Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του ΣΥΡΙΖΑ, την ασυλία επέβαλε με νομοθετική ρύθμιση τον Νοέμβριο του 2019 (Ν. 4637/2019) η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη θέτοντας ως απαραίτητη προϋπόθεση για την δίωξη του εγκλήματος της απιστίας κατά πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος ή επιχείρησης του χρηματοπιστωτικού τομέα και μάλιστα αναδρομικά, την κατάθεση έγκλησης εκ μέρους των ιδίων των Τραπεζών δηλ. εκ μέρους των ίδιων των δραστών! Με την νέα προτεινόμενη νομοθετική ρύθμιση, θα είναι πλέον δυνατή η δίωξη και τιμωρία σοβαρών εγκλημάτων διασπάθισης χρήματος, χωρίς αυτή να εξαρτάται από τους ίδιους του δράστες.
Στην αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας αναφέρεται πως «η σκοπιμότητα αυτής της ρύθμισης δικαιολογείται από λόγους ισότητας στη μεταχείριση των προσώπων που βρίσκονται κάτω από τις ίδιες συνθήκες, ανάγκης προστασίας του δημόσιου συμφέροντος και διάλυσης υπονοιών για ευνοϊκή αντιμετώπιση συγκεκριμένων υποθέσεων».
Υπογραμμίζεται πως τις θέσεις αυτές ενστερνίζεται άλλωστε και ο νυν Υπουργός Δικαιοσύνης κ. Γ. Φλωρίδης, ο οποίος κατά τη συζήτηση των Προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης (7 Ιουλίου 2023), είχε πει ότι «Η απιστία δεν μπορεί να διώκεται κατ’ έγκληση, δηλαδή αυτοί που διαπράττουν απιστία πρέπει να κάνουν μήνυση στον εαυτό τους. … Αυτά θα τα επαναφέρω, … Μην έχετε καμία αμφιβολία. Θα το κάνουμε…» και καλείται να διασφαλίσει την αξιοπρέπεια αλλά και την αξιοπιστία του, δεχόμενος την ως άνω τροπολογία, το περιεχόμενο της οποία ασπάζεται.
Ακολουθεί το κείμενο της Τροπολογίας:
ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ -ΠΡΟΣΘΗΚΗ
στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης με τίτλο «Επιτάχυνση διαδικασιών στελέχωσης και λειτουργίας Δικαστικής Αστυνομίας – Τροποποιήσεις ν. 4963/2022 και άλλες ρυθμίσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης»
Θέμα: Κατάργηση ποινικής ασυλίας τραπεζιτών για εγκλήματα απιστίας
Α. ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Με την προτεινόμενη ρύθμιση καταργείται η ποινική ασυλία που παραχωρήθηκε (από την κυβέρνηση της ΝΔ) στα τραπεζικά στελέχη για το έγκλημα της απιστίας έναντι των ιδίων των Τραπεζών. Ειδικότερα, με την προτεινόμενη ρύθμιση παύει να απαιτείται έγκληση για τη δίωξη του εγκλήματος της απιστίας (άρ. 390 παρ. 1 εδ. β΄ ΠΚ) κατά πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος ή επιχείρησης του χρηματοπιστωτικού τομέα. Έτσι πλέον θα είναι δυνατή η δίωξη και τιμωρία σοβαρών εγκλημάτων διασπάθισης χρήματος, χωρίς αυτή να εξαρτάται από τους ίδιους του δράστες.
Η σκοπιμότητα αυτής της ρύθμισης δικαιολογείται από λόγους ισότητας στη μεταχείριση των προσώπων που βρίσκονται κάτω από τις ίδιες συνθήκες, ανάγκης προστασίας του δημόσιου συμφέροντος και διάλυσης υπονοιών για ευνοϊκή αντιμετώπιση συγκεκριμένων υποθέσεων, που αφορούν τις Τράπεζες. Τις θέσεις αυτές ενστερνίζεται άλλωστε και ο νυν Υπουργός Δικαιοσύνης κ. Γ. Φλωρίδης, ο οποίος ενώπιον του Κοινοβουλίου, κατά τη συζήτηση των Προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης (7 Ιουλίου 2023), είπε τα εξής: «Η απιστία δεν μπορεί να διώκεται κατ’ έγκληση, δηλαδή αυτοί που διαπράττουν απιστία πρέπει να κάνουν μήνυση στον εαυτό τους. … Αυτά θα τα επαναφέρω, … Μην έχετε καμία αμφιβολία. Θα το κάνουμε. … γιατί ο ελληνικός λαός δικαίως διαμαρτύρεται. Σου λέει: «Εγώ με το παραμικρό οδηγούμαι σ’ ένα δικαστήριο και οι άλλοι πώς καταφέρνουν και τη γλιτώνουν».
Με βάση τα ανωτέρω, η υφιστάμενη ρύθμιση του Ποινικού Κώδικα, που εισήχθη με το νόμο 4637/2019, καταργείται.
Β. ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΔΙΑΤΑΞΗ
«Άρθρο ….
Αυτεπάγγελτη δίωξη του εγκλήματος της απιστίας
Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 405 του Ποινικού Κώδικα, το οποίο προστέθηκε με τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 12 του νόμου 4637/2019 (ΦΕΚ Α A’ 180/18.11.2019) καταργείται.
Ομοίως, καταργείται και η παράγραφος 2 του άρθρου 6 του νόμου 4637/2019 (ΦΕΚ Α 180/18.11.2019).»
Αθήνα, 12 Σεπτεμβρίου 2023
Οι προτείνοντες βουλευτές
Ξανθόπουλος Θεόφιλος
Παπαηλιού Γεώργιος
Τζάκρη Θεοδώρα
Ψυχογιός Γεώργιος»