πυραύλων που παρατάσσονται σε ευρωπαϊκό έδαφος κρατάει την Ευρώπη δέσμια του ΝΑΤΟ και της Αμερικής, και εξυπηρετεί μόνο τα σχέδια των ΗΠΑ και κανενός άλλου, απαντάει ξερά. Η Αμερική δεν είναι φίλη της Ευρώπης, απόδειξη ότι ανατινάξαμε τον αγωγό Nord Stream, συνεχίζει, για να πουλάμε τώρα στους Ευρωπαίους υγροποιημένο αέριο (LNG) σε τιμές πολλαπλάσιες από την  τρέχουσα τιμή στην αγορά. Όταν πολλές γερμανικές επιχειρήσεις θα μετακομίσουν στην Αμερική γιατί αυτό θα είναι το οικονομικά συμφέρον, να δω πώς θα σκέφτεται η Γερμανία, καγχάζει θυμωμένα, και συνεχίζει λίγο λυπημένα, δεν είναι προς το συμφέρον της Ευρώπης η προσκόλληση στην Αμερική. Κι όσο για τη δεύτερη ερώτηση, ανεβαίνουν πάλι οι στροφές ενώ διατηρεί τη συγκροτημένη ομιλία του, ο αμερικανικός λαός πρέπει να σταματήσει να δαιμονοποιεί και να μισεί τους Ρώσους, και να πάψει να προσωποποιεί ολόκληρη τη Ρωσία στο άτομο του Πούτιν. Αν ήμουν Ρώσος, συνεχίζει, θα εξοργιζόμουν που οι Αμερικανοί λένε συνεχώς ο Πούτιν το ένα και ο Πούτιν το άλλο, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες και τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα σε μια τόσο μεγάλη χώρα με πολυδιάστατο παρελθόν και πολιτική, και οι Αμερικανοί το μόνο που επιθυμούν με τις κυρώσεις τους είναι να καταρρεύσει η ρωσική οικονομία, να εξοργιστεί ο ρωσικός λαός και να ανατρέψει τον ανεπιθύμητο για τους Αμερικανούς Πούτιν.  

Όταν τελειώνει η ομιλία, σχηματίζεται μια ουρά με αναγνώστες του που θέλουν να του μιλήσουν και να τους υπογράψει τα βιβλία, και με πλησιάζουν τρεις άνθρωποι. Μου λένε κι οι τρεις πόσο ενδιαφέρουσες ήταν οι ερωτήσεις μου, ο πρώτος μου λέει ότι είναι σημαντικό να συζητιούνται αυτά γιατί ο κόσμος δε γνωρίζει τι συμβαίνει, και με προτρέπει να προσεύχομαι για την ειρήνη. Ο δεύτερος με ρωτάει αν γνωρίζω τον Δρ. Μάρτιν Λούθερ Κινγκ Τζούνιορ και αν έχω διαβάσει τα γραπτά του, γιατί εκεί περιγράφει πώς πρέπει να συνεχίζουμε τον αγώνα και να μην εγκαταλείπουμε ποτέ τη μάχη για ένα πιο δίκαιο κόσμο. Κι ο τρίτος μου πιάνει την κουβέντα, τον λένε Μαρκ, είναι μηχανικός και συμφωνούμε σε πολλά, μέχρι που αρχίζει να μιλάει για το καταραμένο κράτος του Ισραήλ, και το λαό που χάφτει ό,τι παραμύθι του πουλήσουν και κάνει ό,τι του πουν, από το να στηρίζει έναν αχρείαστο πόλεμο μέχρι το να φοράει μάσκα και να εμβολιάζεται χωρίς λόγο. Ξαφνιάζομαι και κουνάω το κεφάλι διπλωματικά, χωρίς να συμφωνώ αλλά ούτε και να διαφωνώ εμφανώς, μου δίνει την κάρτα του και πάει να βρει τον ομιλητή. 

