Η συμφωνία προβλέπει συνέχιση των αεροπορικών επιδρομών από τις ξένες δυνάμεις -ο συνασπισμός υπό τις ΗΠΑ επιχειρεί εναντίον της ISIS, η ρωσική αεροπορία υποστηρίζει τις δυνάμεις του Άσαντ με διακηρυγμένο στόχο τις τρομοκρατικές ομάδες- ενώ επιτρέπει και στον συριακό στρατό και στους σύρους αντικαθεστωτικούς να απαντήσουν με «ανάλογου βαθμού χρήση βίας» για αυτοάμυνα.
Τα στοιχεία αυτά, υποστηρίζουν αναλυτές αλλά και πηγές των αντικαθεστωτικών στο Reuters, μπορούν να αποδειχθούν «παραθυράκια» για παραβιάσεις. Ειδικά τα πλήγματα σε περιοχές που ελέγχει το μέτωπο Αλ Νόσρα, υποστηρίζεται, μπορεί να καταλήξουν να πλήττουν και θέσεις των ομάδων της αντιπολίτευσης.
Επιπλέον, δεν είναι σαφές πώς θα διαπιστώνονται οι παραβιάσεις της εκεχειρίας και τι μηχανισμός κυρώσεων θα ακολουθείται.
Από την πλευρά των Ηνωμένων Εθνών, η υποδοχή της συμφωνίας ήταν θετική, εκφράζοντας την ελπίδα ότι η εφαρμογή της κατάπαυσης πυρός θα ανοίξει το δρόμο για επιστροφή στις «παγωμένες» συνομιλίες της Γενεύης.
Ωστόσο, αναφορά ερευνητών του ΟΗΕ για τη συριακή κρίση επέρριψε ευθύνες και στην πλευρά των δυνάμεων του εξωτερικού, λέγοντας πως οι διεθνείς και οι περιφερειακές ξένες δυνάμεις που πιέζουν για συνομιλίες είναι οι ίδιες που «θρέφουν την στρατιωτική κλιμάκωση».
Πόλεμος δια αντιπροσώπων
Η Ανεξάρτητη Διεθνής Ετροπής Έρευνας για τη Συρία τόνισε σε αναφορά της πως η συριακή σύγκρουση έχει γίνει «πολύπλευρος πόλεμος δια αντιπροσώπων που καθοδηγείται από το εξωτερικό μέσω ενός περίπλοκου δικτύου συμμαχιών».
Οι ερευνητές του ΟΗΕ ανέφεραν πως, ενώ το διασπαμένο συριακό κράτος βρίσκεται «στα πρόθυρα κατάρρευσης», υπάρχει «αυξανόμενος κίνδυνος διεθνοποίησης της σύγκρουσης».
Στην αναφορά υπογραμμίζεται επίσης πως και το συριακό καθεστώς και η ISIS συνεχίζουν να διαπράττουν εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. «Η μάχη για έλεγχο περιοχών γίνεται με ωμή αδιαφορία για την ανθρώπινη ζωή και το Δίκαιο του Πολέμου» τονίζει η αναφορά, υπογραμμίζοντας: «Ούτε μία εμπόλεμη πλευρά δεν σέβεται τη διεθνή νομοθεσία για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη Σύμβαση της Γενεύης».