Με προεδρεύουσα τη Μαίρη Σαρπ και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας, Ευθύμιο Αντωνόπουλο, απορρίφθηκαν από την Επιτροπή Αναστολών του ΣτΕ τα αιτήματα άρσης της απαγόρευσης των συναθροίσεων άνω των τριών ατόμων αρχής γενομένης από τη Κυριακή 15 Νοεμβρίου, με ισχύ έως και τη Τετάρτη 18 Νοεμβρίου. Η απόρριψη των αιτήσεων ήρθε μετά από κρίση ότι η Επιτροπή κωλύεται να χορηγήσει αναστολή εκτελέσεως «του επίδικου, πράγματι αυστηρού πλην αναγκαίου για την προστασία της δημόσιας υγείας, μέτρου (σ.σ.: Απαγόρευσης συγκέντρωσης για εορτασμό επετείου του Πολυτεχνείου), λόγω συνδρομής εξαιρετικώς επιτακτικών λόγων δημοσίου συμφέροντος, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 52 παρ. 6 εδάφιο δεύτερο του π.δ. 18/1989, ανεξαρτήτως του επανορθωσίμου ή μη της βλάβης των αιτούντων».

Επισημαίνεται όμως, ότι οι προβαλλόμενοι λόγοι με τις αιτήσεις ακυρώσεως, «δεν παρίστανται κατά την κρίση της Επιτροπής ως προδήλως βάσιμοι», δηλαδή δεν εκτιμάται ότι θα ευδοκιμήσουν.

Ακόμα επισημαίνεται ότι «το μέτρο της θεσπιζόμενης με την προσβαλλόμενη απόφαση προσωρινής (από 15.11.2020 ώρα 6.00 π.μ. έως 18.11.2020 ώρα 9.00 μ.μ.) απαγόρευσης των δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων τεσσάρων ατόμων και άνω σε όλη την επικράτεια ελήφθη, διότι συντρέχουν εξαιρετικώς επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος, που αφορούν την προστασία της δημόσιας υγείας από τον σοβαρό κίνδυνο διασποράς του κορωνοϊού COVID-19». Αυτοί αναφέρονται ως εξής:

  • Με ομόφωνη γνώμη της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας της Δημόσιας Υγείας έναντι του κορωνοϊού COVID-19, προκρίθηκε η εφαρμογή ολικού απαγορευτικού σε όλη τη χώρα προς ανάσχεση του δευτέρου κύματος της πανδημίας και βελτίωση των επιδημιολογικών δεδομένων μέχρι το τέλος Νοεμβρίου.
  • Όπως προκύπτει από επίσημα στοιχεία «η ένταση πίεσης του Εθνικού Συστήματος Υγείας βαίνει από 4.11.2020 και έως την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης συνεχώς αυξανόμενη»,
  • Στο πλαίσιο της παρούσας εξαιρετικής συγκυρίας «(τρέχουσας επιδημιολογικής επιβάρυνσης της χώρας) έχουν ήδη ληφθεί έκτακτα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού COVID-19 στο σύνολο της επικράτειας από την 7.11.2020 έως και την 30.11.2020» και έχει τεθεί «περιορισμός των συναθροίσεων και της κυκλοφορίας των πολιτών εν όλω με περιοριστικώς καθοριζόμενες εξαιρέσεις, καθώς και η απαγόρευση της μετακίνησης με οποιοδήποτε μέσο εκτός περιφερειακής ενότητας».
  • Έχει ήδη ανασταλεί η διά ζώσης εκπαιδευτική λειτουργία των σχολικών μονάδων κάθε βαθμού.
  • Και τέλος, το απαγορευτικό αυτό μέτρο, καταλήγει το ΣτΕ, «έχει όλως προσωρινό χαρακτήρα και, εν όψει των συγκεκριμένων δεδομένων, εύλογη διάρκεια».

Ανοιχτή η υπόθεση μέχρι τις 4 Δεκεμβρίου

Στις 4 Δεκεμβρίου θα συνεδριάσει η Ολομέλεια του ΣτΕ για την έκδοση οριστικής απόφασης σχετικά με την απαγόρευση των συναθροίσεων κατά την πρόσφατη απόφαση του αρχηγού της αστυνομίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι συντρέχουν λόγοι βάσει των οποίων η υπόθεση συνεχίζεται.

Όπως σημειώνει ο δικηγόρος Βασίλης Σωτηρόπουλος που σχολιάζει τη σημερινή εισήγηση της Επιτροπής του ΣτΕ, η αίτηση αναστολής είχε και αίτημα προσωρινής διαταγής, το οποίο απορρίφθηκε, ενώ σήμερα ανακοινώθηκε η απόρριψη του αιτήματος αναστολής, πάλι για λόγους «δημοσίου συμφέροντος», δηλαδή για λόγους δικονομικούς που προβλέπονται από το άρθρο 52 του π.δ.18/89 κι όχι με αναφορά στην συνταγματική διάταξη του άρθρου 11 που ορίζει το ατομικό δικαίωμα και τους επιτρεπτούς περιορισμούς του.

Επομένως όπως εξηγεί «εξακολουθεί, λοιπόν, να εκκρεμεί η συζήτηση της αίτησης ακύρωσης, η οποία καλείται να επιλύσει το θέμα επί τη βάσει του συνταγματικού ερωτήματος. Η υπόθεση δεν “κλείνει” λόγω της γνώμης της Επιτροπής Δημόσιας Υγείας που ομόφωνα έκρινε ότι πρέπει να απαγορευθούν οι δημόσιες συναθροίσεις σε όλη τη χώρα. Η Επιτροπή αυτή είχε γνωματεύσει και ότι για λόγους δημόσιας υγείας πρέπει να σταματήσει η κυκλοφορία αυτοκινήτων σε δρόμους της Αθήνας που γίνονταν έργα για τον “μεγάλο περίπατο”, κάτι το οποίο απερρίφθη δικαστικά».

Ακόμα επισημαίνει ότι «νομικά, δηλαδή, το ίδιο το ΣτΕ άσκησε δικαστικό έλεγχο ως προς την αιτιώδη συνάφεια της εισήγησης της Επιτροπής προς τον ίδιο τον περιορισμό του δικαιώματος, επομένως, μόνη η γνωμάτευση της Επιτροπής δεν συνιστά λόγο που “κλείνει” το θέμα. Υπάρχει χώρος για την δικαιοδοτική κρίση όχι βέβαια επί των ιατρικών θεμάτων, αλλά επί της αιτιώδους συνάφειας των ιατρικών εισηγήσεων σε σχέση με τα επιβαλλόμενα κάθε φορά διοικητικά μέτρα», υπογραμμίζει.

Εντούτοις, ο δικηγόρος επισημαίνει ότι μπορεί μεν το άρθρο 30 παρ. 2 του π.δ.18/89 να ορίζει ότι η δίκη καταργείται αν μετά την αίτηση ακυρώσεως και έως την πρώτη συζήτηση η πράξη έπαυσε να ισχύει, αλλά υπάρχουν ορισμένες εξαιρέσεις:

