Ο Τζελάλ στο TPP: Δεν μετάνιωσα που προσέφερα νερό και φαγητό – «Ποινικοποιείται ο ανθρωπισμός και εν τέλει τα αίολα κατηγορητήρια καταπέφτουν», δηλώνει ο δικηγόρος του
Ρεπορτάζ: Νεκταρία Ψαράκη
Αποστολή στη Χίο
Ο Τζελάλ στη δίκη αθωώθηκε. Το «μάθημα» που φαινομενικά πήρε από την έδρα είναι «πρώτα καλούμε τις αρχές και μετά βοηθάμε, για να είμαστε νόμιμοι». Βέβαια, όπως είπε και ο ίδιος αστειευόμενος στο The Press Project, «αν είναι όλο αυτό να το ξαναζήσω, από εδώ και πέρα ούτε νερό», ξεκαθαρίζοντας μετέπειτα ότι δεν μετάνιωσε που βοήθησε. Ο Τζελάλ κόντεψε να βιώσει με τον χειρότερο τρόπο τη σημασία της ποινικοποίησης της αλληλεγγύης και φυσικά αυτό θα λειτουργήσει είτε υποσυνείδητα ή και συνειδητά αποτρεπτικά για την μετέπειτα ατομική ανθρωπιστική δράση του. Άλλωστε, αυτός ήταν και ο στόχος. Το θεμιτό. Να σταλεί με σαφήνεια το μήνυμα ότι οι κατατρεγμένοι της γης δεν είναι ευπρόσδεκτοι στη χώρα, και όποιος δεν το σέβεται και παραβιάζει τα σύνορα θα το πληρώνει ακριβά, μαζί με όλους όσοι συνέδραμαν ως προς τη «διευκόλυνση» του στόχου τους.
«Θα μπορούσε η προσφορά νερού και φαγητού σε νεοαφιχθέντες μετανάστες χωρίς δικαίωμα εισόδου στη χώρα να θεωρηθεί ως αρχή προπαρασκευαστικής πράξης διευκόλυνσης παραμονής», ακούστηκε από τα χείλη του εισαγγελέα, ο οποίος στη συνέχεια ωστόσο πρότεινε την αθώωση του Τζελάλ, καθώς ήταν σαφές ότι δεν γνώριζε την ελληνική νομοθεσία, έδρασε εμπειρικά, θυμούμενος το νερό και το φαγητό το οποίο ο ίδιος δέχθηκε όταν ήταν στη θέση των νεοαφιχθέντων, ενώ η απουσία του «δόλου» στην πράξη του ήταν προφανής.
«Στήνονται δικογραφίες που εν τέλει καταπέφτουν»
«Η κατάσταση αυτή πρέπει να μας προβληματίσει», αναφέρει σε συνέντευξή του στο TPP ο δικηγόρος του Τζελάλ, Αλέξης Γεωργούλης. «Αν θυμόμαστε ήδη από το 2015, όταν οι ροές ήταν πιο έντονες από την Τουρκία, ήταν σχεδόν καθημερινό το φαινόμενο. Βλέπαμε ανθρώπους να πηγαίνουν στις παραλίες και να δίνουν νερό, φαγητό και οτιδήποτε άλλο χρειάζονταν οι πρόσφυγες», συμπληρώνει, επισημαίνοντας ωστόσο ότι κανείς από αυτούς τους ανθρώπους που προσέφεραν δεν κάθισε στο εδώλιο. «Ήταν χαρακτηριστικό και το παράδειγμα με τις γιαγιάδες στη Μυτιλήνη», θυμίζει ο δικηγόρος, τονίζοντας ότι οι αρχές τότε δεν μπήκαν ποτέ στη διαδικασία να προσάγουν αυτούς τους ανθρώπους, καταλήγοντας πως ναι, σήμερα, «βλέπουμε μία ποινικοποίηση της αλληλεγγύης, μία ποινικοποίηση του ανθρωπισμού κατά κάποιον τρόπο. Αυτό, πρέπει να μας προβληματίσει. Ειδικά όταν βλέπουμε ότι στήνονται τέτοιες δικογραφίες, οι οποίες βέβαια στο τέλος καταπέφτουν στο δικαστήριο, όπως έγινε με τον Τζελάλ, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι άνθρωποι δεν ταλαιπωρούνται από αυτή τη διαδικασία. Προσάγονται, συλλαμβάνονται, φυλακίζονται, περνούν τη διαδικασία του αυτοφώρου, ή ακόμα χειρότερα από το στάδιο της ανακρίσεως, αν πρόκειται για κατηγορία κακουργηματικής φύσεως», ανέφερε.
