Αποστολή στη Μυτιλήνη 

Συνέντευξη: Νεκταρία Ψαράκη 

Ο Sean αποφασίζει να αρχίσει τη συνέντευξη μπαίνοντας κατευθείαν στο ψητό: «Λέγε με Μπάιντερ, Μπίντερ, αρκεί να μη με λες Σιν Λιν Μπιν, όπως με φώναζαν στη φυλακή». Πέρασε 106 ημέρες στις φυλακές της Χίου. Συγκεκριμένα από τον Αύγουστο του 2018, έως και τον Δεκέμβριο, φορτωμένος με πολύ σκληρές κακουργηματικές κατηγορίες. Συγκεκριμένα, για εγκλήματα που δεν διέπραξε ποτέ.

Αποφάσισε να έρθει στην Ελλάδα το 2017 για να βοηθήσει στο πεδίο της προσφυγικής κρίσης. Μεγαλωμένος σε παραθαλάσσια περιοχή της Ιρλανδίας, έχοντας εμπειρία τόσο από πρώτες βοήθειες όσο και από επιχειρήσεις διάσωσης, και ταυτόχρονα έχοντας το ακαδημαϊκό υπόβαθρο, θεώρησε ότι θα μπορούσε να φανεί χρήσιμος στον τομέα της έρευνας και διάσωσης στη Μυτιλήνη. «Οι ακαδημαϊκές μου σπουδές αφορούσαν στην ευρωπαϊκή πολιτική άμυνας και ασφάλειας, και κάπως έτσι κατέληξα ότι ο τρόπος με τον οποίο η Ευρώπη ανταποκρίνεται σε μία από τις πιο σοβαρές ανθρωπιστικές κρίσεις είναι με το να προστατεύει τα σύνορα της ηπείρου σε βάρος ανθρώπων που βρίσκονται σε κίνδυνο», μας λέει.

Στη Μυτιλήνη έγινε εθελοντής στον Οργανισμό ERCI, όπου και δραστηριοποιούταν στην έρευνα και διάσωση από τον Οκτώβριο του 2018 έως και τον Αύγουστο, οπότε και συνελήφθη. «Παρά τις δραματικές εικόνες που μοιράζονται συχνά οι οργανισμοί, αυτό που έκανα σε επίπεδο καθημερινότητας, ήταν κάπως… βαρετό», αναφέρει με χιούμορ. «Ουσιαστικά καθόμουν σε ένα μέρος στην ακτογραμμή στο νοτιοανατολικό τμήμα του νησιού, όπου συνήθιζαν να καταφτάνουν οι πρόσφυγες σε λέμβους, και κοιτούσα μήπως και πέσει στην αντίληψή μου κάποια βάρκα με ανθρώπους σε κίνδυνο. Ο οργανισμός έτρεχε και μία ιατρική κλινική, η μόνη τότε στο camp της Μόριας, του πιο κακόφημου προσφυγικού camp πανευρωπαϊκά, οπότε δραστηριοποιούμουν κι εκεί. Αν κατέφτανε βάρκα με πρόσφυγες, η διαδικασία ήταν να πραγματοποιούμε μία διαλογή, ανάλογα με το τι είδους περίθαλψη χρειάζονται και τους περιποιούμασταν αναλόγως. Εγώ, ήμουν συντονιστής. Άρα, καθόμουν στην άκρη, συντόνιζα την κατάσταση και ήμουν σε επικοινωνία με τις αρχές», περιγράφει ο Sean, χωρίς να μπορούμε ακόμη να εντοπίσουμε τίποτα το εγκληματικό στη δράση του.

Όπως διηγείται, η περιπέτεια ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2018, όταν ήταν σε υπηρεσία με τη συνάδελφό του εθελόντρια Σάρα Μαρντίνι, της οποίας η ιστορία, ούσα η ίδια προσφύγισσα από τη Συρία, ταξίδεψε σε κάθε γωνιά του πλανήτη μέσω της ταινίας «The Swimmers». «Ξαφνικά μας προσεγγίζει όχημα του Λιμενικού Σώματος και μας λέει ότι κάτι πάει στραβά με το τζιπ στο οποίο επιβαίνουμε. Μας ζήτησαν να τους ακολουθήσουμε στο τμήμα», περιγράφει ο Sean. Εκεί, τους έβαλαν σε ένα κελί, τους πήραν τα κινητά και τα προσωπικά τους αντικείμενα, ενώ την επόμενη μέρα τους μετέφεραν υπό ένοπλή επιτήρηση στις αποθήκες του Οργανισμού, και στα σπίτια τους. Η αστυνομία πραγματοποίησε σε όλες τις τοποθεσίες εκτενή έλεγχο, αλλά άναρχο. «Έμοιαζε περισσότερο σαν μία προσπάθεια να βρουν κάτι που να πηγαίνει στραβά, παρά σαν μία στοχευμένη έρευνα», σχολιάζει ο Sean, «έψαξαν μέχρι και στο αλεύρι μου για να βρουν ναρκωτικά».