Ο Ρίττερ με χαιρετάει και μου σφίγγει δυνατά το χέρι, και πριν να φύγω κοντοστέκομαι και τον κοιτάζω να συζητάει με τον αντιεμβολιαστή Μαρκ. Σκέφτομαι ότι ο Ρίττερ είναι γοητευτικός και δυνατός ομιλητής, κινούμενος από έναν ιδιαίτερο πατριωτισμό και μια αίσθηση της αλήθειας και του καθήκοντος, που τον ωθούν να σηκώνει θαρρετά ανάστημα ακόμα και απέναντι στην αμερικανική κυβέρνηση και το στρατό που υπηρέτησε. Είναι σίγουρο πως θα διαφωνούσαμε σε αναρίθμητα θέματα αν ποτέ κουβεντιάζαμε, αλλά μάλλον θα συνυπήρχαμε σε μια αντιπολεμική συμμαχία δυνάμεων. Είναι φοβερά ενδιαφέρον που για αυτόν η λύση στο πρόβλημα του ουκρανικού πολέμου αυτή τη στιγμή δεν είναι τόσο πολιτική ή ηθική, όσο στρατιωτική και ρεαλιστική. Ίσως αυτό έχει να κάνει με τη γενικότερη πολιτική του θεώρηση, καθώς έρχεται από τα δεξιά και είναι πραγματιστής. Από την άλλη, ο Ρίττερ δεν αποδέχεται το ρόλο των ΗΠΑ ως παγκόσμιου αστυνομικού, και δεν αναγνωρίζει με ποια αρμοδιότητα μπορεί η Αμερική να υποδείξει ή να επιβάλλει, πχ, στην Κίνα, το σύστημα διακυβέρνησής της, όπως είπε σε κάποιον ακροατή στην πρώτη ομιλία του. Καταπληκτικό, αν αναλογιστεί κανείς ότι πιο «προοδευτικοί» πολιτικοί παράγοντες και αναλυτές, έχοντας ενστερνιστεί πλήρως τον αμερικανικό εξαιρετισμό (American exceptionalism), σιγοντάρουν όλες τις αμερικανικές παρεμβάσεις σε κράτη με «ανεπιθύμητες» κυβερνήσεις, και πιέζουν μάλιστα για περισσότερη δράση.

Σκέφτομαι επίσης ότι για κάποιους, λίγους μάλλον, Αμερικανούς, όπως ο Μαρκ, ο πόλεμος μπορεί να είναι μια ακόμα συνομωσία των σιωνιστών και του Σόρος, όπως ο ψεύτικος κορωνοϊός και η φιμωτική μάσκα, και έτσι δημιουργείται μια σούπα ιδεολογημάτων και καθίσταται η αντιπολεμική στάση μια επιπλέον βολική γραφικότητα στα μάτια κάποιων κυρίαρχων μίντια. Στη χτεσινή ομιλία του Ρίττερ, μαθαίνω ότι υπήρχε ένταση, που προκλήθηκε από αντιρωσικά και φιλονατοϊκά μπλοκ που έσπευσαν να τον κοντράρουν. Ο Ρίττερ είναι αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, όπως άλλωστε και κάθε whistleblower, και ο τρόπος με τον οποίο τα διάφορα τμήματα της αμερικανικής κοινωνίας προσλαμβάνουν την αμερικανική εξωτερική πολιτική είναι πιο πολύπλοκος από ό,τι φαίνεται επιφανειακά. Θυμάμαι ότι και ο Έντουαρντ Σνόουντεν ήταν πεζοναύτης, και γυρίζει στο μυαλό μου μια αποστροφή του Ρίττερ, ότι όταν οι άνθρωποι δεν μαθαίνουν από τις ιστορικές επιτυχίες του παρελθόντος, όπως ο αποτελεσματικός περιορισμός των πυρηνικών το ’87 από τους Γκορμπατσώφ και Ρήγκαν, είναι καταδικασμένοι να υποστούν καταστροφικές αποτυχίες.

Εδώ μπορεί κανείς να παρακολουθήσει την ομιλία του Ρίττερ στη Δημοτική Βιβλιοθήκη του Ανν Άρμπορ, στις 3 Δεκεμβρίου, αλλά και την πολύ ενδιαφέρουσα ομιλία του στις 2 Δεκεμβρίου, όπου συζητήθηκε εκτενώς ο πόλεμος στην Ουκρανία, και στην οποία η γράφουσα δεν μπόρεσε να παραβρεθεί. Τα δυο πιο πρόσφατα βιβλία του είναι το Scorpion King: America’s Suicidal Embrace of Nuclear Weapons from FDR to Trump, 2020, και το Disarmament in the Time of Perestroika: Arms Control and the End of the Soviet Union, 2022.

Σκίτσο του Ritter, δημοσιευμένo το Φεβρουάριο του 2012 στο New York Times Magazine