Παρά το γεγονός ότι το «αυτονόητο» και το «ανθρώπινο» είναι να τρέξουμε και να βοηθήσουμε το συντομότερο τους ανθρώπους που ενημερωθήκαμε ότι είναι σε ανάγκη, όπως τονίζει ο δικηγόρος «όπως είπε και η πρόεδρος ειδοποιούμε παράλληλα τις αρχές. Αυτό που άφησε να περάσει σαν ένα μήνυμα τόσο στον κατηγορούμενο, όσο και στο ακροατήριο, είναι ότι κανείς δε λέει να μη χορηγούμε νερό και φαγητό, αλλά παράλληλα να ειδοποιούμε τις αρχές».
Στην πράξη όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Οι προανακριτικές αρχές αποδίδουν με τεράστια ευκολία κατηγορίες για εγκληματικές πράξεις. «Σε κάποιες περιπτώσεις ίσως αυτό να αποτελεί μία μεθόδευση των προανακριτικών αρχών, οι οποίες ενδεχομένως να θέλουν να συγκαλύψουν άλλα πράγματα, αλλά τις περισσότερες φορές αυτά τα κατηγορητήρια καταπέφτουν, ή δε φτάνουν ποτέ στο ακροατήριο. Μιλάμε για αίολα κατηγορητήρια που καταπέφτουν σαν ένας πύργος από τραπουλόχαρτα», εξηγεί. Έτσι συνέβη και με τον Τζελάλ. Κατηγορήθηκε για «δυσχέρεια του έργου των αρχών», ενώ όπως αποδείχθηκε και στην ακροαματική διαδικασία όχι μόνο δεν αποτέλεσε κώλυμα για την αστυνομία και το λιμενικό, αλλά ο ίδιος υπέδειξε – ως όφειλε – το σημείο που βρίσκονταν αυτοί οι άνθρωποι.
Γιατί οι 11 νεοαφιχθέντες κρύβονταν;
Το παράδοξο στην υπόθεση του Τζελάλ, είναι ότι όπως προέκυψε και από την κατάθεση του αστυνομικού στο δικαστήριο, οι αρχές είχαν ήδη από την προηγούμενη μέρα (3/06) ειδοποιηθεί από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για την άφιξη των συγκεκριμένων προσφύγων. Αναπόφευκτα, εγείρεται το ερώτημα του γιατί δεν έσπευσαν τόσο να εντοπίσουν όσο και να βοηθήσουν τους 11 μετανάστες εφόσον ήταν ενήμεροι, αλλά έπρεπε να έρθει η ώρα κινητοποιηθούν με τη σύλληψη του Τζελάλ, 24 ώρες μετά; Ο δικηγόρος ωστόσο πάει ακόμη ένα βήμα πιο πίσω και θέτει ένα άλλο ερώτημα, το οποίο τέθηκε και από την πρόεδρο του δικαστηρίου: «Γιατί αυτοί οι άνθρωποι κρύβονταν;». Ο Λιμενικός, δήλωσε άγνοια. «Ίσως είχαν κάτι να φοβούνται», κατέθεσε. «Τι είχαν να φοβηθούν αυτοί οι άνθρωποι οι οποίοι ήθελαν μία άμεση πρόσβαση στην διαδικασία εξέτασης του ασύλου τους; Προσωπικά θεωρώ ότι σίγουρα υπάρχει μία βάση σε έρευνες που έχουν γίνει και από την OLAF και από τον ΟΗΕ, βλέπουμε δημοσιεύματα από τον Guardian, τους New York Times, από την Der Spiegel, την Deutsche Welle, και άλλα μέσα διεθνούς εμβέλειας που αφορούν σε διάφορες κατηγορίες. Πρέπει λοιπόν να εξεταστεί από τις εισαγγελικές αρχές αν αυτές οι κατηγορίες είναι βάσιμες ή μη», τονίζει ο δικηγόρος αναφερόμενος στις καταγγελίες για παράνομες επαναπροωθήσεις προσφύγων και μεταναστών από το Ελληνικό Λιμενικό και την ΕΛ.ΑΣ.
