Κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι, ευχαριστούμε για την παρουσία σας.

Δεδομένου ότι έχουμε καλέσει σήμερα δύο πρόσωπα που έχουν βαθιά εμπειρία της συλλογικής δράσης που αναπτύσσει ο σύλλογός τους, και προφανώς οι πολύτιμες μαρτυρίες που θα μας καταθέσουν θα μας δώσουν περαιτέρω εναύσματα για να σκεφτούμε τι πραγματικά συμβαίνει, σκεφτήκαμε ότι θα ήταν σωστό, πριν μιλήσουν, να υπάρξει μια ‘γεφύρωση’ ανάμεσα στον εμπειρικό λόγο που θα εκφέρουν οι ίδιοι και στην επιστημονική γνώση που εδώ την εκπροσωπεί το εργαστήριο συλλογικών δράσεων και κοινωνικών κινημάτων του τμήματος κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, το οποίο είναι ένας επιστημονικός ερευνητικός φορέας που μελετά κοινωνικά κινήματα και μορφές συλλογικής δράσης.

Επομένως, ό,τι σας πω από δω και πέρα θα είναι μεν ένα απαύγασμα επιστημονικών μελετών και διαπιστώσεων, αλλά θα είναι επίσης επικεντρωμένο πάνω στην ανάγκη να συστηματοποιήσουμε κάπως αυτά που θα ακούσουμε αμέσως μετά από τους δύο καλεσμένους μας. Πώς δηλαδή μπορούμε να πάρουμε τα εμπειρικά δεδομένα που θα μας προσφέρουν και να τα βάλουμε σε ένα πλαίσιο ώστε να προκύπτει ένα ευρύτερο νόημα από αυτό.

Επειδή θα αναφερθώ σε κάποιους όρους που ενδεχομένως είναι κάπως δυσνόητοι, θα προσπαθήσω να τους ορίσω ταυτόχρονα, για να είναι πιο κατανοητή η παρέμβασή μου. Κατ’ αρχάς θα ακούσουμε τον όρο «κοινωνικό κίνημα» και μετά τον όσο «ηθικό κοινωνικό κίνημα». Ο ορισμός του σύγχρονου κοινωνικού κινήματος είναι ότι πρόκειται για μια μορφή ριζοσπαστικής συλλογικής δράσης, που κατά πρώτον, έχει ένα υψηλό συγκρουσιακό περιεχόμενο απέναντι στις δημόσιες αρχές. Κατά δεύτερον, αναλαμβάνεται από ανθρώπους και ομάδες που δημιουργούν μια συλλογική ταυτότητα, που ταυτίζονται δηλαδή με αυτό που κάνουν, με τους σκοπούς που επιδιώκουν και τα μέσα που χρησιμοποιούν για να τους πετύχουν. Και, κατά τρίτον, χαρακτηρίζεται από μια ποικιλία μορφών συμμετοχής. Εδώ δεν έχουμε τα κινήματα του παρελθόντος. Τα σύγχρονα κινήματα είναι διαφορετικά. Δεν έχουν κάρτα μέλους και μητρώο μελών, ο καθένας μπορεί να συμμετέχει αν θέλει, όποτε θέλει και με τους όρους που θέλει, αρκεί να αναγνωρίζεται μέσα σε αυτή την ευρύτερη συλλογική ταυτότητα που συγκροτεί το κοινωνικό κίνημα αναφοράς. Αυτός είναι ένα γενικός ορισμός για το κοινωνικό κίνημα.

