του Θάνου Καμήλαλη

Η συζήτηση στη Βουλή την Παρασκευή αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αλλά ήδη, η φθορά του Κυριάκου Μητσοτάκη από το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων είναι πολύ σημαντική. Η «κυβερνητική φθορά» είναι μια πολυφορεμένη έννοια στην πολιτική, αλλα εδώ έχουμε τουλάχιστον μία απτή συνέπεια. Η υπόθεση φαινεται έχει διαλύσει τις γέφυρες συνεννόησης με το ΚΙΝΑΛ για την επόμενη, μετεκλογική ημέρα, σε μια κυβέρνηση συνεργασίας. Αυτό το πλήγμα είναι βαρύτατο, προσωπικά για τον Πρωθυπουργό και τις ελπίδες παραμονής του στο αξίωμα, καθώς, όσο κι αν η εξουσία λειτουργεί συχνά ως συγκολλητική ουσία, αυτήν τη στιγμή μοιάζει αδύνατη η στήριξη του παρακολουθούμενου από την ΕΥΠ, Νίκου Ανδρουλάκη, σε μία επόμενη κυβέρνηση υπό τον Μητσοτάκη. «Παρακρατικός μηχανισμός κινούμενος από την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας ήθελε ένα ΠΑΣΟΚ σε ομηρεία» κατήγγειλε ο πρόεδρος του κόμματος το απόγευμα της Πέμπτης.

Το σύστημα Μητσοτάκη θα προσπαθήσει να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα με τις γνωστές του τακτικές. Μέχρι στιγμής αντιδρά σπασμωδικά και αντιφατικά, με επιθέσεις σε δημοσιογράφους ξένων μέσων και ρητορική που παράγει περισσότερη γελοιότητα και καθεστωτισμό από όσον μπορούμε να αντέξουμε. Το εγχειρίδιο διαχείρισης και αυτής της κρίσης περιέχει ψέματα, εξυπνακισμούς, επίκληση στην πατριδοκαπηλία, υπόνοιες για «ξένα κέντρα», ο δημόσιος διάλογος στον βούρκο και μια προσπάθεια συσκότισης μέσω συμψηφισμού με προηγούμενες κυβερνήσεις, στα πλαίσια του «όλοι ίδιοι είναι». Εκεί πατάει και η πρόταση της ΝΔ για να διευρυνθεί το χρονικό διάστημα που θα κληθεί να ελέγξει η εξεταστική επιτροπή που θα συγκληθεί με πρωτοβουλία της αντιπολίτευσης για τις παρακολουθήσεις. H επίκληση στο «απόρρητο», λόγω του ότι το θέμα είναι οι μυστιkές υπηρεσίες, χρησιμοποιείται ήδη.

Το βασικό όμως ζήτημα, είναι να μείνει έξω από το κάδρο ο Πρωθυπουργός, ο οποίος, στη Βουλή θα κληθεί να αποδείξει στους πολίτες ότι είναι ανίδεος. Δεν υπάρχει καλύτερο σενάριο για τον ίδιο. Είναι είτε ανίδεος, για το τι συνέβαινε κάτω από τη μύτη του και πατούσε σε σειρά νομοθετικών ρυθμίσεων που ο ίδιος υπέγραψε, είτε είχε ακόμα μεγαλύτερη εμπλοκή από όση γνωρίζουμε σήμερα. Σε κάθε περίπτωση η πολιτική ευθύνη είναι δεδομένη. Την πολιτική ευθύνη για κάτι τέτοιο, δεν μπορεί να την αναλάβει ούτε η επιλογή Μητσοτάκη για τη θέση του γενικού γραμματέα της κυβέρνησης, ο Γρηγόρης Δημητριάδης, που παραιτήθηκε, ούτε η επιλογή Μητσοτάκη για τη θέση του διοικητή της ΕΥΠ, Παναγιώτης Κοντολέων, που επίσης παραιτήθηκε.

Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που ο Κυριάκος Μητσοτάκης καλείται στο βήμα της Ολομέλειας για να δηλώσει ότι δεν ήξερε τίποτα. Όταν δημοσιεύτηκε η μελέτη των καθηγητών Τσιόδρα και Λύτρα για τους χιλιάδες ασθενείς που δεν έλαβαν την καλύτερη δυνατή περίθαλψη στο δεύτερο κύμα της πανδημίας και πέθαναν, ο Πρωθυπουργός μας είπε ότι «η μελέτη παραδόθηκε στην κυβέρνηση, όχι στο Μαξίμου». Όταν ξέσπασε το σκάνδαλο Λιγνάδη, η κυβέρνηση δήλωσε, μέσω της Λίνας Μενδώνη, «εξαπατημένη». Τώρα, αναμένονται αναφορές σε «λάθη» και «αστοχίες», σε «παθογένειες» που θα διορθωθούν και, ίσως, μία εκ των υστέρων έμμεση ή άμεση έκφραση «συγγνώμης» προς τον Πρόεδρο του ΚΙΝΑΛ, παρά το γεγονός ότι στο «διάγγελμά», ο Μητσοτάκης ανέφερε πως η παρακολούθηση Ανδρουλάκη ήταν «νόμιμη αλλά λάθος».

