του Θάνου Καμήλαλη

Αλλά ας ξεκινήσουμε με τον Υπουργό Παιδείας. Κλείνοντας μία ομιλία του στην Ολομέλεια της Βουλής, την Τετάρτη, ο Κυριάκος Πιερρακάκης λέει:

«Και ως μη νομικός, να ξαναπώ, και αυτό είναι το τελευταίο σημείο, ότι όταν προσπαθούσα να μελετήσω τις γνωμοδοτήσεις και να αντιληφθώ ποιες ακριβώς είναι οι παράμετροι πάνω στις οποίες κρίνουμε εμείς ότι πρέπει να κινηθούμε, μου ερχόταν πάρα πολύ έντονα στο μυαλό η ιστορία από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας και το χρησμό του Μαντείου των Δελφών που έλεγε ότι “τα ξύλινα τείχη θα σώσουν την πόλη” και οι συντηρητικοί της εποχής ήθελαν να το ερμηνεύσουν κυριολεκτικά, αλλά ο Θεμιστοκλής και αυτοί που κέρδισαν τη μάχη ερμήνευσαν τα τείχη ως πλοία και βγήκαν νικητές. Η μοίρα αυτής της χώρας και η μοίρα του λαού της, κυρίες και κύριοι, για εμάς και για εμένα δεν είναι ο φόβος τον οποίο κάποιοι κομίζετε, σε αυτή την αίθουσα, ως κήνσορές του.»

Το γεγονός ότι πρέπει να επιστρατευτεί η Ναυμαχία της Σαλαμίνας για να δικαιολογηθεί η καταπάτηση του Συντάγματος και να συζητηθεί η ανώτατη τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα του 2024 είναι δείγμα ένδειας επιχειρημάτων. Πρόκειται για μία ακραία μεν, όχι μεμονωμένη δε, αναφορά. Το στοιχείο του «φόβου» όσων αντιδρούν είναι βασικό στοιχείο της επιχειρηματολογίας του Υπουργού. Τον επικαλέστηκε εκτενώς και στη συνέντευξή του στο Kontra. Σύμφωνα με αυτόν, όποιος/α αντιδρά, είτε είναι φοιτητής/τρια, είτε Πανεπιστημιακός, είτε Σύγκλητος Πανεπιστημίου, όποιος παραθέτει πλήθος στοιχείων για το θέμα, όποιος κοιτάει τι συμβαίνει σε Πανευρωπαϊκό επίπεδο, όποιος έχει καταλάβει ότι «αγορά» σε δημόσια αγαθά σημαίνει μεγαλύτερα κόστη και χειρότερη ποιότητα, απλά «φοβάται».

Πώς αντιμετωπίζονται τα συντριπτικά στοιχεία υπέρ του δημοσίου Πανεπιστημίου;

α) Με λαθροχειρίες: Όπως, για παράδειγμα, συμβαίνει με τα περίφημα «40.000 παιδιά που σπουδάζουν στο εξωτερικό», όπου τσουβαλιάζονται σκόπιμα προπτυχιακοί, μεταπτυχιακοί και υποψήφιοι διδάκτορες, ενώ αποσιωπάται η νομοθέτηση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής. Ένα πολύ μικρό ποσοστό των προπτυχιακών φοιτητών σπουδάζει στο εξωτερικό.

β) Με σιωπή: Ως είθισται η κυβερνητική άποψη κυριαρχεί στον δημόσιο διάλογο, ακόμα και τώρα που έρχεται σε ευθεία αντιπαράθεση με τη Νέα Δημοκρατία μέχρι πριν λίγους μήνες, όταν υποστήριζαν ότι η ιδρυση ιδιωτικών «πανεπιστημίων» προϋποθέτει αναθεώρηση του άρθρου 16. Η κυβέρνηση λέει πως «ερμηνεύει» ένα άρθρο του Συντάγματος που γράφει α-πα-γο-ρεύ-ε-ται και περισσότερο καλείται να απολογηθεί η αντιπολίτευση που δεν συναινεί. Λέει πως ακολουθούμε (ανάμεσα σε όλη την Ε.Ε.) το «παράδειγμα» της Κύπρου, που είναι μία εξαίρεση στην Ευρώπη, ενώ 15.000 Κύπριοι φοιτητές έρχονται στην Ελλάδα για σπουδές. Κανείς δεν ασχολείται με το τι πραγματικά συνέβη στην Κύπρο.