Τώρα, τα ηθικά κοινωνικά κινήματα είναι μια επιμέρους κατηγορία και σε αυτή εντάσσουμε κινήματα τα οποία, εκτός από τα προηγούμενα χαρακτηριστικά, αγωνίζονται επίσης για ένα πολιτισμικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Δεν είναι δηλαδή τόσο κινήματα που διεκδικούν υλικά αιτήματα, υλικές απολαβές για τα μέλη τους, όσο κινήματα τα οποία θέλουν να μετασχηματίσουν αντιλήψεις, στάσεις και πρακτικές. Επομένως, δουλεύουν πάνω στις αξίες και στις αρχές που υπάρχουν στην κοινωνία. Για παράδειγμα, τι είναι δίκαιο και τι είναι άδικο. Ποια είναι τα κριτήρια με βάση τα οποία κανείς συμπεριφέρεται δίκαια και ποια με βάση τα οποία συμπεριφέρεται άδικα. Ποιος έχει αδικήσει ποιον και με ποιο τρόπο. Ποια είναι η λύση για να επανέλθουμε σε μια πιο δίκαιη κατάσταση πραγμάτων, σε μια πιο δίκαιη κοινωνία.

Αυτοί είναι στόχοι που βάζουν αυτά τα κινήματα, τα ηθικά κινήματα. Επομένως όταν λέμε «ηθικά κινήματα» δεν εννοούμε, στη μικροαστική λογική, κινήματα που είναι ‘αμέμπτου ηθικής υποστάσεως’, ούτε ότι είναι καλοπροαίρετα, φιλόστοργα και ευσεβή. Πρόκειται για μορφές σύγκρουσης, μορφές συλλογικής σύγκρουσης που είναι κοινωνική σύγκρουση, όμως. Που γίνεται ακριβώς πάνω σε αυτές τις αξίες,  τις αντιλήψεις, τις αρχές, τις στάσεις και τις πρακτικές που αναφέραμε προηγουμένως.

Να κάνω μια διευκρίνιση εξαρχής. Ο σύλλογος συγγενών θυμάτων Τεμπών από μόνος του δεν πιστεύουμε ότι είναι ένα κοινωνικό κίνημα. Είναι μέρος ενός ευρύτερου κοινωνικού κινήματος που διατρέχει ολόκληρη την κοινωνία. Ο σύλλογος αυτός όμως είναι μια τεράστιας σημασίας παράμετρος αυτού του κινήματος, με την έννοια ότι συμπεριλαμβάνει τους ανθρώπους που νιώσανε πιο έντονα και πιο άμεσα από κάθε άλλον τις επιπτώσεις του εγκλήματος των Τεμπών και όλων τα άλλων εγκλημάτων που ακολούθησαν μετά και ταυτόχρονα είναι εκείνοι που ζουν και αναπνέουν για να βρεθεί ξανά η δικαιοσύνη στον δρόμο τους. Επομένως, αυτοί μαζί με μεγάλες ομάδες νέων, (μαθητών, φοιτητών και μεγαλύτερης ηλικίας νέων), οργανωμένους και ανοργάνωτους φορείς και άτομα (γιατί όπως είπαμε τα νέα κοινωνικά κινήματα συμπεριλαμβάνουν και ανθρώπους που εντάσσονται ατομικά, δεν εντάσσονται μέσα από άλλες ομαδικές ταυτότητες), αυτοί οι ανθρώπινοι πόροι λοιπόν συναποτελούν αυτό που αποκαλούμε κοινωνικό κίνημα με αφορμή και αιτία την τραγωδία των Τεμπών.

Θα προσπαθήσω να απαντήσω σε δύο ερωτήματα, όσο γίνεται πιο σύντομα.

Πρώτα, γιατί δημιουργούνται και πώς αναπτύσσονται τα σύγχρονα κοινωνικά κινήματα; Και, μετά, τι προσφέρουν τα ηθικά κινήματα στην κοινωνία; Είμαι σίγουρος ότι, μέσα από τις διαπιστώσεις που θα με ακούσετε να κάνω, θα μπορέσετε να συνδεθείτε με την εμπειρική κατάσταση που θα μας περιγράψουν αμέσως μετά η κυρία Καρυστιανού και ο κύριος Ασλανίδης. Αυτό είναι το νόημα της ‘γεφύρωσης’ που έλεγα προηγουμένως.

Λοιπόν, αναφορικά με το πρώτο ερώτημα. Σε μια συνέντευξή μου στην ΕΡΤ Βορείου Αιγαίου στις 6 Μαρτίου 2023, ακριβώς μια εβδομάδα μετά την τραγωδία, είχα πει ότι αυτό που παρακολουθούμε είναι ένας νέος συγκρουσιακός κύκλος. Είναι ένας υψηλής έντασης και ρήξης συγκρουσιακός κύκλος διαμαρτυρίας που δεν μπορούμε να προδιαγράψουμε της εξέλιξή του. Θυμίζω ότι ήταν τότε οι πρώτες διαδηλώσεις που γίνονταν στο κέντρο της Αθήνας και σε άλλες πόλεις με κεντρικό σύνθημα, αν το θυμάστε, «δικά τους τα κέρδη, δικοί μας οι νεκροί». Και τότε είχα επισημάνει στη συνέντευξη πως το γεγονός ότι αυτό το σύνθημα προκρίνεται περισσότερο απ’ όλα τα άλλα στις κυρίως νεανικές διαδηλώσεις εκείνων των ημερών σημαίνει πως το κοινωνικό κίνημα που δημιουργείται έχει ήδη προσλάβει μια ταυτότητα που μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό. Γιατί αυτοί που αποδίδουν τα κέρδη με τους άλλους και τους νεκρούς στον εαυτό τους κάνουν ακριβώς αυτό: ταυτίζονται με τους ευάλωτους, ταυτίζονται με τους πολλούς, με τους αδύναμους. Και ταυτόχρονα στοχοποιούν τον βασικό αντίπαλο που είναι όλοι αυτοί οι εκπρόσωποι του νεοφιλευθερισμού σε πολιτικό, οικονομικό και άλλα επίπεδα.

Αμέσως μετά ακολούθησαν δύο εκλογικές αναμετρήσεις, του Μαΐου και του Ιουνίου, και τότε έμοιαζε αυτό το πράγμα να ξεφουσκώνει. Τότε λοιπόν φίλοι και συνεργάτες μου λέγανε «πού πήγε το κίνημα για το οποίο μιλούσες, γιατί δεν εμφανίζεται τώρα, γιατί δεν παρεμβαίνει»; Το να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα είναι πολύ χρήσιμο για να καταλάβουμε πώς λειτουργούν τα κινήματα. Είπαμε ότι ένα ηθικό κίνημα επιδιώκει τον πολιτισμικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Για να το πετύχει αυτό χρειάζονται στοιχειώδεις πόροι. Σε αντίθεση μάλιστα με μια απλοϊκή και παρωχημένη αντίληψη, οι πόροι αυτοί δεν είναι τόσο υλικοί και οργανωτικοί, όσο συναισθηματικοί και νοηματικοί. Απαιτούνται τα κατάλληλα συναισθήματα και τα κατάλληλα νοήματα. Για παράδειγμα, αναφορικά με τα συναισθήματα, έχει τεκμηριωθεί ερευνητικά ότι ο θυμός, όταν συνδυάζεται με μια αίσθηση φόβου και αμηχανίας (ότι τα πράγματα αλλάζουν είτε πολύ δύσκολα είτε καθόλου), οδηγεί συνήθως σε απραξία και αποχή από συλλογικές δράσεις. Παγώνει τα αντανακλαστικά δράσης των ανθρώπων και τους ακινητοποιεί. Όταν, αντίθετα, ο θυμός συνδυάζεται με την  ελπίδα, δηλαδή με την αίσθηση ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν προς το καλύτερο, τότε έχουμε κατά κανόνα έναν τέλειο συνδυασμό συναισθημάτων για να παραχθεί ένα ισχυρό κοινωνικό κίνημα.