  • αν ο αιτών επικαλείται ιδιαίτερο έννομο συμφέρον που δικαιολογεί την συνέχιση της δίκης. Εάν για παράδειγμα σε κάποιον από τους πολίτες που προσέφυγαν επιβλήθηκε πρόστιμο, αυτός έχει ιδιαίτερο έννομο συμφέρον να συνεχιστεί η δίκη, διότι τα διοικητικά δικαστήρια στα οποία μπορεί να προσφύγει για το πρόστιμο δεσμεύονται από την νομολογία του ΣτΕ κι επομένως έχει κάθε λόγο να έχει πρώτα απόφαση του ΣτΕ. Εξάλλου, κρίση επί της ουσιαστικής συνταγματικότητας μπορεί να περιλαμβάνεται ακόμη και σε μια απόφαση που τελικά καταλήγει ότι η δίκη καταργείται. Τίποτε δεν το απαγορεύει αυτό στην Ολομέλεια.
  • αν η κατά την προηγούμενη παράγραφο παύση της ισχύος της προσβαλλόμενης πράξεως οφείλεται στο ότι αυτή ήταν περιορισμένης χρονικής ισχύος και μετά τη λήξη της εκδόθηκε νεότερη πράξη ομοίου περιεχομένου”, η δίκη συνεχίζεται. Εάν λοιπόν, ενόψει της επετείου δολοφονίας Γρηγορόπουλου, ο Αρχηγός της Αστυνομίας εκδώσει άλλη μια τέτοια γενική απαγόρευση συναθροίσεων ως μέτρο λόγω COVID-19, τότε οι αιτούντες έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν την συνέχιση της δίκης. Συγκεκριμένα, “η δίκη δεν καταργείται αν ο αιτών προβάλει με δικόγραφο, κατατιθέμενο έξι (6) πλήρεις ημέρες πριν από την πρώτη συζήτηση της υποθέσεως, σχετικό ισχυρισμό και ζητήσει τη συνέχιση της δίκης”. Αυτό βέβαια συνδέεται με τον προσδιορισμό δικασίμου πριν την λήξη της ισχύος της νέας απόφασης, αλλά με ένα αίτημα προς την Πρόεδρο του ΣτΕ, το θέμα μπορεί να διευθετηθεί. Έτσι, η συνέχιση της υπόθεσης εξαρτάται από το εάν ο αρχηγός της αστυνομίας απαγορεύσει τις επόμενες αναμενόμενες συναθροίσεις.
  • μία τρίτη δυνατότητα είναι να προσβληθούν δικαστικά τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν σε συμμετέχοντες στην συνάθροιση, στα διοικητικά δικαστήρια, τα οποία μπορούν να παραπέμψουν απευθείας (χωρίς να δικάσουν) τις υποθέσεις στο ΣτΕ. Οποιοδήποτε ένδικο βοήθημα ή μέσο ενώπιον οποιουδήποτε τακτικού διοικητικού δικαστηρίου μπορεί να εισαχθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας με πράξη τριμελούς επιτροπής, ύστερα από αίτημα ενός των διαδίκων ή του Γενικού Επιτρόπου των διοικητικών δικαστηρίων, όταν με αυτό τίθεται ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος που έχει συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων (άρθρο 1 παρ. 1 Ν.3900/2010). Δηλαδή έστω και ένα πρόστιμο αν προσβληθεί σε διοικητικό δικαστήριο μπορεί να παραπεμφθεί στο ΣτΕ, χωρίς να χρειαστεί να το δικάσει το διοικητικό πρωτοδικείο ή εφετείο.

Ακόμη όμως και σε περίπτωση «που δεν παραπέμψουν απευθείας για εκδίκαση την υπόθεση στο ΣτΕ»:

  • τα διοικητικά δικαστήρια που θα δικάσουν τα πρόστιμα έχουν την ευχέρεια να υποβάλουν σχετικό προδικαστικό ερώτημα στο ΣτΕ, το οποίο θα απαντήσει με προδικαστική απόφασή του, όπου βέβαια θα έχει λύσει το θέμα της συνταγματικότητας (άρθρο 1 παρ. 2 Ν.3900/2010).
  • ο αιτών δεν χρειάζεται να πάει στο διοικητικό εφετείο. Μπορεί να προσφύγει απευθείας στο ΣτΕ με αίτηση αναίρεσης. Συγκεκριμένα, ο νόμος ορίζει ότι “κατ’ αποφάσεως διοικητικού δικαστηρίου που κρίνει διάταξη τυπικού νόμου αντισυνταγματική ή αντίθετη σε άλλη υπερνομοθετική διάταξη, χωρίς το ζήτημα αυτό να έχει κριθεί με προηγούμενη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, χωρεί ενώπιον αυτού, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη, αίτηση αναιρέσεως, αν πρόκειται για διαφορά ουσίας, ή έφεση, αν πρόκειται για ακυρωτική διαφορά” (άρθρο 2 Ν.3900/2010).

Διαβάστε ολόκληρη η ανάρτηση του δικηγόρου Βασίλη Σωτηρόπουλου