γ) Με μεγάλες, ανέξοδες υποσχέσεις για τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου που «θα έρθουν» και την Ελλάδα που θα γίνει «εκπαιδευτικό κέντρο» χάρη, π.χ. στο μαγαζί της CVC. Στη συνέντευξή μας με τον κ.Φοίβο Παναγιωτίδη, καθηγητή Θεωρητικής Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, μας είπε ότι τέτοιες υποσχέσεις δίνονταν και εκεί, το 2007. Μαντέψτε, δεν συνέβη τίποτα τέτοιο.

δ) Με αόριστες, χαριτωμένες φράσεις που δεν σημαίνουν τίποτα. Όπως η αναφορά στον Θεμιστοκλή και τη Σαλαμίνα. Ο Υπουργος επαναλαμβάνει συχνά πως «στο δίλημμα ανάμεσα στην κίνηση και την ακινησία, επιλέγουμε το πρώτο». Αυτό ακούγεται πολύ ωραίο μέχρι να σκεφτείς ότι και η οπισθοδρόμηση είναι κίνηση. Kαι η επιβολή διδάκτρων σε προπτυχιακά είναι κίνηση. Και η χρηματοδότηση, με άμεσο ή έμμεσο τρόπο, των ιδιωτικών «πανεπιστημίων» στο μέλλον είναι κίνηση. Από την άλλη πλευρά, κίνηση, στη σωστή κατεύθυνση αυτήν τη φορά, θα ήταν η ραγδαία αύξηση της χρηματοδότησης, η προσέγγιση του ευρωπαϊκού μέσου όρου στους φοιτητές ανά καθηγητή και στα χρήματα ανά φοιτητή, όπου είμαστε στον πάτο της Ε.Ε. Προσωπικό μου «αγαπημένο» σημείο είναι και οι «αγκυλώσεις του παρελθόντος».

Αγκύλωση, σε άπταιστα οργουελιανά, είναι αυτό το κόλλημα που έχουμε φάει με το Σύνταγμα και τη δημόσια Παιδεία.

Δίπλα ωστόσο σε έναν Υπουργό που μιλάει πολύ, μιλάει δήθεν «τεχνοκρατικά», με στόμφο και δεν λέει τίποτα, υπάρχει ένας Πρωθυπουργός που σε λίγες φράσεις του τα είπε όλα:

«Λοιπόν, αυτό το νομοσχέδιο και αυτή η μάχη νομίζω ότι ένα πράγμα τελικά καταδεικνύει: αυτοί οι οποίοι πολεμούν το νομοσχέδιο, τελικά εσείς οι ίδιοι είστε αυτοί που δεν εμπιστεύεστε το δημόσιο πανεπιστήμιο.Και ξέρετε γιατί δεν το εμπιστεύεστε; Δεν το εμπιστεύεστε γιατί γνωρίζετε πολύ καλά ότι η παράλληλη παρουσία μη κρατικών ιδρυμάτων, εκτός από την ακαδημαϊκή άμιλλα, θα προβάλλει και ένα άλλο πρότυπο, ένα θετικό παράδειγμα: καθαρά και μοντέρνα κτίρια, με εργαστήρια και βιβλιοθήκες, αντί για στέκια κουκουλοφόρων, με χώρους όπου επιτέλους «κατάληψη» θα κάνει μόνο η γνώση, η ελευθερία και ο πολιτισμός.

Αυτή τη σύγκριση τρέμετε όλοι εσείς που οικοδομήσατε την κομματική σας ταυτότητα πάνω στις αδυναμίες της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Που κάνατε καριέρες στα αμφιθέατρα, έχοντας μάθει να θεωρείτε κάποιες σχολές τσιφλίκια σας. Γι’ αυτό δεν σας αρέσει η σύγκριση. Γνωρίζετε ότι αυτή η αντίστιξη δύο εικόνων θα κάνει και τους φοιτητές του δημόσιου πανεπιστημίου να απαιτήσουν ανάλογες συνθήκες. Και τότε ο περιθωριακός κόσμος κάποιων απλά θα καταρρεύσει, μαζί με τη βία, μαζί με τα ρόπαλα, μαζί με τις μολότοφ τους».

