Oι καλοί, οι κακοί και οι άσχημοι
Το 1997, ο Ισχυρός άνδρας της Λιβύης, Μουαμάρ Καντάφι, ήταν ήδη ένας από τους μεγάλους «κακούς» του πλανήτη για τη Δύση. Άρθρα και ειδήσεις, αληθινά ή όχι, κατευθυνόμενα ή μη, έβγαιναν κατά εκατοντάδες, με το παιγνίδι των πετρελαίων και των γεωπολιτικών στο φόρτε τους, πριν κι αυτό ξεπεραστεί με την αμερικάνικη «κήρυξη πολέμου στον Άξονα του Κακού», που, φυσικά, τον συμπεριελάμβανε. Του είχαν, άλλωστε, πολλά μαζεμένα. Και κανένα από αυτά δεν είχε να κάνει με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτό το κόλπο επιβολής της Αμερικάνικης Αυτοκρατορίας θα ακολουθούσε χρόνια αργότερα.
Το 1997 ήταν η χρονιά που διάλεξε να επισκεφθεί τη Λιβύη, να σταθεί δίπλα στον συγγραφέα του Πράσινου Βιβλίου γελαστός, να τον αγκαλιάσει και να τον διπλοφιλήσει ο Νέλσων Μαντέλα. Ο νέος πρόεδρος της Νοτίου Αφρικής, σύμβολο του αντιαποικιοκρατικού αγώνα και του αγώνα κατά του απαρτχάιντ, φρέσκος κάτοχος του Νόμπελ Ειρήνης, ήταν εκεί, στην πλουσιότερη αφρικανική χώρα, για να στείλει ένα πολύ ισχυρό μήνυμα. «Αυτοί που λένε ότι δεν θα έπρεπε να είμαι εδώ, με τον αδελφό μου ηγέτη της Λιβύης, είναι ανήθικοι. Και δεν πρόκειται να γίνω κι εγώ ανήθικος για χάρη τους». Ο Μαντέλα ήταν δεμένος με κοινούς αγώνες με τον Μουαμάρ Καντάφι – η σχέση τους ήταν τόσο βαθιά, που ονόμασε με το όνομα του Λίβυου ηγέτη ένα από τα εγγόνια του.
Ο Μαντέλα ήξερε ότι, αν δεν υπήρχε η Λιβύη, το Απαρτχάιντ θα ήταν ολόρθιο στα πόδια του ακόμη. Όσο η Δύση στήριζε με κάθε τρόπο το δολοφονικό ρατσιστικό καθεστώς, η Λιβύη, υπό τον Καντάφι, εξόπλιζε και ενίσχυε με κάθε τρόπο το κίνημα ενάντια στο Απαρτχάιντ. Όπως έκανε και για τόσα άλλα απελευθερωτικά κινήματα. Ειδικά οι προσπάθειές του για τη δημιουργία μας παναραβικής ομοσπονδίας με μέλη τα αραβικά κράτη της Βόρειας Αφρικής, όπως και η σχέση του με το Παλαιστινιακό απελευθερωτικό κίνημα, όμως, ήταν κάρφος στο μάτι των ΗΠΑ, αφού απειλούσαν άμεσα το Ισραήλ. Και δεν τελείωνε εκεί ο διεθνής του ρόλος. Με την πλάτη των πετρελαίων, είναι χρηματοδότης της Κούβας, της Φράξιας Κόκκινος Στρατός, του Ιρλανδικού Ρεπουμπλικάνικου Στρατού (IRA), των Ερυθρών Ταξιαρχιών, κι ότι άλλου κόκκινου και ένοπλου διαθέτει η Ευρώπη. Ήταν μια άλλη εποχή, μια άλλη Αφρική και μια άλλη Ευρώπη, άλλωστε.
