του Δημήτρη Τσίρκα

Τότε η Αριστερά κατήγγειλε αυτά τα «ρεπορτάζ» ως σύμπτωμα του οριενταλισμού, της αποικιοκρατικής και ρατσιστικής λογικής με την οποία οι δυτικοί ερμήνευαν την ελληνική κρίση, απαξιώνοντας έναν ολόκληρο λαό για τις αποτυχίες της εγχώριας ελίτ και του ευρωσυστήματος. Και πολύ ορθά έπραττε.

Τώρα η Αριστερά πανηγυρίζει για ορισμένα άρθρα των ίδιων εφημερίδων που κριτικάρουν τον Μητσοτάκη για τις υποκλοπές (και πιο πριν για τα pushbacks). Τα αναπαράγει διθυραμβικά ως απόδειξη των δικών της ισχυρισμών ότι η κυβέρνηση είναι σάπια, παρότι δεν κομίζουν κάποιο παραπάνω στοιχείο από όσα ήδη γνωρίζουμε από το εγχώριο ρεπορτάζ. Τα κραδαίνει, επίσης, ως απόδειξη ότι οι Αμερικάνοι και οι Ευρωπαίοι έχουν αποσύρει την εμπιστοσύνη τους από τον Μητσοτάκη ή και ετοιμάζονται να τον «τελειώσουν».

Γεννάται όμως το ερώτημα, γιατί όλοι αυτοί να θέλουν να ρίξουν τον Μητσοτάκη από τη στιγμή που, όπως επαναλαμβάνει η Αριστερά, τους κάνει όλα τα χατίρια και δεν αντιμετωπίζει κάποιο σοβαρό κίνημα αμφισβήτησης στο εσωτερικό της χώρας;

Στην πραγματικότητα η ενθουσιώδης υποδοχή τέτοιων άρθρων από την Αριστερά δείχνει πόσο και η ίδια έχει εσωτερικεύσει το βλέμμα του Δυτικού Κυρίου, πόσο επιθυμεί να επικυρώσει Εκείνος τις θέσεις της προσδίδοντάς τους κύρος και συμβολική ισχύ – άλλο να λέει ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΕφΣυν ότι η κυβέρνηση της ΝΔ είναι διεφθαρμένη, άλλο να το λένε οι New York Times!

Αλλά αποκαλύπτει και μια κρυφή της προσδοκία – οι Δυτικοί να ανατρέψουν τον Μητσοτάκη – η οποία όμως δεν προδίδει παρά τη δική της αδυναμία να τον ανατρέψει η ίδια. Μπορεί να μην έχουμε καταφέρει να οργανώσουμε μια απεργία, παρότι το ρεύμα έχει φτάσει 0,8 ευρώ η κιλοβατώρα και το κόστος ζωής έχει εκτοξευτεί στα ύψη, ή να κατεβάσουμε χίλιους ανθρώπους στον δρόμο, παρόλο που η ΕΥΠ παρακολουθεί παρακρατικά δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους, αλλά δεν πειράζει, οι ξένοι ετοιμάζονται να κάνουν τη δύσκολη δουλειά για εμάς και να μας απαλλάξουν από τη μισητή κυβέρνηση…

Το πόσο εκτός πραγματικότητας είναι αυτές οι επιθυμίες φαίνεται και από το γεγονός ότι η κυβέρνηση προσπερνά με ευκολία τέτοια άρθρα ως υποκειμενικές απόψεις ξένων αριστερόστροφων δημοσιογράφων που σχετίζονται με την εγχώρια αντιπολίτευση και απλώς αναμασούν τις θέσεις της, δυσφημώντας τη χώρα στο εξωτερικό.

Μα, θα αντιτείνει κανείς, ακόμα κα έτσι να είναι, τέτοια δημοσιεύματα στον σοβαρό διεθνή Τύπο δεν συνιστούν πλήγμα για την εικόνα και την αξιοπιστία του Μητσοτάκη και της κυβέρνησής του, δεν αποδομούν όλο τους το αφήγημα;

Ως έναν βαθμό ναι, αλλά ουδόλως επηρεάζουν την εξουσία τους στο εσωτερικό της χώρας και κατ΄ επέκταση, την προθυμία Ευρωπαίων και Αμερικάνων να συνεχίσουν να κάνουν business μαζί τους. Θυμίζουμε ότι ο Όρμπαν (με τον οποίο η Αριστερά συγκρίνει τον Μητσοτάκη) έχει σταθερά τα τελευταία χρόνια πολύ χειρότερη αρνητική δημοσιότητα από ότι ο Μητσοτάκης, από τα ίδια ΜΜΕ, αλλά συνεχίζει να κερδίζει εκλογές με άνετες πλειοψηφίες και οι δυτικοί εξακολουθούν να συνεργάζονται κανονικά μαζί του, έστω και απρόθυμα.

Τέτοια κείμενα περισσότερο πλήττουν την κολακευτική αυτοεικόνα του Μητσοτάκη και των ακροκεντρώων που τον πλαισιώνουν – αυτή του σύγχρονου δυτικού ηγέτη που εκσυγχρονίζει τη χώρα του, αντιστρατεύεται τον λαϊκισμό, σέβεται τους θεσμούς και τη διάκριση των εξουσιών.

Το αφήγημα – ιδεολογία, δηλαδή, του ακραίου κέντρου διεθνώς, το οποίο όμως όλοι γνωρίζουν ότι δεν είναι παρά ένα φαντεζί περιτύλιγμα που μέσα του κρύβονται ο νεοφιλελευθερισμός, η διαφθορά και ο αυταρχισμός της λεγόμενης αντιλαϊκιστικής πτέρυγας των ελίτ, που σε τίποτα το ουσιαστικό δεν διαφέρει από την επάρατη λαϊκιστική μερίδα της.

Πιθανότατα ο Μητσοτάκης δυσανασχετεί όταν «σοβαρά» δυτικά τον εμφανίζουν ως τρικοκοσμικό διεφθαρμένο εξουσιομανή, αφού κλονίζουν την πεποίθησή του ότι είναι ένας σύγχρονος αντιλαϊκιστής ηγέτης και άξιο μέλος των δυτικών ελίτ. Αλλά μάλλον δεν θα είχε κανέναν ενδοιασμό να θυσιάσει αυτή την έξωθεν καλή μαρτυρία, μπροστά στη διατήρηση της εξουσίας και των προνομίων της.
Όταν επομένως η αντιπολίτευση πανηγυρίζει και σηκώνει τόσο ντόρο κάθε φορά που προκύπτει ένα τέτοιο δημοσίευμα, σαν και το σημερινό στους NYT, για τη σαπίλα του Μητσοτάκη, εκτός του ότι προδίδει την αδυναμία της, υιοθετεί εν πολλοίς και το ιδεολογικό γήπεδο του αντιπάλου, αποδέχεται τους κανόνες που εκείνος βάζει και αναγνωρίζει την εξουσία του ως εκείνος που εν τέλει αποφασίζει τι είναι αληθές και τι ψευδές, ποιο είναι το μερικό και ποιο το καθολικό.

Επιτρέπει, με δυο λόγια, στον αντίπαλο, να θέτει το πλαίσιο της αντιπαράθεσης και να οριοθετεί την έκβασή της. Ο Μητσοτάκης κάποια στιγμή θα φύγει – αν και όχι από τα επικριτικά δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου – θα έχουμε όμως κάνει μια τρύπα στο νερό, αν ο ορίζοντας των διεκδικήσεων περιορίζεται σε έναν καλύτερο… Μητσοτάκη.