Ας δούμε τώρα τη δεύτερη κατηγορία πόρων, τους νοηματικούς πόρους που απαιτούνται για να συγκροτηθεί ένα βιώσιμο και συγκρουσιακό κίνημα. Ποιοι είναι αυτοί οι πόροι; Πρόκειται στην ουσία για τη δυνατότητα που αποκτά μια κοινωνική ομάδα (ή και περισσότερες) να νοηματοδοτήσει με αυτόνομο τρόπο την κατάσταση πραγμάτων που την αφορά. ‘Αυτόνομο’ σημαίνει πρακτικά όχι ετεροπροσδιοριζόμενο, δηλαδή να είναι τέτοιο ώστε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των ανθρώπων της ομάδας και όχι στην επιρροή εξωγενών παραγόντων. Επομένως, η ‘αυτονομία’ στη νοηματοδότηση οδηγεί αναγκαία σε ένα περιεχόμενο της αντίληψης, σε νοήματα, κατανοήσεις, εξηγήσεις και ερμηνείες που είναι εντελώς διαφορετικές από εκείνες τις συμβατικές και συγκαταβατικές του πρόσφατου παρελθόντος. Και που το κίνημα προτείνει με τη δράση του σε ολόκληρη την υπόλοιπη κοινωνία.

Με τα λόγια που χρησιμοποίησε ήδη το 1969 ένας Αμερικανός κοινωνιολόγος ερευνητής των κινημάτων, (τα μεταφέρω επακριβώς): «Ένα αξιόλογο κοινωνικό κίνημα γίνεται εφικτό όταν αναθεωρείται ο τρόπος με τον οποίο μια σημαντική ομάδα ανθρώπων ατενίζουν κάποια συμφορά, κατανοώντας την όχι πλέον ως μια κακοτυχία που δικαιολογεί φιλανθρωπική θεώρηση, αλλά ως μια αδικία που είναι ανυπόφορη στην κοινωνία. Ένα κίνημα γίνεται εφικτό όταν μια ομάδα ανθρώπων παύουν να προσφεύγουν στην καλή θέληση των άλλων για να ανακουφιστούν από τα δεινά τους και απαιτούν ως δικαίωμά τους οι άλλοι να εξασφαλίσουν τη διόρθωση της κατάστασής τους». Νομίζουμε ότι είναι σαν να γράφτηκε σήμερα. Προφανώς, αναγνωρίζουμε στον ορισμό αυτό πράγματα που συμβαίνουν δίπλα μας, ενδεχομένως αναγνωρίζουμε και μετασχηματισμούς που υφιστάμεθα και εμείς οι ίδιοι σε προσωπικό επίπεδο μέσα από τις εξελίξεις και τις διεργασίες που ζούμε τους τελευταίους δεκαπέντε μήνες απ’ τη στιγμή που έγινε αυτή τραγωδία.

Αυτό το φαινόμενο το αποκαλούμε «αναστοχαστική ικανότητα των κινημάτων». Σύμφωνα με αυτή την ικανότητα, στα κινήματα οι ερμηνευτικές αναθεωρήσεις αφενός βαθαίνουν τους ηθικούς προσανατολισμούς της κινητοποιούμενης κοινωνικής ομάδας,  αφετέρου ενδυναμώνουν τα προσωπικά κίνητρα συμμετοχής στη δράση.

Μέχρις εδώ απάντησα πολύ συνοπτικά στο πρώτο ερώτημα (στο «γιατί δημιουργούνται και πώς αναπτύσσονται τα κοινωνικά κινήματα;»). Και, συνοψίζοντάς την, η απάντηση είναι: Με την παραγωγή και ανάπτυξη συλλογικών πόρων συναισθηματικής και νοηματικής φύσης που είναι απολύτως απαραίτητοι για την ανάπτυξη συγκρουσιακών συλλογικών δράσεων.  Είμαι σίγουρος ότι οι καλεσμένοι μας θα μας καταθέσουν σε λίγο στοιχεία της δράσης τους που αναφέρονται πρακτικά σε τέτοιους πόρους.

Το δεύτερο ερώτημα, το θυμίζω είναι  «τι προσφέρουν τα ηθικά κινήματα στην κοινωνία;». Μια γενική παρατήρηση: Η σημερινή κοινωνία είναι, κατά κοινή ομολογία, εξατομικευμένη, σημαδεύεται από τη διάλυση των κοινωνικών δεσμών και διακρίνεται για την εναντίωσή της απέναντι στη συλλογική κοινωνική αλληλεγγύη. Τα κοινωνικά κινήματα, επομένως, συναντούν στη δράση τους μια διπλή δυσκολία. Αγωνίζονται για να ανασυνθέσουν νέους κοινωνικούς δεσμούς εντός μιας εξατομικευμένης κοινωνίας που απωθεί και διαλύει αυτού τους δεσμούς και, ταυτόχρονα, παλεύουν να υπερκεράσουν τη μεθοδική επίθεση που οι διάφορες εξουσίες εξαπολύουν ενάντια σε μορφές αλληλέγγυας συμβίωσης που θεμελιώνουν τους κοινωνικούς δεσμούς. Επομένως, σε μια κοινωνία που αποδομεί συστηματικά την αλληλεγγύη σε όλα τα πεδία της ζωής, τα ηθικά κινήματα καλούνται να την παράξουν και να την αναπαράξουν διευρυμένα, ακριβώς επειδή μόνο μέσω αυτής μπορούν πρακτικά να οικοδομήσουν τους απαραίτητους κοινωνικούς δεσμούς.

Υπάρχει ένα βασικό χαρακτηριστικό της εξατομικευμένης κοινωνίας, μια λέξη με την οποία μπορούμε να συνοψίσουμε το περιεχόμενο της. Είναι η λέξη «αδιαφορία». Και τι είναι η αδιαφορία; Επιτρέψτε μου εδώ να χρησιμοποιήσω τα λόγια του Ζίγκμουντ Μπάουμαν, ενός επιφανούς Πολωνού φιλόσοφου και κοινωνιολόγου, στοχαστή και συγγραφέα που πέθανε πριν μερικά χρόνια. Ο Μπάουμαν λέει ότι η αδιαφορία στην κοινωνία δεν είναι μια στατική και αναλλοίωτη κατάσταση. Είναι μια διαρκώς εξελισσόμενη διαδικασία και, με την έννοια αυτή, πρέπει να μιλάμε για μια «διαδικασία αδιαφοροποίησης». Που κάνει τους ανθρώπους αδιάφορους. Πώς το πετυχαίνει αυτό; Είναι απλό: πάντα σύμφωνα με τον Μπάουμαν, το πετυχαίνει μέσα από μια «διαρκή αφαίρεση της δημόσιας καταισχύνης από ηθικά απεχθείς πράξεις»!

Ας το εξηγήσουμε αυτό. Είναι στην ουσία όλη αυτή η συντονισμένη προσπάθεια που γίνεται προκειμένου η έννοια «ντροπή» και «αίσχος» να μη βγει, να μην αναδειχθεί στη δημόσια επικαιρότητα. Είναι η συνδυασμένη προσπάθεια που γίνεται προκειμένου αυτοί που είναι υπεύθυνοι ή που κατηγορούνται πως είναι υπεύθυνοι για κάτι να μη βρεθούν ποτέ στη θέση να απαντήσουν σε αυτή την απλή κατηγορία: «αυτό που κάνετε είναι ντροπή, είναι αίσχος!». Σκεφτείτε: Πόσοι μηχανισμοί εξουσίας και επιβολής στη χώρα μας τους τελευταίους δεκαπέντε μήνες δεν λειτουργούν για να παράξουν ‘αδιαφοροποίηση’ στην καθημερινότητά μας; Πόσοι μηχανισμοί δεν προσπαθούν να μας πείσουν πως δεν υπάρχει καμία ντροπή για τις ηθικά απεχθείς πράξεις που κάνουν τα διαπλεκόμενα συμφέροντα των κυκλωμάτων εξουσίας;  Πόσοι δεν έχουν βάλει λυτούς και δεμένους για να μας οδηγήσουν στο συμπέρασμα πως ό,τι έγινε είναι το απλό λάθος ενός μόνο ανθρώπου και ότι τέτοια πράγματα, σε κάθε περίπτωση, συμβαίνουν παντού και πάντα και θα συμβαίνουν…. Να μας πείσουν ότι πρέπει να κάτσουμε καλά και να αναμένουμε υπομονετικά τα πορίσματα της ««ανεξάρτητης δικαιοσύνης»». Στο κείμενό μου ο όρος «ανεξάρτητη δικαιοσύνη είναι μέσα σε διπλά εισαγωγικά, αν με καταλαβαίνετε… Να μείνουμε αδιάφοροι και παθητικοί απέναντι στις απεχθείς πράξεις των εκπροσώπων τους.