Ο Αλέξης Γεωργούλης, γίνεται πιο συγκεκριμένος: «Τα δημοσιεύματα και οι έρευνες μιλούν για απαγωγές ανθρώπων, για καταστάσεις που ουσιαστικά δεν θέλει να χωρέσει ο ανθρώπινος νους. Μιλούν για λιμενικούς που απαγάγουν μετανάστες, τους πηγαίνουν σε μυστικά μέρη και τους βάζουν σε σχεδίες (Life rafts) χωρίς κινητήρα και τους επιστρέφουν στην Τουρκία. Πρόκειται για μία κατάσταση που η χώρα μας δημιουργούν ναυαγούς. Οι άνθρωποι φτάνουν στις ελληνικές ακτές και αντί να τους δώσουμε μία πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου, στη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός τους για διεθνή προστασία, δημιουργούμε εκ νέου ναυαγούς, δημιουργούμε εκ νέου ανθρώπους που η ζωή τους τίθεται σε άμεσο κίνδυνο. Εάν συμβαίνουν όλα αυτά, αυτό θα πρέπει να διερευνηθεί από τις αρμόδιες αρχές και θα πρέπει κάποια στιγμή να υπάρξει μία εισαγγελική έρευνα». Θυμίζουμε στον δικηγόρο ωστόσο ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν αφήνει τον χώρο για να προχωρήσουν τέτοιου είδους έρευνες, καθώς κάθε τέτοια καταγγελία σπεύδει να την αποδώσει στον μηχανισμό της τουρκικής προπαγάνδας που στόχο έχει να βλάψει τη χώρα. «Η δικαιοσύνη είναι -και θέλουμε όλοι να πιστεύουμε πως είναι- ανεξάρτητη και πρέπει να λειτουργεί ανεξάρτητα από αυτό που κάθε φορά αφηγείται η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση. Όποιο κόμμα και αν βρίσκεται στο τιμόνι αυτής», αναφέρει.
Κοινή παραδοχή ωστόσο είναι ότι ο τρόπος διαχείρισης του μεταναστευτικού στη χώρα μας έχει αλλάξει ριζικά τα τελευταία χρόνια, κάτι το οποίο εντοπίζει και ο Αλέξης Γεωργούλης. Ερωτηθείς για το αν εν τέλει το χρώμα του δέρματος του Τζελάλ ήταν αυτό που τον οδήγησε στο εδώλιο, δεδομένου ότι αρκετές φορές στο παρελθόν έχουν προχωρήσει -φανερά- ντόπιοι σε παρόμοιες πράξεις χωρίς να αντιμετωπίσουν τον νόμο, ο δικηγόρος απαντά κλείνοντας: «Θεωρώ ότι έχουν αλλάξει οι εποχές. Έχουμε περάσει από μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ «των ανοιχτών συνόρων», σε μία κυβέρνηση με πολύ αυστηρή συνοριακή πολιτική, πράγμα που έχει παίξει σοβαρότατο ρόλο στο πώς αντιλαμβανόμαστε και εμείς και οι αρχές αυτά τα ζητήματα. Ενδεχομένως αυτό που ρωτάτε να έχει μία βάση αλλά δεν μπορώ να το πω με σιγουριά. Η όλη προσέγγιση όμως του μεταναστευτικού ζητήματος έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια».