
Οι νέες κυρώσεις που επέβαλε η κυβέρνηση Μπάιντεν, ειδικά στη διακίνηση κεφαλαίων, δημιουργεί ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα στο Ιράν. Ακολουθούν την πολιτική Ισραήλ / Τραμπ έναντι της Τεχεράνης και οι Δημοκρατικοί.
Παρά τις προεκλογικές διαβεβαιώσεις περί επιστροφής στην συμφωνία για το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης, που αφορά τον έλεγχο του εμπλουτισμού ουρανίου από το Ιράν, οι ΗΠΑ του Τζο Μπάιντεν μπαίνουν στο παιγνίδι των περαιτέρω κυρώσεων, στραγγαλίζοντας την Τεχεράνη και φτάνοντας μέχρι κυρώσεις σε κεφάλαια που προορίζονταν για φάρμακα και τρόφιμα.
US claims it favors diplomacy; not Trump's failed policy of "maximum pressure”.
Yet @SecBlinken boasts abt blocking Korea from transferring our OWN money to the Swiss Channel—only used for food & meds.
Repeating the same policy won't yield new results.
Only way: #CommitActMeet pic.twitter.com/kxwSMWhYhV
— Javad Zarif (@JZarif) March 11, 2021
Οι κυρώσεις αφορούν πρόσωπα, και συγκεκριμένα στρατιωτικούς των Φρουρών της Επανάστασης, αλλά και κεφάλαια, μεταξύ των οποίων ευρισκόμενα στη Νότιο Κορέα κρατικά κεφάλαια του Ιράν, που επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν για την αντιμετώπιση της πανδημίας στην ήδη άγρια πληγείσα χώρα.
Υπενθυμίζεται ότι οι κυρώσεις αφορούν και οποιονδήποτε συνεργαστεί ή πραγματοποιήσει συναλλαγές με το Ιράν ή Ιρανούς που κατονομάζουν οι Αμερικάνοι, επιβάλλοντας τες, εκβιάζοντας ουσιαστικά οποιονδήποτε θα ήθελε εμπορικές σχέσεις με την Τεχεράνη.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν υποτίθεται ότι επιδιώκει την επιστροφή στη Συμφωνία του 2015, από την οποία αποχώρησαν μονομερώς οι ΗΠΑ το 2018, επιβάλλοντας κύματα κυρώσεων στην Τεχεράνη, και εν μέσω πανδημίας, ώστε να μη μπορεί να προμηθευτεί φάρμακα. Από την άλλη, προσθέτει νέους όρους και συνθήκες για να επιστρέψει στη συμφωνία την οποία ακύρωσε ο αμερικάνικος παράγοντας. Η συμφωνία, που έγινε επί προεδρίας Ομπάμα και αντιπρόεδρο τον σημερινό Πρόεδρο των ΗΠΑ, απειλείται περισσότερο σήμερα, και αναλυτές το αποδίδουν στην επιθυμία των ΗΠΑ να την ακυρώσει πλήρως ώστε να προβεί σε νέα, στην οποία θα μετέχει ως …παράγων σταθερότητας στην περιοχή και το Ισραήλ. Αυτό άλλωστε έχει δηλώσει τον Ιανουάριο και ο ίδιος ο Πρόεδρος Μπάιντεν.
Η Τεχεράνη, από την πλευρά της, έχει καταγγείλει την πολιτική των ΗΠΑ και αρνείται την επιστροφή της στο (αποδεδειγμένης αμφιβόλου αξιοπιστίας, πια) τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αν δεν δει έστω μία κίνηση καλής θέλησης. Παράλληλα, κρατώντας μέρος των υποχρεώσεων του που προκύπτουν από τη συμφωνία, το Ιράν συνεχίζει να επιτρέπει τους ελέγχους και τις επιθεωρήσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ).
Υπενθυμίζεται ότι, με φετφά του Αγιατολάχ Χομεϊνί και λόγω των εκατοντάδων χιλιάδων θυμάτων που είχε από χημικά όπλα γερμανικής κατασκευής κατά τον πόλεμο με το Ιράκ, το Ιράν απαγορεύεται να κατασκευάσει και χρησιμοποιήσει οποιοδήποτε όπλο μαζικής καταστροφής. Η πολιτική της χώρας στα πυρηνικά αποφασίζεται από την θρησκευτική και όχι από την πολιτική ηγεσία.
Η απόδοση του πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης σε επιθυμία κατασκευής βόμβας είναι δυτική μηντιακή κατασκευή. Υπενθυμίζουμε, επίσης, την αποκάλυψη των wikileaks περί των 200 πυρηνικών κεφαλών που έχει στραμμένες το Ισραήλ κατά του Ιράν, ενώ η Μοσάντ έχει δολοφονήσει, μέσα σε ιρανικό έδαφος, έξι ιρανούς πυρηνικούς επιστήμονες.
Το Ισραήλ, δια του υπουργού Αμύνης του, Μπένυ Γκατζ, και σε συνέντευξή του στο αμερικάνικο τηλεοπτικό δίκτυο Φοξ, παραδέχθηκε πρόσφατα ότι ανανεώνει διαρκώς τα σχέδια του για πλήγμα των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν, το οποίο και «εξετάζει σοβαρά». «Είμαστε έτοιμοι να το πράξουμε ακόμη και χωρίς έγκριση από τους συμμάχους μας», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Ισραηλινός υπουργός. Απαντώντας, από την Τεχεράνη, ο Ιρανός ομόλογος του, Αμίρ Χαταμί, ανέφερε ότι αν το Ισραήλ προχωρήσει σε τέτοιο πλήγμα, τότε το Ιράν θα απαντήσει αντίστοιχα. «Αν το πράξουν, θα ισοπεδώσουμε το Τέλ Αβίβ και τη Χάιφα», ανέφερε σχετικά.