Το αξιοπερίεργο στην υπόθεση είναι ότι οι Αρχές και ο Sean με τη Σάρα, γνωρίζονταν. Προσωπικά. «Θυμόμουν αναρωτιόμουν πολύ έντονα τι έχει πάει λάθος. Έλεγα ότι αυτοί είναι τύποι που έχουμε δουλέψει μαζί. Έχω εκπαιδεύσει Λιμενικούς να κάνουν CPR. Έχω εφοδιάσει σκάφος της Frontex. Θα μου μείνει αξέχαστο το ότι ήμουν στο κρατητήριο και βλέπω έξω από τα κάγκελα έναν αστυνομικό που γνώριζα και μου έλεγε “φίλε δεν ξέρω τι γίνεται”», περιγράφει.

Η αστυνομία εκείνη την ημέρα δεν βρήκε τίποτα. Ο Sean και η Σάρα, μαζί με τους υπόλοιπους εθελοντές που σήμερα κάθονται στο εδώλιο του κατηγορουμένου συνέχισαν να πραγματοποιούν διασώσεις και να συνεργάζονται με τις Αρχές. Με τους δικηγόρους τους όμως πλέον σε επαγρύπνηση και σε συνεχή επικοινωνία με ΕΛ.ΑΣ. και Λιμενικό. O Sean θυμάται ότι μετά από κάποιους μήνες βγήκε ένα άρθρο σε έναν διεθνή ιστότοπο το οποίο μιλούσε για έναν Γερμανό κατάσκοπο και μία Σύρια συνεργάτιδά του οι οποίοι επιχείρησαν να εισβάλουν με πλαστές πινακίδες στο αυτοκίνητό τους σε ναυτική βάση και να αποσπάσουν μυστικά του κράτους. «Ο Γερμανός κατάσκοπος ήμουν εγώ, και η συνεργάτιδά μου η Σάρα. Μας φάνηκε ανέκδοτο», εξηγεί. Τον Αύγουστο του 2018 κατάλαβαν ότι δεν είναι ανέκδοτο, αλλά το τι πιστεύουν πραγματικά οι Αρχές ότι έχουν διαπράξει, αφού και οι δύο κατέληξαν στη φυλακή.

Η ημέρα της σύλληψης

«Ξέραμε ότι κάτι θα συμβεί τότε, υπήρχε αυξημένη επικοινωνία των δικηγόρων μας με τις Αρχές. Η Σάρα έτρεχε να προλάβει μία πτήση για Αθήνα. Επέστρεφε τότε στο Βερολίνο για να δώσει κάποια μαθήματα για το πανεπιστήμιό της. Τότε την προσέγγισαν κάποιοι αστυνομικοί και της ζήτησαν να την ακολουθήσουν στο τμήμα για κάποιες περεταίρω ερωτήσεις. Εκείνη φυσικά δέχτηκε. Περίπου στις 7 π.μ. με κάλεσε στο τηλέφωνο και μου είπε ότι έχουν να απευθύνουν διάφορες ερωτήσεις και σε εμένα. Πήγα στο τμήμα, κάθισα και δεν είχαν καμία ερώτηση για κανέναν μας. Η ώρα περνούσε και έπρεπε να πάω στη δουλειά. Είχα υπηρεσία στο camp της Μόριας. Όταν τους το είπα μου είπαν ότι δεν έχω να πάω πουθενά. Μου ζήτησαν να προτάξω το χέρι μου και με έδεσαν μαζί της με χειροπέδες», περιγράφει ο Sean.

