Η Ένωση Υπαλλήλων Πυροσβεστικού Σώματος Δυτικής Ελλάδας και Ιονίων Νήσων (ΕΥΠΣΔΕΙΝ) ακολούθησαν τη δικαστική οδό προκειμένου να θεσμοθετηθεί και για το Πυροσβεστικό Σώμα η αμοιβή της εργασίας πέραν του κανονικού ωραρίου και η αποπληρωμή των οφειλόμενων ρεπό που έχουν συσσωρευτεί μέσα στα έτη.
Στα κατά τόπους Πρωτοδικεία ο νομικός σύμβουλος της Ενωσης κατέθεσε αγωγές συνολικά 600 πυροσβεστών. Συγκεκριμένα, στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Πατρών, υπεβλήθησαν οι φάκελοι των υπηρετούντων στην Αχαΐα και τα Ιόνια νησιά και στα Πρωτοδικεία Μεσολογγίου και Αγρινίου, όσων υπηρετούν στην Αιτωλοακαρνανία. Στην ουσία πρόκειται για ένα πάγιο και διαρκές αίτημα των πυροσβεστών, το οποίο για πρώτη φορά διεκδικείται δικαστικά και αναμένεται ο χρονικός προσδιορισμός της εκδίκασης του.
«Σε κάθε περίπτωση, έπρεπε να κινηθεί η διαδικασία προκειμένου να μπει ένα φρένο. Όπως ισχύει και για το υπόλοιπο Δημόσιο, θα πρέπει να θεσμοθετηθεί ένα πλαίσιο λειτουργίας απονομής και χορήγησης της υπερεργασίας και για το Πυροσβεστικό Σώμα», δήλωσε ο πρόεδρος της Ένωσης Υπαλλήλων Πυροσβεστικού Σώματος Δυτικής Ελλάδας και Ιονίων Νήσων, Βασίλης Φερτάκης.
Σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας «Πελοπόννησος», η πρόταση της οικονομικής διεκδίκησης είναι προσαρμοσμένη στα δεδομένα του ειδικού μισθολογίου των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας και ειδικότερα στο σκέλος της απασχόλησης του 5νθημερου που έχει προσδιοριστεί στα 46 ευρώ μικτά, ήτοι 39,87 ευρώ καθαρά.
Ελλείψει νομικού πλαισίου, βάσει του οποίου θα προσδιοριζόταν ο χρόνος χορήγησης των ρεπό, η αποζημίωση αυτών έχει οδηγήσει στη συσσώρευση χιλιάδων ημερών ανάπαυσης που δικαιούνται οι πυροσβεστικοί υπάλληλοι. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι μόνο στην Αχαΐα, τα οφειλόμενα ρεπό αυτή τη στιγμή αγγίζουν τις 13.000, ενώ σε έναν πυροσβέστη οφείλονται 734 ρεπό. Σύμφωνα με τους συνδικαλιστές υπάρχουν περιπτώσεις που συνάδελφοι τους συνταξιοδοτήθηκαν και δεν έλαβαν ποτέ τα ρεπό ούτε αντίστοιχη αποζημίωση.
Στην εποχή της πλανητικής υπερθέρμανσης και μετά το εφιαλτικό καλοκαίρι της Εύβοιας, η κυβέρνηση αποφασίζει και αναβαθμίζει τον αμυντικό εξοπλισμό της χώρας με ραφάλ και φρεγάτες μπελχάρα, επιβαρύνοτας τον κρατικό προϋπολογισμό με υπέρογκες στρατιωτικές δαπάνες αντί να εξοπλίσει το πυροσβεστικό σώμα με σύγχρονα μέσα πυρόσβεσης που και πιο αποτελεσματικά θα είναι και θα ανακουφίσουν τους πυροσβέστες από τις εξαντλητικές συνθήκες, τα εξαντλητικά ωράρια και την υπερεργασία. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η τιμή ενός ρωσικού πυροσβεστικού αεροσκάφους Beriev Be-200 κυμαίνεται από 45 έως 70 εκ. δολάρια το μέγιστο, σύμφωνα με τον ιστότοπο Airplane Update. Αντίθετα τα Rafale που αγόρασε η Ελλάδα αγγίζουν σχεδόν τα 170 εκατ. δολάρια το ένα. Η διαφορά είναι περίπου 3 προς 1.