Η πρώτη κρατική, ανοικτή δολοφονική επίθεση κατά του Καντάφι, από τις ΗΠΑ, γίνεται το 1986. Επί Ρόναλντ Ρήγκαν. Τότε πρωτοκατασκευάζεται και το παραμύθι περί πυρηνικών μιάς χώρας- παρία, καθώς η Λιβύη κατέχει τότε μέρος του Τσαντ, το οποίο έχει ουράνιο (και όσο το κατέχει ο Καντάφι, δεν το εκμεταλλεύονται άλλοι). Των δυνάμεων της Λιβύης στο Τσαντ ηγείται ο ιδιαίτερα αγαπητός στον Καντάφι, διακεκριμένος αξιωματικός του Λιβυκού στρατού, Χαλίφα Χαφτάρ – η αποτυχία του Χαφτάρ, που συνελήφθη εκεί, θα φέρει και τη ρήξη στις σχέσεις των δύο ανδρών.
Αμερικάνικα μαχητικά πλήττουν λιβυκούς στόχους, λιβυκό έδαφος, μεταξύ των οποίων και την κατοικία του Καντάφι. Ο ίδιος μόλις έχει προλάβει να φύγει, με τα περισσότερα μέλη της οικογενείας του, μετά από ειδοποίηση του σοσιαλιστή Ιταλού πρωθυπουργού, Μπετίνο Κράξι. Στους βομβαρδισμούς, μεταξύ των εξήντα νεκρών, είναι και ένα βρέφος, η υιοθετημένη κόρη του Καντάφι, Χάνα. Κι εδώ αξίζει να αναφερθεί ότι, τότε, τόσο η Γαλλία όσο και η Ιταλία (και πάλι) απαγορεύουν στις ΗΠΑ να χρησιμοποιήσουν τον εναέριό τους χώρο για να πλήξουν τη Λιβύη, με αποτέλεσμα να χρειαστούν να διανύσουν χιλιάδες μίλια παραπάνω τα αμερικάνικα μαχητικά, που ανεφοδιάζονται ξανά και ξανά στον αέρα.
Ο Νέλσων Μαντέλα, επισκεπτόμενος ως πρόεδρος στη Λιβύη, θα θυμηθεί το περιστατικό, και επιτεθεί ευθέως κατά των ΗΠΑ: «κανένα κράτος στον κόσμο δε δικαιούται να θεωρεί πως είναι ο χωροφύλακας του πλανήτη, κανένα κράτος δε δικαιούται να λέει στα άλλα κράτη τι να κάνουν. Με ποιά αλαζονεία τολμούν να μας πουν ποιοί οφείλουν να είναι οι φίλοι μας, αυτοί που ήταν οι εχθροί μας; τολμούν να μου πουν ότι δεν πρέπει να έρχομαι να δω τον αδελφό μου, τον Καντάφι, ότι πρέπει να είμαι αχάριστος και να ξεχνάω ποιός ήταν ο αληθινός μας φίλος όταν τον χρειαστήκαμε».
Οι ΗΠΑ δεν το βάζανε κάτω όμως. Όταν ο Μπιλ Κλίντον επισκέφθηκε τη Νότιο Αφρική, το 1998, είχε νωρίτερα ζητήσει από το Νοτιοαφρικανό ηγέτη να «ξεκόψει» από τον Καντάφι. Κατά την επίσημη ομιλία του, ο φιλόξενος Νέλσων Μαντέλα, τόνισε ότι «είχε καλέσει και τον αδελφό του, Καντάφι, να επισκεφτεί τη Νότιο Αφρική, γιατί μόνον αυτός μας στήριξε στη πιο σκοτεινή ώρα της Ιστορίας μας […] κι όποιος νοτιοαφρικανός ζητάει τα ρέστα για αυτό, να πάει να πνιγεί». Προφανώς το περί νοτιοαφρικανού ήταν επιβεβλημένο για να περάσει έμμεσα, αλλά καθαρά, το μύνημα.