Οι κατηγορίες πολλές και σοβαρές. Αθροιστικά, μιλάμε για ποινές κυριολεκτικά χιλιάδων ετών κάθειρξης. Πρόκειται για τα κακουργήματα: διευκόλυνση εισόδου υπηκόων τρίτων χωρών, ένταξη και σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, ξέπλυμα μαύρου χρήματος και απάτη, αλλά και για τα πλημμελήματα – τα οποία κατέπεσαν στη δίκη της Παρασκευής 13/01 – της πλαστογραφίας, της παράνομης χρήσης ραδιοσυχνοτήτων αλλά και της κατασκοπείας: «Το προσωπικό μου όνειρο έγινε πραγματικότητα. Την κατασκοπεία τη θεώρησα πολύ cool», σχολιάζει ξανά με χιούμορ ο Sean.

Έτσι, πέντε άτομα, μέλη του οργανισμού, δύο γυναίκες και τρεις άνδρες, κατέληξαν στη φυλακή. Οι υπόλοιποι 18, εκτός φυλακής, αντιμέτωποι με εξίσου σκληρές κατηγορίες. Οι γυναίκες λοιπόν στον Κορυδαλλό, και οι άνδρες στις φυλακές της Χίου. Ο Sean και ο συγκατηγορούμενός του Νάσος Καρακίτσος και τον οποίο φιλοξενήσαμε επίσης στο TPP σε συνέντευξη της Γεωργίας Κριεμπάρδη,  μοιράζονταν και τους τρεις μήνες το ίδιο κελί. Εκεί, είχαν άπλετο χρόνο να μελετήσουν το κατηγορητήριο και να εντοπίσουν τα πρώτα κενά.

Η προχειρότητα

Αξίζει να αναφέρουμε ενδεικτικά μερικά σημεία όπως τα διηγήθηκε ο Sean. Η κατηγορία της διευκόλυνσης μετακίνησης υπηκόων τρίτων χωρών χωρίς δικαίωμα εισόδου στη χώρα, «στοιχειοθετήθηκε» κατόπιν της άρσης τηλεφωνικού απορρήτου στο κινητό του Sean. «Ο εισαγγελέας μου είπε ότι την τάδε ημερομηνία, στις 4 π.μ. κάλεσα από το κινητό μου το 112. Μου είπε λοιπόν ότι αυτό δεν θα το έκανα, εκτός και αν βοηθούσα μία βάρκα να περάσει. Μου τόνισαν επίσης ότι ο λόγος για τον οποίο κατηγορούμαι για διευκόλυνση, είναι επειδή απέτυχα να επικοινωνήσω με τις Αρχές και να αναφέρω την άφιξη. Στα δικά τους τα στοιχεία όμως, όλο αυτό καταρρίπτεται. Αρχικά το 112 είναι ο επίσημος αριθμός έκτακτης ανάγκης. Παίρνοντας το 112 καλείς τις Αρχές. Όταν το είπα αυτό στην εισαγγελέα, τότε το συνειδητοποίησε και εκείνη. Ακόμη, αν ανατρέξουμε στο ιστορικό των κλήσεών μου, φαίνεται ότι 30 δευτερόλεπτα αργότερα, κάλεσα το τοπικό γραφείο του Λιμενικού στη Μυτιλήνη. Δεν θα μπορούσε να μη γνωρίζει η εισαγγελία ποιος είναι επίσημος αριθμός», εξηγεί.

Η προχειρότητα του κατηγορητηρίου, που όπως μας λέει ο Sean του λείπει κυριολεκτικά μία σελίδα, προδίδεται και από το πώς «στοιχειοθετούνται» και τα πλημμελήματα τα οποία κατέπεσαν. Η κατηγορία για κατασκοπεία, για παράδειγμα, βασίστηκε στη χρήση «κρυπτογραφημένων συνομιλιών». «Κρυπτογραφημένες συνομιλίες», ονομάζουν οι Αρχές τη χρήση ενός chat group στο Whatsapp στην οποία ήταν μέλη περισσότερα από 400 άτομα. Εκεί, εθελοντές και επαγγελματίες διασώστες που δραστηριοποιούνταν τότε στο νησί, μοιράζονταν διάφορες πληροφορίες που αφορούσαν σε ελλείψεις εξοπλισμού, αγαθών κ.α. ή πληροφορίες που αφορούν σε περιπτώσεις ανθρώπων που βρίσκονται σε κίνδυνο. Όπως λέει ο Sean μερικά από τα δικά του μηνύματα έγραφαν: «Παιδιά, μας τελείωσαν οι κουβέρτες, αν μπορείτε να μας φέρετε», ή «είδαμε ένα φως, θέλει κάποιος να πάει να τσεκάρει;», ή «Πάω στο camp, θα λείψω για λίγο».

Το αξιοπερίεργο είναι μάλιστα ότι κατηγορούμενοι σήμερα είναι άνθρωποι από αυτό το Whatsapp group, που οι Αρχές δεν τους εντόπισαν ποτέ. Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση καταδίκης ερήμην, όταν τα κακουργήματα φύγουν επιτέλους από τον ανακριτή και οδηγηθούν σε ακροαματική διαδικασία, τότε αυτοί οι άνθρωποι θα ενημερωθούν με τον πιο άδοξο τρόπο: με μία σύλληψη σε κάποιο αεροδρόμιο, τη στιγμή που πάνε διακοπές, ή σε κάποια τράπεζα, χωρίς να έχουν ιδέα.

Ποινικοποίηση της αλληλεγγύης 

Φυσικά κυβέρνηση και Αρχές, δεν αναζητούσαν εγκληματίες, αλλά εξιλαστήρια θύματα. Να πέσει σε κάποιον το βάρος της ευθύνης της αποτυχημένης διαχείρισης της προσφυγικής κρίσης. Αλλά και για να σταλεί σαφές μήνυμα: η αλληλεγγύη τιμωρείται. «Αυτός νομίζω είναι ο σκοπός. Ρίξε όσο πιο πολλές κατηγορίες μπορείς. Όσο πιο πολλές ρίξεις, όσο περισσότερους κατηγορούμενους έχεις, θα διαρκέσει περισσότερο (σ.σ. η υπόθεση ξεκίνησε το 2018 και τα κακουργήματα σήμερα, 2023 είναι ακόμη στον ανακριτή. Στο μεταξύ, η Σάρα Μαρντίνι έχει απαγόρευση εισόδου στη χώρα, ο Νάσος Καρακίτσος απαγόρευση εξόδου, έχουν φυλακιστεί και έχουν πληρώσει τις εγγυήσεις αποφυλάκισής τους). Ο σκοπός είναι ένας: Χρονοβόρες και ακριβές διώξεις για να τρομάξεις τους υπόλοιπους που θα ήθελαν να συμμετέχουν σε επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης», εκτιμά.

Ρωτήσαμε τον Sean αν πέτυχαν τον σκοπό τους. Λειτούργησε αποτρεπτικά για τους ακτιβιστές – ανθρωπιστές η δίωξη των 24; «Είναι το μόνο σίγουρο. Μία ημέρα μετά τη σύλληψή μας, σταμάτησαν οι επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης στο νοτιοανατολικό τμήμα του νησιού. Σήμερα δεν υπάρχουν καθόλου», απαντά.

Ο Sean αν γυρνούσε το χρόνο πίσω θα διέπραττε το «έγκλημα» της αλληλεγγύης ξανά και ξανά. Γνωρίζει ότι εκείνος και οι συγκατηγορούμενοί του στο τέλος θα δικαιωθούν. Γνωρίζει ότι έχει με το μέρος του τον νόμο, αρκεί να εφαρμοστεί σωστά. Έχει με το μέρος του το δίκαιο της θάλασσας, των συμβάσεων για τα δικαιώματα του ανθρώπου. Γνωρίζει ότι δεν έχει διαπράξει αξιόποινες πράξεις. «Δεν υπάρχει νόμος να απαγορεύει τη διάσωση ανθρώπων που κινδυνεύουν να πνιγούν. Και αν υπάρξει, θα είναι η σκοτεινότερη ημέρα για τη Δημοκρατία», σχολιάζει.

Ταυτόχρονα, δεν αποδέχεται τον χαρακτηρισμό «ήρωας». Συνήθως, τον χαρακτηρίζουν είτε εγκληματία, που του αξίζει να μπει στη φυλακή, είτε ήρωα, που οι πράξεις του αξίζουν να θαυμαστούν. Θεωρεί και τους δύο χαρακτηρισμούς εξίσου προβληματικούς. «Είναι σαν να λέμε και στις δύο περιπτώσεις ότι ο ανθρωπισμός είναι κάτι το αφύσικό. Το να βοηθάς κάποιον σε κίνδυνο είναι καθόλα φυσιολογικό και δεν πρέπει να δεχόμαστε ευχαριστήρια για αυτό», καταλήγει.