Άρεσε πολύ στον προπαγανδιστικό μηχανισμό της ΝΔ αυτό το απόσπασμα, το έκαναν και promo video:

Καταρχάς να ενημερώσει κάποιος τον Πρωθυπουργό για το ότι τα δημόσια Πανεπιστήμια της χώρας που έχει το πρόβλημα ότι την κυβερνά, έχουν εργαστήρια και βιβλιοθήκες. Υποδομές που η ιδεοληψία του έχει αφήσει στην απαξίωση, αλλά συνεχίζουν να παράγουν πολύτιμο και μετρήσιμο έργο. Έργο που σχετίζεται και με την Έρευνα, που τα ιδιωτικά απλά δεν κάνουν, πουθενά.

Κατά δεύτερον, ως προς τους φοιτητές του δημοσίου που «θα απαιτούν», δεκάδες χιλιάδες φοιτητές και φοιτήτριες είναι τρεις μήνες στους δρόμους, απαιτώντας δημόσια, δωρεάν Παιδεία και υπερασπιζόμενες/οι το Σύνταγμα της χώρας. Ο Πρωθυπουργός τους χαρακτήρισε «ληστές».

Όσο για το «θετικό παράδειγμα» των ιδιωτών στην ανώτατη τριτοβάθμια εκπαίδευση, δύο ενδεικτικά γραφήματα από το άρθρο του Δ.Δαμίγου, Κοσμήτορα της Σχολής Μεταλλειολόγων Μηχανικών.

Αλλά το πιο σημαντικό δεν είναι καν το αν λέει αλήθεια ή, ως συνήθως, ψέματα ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Το πιο σημαντικό είναι ότι ο Πρωθυπουργός της χώρας, συκοφαντεί για άλλη μία φορά το δημόσιο Πανεπιστήμιο και προπαγανδίζει υπέρ των ιδιωτικών, ως ανώτερα, πριν καν ιδρυθεί το πρώτο, πριν καν ψηφιστεί το νομοσχέδιο. Είναι ο ίδιος που καλείται να αποφασίζει για τα ιδρύματα που συκοφαντεί. Αν τα στηρίξει, θα διαψεύσει τον εαυτό του.

Καταρρίπτει έτσι το κεντρικό του επιχείρημα προς την κοινωνία, που ουσιαστικά είναι «τι σας πειράζει να ιδρυθεί και ένα ιδιωτικό, πλάι στο δημόσιο». Μας πειράζει και «τρέμουμε», όπως αναφέρει υποτιμητικά, γιατί θα γίνεται ακριβώς αυτό που κάνει από τώρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Θα συκοφαντεί το δημόσιο, θα μεροληπτεί και θα νομοθετεί υπέρ του ιδιωτικού. Σήμερα είναι στην ίδρυση των καταστημάτων πανεπιστημιακού τύπου, αύριο θα είναι με έμμεση χρηματοδότηση και περαιτέρω απαξίωση – κατασυκοφάντηση του δημοσίου. Θα φωνάζουν τα ΑΕΙ για ελλείψεις σε προσωπικό και υποδομές, την ώρα που Υπουργοί θα φωτογραφίζονται περιχαρείς μπροστά σε «βιτρίνες» πανεπιστημιακών μαγαζιών. Έχουμε την εμπειρία για να το καταλάβουμε, πχ από τη δημόσια Υγεία. Ένας ιδιώτης μπορεί να κερδοσκοπήσει πάνω σε κοινωνικά αγαθά και υπηρεσίες μόνο χρησιμοποιώντας το δημόσιο ταμείο, με μια κυβέρνηση να νομοθετεί υπέρ των συμφερόντων του.

Αν δεν υπήρχε ήδη το άρθρο 16 το Συντάγματος, θα έπρεπε να το «εφεύρουμε», ακριβώς για να προστατευθούμε από πολιτικούς πλασιέ ιδιωτικών συμφερόντων σαν τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Δυστυχώς όμως, ούτε η συνταγματική απαγόρευση δεν στέκεται ικανή για να βάλει, έστω ένα προσωρινό φρένο, στη βιασύνη, στη μανία της Νέας Δημοκρατίας.

Σήμερα είναι μία ημέρα ντροπής για την πλειοψηφία στην ελληνική Βουλή που επιλέγει να αγνοήσει τις λέξεις «αποκλειστικά» και «απαγορεύεται» στο Σύνταγμα της χώρας και ό,τι στοιχείο υπάρχει γύρω από τις σπουδές πανεπιστημιακού επιπέδου. Δεν προβληματίζεται καν, δεν περιμένει, προχωράει ακάθεκτη. Αδιαμφισβήτητα αυτός ο νέος νόμος θα μνημονεύεται. Το πώς, θα το δούμε.