Να δούμε επιγραμματικά αυτούς τους μηχανισμούς:

  • Οι μηχανισμοί της πολιτικής εξουσίας ή της πολιτικής διαχείρισης του κράτους (πρωθυπουργός, υπουργεία, γραμματείες, εκπρόσωποι τύπου, κυβερνητικά και κομματικά στελέχη κοκ.)
  • Οι μηχανισμοί των ανώτατων κλιμακίων της ««ανεξάρτητης δικαιοσύνης»» (πάντα σε διπλά εισαγωγικά) οι οποίοι αποδεικνύουν καθημερινά με τις πράξεις τους ότι ο γνωστός δογματικός διαχωρισμός εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας (που μας μαθαίνουν ανελλιπώς στα σχολικά εγχειρίδια) είναι στην πραγματικότητα ένας μύθος που βολεύει τους κυβερνώντες για να μην ελέγχονται από κανέναν..
  • Οι μηχανισμοί των εκπροσώπων της οικονομικής δύναμης. Εκείνοι που λυμαίνονται το δημόσιο χρήμα είτε με χαριστικές συμβάσεις και ‘φιλικούς’ διακανονισμούς στις ιδιωτικές τους υποθέσεις, είτε εμφιλοχωρώντας απευθείας στο δημόσιο και ιδιωτικοποιώντας βασικές του λειτουργίες στην υγεία, στην εκπαίδευση, στις δημόσιες υποδομές, στις μαζικές συγκοινωνίες κοκ. Αυτό που αποκαλούμε ‘νεοφιλελεύθερο σύμπλεγμα’.
  • Και βέβαια είναι οι γνωστοί και οικείοι σε όλους μας μηχανισμοί των ΜΜΕ, ειδικότερα των συστημικών καναλιών που μπαίνουν καθημερινά στα σπίτια μας και μας χειραγωγούν ‘φιλικά’, αφού αποκοιμίζουν τη συνείδησή μας με τα κατάλληλα προγράμματα.

Όλοι αυτοί οι μηχανισμού συνεργάζονται στενά και διαρκώς για να μας κάνουν κυνικούς και αδιάφορους απέναντι στο ηθικά απεχθές. Τα κινήματα εργάζονται ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση: να νοιαζόμαστε για τον άλλον, να στηρίζουμε ο ένας τον άλλον χωρίς προϋποθέσεις. Και καμιά φορά, ξέρετε, πετυχαίνουν τον στόχο τους!

Κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι,

Αν σήμερα είμαστε όλοι εδώ μέσα και έξω από την αίθουσα, πιστεύω ότι δεν είναι επειδή είμαστε φιλοπερίεργοι ή επειδή υποστηρίζουμε γενικώς τους συγγενείς των θυμάτων των Τεμπών στο πένθος τους. Είναι επειδή είμαστε ειδικώς αλληλέγγυοι μαζί τους. Τους στηρίζουμε γι’ αυτά που κάνουν. Και, η αλληλεγγύη μας σε αυτούς τους ανθρώπους έχει επίσης τον χαρακτήρα μιας ευγνωμοσύνης. Τους ευγνωμονούμε γιατί κρατάνε ψηλά τη σημαία της κοινωνικής αξιοπρέπειας για λογαριασμό ολόκληρης της χώρας. Γι’ αυτό τους στηρίζουμε και τους ευχαριστούμε.

Κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι, υποδεχθείτε παρακαλώ την Μαρία Καρυστιανού και τον Παύλο Ασλανίδη!

Ο σύνδεσμος που περιλαμβάνει το βίντεο ολόκληρης της εκδήλωσης είναι: