του Σπύρου Γιανναρά
*αναδημοσίευση από το Κοσμοδρόμιο
Σε όλες τις εξαιρετικά δύσκολες κι ακραίες συνθήκες η μετρημένη συμβουλή των εμπειρότερων ήταν πάντα μία: «ψυχραιμία». Ολόκληρη η ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού είναι γεμάτη παραδείγματα των ολέθριων συνεπειών του λαμπαδιασμένου πάθους οιστρήλατων ηρώων οι οποίοι αντιδρούν τυφλωμένοι στα εξωτερικά γεγονότα, προκαλώντας ακόμα μεγαλύτερες καταστροφές.
Από τη μήνι του Αχιλλέα, τη σφαγή των εριφίων από τον Αίαντα που αντιλαμβανόμενος εν συνεχεία τις συνέπειες της πράξης του πέφτει πάνω στο ίδιο του το σπαθί, μέχρι το σκοτισμένο μυαλό του Βασιλιά Ληρ που σπέρνει ολόγυρά του την καταστροφή και τον τυφλωμένο από τη ζήλια Οθέλλο, ο οποίος οδηγείται, δολίως παρακινούμενος, στον φόνο της γυναίκας του, το σύνολο των μεγάλων έργων του παγκόσμιου πολιτισμού δεν αποτελεί παρά μια χειροπιαστή παρακαταθήκη των διαχρονικών ανθρώπινων ολισθημάτων, μια απόπειρα μετάδοσης της συσσωρευμένης πείρας του Κακού, το οποίο προκύπτει απ’ την υπέρβαση εκείνη των ανθρώπινων και θεϊκών ορίων που οι πρόγονοί μας ονόμαζαν ύβρη. Το ύψιστο μάθημα της τέχνης είναι ένα μάθημα ανθρωπιάς, δηλαδή σύνεσης, μια προσπάθεια να βάλουμε εμείς οι ίδιοι χαλινάρι στην εγγενή μας φονικότητα. Το μεγαλείο της τέχνης έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι το μεγάλο έργο αν και ανθρώπινο, ξεπερνάει και διδάσκει τον άνθρωπο.
Σημείο των αστόχαστων τωρινών καιρών, σημείο παρακμής και υπέρτατης πνευματικής ύφεσης αποτελεί το γεγονός ότι την ώρα της φωτιάς, την ώρα της σφαγής η προτροπή για ψυχραιμία και σύνεση, όχι απλώς απουσιάζει, αλλά σύσσωμος ο δυτικός τουλάχιστον πολιτισμός, σπεύδει να υποδαυλίσει την μάνητα, την έχθρητα, εντείνοντας τη βία. Όταν βρίσκεσαι στο μάτι του κυκλώνα δεν προσπαθείς να κρίνεις την κατάσταση κοιτάζοντας μέσα από αυτό· γιατί του κυκλώνα το μάτι είναι τυφλό. Τα λεγόμενα έργα του πολιτισμού είναι ένα τρίτο σοφό μάτι. Μιλάμε για παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά εννοώντας ακριβώς ότι το μεγάλο έργο τέχνης, όχι απλώς υπερβαίνει τα στενά όρια του έθνους όπου γεννήθηκε, αλλά αποτελεί το διαχρονικό πνευματικό αντίδοτο σε κάθε λογής εθνικισμούς και μισαλλόδοξες ακρότητες.
Το έργο τέχνης είναι εξ ορισμού πανανθρώπινο· δεν υπερβαίνει απλώς τον δημιουργό του, αλλά αντικατοπτρίζει το κατ’ εξοχήν ανθρώπινο. Γι’ αυτό και το έργο τέχνης ήταν για αιώνες απόλυτα συνυφασμένο με το ιερό. Το μεγάλο έργο τέχνης αφηγείται την ανθρώπινη και όχι την εφήμερη ιστορική, τοπική ή εθνική συνθήκη. Πηγαίνοντας ακόμα μακρύτερα αυτό τον συλλογισμό θα μπορούσε κανείς να πει ότι το μεγαλείο του συνίσταται ακριβώς σε αυτό: όσο πιο παγκόσμιο είναι ένα έργο, τόσο περισσότερο φωτίζει τη ρίζα του, τον τόπο απ’ όπου ξεπήδησε και τους ανθρώπους του.
Υπ’ αυτή ακριβώς την έννοια τα μπαλέτα Μπολσόι ή Μαριίνσκι, τα έργα του Τσαϊκόφσκι, του Ραχμάνινωφ ή του Σοστακόβιτς αποτελούν πρωτίστως παναθρώπινο και δευτερευόντως ρωσικό υπεριστορικό κτήμα. Η ταύτιση ενός οποιουδήποτε ρωσικού έργου με οποιοδήποτε κρατική ή άλλη εξουσία, με τα έργα και τις ημέρες του οιουδήποτε Πούτιν, δεν αποτελεί ανατριχιαστική απλώς παρανόηση και ακρισία, αλλά μια πράξη εκμηδένισης της υπόστασης του έργου τέχνης. Της ίδια της υπόστασης της τέχνης. Δεν είναι ανάγκη να προβεί κανείς σε πολλές λεπτομέρειες. Η ακύρωση της παράστασης της Λίμνης των Κύκνων από το Βασιλικό Θέατρο του Λονδίνου, το οποίο αποκτά εν μία νυκτί χαρακτηριστικά μιάσματος, όπως και το ρωσικό μπαλέτο Μπολσόι, απλώς και μόνο λόγω του επιθέτου «ρωσικό», από μόνη της η διάκριση των έργων τέχνης και των καλλιτεχνών σε «καθαρούς» και «ακάθαρτους»,μόνο ρίγη ανατριχίλας μπορεί να προκαλέσει στην ανθρωπότητα. Καθότισε ολόκληρη την παγκόσμια ιστορία, αυτό ακριβώς είναι το σήμα κατατεθέν των ολοκληρωτισμών. Ποσώς ενδιαφέρει αν και κατά πόσο φίλος του Πούτιν είναι ο διευθυντής ορχήστρας Βαλερί Γκεργκίεφ. Κάνοντας μια ελαφρά μετάθεση στα δικά μας μεγάλα ονόματα, δεν υποκλινόμαστε στον Καβάκο και στον Κουρετζή ούτε για τις απόψεις, ούτε για τις φιλίες τους· αλλά για την κορύφωση μιας τέχνης, την οποία μπορούν να μας προσφέρουν υπερβαίνοντας – το ορθότερο θα ήταν εξαλείφοντας – τον εαυτό τους την ώρα της δημιουργίας.
Η έκκληση της Βρετανίδας υπουργού Πολιτισμού, της κυρίας Ναντίν Ντόρις, αποτελεί ύψιστη ύβρη και προδοσία του πολιτισμού τον οποίο υποτίθεται πως υπηρετεί. «Ζητούμε την επιβολή κυρώσεων για τον περιορισμό της ρωσικής κρατικής παρουσίας στον διεθνή πολιτιστικό στίβο», αναφέρει σε δήλωσή της, εξηγώντας ότι πρέπει να «ακυρωθούν όλες οι συμμετοχές ρωσικών εκδηλώσεων και η απομάκρυνση όλων των ρωσικής υπηκοότητας πολιτών από τα διοικητικά συμβούλια πολιτιστικών οργανισμών». Με τη λογική αυτή θα έπρεπε εδώ κι έναν σχεδόν αιώνα να είχαν προγραφεί ο Μπαχ, ο Νίτσε και ο Τόμας Μαν ως Γερμανοί. Δεν συζητώ καν για τα μεγάλα αριστουργήματα του ανθρωπίνου πνεύματος που άφησαν πίσω τους βαθιά και βαριά παραστρατημένοι δημιουργοί όπως ο Σελίν ή ο Πάουντ. Επαναλαμβάνομαι, όμως η αναγνώριση ενός έργου τέχνης ως πανανθρώπινου, προϋποθέτει τη συνειδητοποίηση πως το έργο πάντα υπερβαίνει τον δημιουργό του, τα ανθρώπινα λάθη και τις μικρότητές του, ακριβώς γιατί ο πολιτισμός είναι η υπερίσχυση του μεγαλείου επί της όποιας μικρότητας.
Ο πολιτισμός διασώζει την ανθρώπινη μοναδικότητα και ιδιαιτερότητα· βλέπει σε κάθε άνθρωπο ένα πρόσωπο κι όχι ένα άτομο, έναν αριθμό ή μια εθνικότητα. Αυτά τα κάνουν μονάχα οι ολοκληρωτισμοί. Η ολοκληρωτική λογική τσουβαλιάζει με γνώμονα την εθνικότητα, το φύλο, τη σεξουαλικότητα, την πίστη κλπ. Ο πολιτισμός είναι η αντίσταση που αναιρεί αυτή ακριβώς τη φρικώδη ισοπέδωση. Η τέχνη υπονομεύει τη μονοκρατορία της μίας και μοναδικής οπτικής, της μίας και μοναδικής άποψης, αναδεικνύοντας την πολυπλοκότητα του ανθρώπινου βίου. Υπονομεύει την καθαρότητα, παντρεύοντας τα διεστώτα, τα αντίθετα, τα ανόμοια. Πόσο Άγγλος υπήρξε ο Κάλβος και πόσο Ιταλός ο Σολωμός; Ένα άνοιγμα στο άλλο δεν είναι πάντα αυτό που μας σώζει;
Είναι αδιανόητο να απαιτούμε από την όποια σοπράνο σαν την Άννα Νεντρέπτκο την καταδίκη του λαού της προκειμένου να την αφήσουμε να τραγουδήσει. Την ώρα της θεϊκής άριας δεν ακούμε την Νεντρέπτκο, αλλά μια από τις εξαιρετικότερες εκτελέσεις ενός πανανθρώπινου έργου τέχνης. Την ώρα εκείνη η ρωσίδα υψίφωνος δεν υπογράφει το έργο της, αλλά μας το παραδίδει αχειροποίητο κι ανυπόγραφο όπως έκαναν για αιώνες οι μεγάλοι ζωγράφοι και ποιητές.