Εσύ στο μνήμα, κι εγώ…
Οι φρικτές εικόνες του νεκρού Καντάφι, κάναν το γύρο του κόσμου, Οκτώβριο του 2011. Οι δολοφόνοι, που έδρασαν με την απόλυτη κάλυψη και αναγνώριση της διεθνούς κοινότητας, συζητούσαν επί πενθήμερο τι να κάνουν με τη σορό του. Τέλος, αποφασίστηκε να επιτραπεί η κηδεία του, με το ισλαμικό τυπικό. Τον Καντάφι μετέφεραν στην τελευταία του κατοικία, μέσα στην έρημο, τέσσερις στρατιώτες των εχθρών του, οι οποίοι και ορκίστηκαν απόλυτη εχεμύθεια. Μαζί του ετάφησαν ο γιός του Μουτασέμ και ο υπουργός Αμύνης της χώρας, Αμπού Μπακρ Γιουνές. Οι αιτήσεις της οικογένειας Καντάφι, να τους επιτραπεί να τον θάψουν μαζί με τα άλλα μέλη της οικογένειας και της (ομώνυμης) φυλής του, στη Σύρτη, δεν εισακούστηκαν. Ο τάφος «θα γινόταν προσκύνημα για τους οπαδούς του», ενημερωθήκαμε. Οι οπαδοί του, βεβαίως, απαγορεύτηκε να υπάρχουν. Γέμισαν στρατόπεδα και φυλακές, μέχρι το 2016.
Η Αραβική Άνοιξη και οι ποικίλες, μαζικές, ιστορικές λαϊκές αντιδράσεις σε μια σειρά κρατών, χρησιμοποιήθηκαν από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις ώστε να σπείρουν εμφύλιους, θάνατο, φτώχεια και καταστροφή σε χώρες που κάποτε άνθιζαν, τουλάχιστον οικονομικά, και είχαν τολμήσει να κρατικοποιήσουν τις πλουτοπαραγωγικές τους πηγές. Η Δύση δεν επενέβη στην Τυνησία ή την Αίγυπτο. Στη Λιβύη επενέβη, διαρρηγνύοντας τη χώρα στα εξ ων με πολύ κόπο, και πολλές βιαιότητες, συνετέθη.
Οι εξωτερικοί εχθροί του Καντάφι, έτοιμοι από καιρό και αναζητώντας ευκαιρία, εισέβαλλαν στην εξεγερμένη χώρα χωρίς σχέδιο, υπέθαλψαν τον εμφύλιο, ήλπισαν στον τριχασμό της σε μικρότερες, πιο αδύναμες κρατικές οντότητες, δεν το κατόρθωσαν, και τώρα ψάχνουν έναν «νέο ισχυρό άνδρα» στη Λιβύη, που θα τους κάνει, προφανώς, τα χατήρια, αφού αυτοί θα του δώσουν τα κλειδιά της βασιλείας. Το «ισχυρός άνδρας» ακούγεται πολύ πιο θετικό από το «δικτάτορας», αλλά δε νοηματοδοτεί κάτι διαφορετικό – πλην της φιλοδυτικής στάσης. Ήδη άλλωστε πολλά δυτικά ΜΜΕ αναφέρονται στο «νέο Καντάφι» και δημοσιεύουν άρθρα στα οποία οι Λίβυοι φέρονται να λένε πως «η Λιβύη δεν μπορεί να κυβερνηθεί με δημοκρατία».
Τη δολοφονία του Καντάφι ακολούθησαν μαζικές δολοφονίες αμάχων και καταστροφή των υποδομών της χώρας από τη συμμαχία των δυτικών προθύμων (ΗΠΑ, Καναδάς, Γαλλία και Βρετανία βομβάρδισαν αεροπορικώς κάπου δέκα χιλιάδες φορές τη Λιβύη). Η καταστροφή, μαζί με τις προσωπικές φιλοδοξίες διαφόρων φύλαρχων και στρατιωτικών, που υποδαυλίστηκαν από τη Δύση, βύθισε τη χώρα στον εμφύλιο, φέρνοντας όχι μόνον όλες τις δυστυχίες που συνοδεύουν ένα τέτοιο πόλεμο, αλλά και φαινόμενα που ως τότε ήταν ξένα στη Λιβύη (ακραίες ισλαμικές ομάδες, εξανδραποδισμοί, βασανιστήρια, δουλεμπόριο με πλειστηριασμούς μαύρων αφρικανών, κλπ του εισαγώμενου πολιτισμού…). Αυτά όμως δεν έχουν τόση σημασία, μπροστά στην «ελεύθερη» διακίνηση του πετρελαίου, προς τη «σωστή» πλευρά.
Από το 2014, με την έναρξη του πιο «ξεκάθαρου», λιγότερο πολυμέτωπου, δεύτερου εμφυλίου, δύο είναι οι αντιμαχόμενες πλευρές: αυτές της αναγνωρισμένης από τον ΟΗΕ Κυβέρνησης Εθνικής Συνεννόησης, υπό τον Φαγέζ αλ Σαράζ, με έδρα την Τρίπολη, από τη μια και, από την άλλη, της συμμαχίας μεταξύ της Λιβυκής βουλής, με έδρα το Τομπρούκ, και του Λιβυκού Εθνικού Στρατού, με έδρα τη Βεγγάζη, που προελαύνει υπό τον Χαλίφα Χαφτάρ.
Ο – νυν «στρατάρχης» και ως προ ολίγου «πολέμαρχος» σύμφωνα με τα ΜΜΕ – Χαλίφα Χαφτάρ, είναι έξω από την Τρίπολη, κατέχει πια τη συντριπτική πλειοψηφία των Λιβυκών εδαφών, και όλες τις πετρελαιοπαραγωγικές πηγές, και έχει, από το 2016, στο πλευρό του και όλους τους «απαγορευμένους» οπαδούς του Καντάφι – πολλοί δραπέτες από στρατόπεδα συγκέντρωσης και φυλακές. Και από έτων έχει δηλώσει ότι επιθυμεί να έχει το ρόλο του νέου «Ισχυρού άντρα» της Λιβύης, με τη λέξη δημοκρατία να έχει φύγει από το τραπέζι προ πολλού.
Ο Χαλίφα Χαφτάρ ήταν από την αρχή ένας ισχυρός αντίπαλος για την αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ κυβέρνηση – που δε φαίνεται να είναι ούτε τόσο αναγνωρισμένη ούτε τόσο κυβέρνηση, κι έχει εμφανώς στο πλευρό της μόνο Τουρκία και Κατάρ. Ο Χαφτάρ ενισχύθηκε ποικιλοτρόπως από τη Γαλλία -που έστειλε και στρατό-, τη Ρωσία, το Ισραήλ, τη Σαουδική Αραβία, την Αίγυπτο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Κάποτε συμπολεμιστής του Καντάφι, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι κατόπιν υπήρξε πράκτορας της CIA και με διπλό διαβατήριο (είναι και αμερικανός πολίτης και η μισή του οικογένεια ζει στο Λάγκλεϊ της Βιρτζίνια, όπου και τα κεντρικά της CIA), και με μεγάλες προσωπικές φιλοδοξίες, που δεν έκρυψε ποτέ. Το βέβαιο είναι ότι, μπήκε σκληρά στο παιγνίδι όταν απειλήθηκε σοβαρά με τριχασμό η χώρα, και οι αντικανταφικοί, με τη συνεργασία ακραίων Ισλαμικών στοιχείων,το 2014, αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν το νεοεκλεγμένο κοινοβούλιό της. Το κοινοβούλιο αυτό «υιοθετεί» ο Χαφτάρ, που παρουσιάζεται ως εκπρόσωπος της λαϊκής νομιμότητας και ενότητας: ακόμη και η ονομασία του στρατού του (Λιβυκός Εθνικός Στρατός), το νόημα της ενότητας της χώρας έχει. Οι νίκες του επί των Ισλαμιστών, η αποδοχή του από τις φυλές της νότιας Λιβύης, και η κατοχή των πετρελαϊκών περιοχών είναι που τον πρωτομετατρέπουν από «πολέμαρχο» σε «στρατάρχη».-