«Δεν το γνώριζα και δεν θα το επέτρεπα ποτέ» είχε δηλώσει τότε ο Πρωθυπουργός. Την περασμένη Τετάρτη, εβδομάδες μετά το σκάνδαλο, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου, ρωτήθηκε για πιθανές παρακολουθήσεις και άλλων πολιτικών και το αν ο Πρωθυπουργός έχει ελέγξει, ότι δεν έχουν υπάρξει άλλα τέτοια «λάθη». Αρκέστηκε να απαντήσει πως «δεν είναι σε γνώση του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης καμία άλλη νόμιμη επισύνδεση πολιτικού προσώπου». Ο Μητσοτάκης όμως, είναι εδώ και τρία χρόνια ο πολιτικός προϊστάμενος της ΕΥΠ. Ο νέος πρόεδρος της Υπηρεσίας, Θεμιστοκλής Δεμίρης, ξεκαθάρισε πως «εκ των προτέρων κανεις δεν εξαιρείται».

Το βασικό πρόβλημα της πλήρους άγνοιας που θα δηλώσει ο κατά φαντασίαν ηγεμόνας, είναι πως η ενεργή εμπλοκή της κυβέρνησής του είναι αδιαμφισβήτητη για μια σειρά από βασικούς λόγους:

  • Κατά τραγική ειρωνεία, ήταν το πρώτο ΦΕΚ που εκδόθηκε στη διακυβέρνηση Μητσοτάκη, αυτό που μετέφερε την ΕΥΠ απευθεία στον Πρωθυπουργό. «Η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών η οποία συστάθηκε με το άρθρο 1 του ν.δ. 2421/1953 και μετονομάστηκε και οργανώθηκε με το ν. 1645/1986 και το ν. 3649/2008 (Α’ 39) μεταφέρεται, ως σύνολο αρμοδιοτήτων, θέσεων, και προσωπικού, στον Πρωθυπουργό» αναφερόταν συγκεκριμένα.
  • Κατά τραγική ειρωνεία επίσης, το πρώτο μάλλον σκάνδαλο της κυβέρνησης Μητσοτάκη ήταν ο διορισμός του διοικητή της ΕΥΠ, το καλοκαίρι του 2019. Τότε, που επελέγη ο Παναγιώτης Κοντολέων, χωρίς να έχει τα τυπικά προσόντα για τη θέση. Και ήταν τέτοια η επιμονή να προχωρήσει ο διορισμός, που η κυβέρνηση εβδομάδες μετά την επιλογή του έφερε τροπολογία που άλλαξε φωτογραφικά τον νόμο, προσθέτοντας απλά το ότι μπορεί να αρκεί και «δεκαετής τουλάχιστον αποδεδειγμένη επαγγελματική απασχόληση».
  • Κατα σύμπτωση, η κυβέρνηση του, μερικές μέρες μετά το αίτημα του δημοσιογράφου, Θανάση Κουκάκη, προς την Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, να μάθει αν όντως παρακολουθείται, έφερε τροπολογία που προέβλεπε να μην επιτρέπεται στην ΑΔΑΕ να ενημερώνει κάποιον πολίτη για την παρακολούθησή του.
  • Ενώ συν τοις άλλοις, επί διακυβέρνησης, ΝΔ και με την ΕΥΠ να λογοδοτεί απευθείας στο Μαξίμου, οι «νόμιμες» παρακολουθήσεις για «λόγους εθνικής ασφάλειας», που εκδίδονται με το τσουβάλι, χωρίς πολλές φορές να αναφέρεται καν το όνομα του προσώπου αλλά μόνο ο τηλεφωνικός αριθμός αυξάνονται κατά 2.000 τον χρόνο. 15.475 εισαγγελικές διατάξεις άρσης απορρήτου για λόγους Εθνικής Ασφάλειας, εκδόθηκαν το 2021, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών, 13.751 ήταν το 2020, 11.680 το 2019.

Κάπως έτσι, χωρίς καν να μπει στην κουβέντα το παράνομο λογισμικό predator και οι συμπτώσεις με τους συνδέσμους που έλαβαν Κουκάκης και Ανδρουλάκης, αμέσως μετά το τέλος της «νόμιμης παρακολούθησής τους» ο Πρωθυπουργός είναι στη δύσκολη θέση να πρέπει να βγάζει λόγους και να συνεχίσει να δηλώνει ότι δεν ήξερε τίποτα. Νομοθετούσε, διόριζε, τροποποιούσε, έβγαζε ΦΕΚ, αλλά τελικά δεν είχε καμία ενημέρωση για το τι συνέβαινε μέσα στην ΕΥΠ που υπαγόταν στο Μαξίμου με δική του πρωτοβουλία. Αυτό είναι το «καλό», αλλά βαρύτατο, πρωτοφανές, πολιτικό σενάριο. Σε κάθε περίπτωση, η ευθύνη ειναι όλη δική του.